Τα όμορφα προγράμματα, όμορφα καίγονται. Η «Επιχειρηματική Επανεκκίνηση» που ανακοινώθηκε μετά «βαΐων και κλάδων» τον περασμένο Απρίλιο, μετέδωσε ένα μήνυμα αισιοδοξίας, ειδικά προς τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις
του Σπύρου Ριζόπουλου
Τα όμορφα προγράμματα, όμορφα καίγονται. Η «Επιχειρηματική Επανεκκίνηση» που ανακοινώθηκε μετά «βαΐων και κλάδων» τον περασμένο Απρίλιο, μετέδωσε ένα μήνυμα αισιοδοξίας, ειδικά προς τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, πως θα μπορούσε να συνεισφέρει θετικά στο μεγάλο ζητούμενο της αγοράς που δεν είναι άλλο από την ρευστότητα. Ωστόσο, στους μήνες που κύλησαν το πρόγραμμα δεν «περπάτησε» όπως θα έπρεπε, η αρχική αισιοδοξία εξανεμίστηκε πολύ σύντομα και κατέληξε... να είναι ένα ακόμη σύντομο ανέκδοτο.
Αρκετοί φίλοι που έχουν επικοινωνήσει μαζί μου αλλά και άνθρωποι της αγοράς με τους οποίους συζητώ τακτικά, μου μεταφέρουν την εικόνα μιας τρύπας στο νερό. Το πρόβλημα έχει όνομα και λέγεται «τράπεζες». Η ίδια η αρχιτεκτονική του προγράμματος υπέσκαψε την αποτελεσματικότητά του καθώς άφησε στις τράπεζες το ελεύθερο να έχουν και το «μαχαίρι» και το «πεπόνι». Δεν είναι ώρα τώρα να αναφερθώ στο ποιοι εκ των συμβούλων του Υπουργού Ανάπτυξης Κωστή Χατζηδάκη διαπραγματεύτηκαν τους όρους συμμετοχής των τραπεζών στο πρόγραμμα. Αυτό που μετράει είναι το αποτέλεσμα και αυτό είναι απογοητευτικό. Όχι μόνο για τους επιχειρηματίες που στήθηκαν με τις ώρες στις τράπεζες μήπως βγάλουν κάποια άκρη, αλλά όπως είμαι σε θέση να γνωρίζω και για τον ίδιο τον Υπουργό.
Οι τράπεζες, στο πλαίσιο του Προγράμματος, δεν δίνουν δεκάρα τσακιστή αν δεν πάρουν εξασφαλίσεις. Αλλά η αποτίμηση των εξασφαλίσεων στη σημερινή χρονική συγκυρία είναι τέτοια που πραγματικά κανείς δεν θα ήθελε να ρισκάρει το ακίνητο της επιχείρησής του για «ψίχουλα». Και προκειμένου να γίνω απόλυτα κατανοητός στα προβλήματα της «Επανεκκίνησης» θα τα περιγράψω με ένα απλό παράδειγμα.
Ας υποθέσουμε ότι μια επιχείρηση έχει ένα εταιρικό ακίνητο που το απέκτησε τα προηγούμενα χρόνια σε μια εμπορική αξία 600.000 ευρώ. Πάει στην τράπεζα για να συμμετέχει στο πρόγραμμα και βρίσκεται μπροστά στην εξής κατάσταση. Σύμφωνα με τα στοιχεία που προσκομίζει μπορεί να πάρει ένα δάνειο 300.000 ευρώ. Τα μισά λεφτά είναι της τράπεζας και τα άλλα μισά είναι από πόρους του ΕΣΠΑ. Η τράπεζα όμως ζητάει εξασφάλιση για το σύνολο του ποσού. Στο συγκεκριμένο παράδειγμα για να δώσει 300.000, εκ των οποίων μόνον οι 150.000 ευρώ είναι δικά της λεφτά, ζητάει την υποθήκη ενός ακινήτου που κόστισε στην επιχείρηση 600.000 ευρώ.
Οι τράπεζες έχουν κακομάθει κι αυτή είναι η μεγάλη αλήθεια. Αλλά την ώρα που θα έπρεπε να εκμεταλλευτούμε όχι απλά κάθε ευκαιρία αλλά και κάθε χαραμάδα ευκαιρίας για να πέσουν χρήματα στην αγορά, είναι τουλάχιστον παράλογο να εξακολουθούν να τα θέλουν όλα δικά τους. Προφανώς οι εμπορικές αξίες έχουν πέσει. Αλλά αυτό δεν σημαίνει πως κάθε επιχείρηση είναι διατεθειμένη να «σκοτώσει» το ακίνητό της για να κάνει το χατίρι στις τράπεζες.
