Η φιγούρα του άνδρα με την κουβέρτα στην εσπλανάδα της Νίκαιας, ο στρατιώτης - αμούστακο αγόρι που βγήκε από το τανκ για να παραδοθεί στην Κωνσταντινούπολη. Δύο εικόνες από το μακρύ ζεϊμπέκικο του κόσμου μας που κοχλάζει
Γράφει η Ρέα Βιτάλη
Η φιγούρα του άνδρα με την κουβέρτα στην εσπλανάδα της Νίκαιας, ο στρατιώτης - αμούστακο αγόρι που βγήκε από το τανκ για να παραδοθεί στην Κωνσταντινούπολη. Δύο εικόνες από το μακρύ ζεϊμπέκικο του κόσμου μας που κοχλάζει. Και φτάνει μέχρι την συνέντευξη του Αλέξη Τσίπρα...
Ριπές ειδήσεων. Δεν προλαβαίνει ο εγκέφαλος, οριζοντίως κοντοστέκεται το δάκρυ σαν να ‘σαι καβάλα σε μηχανή και το κατευθύνει η ταχύτητα. Από ταχύτητα θα πάμε κι ενημέρωση! Θυμάμαι τα χέρια της μάνας μου, να μου κλείνουν τα μάτια, όταν μικρή έβλεπα κάτι τρομακτικό στο σινεμά. «Ψέματα είναι, ψέματα! Μη φοβάσαι». Τρέμω την ώρα που θα λέμε «Αλήθεια είναι, αλήθεια. Συγκινήσου!».
Με ξετίναξε η ξεγνοιασιά του πλήθους που μεταστράφηκε σε φρίκη. Εκείνα τα βεγγαλικά που νόθευσαν τα χρώματα τους με το μαύρο του θανάτου. «Ο Αλλάχ είναι μεγάλος!». Πόσοι οδηγούνε τρελά φορτηγά; Πώς φρενάρεις τρελά φορτηγά; Ποιοι κυβερνάνε τούτα τα χρόνια; Κι εκείνη η φιγούρα που περπατούσε μόνη-κατάμονη με μια κουβέρτα για σκέπη; Μήπως μας μοιάζει; Κι εκείνη η κούκλα δίπλα σε ένα πτώμα να μοιρολογάει μια χαμένη παιδικότητα; Προλάβαμε να κλάψουμε παιδί και κούκλα; Τρέξε στην επόμενη είδηση. Κατανάλωσε με βουλιμία το επόμενο λεπτό του κόσμου.
Ένας στρατιώτης, αμούστακο παιδάκι, σηκώνει τα χέρια του για να παραδοθεί μέσα από ένα τανκ. Κλαίει γοερά απέναντι σε αφηνιασμένο πλήθος. Ζωντανός - πεθαμένος στο μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα του. «Είμαι απλώς ένας στρατιώτης. Τι νομίζετε ότι περνάει από το δικό μου χέρι. Μη με λιντσάρετε. Σας ικετεύω. Εντολές πήρα». Τον κάηκε η ψυχή μου. Τον έχρισα «παιδί μου» με τη μια! Δες τι κοχλάζει σε μια χώρα με περίεργο δίλημμα... Τανκ ή τανκ; Πόσα κοχλάζουν σε κάθε χώρα; Πόσα κοχλάζουν στον παγκόσμιο χάρτη; Μα, ποιοι είμαστε εμείς, οι των δέκα εκατομμυρίων όλων κι όλων, για να βγάζουμε συμπεράσματα για λαούς, που μια τους και μόνο πόλη έχει, όσο πληθυσμό η δική μας χώρα στο σύνολό της; Πώς τιθασεύεις πλήθη; Πώς καιροφυλακτείς ισορροπίες μέσα σε ανισορροπίες; Πόσοι θα την πληρώσουν τώρα; Πόσοι θα δούνε μπροστά τους τον Αλλάχ φαντάρο; Πόσα θα υποστεί ακόμα ο λαός; Πόσο μοιάζει με κείνον τον νεαρό στρατιώτη; Που παρακάλαγε σαν μωρό παιδί για λύπηση. «Μα πόσα νομίζετε περνάνε από τα δικά μου χέρια; Εντολές πήρα».
Και ο δικός μας ο Πρωθυπουργός; Πού χωράει σ' όλα αυτά η συνέντευξή του; Χαράμι πήγε. Την έκαψε η άτιμη η επικαιρότητα. «Δεν έχω πια την ερωτική σχέση που είχα με τον λαό». Μαραμένος εραστής δοκιμάζει μορφασμούς σε γκόμενα έτοιμη να την κάνει. Θα πισωκυλήσει ή δεν θα πισωκυλήσει; Θα τη ρίξει; Στου κόσμου τα δυσάρεστα και τ' αδιέξοδα, αυτό που ζήσαμε με τη συνέντευξη, το λες και της π@ύτσας τον χαβά μας.
protagon.gr
Η φιγούρα του άνδρα με την κουβέρτα στην εσπλανάδα της Νίκαιας, ο στρατιώτης - αμούστακο αγόρι που βγήκε από το τανκ για να παραδοθεί στην Κωνσταντινούπολη. Δύο εικόνες από το μακρύ ζεϊμπέκικο του κόσμου μας που κοχλάζει. Και φτάνει μέχρι την συνέντευξη του Αλέξη Τσίπρα...
