Είναι κοινή παραδοχή ότι μέσα στην οικονομική κρίση το πρόβλημα των ναρκωτικών οξύνεται, αφού τα αδιέξοδα που δημιουργεί το καπιταλιστικό σύστημα (ανεργία, πολιτιστική και οικονομική φτώχεια, ταξικοί φραγμοί στη μόρφωση, εμπορευματοποίηση
Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα κατά των Ναρκωτικών
Είναι κοινή παραδοχή ότι μέσα στην οικονομική κρίση το πρόβλημα των ναρκωτικών οξύνεται, αφού τα αδιέξοδα που δημιουργεί το καπιταλιστικό σύστημα (ανεργία, πολιτιστική και οικονομική φτώχεια, ταξικοί φραγμοί στη μόρφωση, εμπορευματοποίηση των κοινωνικών αναγκών κ.ά.) ευνοεί τη χρήση ναρκωτικών.
Τα ναρκωτικά είναι πρώτα και κύρια κοινωνικο – πολιτικό πρόβλημα... Είναι χαρακτηριστικό μιας κοινωνίας, που αυξάνεται η οικονομική και πολιτιστική φτώχεια, η εμπορευματοποίηση των ανθρώπινων σχέσεων, η αλλοτρίωση, η φθορά αξιών και ιδανικών κυρίως της νεολαίας, που αναγορεύεται το κέρδος και ο ατομικισμός σε υπέρτατη αξία, που προωθείται η ναρκω-κουλτούρα και γενικά η κουλτούρα της σήψης και της παρακμής.
Είναι χαρακτηριστικά τα παραδείγματα και από άλλες χώρες, που σε περίοδο οικονομικής κρίσης εκτοξεύτηκαν τα ποσοστά χρήσης κυρίως στις νέες ηλικίες και στα φτωχά στρώματα. Στην Ελλάδα με το ξεκίνημα της κρίσης εμφανίστηκε το ναρκωτικό Σίσα ή αλλιώς το ναρκωτικό των φτωχών με ακαριαίες και τρομακτικές συνέπειες. Φοβούμενοι τις αντιδράσεις κυρίως των νέων ανθρώπων αξιοποιούν τα ναρκωτικά για χειραγώγηση και απάθεια.
Τα πρόσφατα στοιχεία που έδωσε ο ΟΗΕ δείχνουν ολοκάθαρα ποιοι είναι αυτοί που προωθούν και εμπορεύονται τα ναρκωτικά στον πλανήτη. Το 2001, έτος εισβολής των Αμερικανών, στο Αφγανιστάν, καλλιεργήθηκαν 80.000 στρέμματα με «παπαρούνα», σήμερα μετά την «απελευθέρωση» της χώρας αυτής από τα Αμερικανο–Νατοϊκά στρατεύματα καλλιεργούνται 1.300.000 στρέμματα και η παραγωγή του Οπίου από 185 τόνους που ήταν το 2001, έφτασε σήμερα στους 4.500 τόνους.
Η διακίνηση των ναρκωτικών αποτελεί μια τεράστια οικονομική επιχείρηση στο πλαίσιο της καπιταλιστικής οικονομίας. Είναι σαφές πως η τοξικομανία ως κοινωνικό φαινόμενο θα αντιμετωπισθεί ριζικά, μόνο με την ανατροπή αυτού του σάπιου συστήματος. Όμως, ο τοξικομανής ως μεμονωμένη περίπτωση μπορεί να αντιμετωπισθεί και να γίνει καλά. Αυτήν την αλήθεια τη γνωρίζει η κυρίαρχη τάξη, αλλά φροντίζει να την ακυρώνει με τις πολιτικές της «νομιμοποίησης», της «καταστολής», των «υποκατάστατων», του «περιορισμού της βλάβης», του «διαχωρισμού» των ναρκωτικών σε «σκληρά – μαλακά».
