Το ενδεχόμενο εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη είναι από τα αγαπημένα θέματα στα άρθρα των περισσότερων μεγάλων ΜΜΕ παγκοσμίως ενώ περιλαμβάνεται μονίμως, σε διάφορες παραλλαγές, στις δηλώσεις κορυφαίων ευρωπαίων πολιτικών κατά το τελευταίο χρονικό διάστημα
του Χρήστου Καψάλη
Το ενδεχόμενο εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη είναι από τα αγαπημένα θέματα στα άρθρα των περισσότερων μεγάλων ΜΜΕ παγκοσμίως ενώ περιλαμβάνεται μονίμως, σε διάφορες παραλλαγές, στις δηλώσεις κορυφαίων ευρωπαίων πολιτικών κατά το τελευταίο χρονικό διάστημα.
Το ίδιο κινδυνολογικό επιχείρημα χρησιμοποιήθηκε όσες φορές οι Έλληνες και η Ελλάδα έπρεπε να χειραγωγηθούν από το 2009 και ύστερα.
Ο Γιώργος Παπανδρέου, ως πρωθυπουργός, πήγε στις Κάννες δηλώνοντας ότι θα κάνει δημοψήφισμα υπέρ ή κατά του Μνημονίου, χλευάστηκε, απειλήθηκε με Grexit (και ποιος ξέρει με τι άλλο), από Μέρκελ και Σαρκοζί και βγήκε από την συνάντηση εμφανώς ηττημένος και γελοιοποιημένος.
Το 2012 η απειλή του Grexit κυριάρχησε στον προεκλογικό αγώνα και ίσως ήταν η τρομοκρατία των ευρωπαίων δανειστών που καθόρισε το εκλογικό αποτέλεσμα ή έστω συνέβαλε στην διαμόρφωσή του.
Για να διαπιστώσουμε κατά πόσο είναι πιθανή και υπό ποιες προϋποθέσεις η έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη θα πρέπει πρώτα να απαντήσουμε σε τρία ερωτήματα:
Ερώτημα Α: Ποιοι θέλουν το Grexit;
Ερώτημα Β: Ποιοι θα ωφεληθούν από την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη;
Ερώτημα Γ: Υπό ποιες προϋποθέσεις θα μπορούσε να συμβεί ένα Grexit;
Απάντηση στο ερώτημα Α: Ποιοι θέλουν το Grexit;
Θεωρητικώς ελάχιστοι. Οι Έλληνες στην συντριπτική πλειονότητά τους δεν το θέλουν ενώ από τα κοινοβουλευτικά κόμματα και κυρίως όσα ενδέχεται να κυβερνήσουν ή να συμμετάσχουν σε μία κυβέρνηση, κανένα δεν θέτει ως στόχο την έξοδο της χώρας από την Ευρωζώνη.
Οι Ευρωπαίοι προφανώς δεν θα ήθελαν να ρισκάρουν ένα τέτοιο ενδεχόμενο ενώ οι δανειστές γνωρίζουν ότι ένα Grexit θα συνοδεύεται από πλήρη μονομερή διαγραφή του χρέους, θα χάσουν δηλαδή τα λεφτά που μας έχουν δανείσει (και κυρίως τους τόκους) και προφανώς όχι μόνο αυτά.
Ενδεχομένως να ήθελαν ή και να επεδίωκαν ένα Grexit μόνο όσοι θα είχαν συμφέρον να δουν να εξελίσσονται πιθανές αποσταθεροποιητικές τάσεις στην ΕΕ και πιθανόν στα διεθνή χρηματιστήρια.
Απάντηση στο ερώτημα Β: Ποιοι θα ωφεληθούν από την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη;
Είναι βέβαιο ότι δεν συμφέρει κανέναν στην Ευρωζώνη ενδεχόμενη έξοδος της Ελλάδας. Ούτε την Ελλάδα συμφέρει, εκτός από την ακραία περίπτωση που οι όροι των δανειστών θα συνεχίσουν να οδηγούν την Ελλάδα σε πραγματικές η πλασματικές συνθήκες πτώχευσης. Είναι προφανές ωστόσο ότι πιθανότατα θα ωφεληθούν διεθνείς κερδοσκόποι ή παίκτες της διεθνούς σκακιέρας που θα ήθελαν να σπρώξουν σε επικίνδυνα μονοπάτια την ΕΕ.
