Απαντώντας κανείς στο ερώτημα, αν η αξιολόγηση θα κλείσει, μπορεί βάσιμα να προβλέψει ότι η διαδικασία θα ολοκληρωθεί όταν οι δανειστές αποφασίσουν ποια είναι η κατάλληλη στιγμή για να ξεμπερδεύουν και με αυτήν την κυβέρνηση (η οποία όπως και οι προηγούμενες συνεργάστηκε άψογα) και να προχωρήσουν την δουλειά με την επόμενη.
του Δημήτρη Μηλάκα
Για να αντιληφθούμε τι «παίζει» αυτές τις μέρες είναι απαραίτητη κατ' αρχήν η διευκρίνιση της ορολογίας. Τι ακριβώς σημαίνει η λέξη αξιολόγηση στην περίπτωσή μας; Η σημασία της λέξης «αξιολόγηση» εξαρτάται, προφανώς, από το πλαίσιο μέσα στο οποίο ορίζεται το περιεχόμενό της. Με πιο απλά λόγια, αυτός που αξιολογεί κρίνει αν ο αξιολογούμενος έχει πιάσει τους στόχους που έχουν τεθεί. Εδώ ακριβώς θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι το γενικό πλαίσιο των στόχων είναι συμφωνημένο: οι δανειστές το έχουν περιγράψει επακριβώς και οι ελληνικές κυβερνήσεις το έχουν αποδεχτεί συνυπογράφοντας τα τρία μνημόνια και τις παρεμπίπτουσες δανειακές συμβάσεις.
Στην προκειμένη περίπτωση σε γενικές γραμμές οι ελληνικές κυβερνήσεις έχουν αποδεχτεί:
Το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας.
Την περιστολή δημόσιων δαπανών.
Την παράδοση του κρατικού ταμείου (Ανεξάρτητη αρχή δημοσίων εσόδων) στους δανειστές.
Μέσα σ αυτό το πλαίσιο εξελίσσονται κάθε φορά οι λεγόμενες αξιολογήσεις οι οποίες δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια διαδικασία «ταμειακού ελέγχου: οι δανειστές ελέγχουν, με άλλα λόγια, την απόδοση της οικονομικής (και κυρίως πολιτικής) «επένδυσής» τους στην Ελλάδα. Μετρούν δηλαδή αν η επιστροφή των κεφαλαίων τους είναι ικανοποιητική και αποδοτική.
Παρακολουθώντας κάποιος λοιπόν, την τρέχουσα διαπραγμάτευση, αν έχει κατά νου ότι στόχος της αξιολόγησης (και των αξιολογητών) είναι όχι η διάσωση της χώρας αλλά η ικανοποιητική επιστροφή κεφαλαίων στους δανειστές, μπορεί να αντιληφθεί ότι:
Βασικός στόχος είναι το ξεπούλημα της ΔΕΗ.
Δεύτερος στόχος είναι η εξασφάλιση κεφαλαίων που θα προκύψουν από μειώσεις δημόσιων δαπανών προκειμένου να διοχετευθούν στο σεντούκι των δανειστών.
Τρίτος στόχος είναι η εδραίωση τους ελέγχου του εισπρακτικού μηχανισμού και γενικότερα του κράτους - όχι από την εκλεγμένη κυβέρνηση - από τους δανειστές.
Στην εγχώρια πολιτική σκηνή η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από την ικανότητα ή όχι των κυβερνήσεων να υλοποιήσουν τους στόχους της αξιολόγησης. Παρακολουθώντας τις εξελίξεις από το 2010 μέχρι και σήμερα βλέπει κανείς ότι όλες οι κυβερνήσεις ανταποκρίθηκαν πλήρως στις απαιτήσεις του πλαισίου των δανειστών. Παρ' όλα αυτά η χώρα δε διασώθηκε για ένα πολύ απλό λόγο: στόχος δεν ήταν η διάσωσή της αλλά η διαιώνιση της διασωλήνωσής της έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η υπερ-απόδοση των κεφαλαίων των δανειστών.