Η νομιμοποίηση του εμπορίου ναρκωτικών και η αποποινικοποίηση της χρήσης ναρκωτικών, ο περιορισμός της βλάβης, τα υποκατάστατα (μεθαδόνη κ.λ.π), είναι μερικές από τις πολιτικές διαχείρισης της τοξικομανίας που δε θίγουν τα αίτια του προβλήματος. Στην ουσία, η νομιμοποίηση των ναρκωτικών εξυπηρετεί την προσπάθεια να «νομιμοποιηθούν » στη συνείδηση του λαού τα κοινωνικά αίτια που παράγουν το πρόβλημα. Ο περιορισμός της βλάβης αποσιωπά τη δυνατότητα θεραπείας των τοξικομανών, οδηγεί στην αποδοχή της ακραίας αποξένωσης και της νομιμοποίησης του εμπορίου ναρκωτικών. Τα προγράμματα μεθαδόνης μπορεί να βοηθήσουν μόνο μια μικρή κατηγορία εξαρτημένων, αυτούς που απέτυχαν σε άλλα προγράμματα και πάσχουν από Έϊτζ κ.λπ. Αυτά τα προγράμματα, που προωθούν τα υποκατάστατα, αποτελούν σήμερα επίσημη κρατική πολιτική και ουσιαστικά συντηρούν την εξάρτηση.
Η πρόληψη είναι το κυριότερο στοιχείο για την ουσιαστική αντιμετώπιση του προβλήματος, που σημαίνει πρόταση ενός άλλου τρόπου ζωής, με ενδιαφέροντα, αξίες, στόχους, συλλογικότητα, αξιοπρέπεια. Το κράτος έχει υποχρέωση να δημιουργήσει τόσα θεραπευτικά προγράμματα όσα απαιτούν οι σημερινές ανάγκες, να αναπτύξει τομέα έρευνας για τις εξαρτήσεις, στο πλαίσιο των υπαρχόντων θεραπευτικών προγραμμάτων.
Σε ό,τι αφορά τις διαδικασίες κοινωνικής επανένταξης των εξαρτημένων ατόμων στην κοινωνική πραγματικότητα, τα ερωτήματα που απορρέουν από συγκεκριμένες ελλείψεις σχεδιασμού και έργων υποδομής είναι πολλά. Τα προβλήματα σε σχέση με την ανεύρεση δουλειάς και στέγης, οι δικαστικές εκκρεμότητες, τα χρέη κ.λπ. γίνονται θηλιά στο λαιμό των ανθρώπων που δίνουν τη μάχη της απεξάρτησης.
Η ΕΕ προσδιορίζει την τοξικομανία ως ιατρικό κυρίως πρόβλημα. Η Συνθήκη του Μάαστριχτ το αναφέρει στον τομέα της Δημόσιας Υγείας. Είναι φανερό ότι προσπαθεί να συγκαλύψει την πραγματική του αιτία, που είναι οι κοινωνικές οικονομικές συνθήκες μέσα στις οποίες παρουσιάζεται. Οι θέσεις του ΠΑΣΟΚ είναι πλήρως εναρμονισμένες με τη στρατηγική της ΕΕ, την οποία έχει ψηφίσει και στο Ευρωκοινοβούλιο. Η ΝΔ μεθοδικά προχώρησε ως κυβέρνηση στην πλήρη υλοποίησή του. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ψηφίσει τη στρατηγική της ΕΕ στην Ευρωβουλή και οι θέσεις του μιλούν για πλήρη απελευθέρωση των ναρκωτικών, αποποινικοποίηση της χρήσης, συνταγογράφηση υποκατάστατων και χορήγηση ηρωίνης από τα δημόσια νοσοκομεία και οργανώνει ναρκοφεστιβάλ. Συμπερασματικά ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και οι δημοτικές παρατάξεις τους έχουν την ίδια αντίληψη για το ζήτημα.
Η ΛΑΪΚΉ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗ λέει καθαρά ΟΧΙ σε όλα τα ναρκωτικά. Παλεύει σταθερά ενάντια στις αιτίες που γεννούν την εξάρτηση και στηρίζει τη στεγνή απεξάρτηση.
Η παρουσία του συμβουλευτικού σταθμού του ΚΕΘΕΑ στο Δήμο Αλεξανδρούπολης είναι πολύ σοβαρή με πολύτιμο έργο στην πρόληψη, θεραπεία και επανένταξη στην κοινωνία, από ναρκωτικά, αλκοόλ και τζόγο. Το ΚΕΘΕΑ όμως αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα μετά και τη μείωση του προϋπολογισμού από το Υπουργείο Υγείας, αλλά και την υποστελέχωσή του.
Είναι σημαντική η στήριξη που μπορεί να προσφέρει συγκεκριμένα ο Δήμος και η περιφέρεια, αρκεί αυτό να μην είναι επετειακό και εθιμοτυπικό. Οι δραστηριότητες του συμβουλευτικού σταθμού πρέπει να υποστηριχθούν με κάθε τρόπο.