Απάντηση στο ερώτημα Γ: Υπό ποιες προϋποθέσεις θα μπορούσε να συμβεί ένα Grexit;
Δείτε τι γράφει για αυτό το ενδεχόμενο ο Economist:
«Μια έξοδος της Ελλάδας από την ευρωζώνη θα μπορούσε να συμβεί εάν ο ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης με αρχηγό τον Αλέξη Τσίπρα, που προηγείται στις δημοσκοπήσεις, κερδίσει τις εκλογές και αντιμετωπίσει τους πιστωτές της Ελλάδας με αιτήματα που εκείνοι θεωρήσουν ασυμβίβαστα με την παραμονή της Ελλάδας στην νομισματική ένωση.
Μία πολιτική απόφαση προκειμένου να εκδιωχθεί η Ελλάδα θα επιβληθεί από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αποκλείοντας τις ελληνικές τράπεζες από τη λειτουργία ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών και το σύστημα πληρωμών. Άραγε οι εκλογές στην Ελλάδα θα προκαλέσουν ένα;» αναρωτιέται ο συντάκτης του άρθρου.
«…Ένα τέτοιο αποτέλεσμα (Grexit) θα μπορούσε να συμβεί ως συνέπεια του παιχνιδιού ανταλλαγής μπλοφών μεταξύ της Ελλάδας (με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ) και των πιστωτών της, με επικεφαλής τη γερμανική κυβέρνηση. Ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να πετύχει ελάφρυνση του τεράστιου χρέους της Ελλάδας προς τις κυβερνήσεις της ευρωζώνης που ενίσχυσαν οικονομικά την Ελλάδα», επισημαίνει ο αρθρογράφος του οικονομικό περιοδικού.
«Ο Τσίπρας πιθανόν να υπολογίζει ότι οι Ευρωπαίοι πιστωτές θα υποχωρήσουν προκειμένου να αποφύγουν ένα Grexit, το οποίο θα έπληττε την ευρωζώνη στο σύνολό της καθώς θα κατέρριπτε την αρχή ότι η συμμετοχή σε αυτήν είναι αμετάκλητη», συνεχίζει ο συντάκτης.
«Απέναντι στην μπλόφα του, η γερμανική κυβέρνηση απαντά με μια άλλη μπλόφα: θέλει να στείλει ένα ξεκάθαρο μήνυμα ότι δεν θα ενδώσει σε αυτό που θεωρεί εκβιασμό, όχι τουλάχιστον από τη στιγμή που αυτό θα ενθάρρυνε πολιτικούς σε άλλες οικονομίες που έχουν υπαχθεί σε προγράμματα διάσωσης να ακολουθήσουν το παράδειγμα του Τσίπρα».
Η αλήθεια είναι ότι, αυτό που ο συντάκτης του Economist χαρακτηρίζει εκατέρωθεν μπλόφες δεν είναι παρά τα διαπραγματευτικά χαρτιά και οι τακτικές, μεταξύ των δύο πλευρών. Και είναι επίσης δεδομένο ότι σε μία διαπραγμάτευση για να επιτύχεις καλύτερους όρους πρέπει και να πιέσεις και να ρισκάρεις, έχοντας επίγνωση φυσικά ότι το ρίσκο εμπεριέχει κινδύνους.
Υπό αυτή την ερμηνεία σε κάθε διαπραγμάτευση κανένα αποτέλεσμα δεν είναι εκ προοιμίου δεδομένο. Άρα ούτε το ενδεχόμενο ενός εκβιαστικού Grexit.
Γιατί διαφορετικά δεν πρόκειται για διαπραγμάτευση. Πρόκειται για υποτελή αποδοχή των όρων των δανειστών. Και για να είμαστε ειλικρινείς σε αυτή την περίπτωση, (δηλαδή άνευ ουσιαστικής διαπραγμάτευσης) οι δανειστές θα μας οδηγήσουν σταδιακά, στο σημείο που θέλουμε να αποφύγουμε: Σε συνθήκες πτώχευσης, ασχέτως αν αυτές θα έχουν προέλθει από ένα πιστωτικό γεγονός ή από τις συνθήκες παρατεταμένης λιτότητας, ύφεσης και συνεχώς διογκούμενης φτώχειας.