Αυτή η υπερ-απόδοση εξασφαλίζεται με τους εξής τρόπους:
Τον ευνουχισμό του πολιτικού συστήματος καθώς ήδη μετά την πρώτη φορά αριστερά διακυβέρνηση δεν προβάλλεται καμία εναλλακτική πρόταση εξουσίας που να αμφισβητεί το πλαίσιο που έχουν ορίσει οι δανειστές.
Την ακόμη μεγαλύτερη συμπίεση του εισοδήματος των εργαζομένων και συνταξιούχων προκειμένου να προκύψουν «πλεονάσματα» τα οποία κατευθύνονται άμεσα στο ταμείο των δανειστών.
Την αρπαγή στρατηγικών και κερδοφόρων τομέων οικονομικής δραστηριότητας του δημοσίου (αεροδρόμια, λιμάνια, ενέργεια κλπ).
Απαντώντας κανείς στο τρέχον ερώτημα, αν δηλαδή η αξιολόγηση θα κλείσει, μπορεί βάσιμα να προβλέψει ότι η διαδικασία θα ολοκληρωθεί όταν οι δανειστές αποφασίσουν αν έχει έρθει η ώρα (ή για την ακρίβεια ποια είναι η κατάλληλη στιγμή) για να ξεμπερδεύουν και με αυτήν την κυβέρνηση (η οποία όπως και οι προηγούμενες συνεργάστηκε άψογα) και να προχωρήσουν την δουλειά με την επόμενη. Σε κάθε περίπτωση, από τη στιγμή που οι προτεινόμενες πολιτικές εναλλακτικές δεν αμφισβητούν τις βασικές αρχές και το πλαίσιο που έχουν ορίσει τα μνημόνια με βάση τα οποία κυβερνάται η χώρα οι δανειστές έχουν το περιθώριο επιλογών και χρόνου. Είτε θα υποτάξουν και εξευτελίσουν απόλυτα τους παρόντες, προσφέροντάς τους ως αντάλλαγμα λίγο ακόμα χρόνο στην εξουσία, είτε θα τους πετάξουν - πιθανότατα μετά τις γερμανικές εκλογές - σαν στημένη λεμονόκουπα.
Πηγή: topontiki.gr
[post_ads]
Για να αντιληφθούμε τι «παίζει» αυτές τις μέρες είναι απαραίτητη κατ' αρχήν η διευκρίνιση της ορολογίας. Τι ακριβώς σημαίνει η λέξη αξιολόγηση στην περίπτωσή μας; Η σημασία της λέξης «αξιολόγηση» εξαρτάται, προφανώς, από το πλαίσιο μέσα στο οποίο ορίζεται το περιεχόμενό της. Με πιο απλά λόγια, αυτός που αξιολογεί κρίνει αν ο αξιολογούμενος έχει πιάσει τους στόχους που έχουν τεθεί. Εδώ ακριβώς θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι το γενικό πλαίσιο των στόχων είναι συμφωνημένο: οι δανειστές το έχουν περιγράψει επακριβώς και οι ελληνικές κυβερνήσεις το έχουν αποδεχτεί συνυπογράφοντας τα τρία μνημόνια και τις παρεμπίπτουσες δανειακές συμβάσεις.
Στην προκειμένη περίπτωση σε γενικές γραμμές οι ελληνικές κυβερνήσεις έχουν αποδεχτεί:
Το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας.
Την περιστολή δημόσιων δαπανών.
Την παράδοση του κρατικού ταμείου (Ανεξάρτητη αρχή δημοσίων εσόδων) στους δανειστές.
Μέσα σ αυτό το πλαίσιο εξελίσσονται κάθε φορά οι λεγόμενες αξιολογήσεις οι οποίες δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια διαδικασία «ταμειακού ελέγχου: οι δανειστές ελέγχουν, με άλλα λόγια, την απόδοση της οικονομικής (και κυρίως πολιτικής) «επένδυσής» τους στην Ελλάδα. Μετρούν δηλαδή αν η επιστροφή των κεφαλαίων τους είναι ικανοποιητική και αποδοτική.
