Όσοι είχαν την ατσαλένια υπομονή να παρακολουθήσουν τη χθεσινή συζήτηση στη Βουλή θα πρέπει να έμειναν με μια πολύ πικρή γεύση. Την ώρα που η χώρα βρίσκεται στη σοβαρότερη μεταπολεμική κρίση, η πολιτική ηγεσία της κάνει το μόνο που ξέρει
Γράφει ο Σπύρος Ριζόπουλος
Όσοι είχαν την ατσαλένια υπομονή να παρακολουθήσουν τη χθεσινή συζήτηση στη Βουλή θα πρέπει να έμειναν με μια πολύ πικρή γεύση. Την ώρα που η χώρα βρίσκεται στη σοβαρότερη μεταπολεμική κρίση, η πολιτική ηγεσία της κάνει το μόνο που ξέρει: στήνει «κοκορομαχίες» για να παίξει με τις εντυπώσεις.
Η χθεσινοβραδινή εικόνα δεν ήταν αυτή μιας Βουλής που έχει συνειδητοποιήσει τη σοβαρότητα της κατάστασης και τις ευθύνες της. Ήταν μια «βουλή εφήβων», όπου η κάθε πλευρά με παιδαριώδη ελαφρότητα, αδικαιολόγητη για τις περιστάσεις που ζούμε, ενδιαφερόταν μόνον για την «ατάκα», την «κορώνα», τη δήθεν «αποκάλυψη» και για το τι θα ποστάρει στο twitter.
Μόνον οι εναπομείναντες κομματικοί οπαδοί μπορούν να δηλώνουν ευχαριστημένοι σήμερα. Οι οπαδοί της μιας πλευράς που λέει «είμαστε κυβέρνηση και κάνουμε ό,τι γουστάρουμε» και οι οπαδοί της άλλης που λέει «φύγετε, ερχόμαστε εμείς». Είναι το ίδιο έργο που παιζόταν σε όλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης. Οι πρωταγωνιστές μπορεί να αλλάζουν αλλά το σενάριο παραμένει το ίδιο. Από τη μια οι «καλοί» κι από την άλλοι οι «κακοί». Το φως και το σκοτάδι. Το μαύρο και το άσπρο. Απλουστεύσεις επιπέδου νηπιαγωγείου. Ωραιοποιήσεις από τη μια, καταστροφολογία από την άλλη.
Όμως ακριβώς επειδή αυτό το έργο παίζεται εδώ και σαράντα χρόνια, οι κομματικοί οπαδοί όλο και λιγοστεύουν. Στην Ελλάδα υπάρχει μια μεγάλη παρεξήγηση για το ρόλο και τον χαρακτήρα της πολιτικής επικοινωνίας. Είναι οριζόντια, δυστυχώς, η άποψη μεταξύ του πολιτικού προσωπικού της χώρας πως πολιτική επικοινωνία είναι η τέχνη του να λες αληθοφανή ψέματα ακόμη κι αν δεν τα πιστεύεις ούτε εσύ ο ίδιος. Γι αυτό και συνήθως αυτοί που αναλαμβάνουν να τα πουν, είναι κακοί στους ρόλους τους. Δεν μπορούν να τους υποστηρίξουν κι αυτό φαίνεται, όση «φυσικότητα» κι αν προσπαθούν να έχουν στη «σκηνική παρουσία» τους.
Ωστόσο, τα παραμύθια είτε με «δράκους» είτε με «γάτες των Ιμαλαΐων» αφήνουν παντελώς αδιάφορη μια κοινωνία που καθημερινά προσπαθεί να τα βγάλει πέρα μέσα στις πιο αντίξοες συνθήκες, έχοντας πλέον συνειδητοποιήσει πως δεν έχει να περιμένει τίποτα. Είναι μια κοινωνία που αγωνιά και νιώθει εγκαταλελειμμένη. Χωρίς όραμα, χωρίς σχέδιο, χωρίς πυξίδα εθνικής πορείας, σε μια συγκυρία που η οικονομία τρώει τις σάρκες της, η μεσαία τάξη τσακίζεται ανελέητα την τελευταία πενταετία και οι γεωπολιτικοί άνεμοι σαρώνουν την ευρύτερη περιοχή μας.
Όταν η απάντηση της πολιτικής ηγεσίας σε αυτές τις μείζονες προκλήσεις είναι η συζήτηση για κάποιον «Μαυρίκο», τότε το μήνυμα προς την κοινωνία είναι κάτι παραπάνω από σαφές: «Να περιμένετε τα χειρότερα που έρχονται!». Κι αυτό ακριβώς εισπράξαμε χθες βράδυ.
