Ο ενδιάμεσος (στη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ) χώρος έχει μοναδική ευκαιρία να μεγαλώσει και να παίξει σημαντικό ρόλο στην επόμενη κυβέρνηση. Αλλιώς, είτε θα φυτοζωεί και θα παίζει το ρόλο της κυβερνητικής τσόντας είτε θα εξαφανιστεί.
του Γιώργου Καρελιά
Όσοι γνωρίζουν πρόσωπα και καταστάσεις δεν είχαν εξαρχής αρκετές ελπίδες ότι η προσπάθεια για τη συνένωση και ανασυγκρότηση του ενδιάμεσου (κεντρώου, κεντροαριστερού, σοσιαλδημοκρατικού, μεταρρυθμιστικού και πάει λέγοντας) χώρου θα ευδοκιμήσει. Το αντίθετο, ήταν σχεδόν βέβαιοι ότι θα ναυαγήσει.
Η βασική αιτία δεν ήταν πολιτικές, ιδεολογικές ή προγραμματικές διαφορές. Ήταν καθαρά θέμα προσώπων. Από τη μία ο Σταύρος Θεοδωράκης δεν πίστευε ότι, με τους υπάρχοντες συσχετισμούς, θα μπορούσε να διεκδικήσει με επιτυχία την ηγεσία του νέου φορέα. Οι συσχετισμοί είναι υπέρ του ΠΑΣΟΚ. Η Φώφη Γεννηματά, από την άλλη, δεν ήταν διατεθειμένη να διακινδυνεύσει ο νέος φορέας να περάσει σε άλλα χέρια πέραν του ΠΑΣΟΚ, το οποίο αποτελεί την ισχυρότερη (δημοσκοπικά και τηρουμένων των αναλογιών) δύναμη.
Έτσι, η μοναδική λύση για την υπέρβαση αυτού του προβλήματος θα ήταν να αποδεχθούν και οι δύο μια «τρίτη λύση», ένα πρόσωπο κοινής αποδοχής, για ηγέτη του νέου κόμματος. Εφόσον αυτό ούτε καν συζητήθηκε, το ναυάγιο ήταν προδιαγεγραμμένο.
Το αστείο της υπόθεσης είναι ότι κυκλοφορεί, ως αιτία του οριστικού διαζυγίου, η διαφωνία για τη συνεργασία ή μη με τον ΣΥΡΙΖΑ μετά τις επόμενες εκλογές. Ο Θεοδωράκης -λέει- δεν θέλει καμιά τέτοια συνεργασία, ενώ η Γεννηματά την αφήνει ανοικτή στο πλαίσιο μιας κυβέρνησης ευρύτερης συνεργασίας. Η όποια συζήτηση επ’ αυτού αρχίζει να προσλαμβάνει στοιχεία φαιδρότητας. Ιδού γιατί:
• Ο Θεοδωράκης, αφού πέρασε μια περίοδο φλερτ με τον Αλέξη Τσίπρα (πίστευε αφελώς ότι θα έδιωχνε τον Καμμένο από την κυβέρνηση και θα συγκυβερνούσε με το Ποτάμι και με το ΠΑΣΟΚ), κατέληξε σε μια ούλτρα αντι-ΣΥΡΙΖΑ και αντι-Τσίπρα πολιτική.
• Η Γεννηματά, αφού πέρασε από μια φάση αναζήτησης κάποιας συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ (βλέποντας και την -επιφανειακή- στροφή Τσίπρα προς τους ευρωπαίους σοσιαλδημοκράτες), κατέληξε στην πολιτική του διμέτωπου: ούτε Τσίπρας ούτε Μητσοτάκης.
Επομένως, τέτοιο θέμα, που να χωρίζει ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι, σήμερα δεν υφίσταται. Άλλωστε, ο Τσίπρας μια χαρά βολεύεται με τον Καμμένο, δεν χρειάζεται τους άλλους.
Μήπως υφίσταται θέμα συνεργασίας με την ΝΔ, όπως αφήνει να εννοηθεί το ΠΑΣΟΚ για το Ποτάμι; Τα πράγματα είναι απλά. Η ΝΔ είναι σε τροχιά εξουσίας και θα επιδιώξει να προσεταιριστεί πρόσωπα από όλο τον ενδιάμεσο χώρο (και του ΠΑΣΟΚ και του Ποταμιού). Θέμα συνεργασίας με κόμματα (όσα επιβιώσουν...) θα ανακύψει μετά τις εκλογές. Αν ο Θεοδωράκης προσανατολίζεται σε συνεργασία με την ΝΔ, έχει νόημα αυτή να γίνει προεκλογικά και σε επίπεδο προσώπων. Μετά τις εκλογές, αν το Ποτάμι δεν περάσει το 3% και μείνει εκτός Βουλής, θα είναι άχρηστο στον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Για το ΠΑΣΟΚ, θέμα προεκλογικής συνεργασίας είναι αδιανόητο. Μόνο ζημιά θα του προκαλέσει. Κατά τα φαινόμενα, το ΠΑΣΟΚ θα μπει στη Βουλή. Θέμα συνεργασίας με τον όποιο νικητή των εκλογών θα τεθεί έτσι κι αλλιώς, εφόσον δεν θα υπάρχει αυτοδυναμία.