Αυτό που θα μπορούσε να γίνει και θα συνιστούσε μια απλή και έξυπνη λύση στο πρόβλημα είναι η τράπεζα να παίρνει εξασφαλίσεις μόνο για τη δική της συμμετοχή και όχι για το σύνολο του ποσού. Για να επιστρέψουμε στο παράδειγμα, αν η τράπεζα – καλώς ή κακώς – αποτιμά το ακίνητο στις 300.000 ευρώ, τότε αυτή θα πρέπει να είναι και η συμμετοχή της. Κι επειδή το πρόγραμμα είναι 50-50, τότε στην επιχείρηση θα πρέπει να δοθούν 600.000 ευρώ. Έτσι κερδίζουν όλοι. Ο επιχειρηματίας παίρνει ένα διπλάσιο ποσό από αυτό που προβλέπεται σήμερα και δεν νιώθει πως ρισκάρει σαν ηλίθιος για το τίποτα το ακίνητό του. Η τράπεζα είναι εξασφαλισμένη για τα δικά της λεφτά. Και τα χρήματα του ΕΣΠΑ απορροφώνται επιτέλους και δεν μένουν να λιμνάζουν μέχρι να επιστραφούν αναξιοποίητα.
Ιδού πεδίον δόξης λαμπρό, κύριε Χατζηδάκη. Επανακινείστε τώρα την… «Επανεκκίνηση»!
ΥΓ1: Το δις εξ αμαρτείν ουκ ανδρός σοφού. Αυτή τη φορά τη διαπραγμάτευση με τις τράπεζες να την κάνετε εσείς ο ίδιος προσωπικά κύριε Υπουργέ. Γιατί αν αφήσετε να την κάνουν πάλι οι σύμβουλοί σας, θα συνεχίσουμε να κοροϊδευόμαστε όλοι μεταξύ μας.
ΥΓ2: To τελευταίο που έχει ανάγκη μια χώρα μέσα στη δίνη μιας βαθιάς κρίσης είναι οι «κοκορομαχίες» στις οποίες έχουν αδυναμία, παλαιοί και νέοι εκπρόσωποι της πολιτικής τάξης. Τα προβλήματα της χώρας ούτε αρχίζουν, ούτε τελειώνουν με τη χρήση του «πρωθυπουργικού αεροσκάφους» όπως έγραψε σε άρθρο του σε ηλεκτρονικό περιοδικό ο Ανδρέας Παπαδόπουλος της ΔΗΜΑΡ, ούτε δηλώνει πολιτική ευφυΐα το να απαντάς με μήνυση, όταν δεν σου αρέσει ένα άρθρο όπως έκανε ο Δημήτρης Αβραμόπουλος. Εκτός αν έχουν βαλθεί όλοι να κάνουν τη Χρυσή Αυγή πρώτο κόμμα. Μην τα ρίξουν όμως μετά στον… ελληνικό λαό. Τα μάτια τους τα έβγαλαν μόνοι τους!
Τα όμορφα προγράμματα, όμορφα καίγονται. Η «Επιχειρηματική Επανεκκίνηση» που ανακοινώθηκε μετά «βαΐων και κλάδων» τον περασμένο Απρίλιο, μετέδωσε ένα μήνυμα αισιοδοξίας, ειδικά προς τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, πως θα μπορούσε να συνεισφέρει θετικά στο μεγάλο ζητούμενο της αγοράς που δεν είναι άλλο από την ρευστότητα. Ωστόσο, στους μήνες που κύλησαν το πρόγραμμα δεν «περπάτησε» όπως θα έπρεπε, η αρχική αισιοδοξία εξανεμίστηκε πολύ σύντομα και κατέληξε... να είναι ένα ακόμη σύντομο ανέκδοτο.
Αρκετοί φίλοι που έχουν επικοινωνήσει μαζί μου αλλά και άνθρωποι της αγοράς με τους οποίους συζητώ τακτικά, μου μεταφέρουν την εικόνα μιας τρύπας στο νερό. Το πρόβλημα έχει όνομα και λέγεται «τράπεζες». Η ίδια η αρχιτεκτονική του προγράμματος υπέσκαψε την αποτελεσματικότητά του καθώς άφησε στις τράπεζες το ελεύθερο να έχουν και το «μαχαίρι» και το «πεπόνι». Δεν είναι ώρα τώρα να αναφερθώ στο ποιοι εκ των συμβούλων του Υπουργού Ανάπτυξης Κωστή Χατζηδάκη διαπραγματεύτηκαν τους όρους συμμετοχής των τραπεζών στο πρόγραμμα. Αυτό που μετράει είναι το αποτέλεσμα και αυτό είναι απογοητευτικό. Όχι μόνο για τους επιχειρηματίες που στήθηκαν με τις ώρες στις τράπεζες μήπως βγάλουν κάποια άκρη, αλλά όπως είμαι σε θέση να γνωρίζω και για τον ίδιο τον Υπουργό.
Οι τράπεζες, στο πλαίσιο του Προγράμματος, δεν δίνουν δεκάρα τσακιστή αν δεν πάρουν εξασφαλίσεις. Αλλά η αποτίμηση των εξασφαλίσεων στη σημερινή χρονική συγκυρία είναι τέτοια που πραγματικά κανείς δεν θα ήθελε να ρισκάρει το ακίνητο της επιχείρησής του για «ψίχουλα». Και προκειμένου να γίνω απόλυτα κατανοητός στα προβλήματα της «Επανεκκίνησης» θα τα περιγράψω με ένα απλό παράδειγμα.
