Την ευχή την επαναλαμβάνουμε στις γιορτές. Από καρδιάς. Δεν θέλουμε να μας πουν αν και γιατί ήταν μάταιοι οι αγώνες. Τίποτα δεν χάθηκε! Την καλή πατρίδα την αγαπούσαμε, από τα γεννοφάσκια μας, δεν θα αλλάξουμε τώρα που γεράσαμε.
της Ευγενίας Ηλιοπούλου
Μη μου πεις αν και γιατί ήταν μάταιοι οι αγώνες (Α. Σκιαδόπουλος)
Κλείνω 36 χρόνια που ζω στην Ελλάδα. Γεννήθηκα στην Ρουμανία από Έλληνες πολιτικούς πρόσφυγες. Φτάσανε εκεί μετά τον εμφύλιο. Οι Ρουμάνοι είχαν πάρα πολλά προβλήματα όμως μας φέρθηκαν άψογα. Αγκάλιασαν, φίλεψαν, δώσανε ψωμί και ύδωρ στους κατατρεγμένους. 6.500 πολιτικοί πρόσφυγες. Εγκαταστάθηκαν, σπούδασαν, εργάστηκαν και αρκετοί έφυγαν από αυτό τον μάταιο κόσμο στην ρουμάνικη γη.
Οι Έλληνες προσπάθησαν και εν μέρει κατάφεραν να ενσωματωθούν στην ρουμανική πραγματικότητα. Τα ελληνόπουλα μεγάλωσαν και σπούδασαν ακολουθώντας το υποχρεωτικό εκπαιδευτικό σύστημα χωρίς να γίνει διάκριση ανάμεσα σε αυτά και τα άλλα παιδιά. Οι γονείς τους ζούσανε σε σχετικά καλές συνθήκες διαβίωσης, ενωμένοι στους συλλόγους των πολιτικών προσφύγων, στις πόλεις και τα χωριά. Μερικοί ήταν πάντα στο Κόμμα, άλλοι όταν ενηλικιώθηκαν μπήκαν στην ΚΝΕ και μετά στο ΚΚΕ. Όλοι ήμασταν σύντροφοι.
Μετά το 1968 γίναμε από δύο χωριά. Οι "εσωτερικού" και οι "εξωτερικού" άσχετα αν διαμέναμε σε διπλανά διαμερίσματα. Οι φιλίες θυσιάστηκαν για το δίκαιο του αγώνα. Μερικοί εξοστρακίστηκαν επειδή τολμήσανε να αμφισβητήσουν. Την γραμμή. Εκεί στο Βουκουρέστι, της Ρουμανίας. Το κοινό μας σημείο ήταν τα όνειρα και η αγάπη για την μάνα πατρίδα. Κάθε χρόνο, στις γιορτές που κάναμε λέγαμε την ίδια ευχή: «Του χρόνου στην πατρίδα!». Το λέγαμε και το πιστεύαμε.
Μετά την μεταπολίτευση σταδιακά και μεμονωμένα οι πολιτικοί πρόσφυγες επέστρεψαν στα πάτρια εδάφη. Με την ελπίδα ότι θα αισθανθούν καλά και ότι θα αντικρίσουν τη μάνα Ελλάς. Αυτά που τους έλεγαν οι γονείς τους. Για την παραδεισένια, ιδανική, μονάκριβη και μοναδική πατρίδα. Την χώρα που θυσιάστηκε ανάμεσα στις τρεις δυνάμεις. Τον λαό που έπεσε στον αγώνα για την ελευθερία, τους Έλληνες που πότισαν, με τα αίμα τους, την όμορφη γη μας. Που ξεχωρίζουν παντού στον κόσμο με την αξιοπρέπεια, περηφάνια και τον χαρακτήρα τους. Αυτά μας λέγανε οι γονείς μας και εμείς το πιστέψαμε.
Ανάλογα με το που πήγαμε και πώς μας αντιμετώπισαν οι συγγενείς μας και οι κρατικές και νομικές υπηρεσίες η εξιδανίκευση της μάνας πατρίδας κατέρρευσε ή επιβεβαιώθηκε. Βιώσαμε μία μεγάλη απογοήτευση και ανακαλύψαμε την μεγάλη διαφορά ανάμεσα στην θεωρία και την πράξη. Πολλοί γνωστοί και συγγενείς μας κλέψανε την ζωή, την περιουσία και την ιστορία. Δακτυλοδεικτούμενοι, λόγω σπαστών ελληνικών και όχι λόγω καρδιάς. Ως ξένοι. Δεν το βάλαμε κάτω. Στήσαμε καινούργια σπίτια και κάναμε οικογένειες. Δουλέψαμε σκληρά και αποδεχτήκαμε την πραγματικότητα.
Την ευχή την επαναλαμβάνουμε στις γιορτές. Από καρδιάς. Δεν θέλουμε να μας πουν αν και γιατί ήταν μάταιοι οι αγώνες (Α. Σκιαδόπουλος). Τίποτα δεν χάθηκε! Την καλή πατρίδα την αγαπούσαμε, από τα γεννοφάσκια μας, δεν θα αλλάξουμε τώρα που γεράσαμε.