Ριπές ειδήσεων. Δεν προλαβαίνει ο εγκέφαλος, οριζοντίως κοντοστέκεται το δάκρυ σαν να ‘σαι καβάλα σε μηχανή και το κατευθύνει η ταχύτητα. Από ταχύτητα θα πάμε κι ενημέρωση! Θυμάμαι τα χέρια της μάνας μου, να μου κλείνουν τα μάτια, όταν μικρή έβλεπα κάτι τρομακτικό στο σινεμά. «Ψέματα είναι, ψέματα! Μη φοβάσαι». Τρέμω την ώρα που θα λέμε «Αλήθεια είναι, αλήθεια. Συγκινήσου!».
Με ξετίναξε η ξεγνοιασιά του πλήθους που μεταστράφηκε σε φρίκη. Εκείνα τα βεγγαλικά που νόθευσαν τα χρώματα τους με το μαύρο του θανάτου. «Ο Αλλάχ είναι μεγάλος!». Πόσοι οδηγούνε τρελά φορτηγά; Πώς φρενάρεις τρελά φορτηγά; Ποιοι κυβερνάνε τούτα τα χρόνια; Κι εκείνη η φιγούρα που περπατούσε μόνη-κατάμονη με μια κουβέρτα για σκέπη; Μήπως μας μοιάζει; Κι εκείνη η κούκλα δίπλα σε ένα πτώμα να μοιρολογάει μια χαμένη παιδικότητα; Προλάβαμε να κλάψουμε παιδί και κούκλα; Τρέξε στην επόμενη είδηση. Κατανάλωσε με βουλιμία το επόμενο λεπτό του κόσμου.
Ένας στρατιώτης, αμούστακο παιδάκι, σηκώνει τα χέρια του για να παραδοθεί μέσα από ένα τανκ. Κλαίει γοερά απέναντι σε αφηνιασμένο πλήθος. Ζωντανός - πεθαμένος στο μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα του. «Είμαι απλώς ένας στρατιώτης. Τι νομίζετε ότι περνάει από το δικό μου χέρι. Μη με λιντσάρετε. Σας ικετεύω. Εντολές πήρα». Τον κάηκε η ψυχή μου. Τον έχρισα «παιδί μου» με τη μια! Δες τι κοχλάζει σε μια χώρα με περίεργο δίλημμα... Τανκ ή τανκ; Πόσα κοχλάζουν σε κάθε χώρα; Πόσα κοχλάζουν στον παγκόσμιο χάρτη; Μα, ποιοι είμαστε εμείς, οι των δέκα εκατομμυρίων όλων κι όλων, για να βγάζουμε συμπεράσματα για λαούς, που μια τους και μόνο πόλη έχει, όσο πληθυσμό η δική μας χώρα στο σύνολό της; Πώς τιθασεύεις πλήθη; Πώς καιροφυλακτείς ισορροπίες μέσα σε ανισορροπίες; Πόσοι θα την πληρώσουν τώρα; Πόσοι θα δούνε μπροστά τους τον Αλλάχ φαντάρο; Πόσα θα υποστεί ακόμα ο λαός; Πόσο μοιάζει με κείνον τον νεαρό στρατιώτη; Που παρακάλαγε σαν μωρό παιδί για λύπηση. «Μα πόσα νομίζετε περνάνε από τα δικά μου χέρια; Εντολές πήρα».
Και ο δικός μας ο Πρωθυπουργός; Πού χωράει σ' όλα αυτά η συνέντευξή του; Χαράμι πήγε. Την έκαψε η άτιμη η επικαιρότητα. «Δεν έχω πια την ερωτική σχέση που είχα με τον λαό». Μαραμένος εραστής δοκιμάζει μορφασμούς σε γκόμενα έτοιμη να την κάνει. Θα πισωκυλήσει ή δεν θα πισωκυλήσει; Θα τη ρίξει; Στου κόσμου τα δυσάρεστα και τ' αδιέξοδα, αυτό που ζήσαμε με τη συνέντευξη, το λες και της π@ύτσας τον χαβά μας.
protagon.gr
ΣΧΟΛΙΑ
Μπορείτε να σχολιάσετε μέσω Facebook ή Blogger (Google) επιλέγοντας την αντίστοιχη καρτέλα από πάνω