ΥΓ: Ο τίτλος του σημερινού άρθρου μου είναι δανεικός. Ανήκει σε έναν καλλιτέχνη. Στο Νίκο Πομώνη, ζωγράφο, ποιητή και εραστή της ζωής. Με πέντε λέξεις, τα λέει όλα.
rizopoulospost.com
Όσοι είχαν την ατσαλένια υπομονή να παρακολουθήσουν τη χθεσινή συζήτηση στη Βουλή θα πρέπει να έμειναν με μια πολύ πικρή γεύση. Την ώρα που η χώρα βρίσκεται στη σοβαρότερη μεταπολεμική κρίση, η πολιτική ηγεσία της κάνει το μόνο που ξέρει: στήνει «κοκορομαχίες» για να παίξει με τις εντυπώσεις.
Η χθεσινοβραδινή εικόνα δεν ήταν αυτή μιας Βουλής που έχει συνειδητοποιήσει τη σοβαρότητα της κατάστασης και τις ευθύνες της. Ήταν μια «βουλή εφήβων», όπου η κάθε πλευρά με παιδαριώδη ελαφρότητα, αδικαιολόγητη για τις περιστάσεις που ζούμε, ενδιαφερόταν μόνον για την «ατάκα», την «κορώνα», τη δήθεν «αποκάλυψη» και για το τι θα ποστάρει στο twitter.
Μόνον οι εναπομείναντες κομματικοί οπαδοί μπορούν να δηλώνουν ευχαριστημένοι σήμερα. Οι οπαδοί της μιας πλευράς που λέει «είμαστε κυβέρνηση και κάνουμε ό,τι γουστάρουμε» και οι οπαδοί της άλλης που λέει «φύγετε, ερχόμαστε εμείς». Είναι το ίδιο έργο που παιζόταν σε όλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης. Οι πρωταγωνιστές μπορεί να αλλάζουν αλλά το σενάριο παραμένει το ίδιο. Από τη μια οι «καλοί» κι από την άλλοι οι «κακοί». Το φως και το σκοτάδι. Το μαύρο και το άσπρο. Απλουστεύσεις επιπέδου νηπιαγωγείου. Ωραιοποιήσεις από τη μια, καταστροφολογία από την άλλη.
Όμως ακριβώς επειδή αυτό το έργο παίζεται εδώ και σαράντα χρόνια, οι κομματικοί οπαδοί όλο και λιγοστεύουν. Στην Ελλάδα υπάρχει μια μεγάλη παρεξήγηση για το ρόλο και τον χαρακτήρα της πολιτικής επικοινωνίας. Είναι οριζόντια, δυστυχώς, η άποψη μεταξύ του πολιτικού προσωπικού της χώρας πως πολιτική επικοινωνία είναι η τέχνη του να λες αληθοφανή ψέματα ακόμη κι αν δεν τα πιστεύεις ούτε εσύ ο ίδιος. Γι αυτό και συνήθως αυτοί που αναλαμβάνουν να τα πουν, είναι κακοί στους ρόλους τους. Δεν μπορούν να τους υποστηρίξουν κι αυτό φαίνεται, όση «φυσικότητα» κι αν προσπαθούν να έχουν στη «σκηνική παρουσία» τους.
Ωστόσο, τα παραμύθια είτε με «δράκους» είτε με «γάτες των Ιμαλαΐων» αφήνουν παντελώς αδιάφορη μια κοινωνία που καθημερινά προσπαθεί να τα βγάλει πέρα μέσα στις πιο αντίξοες συνθήκες, έχοντας πλέον συνειδητοποιήσει πως δεν έχει να περιμένει τίποτα. Είναι μια κοινωνία που αγωνιά και νιώθει εγκαταλελειμμένη. Χωρίς όραμα, χωρίς σχέδιο, χωρίς πυξίδα εθνικής πορείας, σε μια συγκυρία που η οικονομία τρώει τις σάρκες της, η μεσαία τάξη τσακίζεται ανελέητα την τελευταία πενταετία και οι γεωπολιτικοί άνεμοι σαρώνουν την ευρύτερη περιοχή μας.
Όταν η απάντηση της πολιτικής ηγεσίας σε αυτές τις μείζονες προκλήσεις είναι η συζήτηση για κάποιον «Μαυρίκο», τότε το μήνυμα προς την κοινωνία είναι κάτι παραπάνω από σαφές: «Να περιμένετε τα χειρότερα που έρχονται!». Κι αυτό ακριβώς εισπράξαμε χθες βράδυ.
ΥΓ: Ο τίτλος του σημερινού άρθρου μου είναι δανεικός. Ανήκει σε έναν καλλιτέχνη. Στο Νίκο Πομώνη, ζωγράφο, ποιητή και εραστή της ζωής. Με πέντε λέξεις, τα λέει όλα.
rizopoulospost.com
ΣΧΟΛΙΑ
Μπορείτε να σχολιάσετε μέσω Facebook ή Blogger (Google) επιλέγοντας την αντίστοιχη καρτέλα από πάνω