Ας υποθέσουμε ότι μια επιχείρηση έχει ένα εταιρικό ακίνητο που το απέκτησε τα προηγούμενα χρόνια σε μια εμπορική αξία 600.000 ευρώ. Πάει στην τράπεζα για να συμμετέχει στο πρόγραμμα και βρίσκεται μπροστά στην εξής κατάσταση. Σύμφωνα με τα στοιχεία που προσκομίζει μπορεί να πάρει ένα δάνειο 300.000 ευρώ. Τα μισά λεφτά είναι της τράπεζας και τα άλλα μισά είναι από πόρους του ΕΣΠΑ. Η τράπεζα όμως ζητάει εξασφάλιση για το σύνολο του ποσού. Στο συγκεκριμένο παράδειγμα για να δώσει 300.000, εκ των οποίων μόνον οι 150.000 ευρώ είναι δικά της λεφτά, ζητάει την υποθήκη ενός ακινήτου που κόστισε στην επιχείρηση 600.000 ευρώ.
Οι τράπεζες έχουν κακομάθει κι αυτή είναι η μεγάλη αλήθεια. Αλλά την ώρα που θα έπρεπε να εκμεταλλευτούμε όχι απλά κάθε ευκαιρία αλλά και κάθε χαραμάδα ευκαιρίας για να πέσουν χρήματα στην αγορά, είναι τουλάχιστον παράλογο να εξακολουθούν να τα θέλουν όλα δικά τους. Προφανώς οι εμπορικές αξίες έχουν πέσει. Αλλά αυτό δεν σημαίνει πως κάθε επιχείρηση είναι διατεθειμένη να «σκοτώσει» το ακίνητό της για να κάνει το χατίρι στις τράπεζες.
Αυτό που θα μπορούσε να γίνει και θα συνιστούσε μια απλή και έξυπνη λύση στο πρόβλημα είναι η τράπεζα να παίρνει εξασφαλίσεις μόνο για τη δική της συμμετοχή και όχι για το σύνολο του ποσού. Για να επιστρέψουμε στο παράδειγμα, αν η τράπεζα – καλώς ή κακώς – αποτιμά το ακίνητο στις 300.000 ευρώ, τότε αυτή θα πρέπει να είναι και η συμμετοχή της. Κι επειδή το πρόγραμμα είναι 50-50, τότε στην επιχείρηση θα πρέπει να δοθούν 600.000 ευρώ. Έτσι κερδίζουν όλοι. Ο επιχειρηματίας παίρνει ένα διπλάσιο ποσό από αυτό που προβλέπεται σήμερα και δεν νιώθει πως ρισκάρει σαν ηλίθιος για το τίποτα το ακίνητό του. Η τράπεζα είναι εξασφαλισμένη για τα δικά της λεφτά. Και τα χρήματα του ΕΣΠΑ απορροφώνται επιτέλους και δεν μένουν να λιμνάζουν μέχρι να επιστραφούν αναξιοποίητα.
Ιδού πεδίον δόξης λαμπρό, κύριε Χατζηδάκη. Επανακινείστε τώρα την… «Επανεκκίνηση»!
ΥΓ1: Το δις εξ αμαρτείν ουκ ανδρός σοφού. Αυτή τη φορά τη διαπραγμάτευση με τις τράπεζες να την κάνετε εσείς ο ίδιος προσωπικά κύριε Υπουργέ. Γιατί αν αφήσετε να την κάνουν πάλι οι σύμβουλοί σας, θα συνεχίσουμε να κοροϊδευόμαστε όλοι μεταξύ μας.
ΥΓ2: To τελευταίο που έχει ανάγκη μια χώρα μέσα στη δίνη μιας βαθιάς κρίσης είναι οι «κοκορομαχίες» στις οποίες έχουν αδυναμία, παλαιοί και νέοι εκπρόσωποι της πολιτικής τάξης. Τα προβλήματα της χώρας ούτε αρχίζουν, ούτε τελειώνουν με τη χρήση του «πρωθυπουργικού αεροσκάφους» όπως έγραψε σε άρθρο του σε ηλεκτρονικό περιοδικό ο Ανδρέας Παπαδόπουλος της ΔΗΜΑΡ, ούτε δηλώνει πολιτική ευφυΐα το να απαντάς με μήνυση, όταν δεν σου αρέσει ένα άρθρο όπως έκανε ο Δημήτρης Αβραμόπουλος. Εκτός αν έχουν βαλθεί όλοι να κάνουν τη Χρυσή Αυγή πρώτο κόμμα. Μην τα ρίξουν όμως μετά στον… ελληνικό λαό. Τα μάτια τους τα έβγαλαν μόνοι τους!
ΣΧΟΛΙΑ
Μπορείτε να σχολιάσετε μέσω Facebook ή Blogger (Google) επιλέγοντας την αντίστοιχη καρτέλα από πάνω