Ποιος δεν γνωρίζει πλέον και δεν αντιλαμβάνεται ότι το χρέος είναι τόσο μεγάλο (με τους τόκους) ώστε είναι αδύνατον να αποπληρωθεί;
Ποιος δεν καταλαβαίνει ότι όσο διατίθενται δεκάδες δις ετησίως για αποπληρωμή του χρέους αλλά κυρίως τόκων του χρέους είναι αδύνατον να υπάρξουν κονδύλια για δράσεις και πολιτικές που θα οδηγήσουν ξανά την χώρα σε συνθήκες ανάπτυξης;
Ποιος δεν παραδέχεται ότι οι δανειστές και εταίροι μας, λειτούργησαν απέναντι στην Ελλάδα περισσότερο ως τοκογλύφοι, κερδοσκόποι και αποικιοκράτες παρά ως εταίροι που συμβάλουν στη διάσωση της χώρας.
Να λοιπόν ποιο είναι το ζητούμενο από την επόμενη κυβέρνηση, όποια και αν είναι αυτή.
Να διαπραγματευτεί σκληρά με τους δανειστές και να επιτύχει όρους που θα οδηγούν την χώρα σε συνθήκες σταδιακής ανάπτυξης, περιορίζοντας την λιτότητα και αντιστρέφοντας το κλίμα απελπισίας και κατάθλιψης που επικρατεί σε μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας σε κλίμα ελπίδας και δημιουργικής αναδιοργάνωσης.
Κι αν στην διαπραγμάτευση σκοντάψει σε τείχος άρνησης, η κυβέρνηση οφείλει να ζητήσει την άποψη του ελληνικού λαού με δημοψήφισμα, όπως δεν τόλμησε να κάνει όταν ήταν πρωθυπουργός ο Γιώργος Παπανδρέου. Γιατί χρέος κάθε κυβέρνησης είναι να λέει την αλήθεια στον λαό και να ζητάει την γνώμη του σε κρίσιμα θέματα, ειδικά όταν σχετίζονται με διακυβεύματα υψίστης σημασίας.
eklogika.gr
Το ενδεχόμενο εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη είναι από τα αγαπημένα θέματα στα άρθρα των περισσότερων μεγάλων ΜΜΕ παγκοσμίως ενώ περιλαμβάνεται μονίμως, σε διάφορες παραλλαγές, στις δηλώσεις κορυφαίων ευρωπαίων πολιτικών κατά το τελευταίο χρονικό διάστημα.
Το ίδιο κινδυνολογικό επιχείρημα χρησιμοποιήθηκε όσες φορές οι Έλληνες και η Ελλάδα έπρεπε να χειραγωγηθούν από το 2009 και ύστερα.
Ο Γιώργος Παπανδρέου, ως πρωθυπουργός, πήγε στις Κάννες δηλώνοντας ότι θα κάνει δημοψήφισμα υπέρ ή κατά του Μνημονίου, χλευάστηκε, απειλήθηκε με Grexit (και ποιος ξέρει με τι άλλο), από Μέρκελ και Σαρκοζί και βγήκε από την συνάντηση εμφανώς ηττημένος και γελοιοποιημένος.
Το 2012 η απειλή του Grexit κυριάρχησε στον προεκλογικό αγώνα και ίσως ήταν η τρομοκρατία των ευρωπαίων δανειστών που καθόρισε το εκλογικό αποτέλεσμα ή έστω συνέβαλε στην διαμόρφωσή του.
Για να διαπιστώσουμε κατά πόσο είναι πιθανή και υπό ποιες προϋποθέσεις η έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη θα πρέπει πρώτα να απαντήσουμε σε τρία ερωτήματα:
Ερώτημα Α: Ποιοι θέλουν το Grexit;
Ερώτημα Β: Ποιοι θα ωφεληθούν από την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη;
Ερώτημα Γ: Υπό ποιες προϋποθέσεις θα μπορούσε να συμβεί ένα Grexit;
Απάντηση στο ερώτημα Α: Ποιοι θέλουν το Grexit;
Θεωρητικώς ελάχιστοι. Οι Έλληνες στην συντριπτική πλειονότητά τους δεν το θέλουν ενώ από τα κοινοβουλευτικά κόμματα και κυρίως όσα ενδέχεται να κυβερνήσουν ή να συμμετάσχουν σε μία κυβέρνηση, κανένα δεν θέτει ως στόχο την έξοδο της χώρας από την Ευρωζώνη.