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Ότι τα δύο κόμματα, ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι, μαζί με όσες δυνάμεις και πρόσωπα συγκροτούν τον ενδιάμεσο χώρο, έχουν συμφέρον να συνασπιστούν. Υπό την προϋπόθεση, φυσικά, ότι θέλουν να διεκδικήσουν σημαντικό μερίδιο του εκλογικού σώματος από εκείνους που φεύγουν και θα συνεχίσουν να φεύγουν από τον ΣΥΡΙΖΑ και δεν θέλουν να πάνε στην κάλπη της ΝΔ.
Αν το θέλουν αυτό - ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι, Γεννηματά και Θεοδωράκης - είναι πολύ εύκολο να ξεπεράσουν τους προσωπικούς εγωισμούς και υπολογισμούς. Υπάρχει χώρος και ρόλοι για όλους. Κυρίως, όμως, θα υπάρξει καλύτερη προοπτική για τα κόμματά τους και για τους ίδιους και, υπό προϋποθέσεις, για τη διακυβέρνηση της χώρας.
Αν η κατάσταση μείνει όπως είναι σήμερα, τα έτσι κι αλλιώς μικρά κόμματα του ενδιάμεσου χώρου είτε θα εξαφανιστούν είτε δεν θα έχουν κανένα ουσιαστικό ρόλο στη διακυβέρνηση είτε (όσα επιζήσουν εκλογικά) θα είναι μια μικρή κυβερνητική τσόντα. Αντιθέτως, αν ενωθούν πραγματικά, έχουν πολλές πιθανότητες να αναδειχθούν σε υπολογίσιμη δύναμη. Και, αντί για τσόντα, να γίνουν στην αρχή σοβαρός κυβερνητικός εταίρος και στην πορεία - γιατί όχι; - και διεκδικητής της εξουσίας.
Αν μικροκομματικοί και προσωπικοί υπολογισμοί και εγωισμοί δεν τους αφήνουν να τα δουν αυτά, θα είναι άξιοι της (κακής, μετά βεβαιότητος) μοίρας τους.
protagon.gr
[post_ads]
Όσοι γνωρίζουν πρόσωπα και καταστάσεις δεν είχαν εξαρχής αρκετές ελπίδες ότι η προσπάθεια για τη συνένωση και ανασυγκρότηση του ενδιάμεσου (κεντρώου, κεντροαριστερού, σοσιαλδημοκρατικού, μεταρρυθμιστικού και πάει λέγοντας) χώρου θα ευδοκιμήσει. Το αντίθετο, ήταν σχεδόν βέβαιοι ότι θα ναυαγήσει.
Η βασική αιτία δεν ήταν πολιτικές, ιδεολογικές ή προγραμματικές διαφορές. Ήταν καθαρά θέμα προσώπων. Από τη μία ο Σταύρος Θεοδωράκης δεν πίστευε ότι, με τους υπάρχοντες συσχετισμούς, θα μπορούσε να διεκδικήσει με επιτυχία την ηγεσία του νέου φορέα. Οι συσχετισμοί είναι υπέρ του ΠΑΣΟΚ. Η Φώφη Γεννηματά, από την άλλη, δεν ήταν διατεθειμένη να διακινδυνεύσει ο νέος φορέας να περάσει σε άλλα χέρια πέραν του ΠΑΣΟΚ, το οποίο αποτελεί την ισχυρότερη (δημοσκοπικά και τηρουμένων των αναλογιών) δύναμη.
Έτσι, η μοναδική λύση για την υπέρβαση αυτού του προβλήματος θα ήταν να αποδεχθούν και οι δύο μια «τρίτη λύση», ένα πρόσωπο κοινής αποδοχής, για ηγέτη του νέου κόμματος. Εφόσον αυτό ούτε καν συζητήθηκε, το ναυάγιο ήταν προδιαγεγραμμένο.