Η φωτογραφία είναι από το έντυπο πρόγραμμα της θεατρικής παράστασης της Ιωάννας Στεφανίδου «Με τη σκέψη στην πατρίδα», από τη θεατρική ομάδα «Χωρίς Αυλαία» του Συλλόγου Γυναικών Καλαμαριάς, βασισμένη σε μαρτυρίες πολιτικών προσφύγων [e-βιβλιοθήκη «Κώστας Πουρναράς (Μπόσης)»]
[post_ads]
Μη μου πεις αν και γιατί ήταν μάταιοι οι αγώνες (Α. Σκιαδόπουλος)
Κλείνω 36 χρόνια που ζω στην Ελλάδα. Γεννήθηκα στην Ρουμανία από Έλληνες πολιτικούς πρόσφυγες. Φτάσανε εκεί μετά τον εμφύλιο. Οι Ρουμάνοι είχαν πάρα πολλά προβλήματα όμως μας φέρθηκαν άψογα. Αγκάλιασαν, φίλεψαν, δώσανε ψωμί και ύδωρ στους κατατρεγμένους. 6.500 πολιτικοί πρόσφυγες. Εγκαταστάθηκαν, σπούδασαν, εργάστηκαν και αρκετοί έφυγαν από αυτό τον μάταιο κόσμο στην ρουμάνικη γη.
Οι Έλληνες προσπάθησαν και εν μέρει κατάφεραν να ενσωματωθούν στην ρουμανική πραγματικότητα. Τα ελληνόπουλα μεγάλωσαν και σπούδασαν ακολουθώντας το υποχρεωτικό εκπαιδευτικό σύστημα χωρίς να γίνει διάκριση ανάμεσα σε αυτά και τα άλλα παιδιά. Οι γονείς τους ζούσανε σε σχετικά καλές συνθήκες διαβίωσης, ενωμένοι στους συλλόγους των πολιτικών προσφύγων, στις πόλεις και τα χωριά. Μερικοί ήταν πάντα στο Κόμμα, άλλοι όταν ενηλικιώθηκαν μπήκαν στην ΚΝΕ και μετά στο ΚΚΕ. Όλοι ήμασταν σύντροφοι.
Μετά το 1968 γίναμε από δύο χωριά. Οι "εσωτερικού" και οι "εξωτερικού" άσχετα αν διαμέναμε σε διπλανά διαμερίσματα. Οι φιλίες θυσιάστηκαν για το δίκαιο του αγώνα. Μερικοί εξοστρακίστηκαν επειδή τολμήσανε να αμφισβητήσουν. Την γραμμή. Εκεί στο Βουκουρέστι, της Ρουμανίας. Το κοινό μας σημείο ήταν τα όνειρα και η αγάπη για την μάνα πατρίδα. Κάθε χρόνο, στις γιορτές που κάναμε λέγαμε την ίδια ευχή: «Του χρόνου στην πατρίδα!». Το λέγαμε και το πιστεύαμε.
Μετά την μεταπολίτευση σταδιακά και μεμονωμένα οι πολιτικοί πρόσφυγες επέστρεψαν στα πάτρια εδάφη. Με την ελπίδα ότι θα αισθανθούν καλά και ότι θα αντικρίσουν τη μάνα Ελλάς. Αυτά που τους έλεγαν οι γονείς τους. Για την παραδεισένια, ιδανική, μονάκριβη και μοναδική πατρίδα. Την χώρα που θυσιάστηκε ανάμεσα στις τρεις δυνάμεις. Τον λαό που έπεσε στον αγώνα για την ελευθερία, τους Έλληνες που πότισαν, με τα αίμα τους, την όμορφη γη μας. Που ξεχωρίζουν παντού στον κόσμο με την αξιοπρέπεια, περηφάνια και τον χαρακτήρα τους. Αυτά μας λέγανε οι γονείς μας και εμείς το πιστέψαμε.
Ανάλογα με το που πήγαμε και πώς μας αντιμετώπισαν οι συγγενείς μας και οι κρατικές και νομικές υπηρεσίες η εξιδανίκευση της μάνας πατρίδας κατέρρευσε ή επιβεβαιώθηκε. Βιώσαμε μία μεγάλη απογοήτευση και ανακαλύψαμε την μεγάλη διαφορά ανάμεσα στην θεωρία και την πράξη. Πολλοί γνωστοί και συγγενείς μας κλέψανε την ζωή, την περιουσία και την ιστορία. Δακτυλοδεικτούμενοι, λόγω σπαστών ελληνικών και όχι λόγω καρδιάς. Ως ξένοι. Δεν το βάλαμε κάτω. Στήσαμε καινούργια σπίτια και κάναμε οικογένειες. Δουλέψαμε σκληρά και αποδεχτήκαμε την πραγματικότητα.
Την ευχή την επαναλαμβάνουμε στις γιορτές. Από καρδιάς. Δεν θέλουμε να μας πουν αν και γιατί ήταν μάταιοι οι αγώνες (Α. Σκιαδόπουλος). Τίποτα δεν χάθηκε! Την καλή πατρίδα την αγαπούσαμε, από τα γεννοφάσκια μας, δεν θα αλλάξουμε τώρα που γεράσαμε.
Η φωτογραφία είναι από το έντυπο πρόγραμμα της θεατρικής παράστασης της Ιωάννας Στεφανίδου «Με τη σκέψη στην πατρίδα», από τη θεατρική ομάδα «Χωρίς Αυλαία» του Συλλόγου Γυναικών Καλαμαριάς, βασισμένη σε μαρτυρίες πολιτικών προσφύγων [e-βιβλιοθήκη «Κώστας Πουρναράς (Μπόσης)»]
[post_ads]
ΣΧΟΛΙΑ
Μπορείτε να σχολιάσετε μέσω Facebook ή Blogger (Google) επιλέγοντας την αντίστοιχη καρτέλα από πάνω