Οι Ευρωπαίοι προφανώς δεν θα ήθελαν να ρισκάρουν ένα τέτοιο ενδεχόμενο ενώ οι δανειστές γνωρίζουν ότι ένα Grexit θα συνοδεύεται από πλήρη μονομερή διαγραφή του χρέους, θα χάσουν δηλαδή τα λεφτά που μας έχουν δανείσει (και κυρίως τους τόκους) και προφανώς όχι μόνο αυτά.
Ενδεχομένως να ήθελαν ή και να επεδίωκαν ένα Grexit μόνο όσοι θα είχαν συμφέρον να δουν να εξελίσσονται πιθανές αποσταθεροποιητικές τάσεις στην ΕΕ και πιθανόν στα διεθνή χρηματιστήρια.
Απάντηση στο ερώτημα Β: Ποιοι θα ωφεληθούν από την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη;
Είναι βέβαιο ότι δεν συμφέρει κανέναν στην Ευρωζώνη ενδεχόμενη έξοδος της Ελλάδας. Ούτε την Ελλάδα συμφέρει, εκτός από την ακραία περίπτωση που οι όροι των δανειστών θα συνεχίσουν να οδηγούν την Ελλάδα σε πραγματικές η πλασματικές συνθήκες πτώχευσης. Είναι προφανές ωστόσο ότι πιθανότατα θα ωφεληθούν διεθνείς κερδοσκόποι ή παίκτες της διεθνούς σκακιέρας που θα ήθελαν να σπρώξουν σε επικίνδυνα μονοπάτια την ΕΕ.
Απάντηση στο ερώτημα Γ: Υπό ποιες προϋποθέσεις θα μπορούσε να συμβεί ένα Grexit;
Δείτε τι γράφει για αυτό το ενδεχόμενο ο Economist:
«Μια έξοδος της Ελλάδας από την ευρωζώνη θα μπορούσε να συμβεί εάν ο ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης με αρχηγό τον Αλέξη Τσίπρα, που προηγείται στις δημοσκοπήσεις, κερδίσει τις εκλογές και αντιμετωπίσει τους πιστωτές της Ελλάδας με αιτήματα που εκείνοι θεωρήσουν ασυμβίβαστα με την παραμονή της Ελλάδας στην νομισματική ένωση.
Μία πολιτική απόφαση προκειμένου να εκδιωχθεί η Ελλάδα θα επιβληθεί από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αποκλείοντας τις ελληνικές τράπεζες από τη λειτουργία ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών και το σύστημα πληρωμών. Άραγε οι εκλογές στην Ελλάδα θα προκαλέσουν ένα;» αναρωτιέται ο συντάκτης του άρθρου.
«…Ένα τέτοιο αποτέλεσμα (Grexit) θα μπορούσε να συμβεί ως συνέπεια του παιχνιδιού ανταλλαγής μπλοφών μεταξύ της Ελλάδας (με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ) και των πιστωτών της, με επικεφαλής τη γερμανική κυβέρνηση. Ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να πετύχει ελάφρυνση του τεράστιου χρέους της Ελλάδας προς τις κυβερνήσεις της ευρωζώνης που ενίσχυσαν οικονομικά την Ελλάδα», επισημαίνει ο αρθρογράφος του οικονομικό περιοδικού.
«Ο Τσίπρας πιθανόν να υπολογίζει ότι οι Ευρωπαίοι πιστωτές θα υποχωρήσουν προκειμένου να αποφύγουν ένα Grexit, το οποίο θα έπληττε την ευρωζώνη στο σύνολό της καθώς θα κατέρριπτε την αρχή ότι η συμμετοχή σε αυτήν είναι αμετάκλητη», συνεχίζει ο συντάκτης.
