Όλα αυτά τα χρόνια, το πολιτικό σύστημα, μοιραίο, άβουλο και ανεπαρκές, έχει διακριθεί σε βαθμό... οσκαρικής επιβράβευσης, στο να μην βλέπει πέρα από τη μύτη του. Να επενδύει στην τύφλωση της πόλωσης, τον κανιβαλισμό του αντιπάλου, τη βουλιμία για την κατάληψη της εξουσίας.
του Μάνου Οικονομίδη
Η βραδιά της τελετής απονομής των Όσκαρ έχει πάντα τη δική της συναισθηματική μυθοπλασία. Σου προσφέρει την ευκαιρία να κρυφοκοιτάξεις έναν μεγαλύτερο κόσμο. Τη “μεγάλη εικόνα”. Που συνοδεύεται ωστόσο πολλές φορές και από μια απατηλή λάμψη ματαιοδοξίας. Εφήμερου. Συγκυριακού.
Εκτός από τα Όσκαρ του κινηματογράφου, υπάρχουν και εκείνα της καθημερινότητας. Της καθημερινής ζωής. Που συνοδεύουν πράξεις, συμπεριφορές και νοοτροπίες που συνθέτουν την ατομική, συλλογική και εθνική καθημερινότητα. Το λεγόμενο “αφήγημα”.
Σε αυτή την ιδιότυπη “Τελετή Απονομής”, εμείς, οι κληρονόμοι του ιστορικού brand των Ελλήνων, κερδίζουμε το όσκαρ της... εθνικής μυωπίας καθημερινά. Και μάλιστα άνευ αντιπάλου.
Μιλάμε φυσικά για την περίοδο της βαθιάς, σύνθετης και πολυεπίπεδης κρίσης που ξεκίνησε το 2010, με την υπογραφή του τελευταίου των Παπανδρέου στα Μνημόνια. Και αφού νωρίτερα, ο ίδιος είχε ναρκοθετήσει την πρόταση εθνικής συναίνεσης του Κώστα Καραμανλή, απαιτώντας και επιβάλλοντας ουσιαστικά τις εκλογές του “λεφτά υπάρχουν”. Για να ακολουθήσει η μοιραία υπονόμευση της διεθνούς θέσης της Ελλάδας, μετά τις νικηφόρες για το ΠΑΣΟΚ εκλογές του 2009, που οδήγησε τελικά στην εθνική τραγωδία του Μνημονίου, με την απώλεια της εθνικής κυριαρχίας, το ξεχαρβάλωμα του κοινωνικού ιστού, τη φτωχοποίηση της ελληνικής κοινωνίας, την ίδια την αναίρεση του μέλλοντος, κατά ένα μεγάλο βαθμό.
Σε όλα αυτά τα χρόνια, το πολιτικό σύστημα, μοιραίο, άβουλο και ανεπαρκές, έχει διακριθεί σε βαθμό... οσκαρικής επιβράβευσης, στο να μην βλέπει πέρα από τη μύτη του. Να επενδύει στην τύφλωση της πόλωσης, τον κανιβαλισμό του αντιπάλου, τη βουλιμία για την κατάληψη της εξουσίας. Η προσδοκία του καθενός “να ζήσει τον (προσωπικό - πολιτικό) μύθο του” υποκατέστησε έννοιες όπως εθνικό καθήκον, εθνική συνείδηση, κοινωνική υπευθυνότητα.
Φυσικά, είχαμε ως έθνος την πρόσθετη ιστορική ατυχία, αυτή τη μεγάλη και σύνθετη κρίση, να κληθεί να τη διαχειριστεί το χειρότερο πολιτικό δυναμικό που είχε η χώρα στα χρόνια της Μεταπολίτευσης. Δηλαδή, στα χρόνια της “δεδομένης Δημοκρατίας”, που ξεκίνησε χάρη στη διορατικότητα και την αποφασιστικότητα του Εθνάρχη Κωνσταντίνου Καραμανλή να κλείσει τις πληγές του εθνικού διχασμού, αμέσως μετά την κατάρρευση της δικτατορίας.
Η Ελλάδα δεν θα βγει από αυτή την κρίση εύκολα. Πιθανόν να μην καταφέρει να βγει ποτέ με “πραγματικούς” όρους. Δηλαδή, να επιστρέψει σε ρυθμούς μιας υποτυπώδους κανονικότητας, που θα επιστρέψει και πάλι στο μυαλό και την καρδιά να ταξιδεύουν στο μέλλον, χωρίς το ταξίδι να προκαλεί τον τρόμο του αγνώστου. Το δέος της εθνικής μελαγχολίας και μιζέριας.
Όσο το πολιτικό σύστημα παραμένει παραδομένο στο πάθος της τύφλωσης του διχασμού, τόσο η κοινωνία θα αδυνατεί να φρενάρει τη δική της συναισθηματική διολίσθηση προς τα άκρα. Και, ας μην ξεχνάμε ότι τα άκρα και τις ακρότητες που τα συνοδεύουν, τα αντικρίζει κανείς παντού. Στο σύνολο του πολιτικού φάσματος.
Ακόμη και αυτοί οι μοιραίοι βεβαίως, θα δυσκολευτούν να καταστήσουν την Ελλάδα εξαίρεση στον αέναο κανόνα της ζωής: Στο τέλος, το φως νικάει πάντα το σκοτάδι. Όσο βαθύ κι αν είναι το σκοτάδι...