ΛΑΪΚΉ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗΣ
Είναι κοινή παραδοχή ότι μέσα στην οικονομική κρίση το πρόβλημα των ναρκωτικών οξύνεται, αφού τα αδιέξοδα που δημιουργεί το καπιταλιστικό σύστημα (ανεργία, πολιτιστική και οικονομική φτώχεια, ταξικοί φραγμοί στη μόρφωση, εμπορευματοποίηση των κοινωνικών αναγκών κ.ά.) ευνοεί τη χρήση ναρκωτικών.
Τα ναρκωτικά είναι πρώτα και κύρια κοινωνικο – πολιτικό πρόβλημα... Είναι χαρακτηριστικό μιας κοινωνίας, που αυξάνεται η οικονομική και πολιτιστική φτώχεια, η εμπορευματοποίηση των ανθρώπινων σχέσεων, η αλλοτρίωση, η φθορά αξιών και ιδανικών κυρίως της νεολαίας, που αναγορεύεται το κέρδος και ο ατομικισμός σε υπέρτατη αξία, που προωθείται η ναρκω-κουλτούρα και γενικά η κουλτούρα της σήψης και της παρακμής.
Είναι χαρακτηριστικά τα παραδείγματα και από άλλες χώρες, που σε περίοδο οικονομικής κρίσης εκτοξεύτηκαν τα ποσοστά χρήσης κυρίως στις νέες ηλικίες και στα φτωχά στρώματα. Στην Ελλάδα με το ξεκίνημα της κρίσης εμφανίστηκε το ναρκωτικό Σίσα ή αλλιώς το ναρκωτικό των φτωχών με ακαριαίες και τρομακτικές συνέπειες. Φοβούμενοι τις αντιδράσεις κυρίως των νέων ανθρώπων αξιοποιούν τα ναρκωτικά για χειραγώγηση και απάθεια.
Τα πρόσφατα στοιχεία που έδωσε ο ΟΗΕ δείχνουν ολοκάθαρα ποιοι είναι αυτοί που προωθούν και εμπορεύονται τα ναρκωτικά στον πλανήτη. Το 2001, έτος εισβολής των Αμερικανών, στο Αφγανιστάν, καλλιεργήθηκαν 80.000 στρέμματα με «παπαρούνα», σήμερα μετά την «απελευθέρωση» της χώρας αυτής από τα Αμερικανο–Νατοϊκά στρατεύματα καλλιεργούνται 1.300.000 στρέμματα και η παραγωγή του Οπίου από 185 τόνους που ήταν το 2001, έφτασε σήμερα στους 4.500 τόνους.
Η διακίνηση των ναρκωτικών αποτελεί μια τεράστια οικονομική επιχείρηση στο πλαίσιο της καπιταλιστικής οικονομίας. Είναι σαφές πως η τοξικομανία ως κοινωνικό φαινόμενο θα αντιμετωπισθεί ριζικά, μόνο με την ανατροπή αυτού του σάπιου συστήματος. Όμως, ο τοξικομανής ως μεμονωμένη περίπτωση μπορεί να αντιμετωπισθεί και να γίνει καλά. Αυτήν την αλήθεια τη γνωρίζει η κυρίαρχη τάξη, αλλά φροντίζει να την ακυρώνει με τις πολιτικές της «νομιμοποίησης», της «καταστολής», των «υποκατάστατων», του «περιορισμού της βλάβης», του «διαχωρισμού» των ναρκωτικών σε «σκληρά – μαλακά».
Η νομιμοποίηση του εμπορίου ναρκωτικών και η αποποινικοποίηση της χρήσης ναρκωτικών, ο περιορισμός της βλάβης, τα υποκατάστατα (μεθαδόνη κ.λ.π), είναι μερικές από τις πολιτικές διαχείρισης της τοξικομανίας που δε θίγουν τα αίτια του προβλήματος. Στην ουσία, η νομιμοποίηση των ναρκωτικών εξυπηρετεί την προσπάθεια να «νομιμοποιηθούν » στη συνείδηση του λαού τα κοινωνικά αίτια που παράγουν το πρόβλημα. Ο περιορισμός της βλάβης αποσιωπά τη δυνατότητα θεραπείας των τοξικομανών, οδηγεί στην αποδοχή της ακραίας αποξένωσης και της νομιμοποίησης του εμπορίου ναρκωτικών. Τα προγράμματα μεθαδόνης μπορεί να βοηθήσουν μόνο μια μικρή κατηγορία εξαρτημένων, αυτούς που απέτυχαν σε άλλα προγράμματα και πάσχουν από Έϊτζ κ.λπ. Αυτά τα προγράμματα, που προωθούν τα υποκατάστατα, αποτελούν σήμερα επίσημη κρατική πολιτική και ουσιαστικά συντηρούν την εξάρτηση.