Το αστείο της υπόθεσης είναι ότι κυκλοφορεί, ως αιτία του οριστικού διαζυγίου, η διαφωνία για τη συνεργασία ή μη με τον ΣΥΡΙΖΑ μετά τις επόμενες εκλογές. Ο Θεοδωράκης -λέει- δεν θέλει καμιά τέτοια συνεργασία, ενώ η Γεννηματά την αφήνει ανοικτή στο πλαίσιο μιας κυβέρνησης ευρύτερης συνεργασίας. Η όποια συζήτηση επ’ αυτού αρχίζει να προσλαμβάνει στοιχεία φαιδρότητας. Ιδού γιατί:
• Ο Θεοδωράκης, αφού πέρασε μια περίοδο φλερτ με τον Αλέξη Τσίπρα (πίστευε αφελώς ότι θα έδιωχνε τον Καμμένο από την κυβέρνηση και θα συγκυβερνούσε με το Ποτάμι και με το ΠΑΣΟΚ), κατέληξε σε μια ούλτρα αντι-ΣΥΡΙΖΑ και αντι-Τσίπρα πολιτική.
• Η Γεννηματά, αφού πέρασε από μια φάση αναζήτησης κάποιας συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ (βλέποντας και την -επιφανειακή- στροφή Τσίπρα προς τους ευρωπαίους σοσιαλδημοκράτες), κατέληξε στην πολιτική του διμέτωπου: ούτε Τσίπρας ούτε Μητσοτάκης.
Επομένως, τέτοιο θέμα, που να χωρίζει ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι, σήμερα δεν υφίσταται. Άλλωστε, ο Τσίπρας μια χαρά βολεύεται με τον Καμμένο, δεν χρειάζεται τους άλλους.
Μήπως υφίσταται θέμα συνεργασίας με την ΝΔ, όπως αφήνει να εννοηθεί το ΠΑΣΟΚ για το Ποτάμι; Τα πράγματα είναι απλά. Η ΝΔ είναι σε τροχιά εξουσίας και θα επιδιώξει να προσεταιριστεί πρόσωπα από όλο τον ενδιάμεσο χώρο (και του ΠΑΣΟΚ και του Ποταμιού). Θέμα συνεργασίας με κόμματα (όσα επιβιώσουν...) θα ανακύψει μετά τις εκλογές. Αν ο Θεοδωράκης προσανατολίζεται σε συνεργασία με την ΝΔ, έχει νόημα αυτή να γίνει προεκλογικά και σε επίπεδο προσώπων. Μετά τις εκλογές, αν το Ποτάμι δεν περάσει το 3% και μείνει εκτός Βουλής, θα είναι άχρηστο στον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Για το ΠΑΣΟΚ, θέμα προεκλογικής συνεργασίας είναι αδιανόητο. Μόνο ζημιά θα του προκαλέσει. Κατά τα φαινόμενα, το ΠΑΣΟΚ θα μπει στη Βουλή. Θέμα συνεργασίας με τον όποιο νικητή των εκλογών θα τεθεί έτσι κι αλλιώς, εφόσον δεν θα υπάρχει αυτοδυναμία.
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Ότι τα δύο κόμματα, ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι, μαζί με όσες δυνάμεις και πρόσωπα συγκροτούν τον ενδιάμεσο χώρο, έχουν συμφέρον να συνασπιστούν. Υπό την προϋπόθεση, φυσικά, ότι θέλουν να διεκδικήσουν σημαντικό μερίδιο του εκλογικού σώματος από εκείνους που φεύγουν και θα συνεχίσουν να φεύγουν από τον ΣΥΡΙΖΑ και δεν θέλουν να πάνε στην κάλπη της ΝΔ.
Αν το θέλουν αυτό - ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι, Γεννηματά και Θεοδωράκης - είναι πολύ εύκολο να ξεπεράσουν τους προσωπικούς εγωισμούς και υπολογισμούς. Υπάρχει χώρος και ρόλοι για όλους. Κυρίως, όμως, θα υπάρξει καλύτερη προοπτική για τα κόμματά τους και για τους ίδιους και, υπό προϋποθέσεις, για τη διακυβέρνηση της χώρας.
Αν η κατάσταση μείνει όπως είναι σήμερα, τα έτσι κι αλλιώς μικρά κόμματα του ενδιάμεσου χώρου είτε θα εξαφανιστούν είτε δεν θα έχουν κανένα ουσιαστικό ρόλο στη διακυβέρνηση είτε (όσα επιζήσουν εκλογικά) θα είναι μια μικρή κυβερνητική τσόντα. Αντιθέτως, αν ενωθούν πραγματικά, έχουν πολλές πιθανότητες να αναδειχθούν σε υπολογίσιμη δύναμη. Και, αντί για τσόντα, να γίνουν στην αρχή σοβαρός κυβερνητικός εταίρος και στην πορεία - γιατί όχι; - και διεκδικητής της εξουσίας.
Αν μικροκομματικοί και προσωπικοί υπολογισμοί και εγωισμοί δεν τους αφήνουν να τα δουν αυτά, θα είναι άξιοι της (κακής, μετά βεβαιότητος) μοίρας τους.
protagon.gr
ΣΧΟΛΙΑ
Μπορείτε να σχολιάσετε μέσω Facebook ή Blogger (Google) επιλέγοντας την αντίστοιχη καρτέλα από πάνω