Πηγή: ysterografa.gr
[post_ads]
Η βραδιά της τελετής απονομής των Όσκαρ έχει πάντα τη δική της συναισθηματική μυθοπλασία. Σου προσφέρει την ευκαιρία να κρυφοκοιτάξεις έναν μεγαλύτερο κόσμο. Τη “μεγάλη εικόνα”. Που συνοδεύεται ωστόσο πολλές φορές και από μια απατηλή λάμψη ματαιοδοξίας. Εφήμερου. Συγκυριακού.
Εκτός από τα Όσκαρ του κινηματογράφου, υπάρχουν και εκείνα της καθημερινότητας. Της καθημερινής ζωής. Που συνοδεύουν πράξεις, συμπεριφορές και νοοτροπίες που συνθέτουν την ατομική, συλλογική και εθνική καθημερινότητα. Το λεγόμενο “αφήγημα”.
Σε αυτή την ιδιότυπη “Τελετή Απονομής”, εμείς, οι κληρονόμοι του ιστορικού brand των Ελλήνων, κερδίζουμε το όσκαρ της... εθνικής μυωπίας καθημερινά. Και μάλιστα άνευ αντιπάλου.
Μιλάμε φυσικά για την περίοδο της βαθιάς, σύνθετης και πολυεπίπεδης κρίσης που ξεκίνησε το 2010, με την υπογραφή του τελευταίου των Παπανδρέου στα Μνημόνια. Και αφού νωρίτερα, ο ίδιος είχε ναρκοθετήσει την πρόταση εθνικής συναίνεσης του Κώστα Καραμανλή, απαιτώντας και επιβάλλοντας ουσιαστικά τις εκλογές του “λεφτά υπάρχουν”. Για να ακολουθήσει η μοιραία υπονόμευση της διεθνούς θέσης της Ελλάδας, μετά τις νικηφόρες για το ΠΑΣΟΚ εκλογές του 2009, που οδήγησε τελικά στην εθνική τραγωδία του Μνημονίου, με την απώλεια της εθνικής κυριαρχίας, το ξεχαρβάλωμα του κοινωνικού ιστού, τη φτωχοποίηση της ελληνικής κοινωνίας, την ίδια την αναίρεση του μέλλοντος, κατά ένα μεγάλο βαθμό.
Σε όλα αυτά τα χρόνια, το πολιτικό σύστημα, μοιραίο, άβουλο και ανεπαρκές, έχει διακριθεί σε βαθμό... οσκαρικής επιβράβευσης, στο να μην βλέπει πέρα από τη μύτη του. Να επενδύει στην τύφλωση της πόλωσης, τον κανιβαλισμό του αντιπάλου, τη βουλιμία για την κατάληψη της εξουσίας. Η προσδοκία του καθενός “να ζήσει τον (προσωπικό - πολιτικό) μύθο του” υποκατέστησε έννοιες όπως εθνικό καθήκον, εθνική συνείδηση, κοινωνική υπευθυνότητα.
Φυσικά, είχαμε ως έθνος την πρόσθετη ιστορική ατυχία, αυτή τη μεγάλη και σύνθετη κρίση, να κληθεί να τη διαχειριστεί το χειρότερο πολιτικό δυναμικό που είχε η χώρα στα χρόνια της Μεταπολίτευσης. Δηλαδή, στα χρόνια της “δεδομένης Δημοκρατίας”, που ξεκίνησε χάρη στη διορατικότητα και την αποφασιστικότητα του Εθνάρχη Κωνσταντίνου Καραμανλή να κλείσει τις πληγές του εθνικού διχασμού, αμέσως μετά την κατάρρευση της δικτατορίας.
Η Ελλάδα δεν θα βγει από αυτή την κρίση εύκολα. Πιθανόν να μην καταφέρει να βγει ποτέ με “πραγματικούς” όρους. Δηλαδή, να επιστρέψει σε ρυθμούς μιας υποτυπώδους κανονικότητας, που θα επιστρέψει και πάλι στο μυαλό και την καρδιά να ταξιδεύουν στο μέλλον, χωρίς το ταξίδι να προκαλεί τον τρόμο του αγνώστου. Το δέος της εθνικής μελαγχολίας και μιζέριας.
Όσο το πολιτικό σύστημα παραμένει παραδομένο στο πάθος της τύφλωσης του διχασμού, τόσο η κοινωνία θα αδυνατεί να φρενάρει τη δική της συναισθηματική διολίσθηση προς τα άκρα. Και, ας μην ξεχνάμε ότι τα άκρα και τις ακρότητες που τα συνοδεύουν, τα αντικρίζει κανείς παντού. Στο σύνολο του πολιτικού φάσματος.
Ακόμη και αυτοί οι μοιραίοι βεβαίως, θα δυσκολευτούν να καταστήσουν την Ελλάδα εξαίρεση στον αέναο κανόνα της ζωής: Στο τέλος, το φως νικάει πάντα το σκοτάδι. Όσο βαθύ κι αν είναι το σκοτάδι...
Πηγή: ysterografa.gr
[post_ads]
ΣΧΟΛΙΑ
Μπορείτε να σχολιάσετε μέσω Facebook ή Blogger (Google) επιλέγοντας την αντίστοιχη καρτέλα από πάνω