Η πρόληψη είναι το κυριότερο στοιχείο για την ουσιαστική αντιμετώπιση του προβλήματος, που σημαίνει πρόταση ενός άλλου τρόπου ζωής, με ενδιαφέροντα, αξίες, στόχους, συλλογικότητα, αξιοπρέπεια. Το κράτος έχει υποχρέωση να δημιουργήσει τόσα θεραπευτικά προγράμματα όσα απαιτούν οι σημερινές ανάγκες, να αναπτύξει τομέα έρευνας για τις εξαρτήσεις, στο πλαίσιο των υπαρχόντων θεραπευτικών προγραμμάτων.
Σε ό,τι αφορά τις διαδικασίες κοινωνικής επανένταξης των εξαρτημένων ατόμων στην κοινωνική πραγματικότητα, τα ερωτήματα που απορρέουν από συγκεκριμένες ελλείψεις σχεδιασμού και έργων υποδομής είναι πολλά. Τα προβλήματα σε σχέση με την ανεύρεση δουλειάς και στέγης, οι δικαστικές εκκρεμότητες, τα χρέη κ.λπ. γίνονται θηλιά στο λαιμό των ανθρώπων που δίνουν τη μάχη της απεξάρτησης.
Η ΕΕ προσδιορίζει την τοξικομανία ως ιατρικό κυρίως πρόβλημα. Η Συνθήκη του Μάαστριχτ το αναφέρει στον τομέα της Δημόσιας Υγείας. Είναι φανερό ότι προσπαθεί να συγκαλύψει την πραγματική του αιτία, που είναι οι κοινωνικές οικονομικές συνθήκες μέσα στις οποίες παρουσιάζεται. Οι θέσεις του ΠΑΣΟΚ είναι πλήρως εναρμονισμένες με τη στρατηγική της ΕΕ, την οποία έχει ψηφίσει και στο Ευρωκοινοβούλιο. Η ΝΔ μεθοδικά προχώρησε ως κυβέρνηση στην πλήρη υλοποίησή του. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ψηφίσει τη στρατηγική της ΕΕ στην Ευρωβουλή και οι θέσεις του μιλούν για πλήρη απελευθέρωση των ναρκωτικών, αποποινικοποίηση της χρήσης, συνταγογράφηση υποκατάστατων και χορήγηση ηρωίνης από τα δημόσια νοσοκομεία και οργανώνει ναρκοφεστιβάλ. Συμπερασματικά ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και οι δημοτικές παρατάξεις τους έχουν την ίδια αντίληψη για το ζήτημα.
Η ΛΑΪΚΉ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗ λέει καθαρά ΟΧΙ σε όλα τα ναρκωτικά. Παλεύει σταθερά ενάντια στις αιτίες που γεννούν την εξάρτηση και στηρίζει τη στεγνή απεξάρτηση.
Η παρουσία του συμβουλευτικού σταθμού του ΚΕΘΕΑ στο Δήμο Αλεξανδρούπολης είναι πολύ σοβαρή με πολύτιμο έργο στην πρόληψη, θεραπεία και επανένταξη στην κοινωνία, από ναρκωτικά, αλκοόλ και τζόγο. Το ΚΕΘΕΑ όμως αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα μετά και τη μείωση του προϋπολογισμού από το Υπουργείο Υγείας, αλλά και την υποστελέχωσή του.
Είναι σημαντική η στήριξη που μπορεί να προσφέρει συγκεκριμένα ο Δήμος και η περιφέρεια, αρκεί αυτό να μην είναι επετειακό και εθιμοτυπικό. Οι δραστηριότητες του συμβουλευτικού σταθμού πρέπει να υποστηριχθούν με κάθε τρόπο.
ΛΑΪΚΉ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗΣ
ΣΧΟΛΙΑ
Μπορείτε να σχολιάσετε μέσω Facebook ή Blogger (Google) επιλέγοντας την αντίστοιχη καρτέλα από πάνω