Παρακολουθώντας κάποιος λοιπόν, την τρέχουσα διαπραγμάτευση, αν έχει κατά νου ότι στόχος της αξιολόγησης (και των αξιολογητών) είναι όχι η διάσωση της χώρας αλλά η ικανοποιητική επιστροφή κεφαλαίων στους δανειστές, μπορεί να αντιληφθεί ότι:
Βασικός στόχος είναι το ξεπούλημα της ΔΕΗ.
Δεύτερος στόχος είναι η εξασφάλιση κεφαλαίων που θα προκύψουν από μειώσεις δημόσιων δαπανών προκειμένου να διοχετευθούν στο σεντούκι των δανειστών.
Τρίτος στόχος είναι η εδραίωση τους ελέγχου του εισπρακτικού μηχανισμού και γενικότερα του κράτους - όχι από την εκλεγμένη κυβέρνηση - από τους δανειστές.
Στην εγχώρια πολιτική σκηνή η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από την ικανότητα ή όχι των κυβερνήσεων να υλοποιήσουν τους στόχους της αξιολόγησης. Παρακολουθώντας τις εξελίξεις από το 2010 μέχρι και σήμερα βλέπει κανείς ότι όλες οι κυβερνήσεις ανταποκρίθηκαν πλήρως στις απαιτήσεις του πλαισίου των δανειστών. Παρ' όλα αυτά η χώρα δε διασώθηκε για ένα πολύ απλό λόγο: στόχος δεν ήταν η διάσωσή της αλλά η διαιώνιση της διασωλήνωσής της έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η υπερ-απόδοση των κεφαλαίων των δανειστών.
Αυτή η υπερ-απόδοση εξασφαλίζεται με τους εξής τρόπους:
Τον ευνουχισμό του πολιτικού συστήματος καθώς ήδη μετά την πρώτη φορά αριστερά διακυβέρνηση δεν προβάλλεται καμία εναλλακτική πρόταση εξουσίας που να αμφισβητεί το πλαίσιο που έχουν ορίσει οι δανειστές.
Την ακόμη μεγαλύτερη συμπίεση του εισοδήματος των εργαζομένων και συνταξιούχων προκειμένου να προκύψουν «πλεονάσματα» τα οποία κατευθύνονται άμεσα στο ταμείο των δανειστών.
Την αρπαγή στρατηγικών και κερδοφόρων τομέων οικονομικής δραστηριότητας του δημοσίου (αεροδρόμια, λιμάνια, ενέργεια κλπ).
Απαντώντας κανείς στο τρέχον ερώτημα, αν δηλαδή η αξιολόγηση θα κλείσει, μπορεί βάσιμα να προβλέψει ότι η διαδικασία θα ολοκληρωθεί όταν οι δανειστές αποφασίσουν αν έχει έρθει η ώρα (ή για την ακρίβεια ποια είναι η κατάλληλη στιγμή) για να ξεμπερδεύουν και με αυτήν την κυβέρνηση (η οποία όπως και οι προηγούμενες συνεργάστηκε άψογα) και να προχωρήσουν την δουλειά με την επόμενη. Σε κάθε περίπτωση, από τη στιγμή που οι προτεινόμενες πολιτικές εναλλακτικές δεν αμφισβητούν τις βασικές αρχές και το πλαίσιο που έχουν ορίσει τα μνημόνια με βάση τα οποία κυβερνάται η χώρα οι δανειστές έχουν το περιθώριο επιλογών και χρόνου. Είτε θα υποτάξουν και εξευτελίσουν απόλυτα τους παρόντες, προσφέροντάς τους ως αντάλλαγμα λίγο ακόμα χρόνο στην εξουσία, είτε θα τους πετάξουν - πιθανότατα μετά τις γερμανικές εκλογές - σαν στημένη λεμονόκουπα.
Πηγή: topontiki.gr
[post_ads]
ΣΧΟΛΙΑ
Μπορείτε να σχολιάσετε μέσω Facebook ή Blogger (Google) επιλέγοντας την αντίστοιχη καρτέλα από πάνω