«Απέναντι στην μπλόφα του, η γερμανική κυβέρνηση απαντά με μια άλλη μπλόφα: θέλει να στείλει ένα ξεκάθαρο μήνυμα ότι δεν θα ενδώσει σε αυτό που θεωρεί εκβιασμό, όχι τουλάχιστον από τη στιγμή που αυτό θα ενθάρρυνε πολιτικούς σε άλλες οικονομίες που έχουν υπαχθεί σε προγράμματα διάσωσης να ακολουθήσουν το παράδειγμα του Τσίπρα».
Η αλήθεια είναι ότι, αυτό που ο συντάκτης του Economist χαρακτηρίζει εκατέρωθεν μπλόφες δεν είναι παρά τα διαπραγματευτικά χαρτιά και οι τακτικές, μεταξύ των δύο πλευρών. Και είναι επίσης δεδομένο ότι σε μία διαπραγμάτευση για να επιτύχεις καλύτερους όρους πρέπει και να πιέσεις και να ρισκάρεις, έχοντας επίγνωση φυσικά ότι το ρίσκο εμπεριέχει κινδύνους.
Υπό αυτή την ερμηνεία σε κάθε διαπραγμάτευση κανένα αποτέλεσμα δεν είναι εκ προοιμίου δεδομένο. Άρα ούτε το ενδεχόμενο ενός εκβιαστικού Grexit.
Γιατί διαφορετικά δεν πρόκειται για διαπραγμάτευση. Πρόκειται για υποτελή αποδοχή των όρων των δανειστών. Και για να είμαστε ειλικρινείς σε αυτή την περίπτωση, (δηλαδή άνευ ουσιαστικής διαπραγμάτευσης) οι δανειστές θα μας οδηγήσουν σταδιακά, στο σημείο που θέλουμε να αποφύγουμε: Σε συνθήκες πτώχευσης, ασχέτως αν αυτές θα έχουν προέλθει από ένα πιστωτικό γεγονός ή από τις συνθήκες παρατεταμένης λιτότητας, ύφεσης και συνεχώς διογκούμενης φτώχειας.
Ποιος δεν γνωρίζει πλέον και δεν αντιλαμβάνεται ότι το χρέος είναι τόσο μεγάλο (με τους τόκους) ώστε είναι αδύνατον να αποπληρωθεί;
Ποιος δεν καταλαβαίνει ότι όσο διατίθενται δεκάδες δις ετησίως για αποπληρωμή του χρέους αλλά κυρίως τόκων του χρέους είναι αδύνατον να υπάρξουν κονδύλια για δράσεις και πολιτικές που θα οδηγήσουν ξανά την χώρα σε συνθήκες ανάπτυξης;
Ποιος δεν παραδέχεται ότι οι δανειστές και εταίροι μας, λειτούργησαν απέναντι στην Ελλάδα περισσότερο ως τοκογλύφοι, κερδοσκόποι και αποικιοκράτες παρά ως εταίροι που συμβάλουν στη διάσωση της χώρας.
Να λοιπόν ποιο είναι το ζητούμενο από την επόμενη κυβέρνηση, όποια και αν είναι αυτή.
Να διαπραγματευτεί σκληρά με τους δανειστές και να επιτύχει όρους που θα οδηγούν την χώρα σε συνθήκες σταδιακής ανάπτυξης, περιορίζοντας την λιτότητα και αντιστρέφοντας το κλίμα απελπισίας και κατάθλιψης που επικρατεί σε μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας σε κλίμα ελπίδας και δημιουργικής αναδιοργάνωσης.
Κι αν στην διαπραγμάτευση σκοντάψει σε τείχος άρνησης, η κυβέρνηση οφείλει να ζητήσει την άποψη του ελληνικού λαού με δημοψήφισμα, όπως δεν τόλμησε να κάνει όταν ήταν πρωθυπουργός ο Γιώργος Παπανδρέου. Γιατί χρέος κάθε κυβέρνησης είναι να λέει την αλήθεια στον λαό και να ζητάει την γνώμη του σε κρίσιμα θέματα, ειδικά όταν σχετίζονται με διακυβεύματα υψίστης σημασίας.
eklogika.gr
ΣΧΟΛΙΑ
Μπορείτε να σχολιάσετε μέσω Facebook ή Blogger (Google) επιλέγοντας την αντίστοιχη καρτέλα από πάνω