Οι τοπικές κοινωνίες και η τοπική αυτοδιοίκηση πρέπει να σταθούν αρωγοί στην προσπάθεια των Συνεταιριστικών Τραπεζών, καθώς η στήριξη επενδυτικών σχεδίων σε τοπικές κοινωνίες που έχουν πληγεί ιδιαίτερα από την κρίση είναι η μόνη διέξοδος για την οριστική επαναφορά της χώρας στον δρόμο της κανονικότητας και της βιώσιμης ανάπτυξης.
της Ειρήνης Σακελλάρη
Όσο κι αν ακούγεται περίεργο οι παλαιότερες οικονομικές κρίσεις τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς έχουν καταγράψει πως οι συνεταιριστικές επιχειρήσεις διαθέτουν τη δυνατότητα να ευημερούν και να ενισχύουν τον κύκλο εργασιών τους, επιφέροντας πολλαπλά οφέλη, κοινωνικά και επιχειρηματικά, σύμφωνα µε τον ρόλο που διαδραματίζουν.
Το συνεταιριστικό κίνημα έχει ανάγκη από την εφαρμογή κατάλληλων πολιτικών, τη διαμόρφωση σύγχρονου θεσμικού πλαισίου που να το συντρέχει και ασφαλώς από πρακτικές εκπαίδευσης προσαρμοσμένες στην καινούρια πραγματικότητα.
Η πολιτεία αλλά και ο ελεγκτής της τραπεζικής οικονομίας, η Τράπεζα της Ελλάδος δηλαδή, δείχνουν πως επιθυμούν να αγκαλιάσουν θερμά το συνεταιριστικό κίνημα δημιουργώντας μία φλέβα που θα μπορούσε να αιμοδοτεί τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις της περιφέρειας με όρους και κριτήρια που αντιλαμβάνονται τις ιδιαιτερότητες αλλά και τα πλεονεκτήματα μιας τοπικής παραγωγικής διαδικασίας.
Άλλωστε τα χαρακτηριστικά των τοπικών οικονομιών σε πολλές περιπτώσεις διαφέρουν αισθητά από εκείνα της γενικότερης οικονομίας και πάντως υπάρχουν στοιχεία σε τοπικές οικονομίες που μπορούν να δώσουν δυναμική τεράστια ενισχύοντας στο τέλος της ημέρας και τη μεγάλη εικόνα, εκείνη δηλαδή της εθνικής οικονομίας.
Είναι η ίδια η Τράπεζα της Ελλάδος που υποστηρίζει πως:
- Οι Συνεταιριστικές Τράπεζες θα πρέπει, να «χτίσουν» πάνω στις αδυναμίες που ανέδειξε η κρίση, ενισχύοντας τα κεφάλαιά τους και την οργανωτική τους δομή, με έμφαση στη διαχείριση του κινδύνου και τη στήριξη της υγιούς επιχειρηματικότητας.
- Οι τοπικές κοινωνίες και η τοπική αυτοδιοίκηση με τη σειρά τους πρέπει να σταθούν αρωγοί στην προσπάθεια των Συνεταιριστικών Τραπεζών, καθώς η στήριξη επενδυτικών σχεδίων σε τοπικές κοινωνίες που έχουν πληγεί ιδιαίτερα από την κρίση είναι η μόνη διέξοδος για την οριστική επαναφορά της χώρας στον δρόμο της κανονικότητας και της βιώσιμης ανάπτυξης.
Ο πολύ υψηλός βαθμός συγκέντρωσης του τραπεζικού συστήματος στη χώρα μας είναι ίσως μία παράμετρος που δυσκολεύει τα πιστωτικά ιδρύματα να αποκεντρώσουν ουσιαστικά τις δραστηριότητές τους. Τα αιτήματα απομακρυσμένων από την πρωτεύουσα περιοχών έστω και αν πρόκειται για μία γεωγραφία εύρωστων οικονομιών χάνονται τελικώς στη γραφειοκρατία του κέντρου. Και μολονότι υπάρχουν κονδύλια και μάλιστα κοινοτικά που θα μπορούσαν να στηρίξουν τις οικονομίες της επαρχίας ώστε τελικώς να ενισχυθεί ο ενάρετος κύκλος της ανάπτυξης κάτι τέτοιο εκ του αποτελέσματος, συμβαίνει μόνον μερικώς.
Μέσω της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επενδύσεων, που παρέχουν προγράμματα ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας, της ανάπτυξης και της απασχόλησης στις περιφέρειες της Ευρώπης, δίνεται σημαντική ευκαιρία στις συνεταιριστικές τράπεζες να υποστηρίξουν μικρές ελληνικές επιχειρήσεις με τη συμμετοχή τους σε ειδικά προγράμματα χρηματοδοτήσεων, και ενδεχομένως μικροχρηματοδοτήσεων (microfinance) όταν διαμορφωθεί το σχετικό θεσμικό πλαίσιο.
Όπως λοιπόν εξηγεί η Τράπεζα της Ελλάδος δια στόματος του Υποδιοικητή της κ. Μητράκου, χρειάζεται η περαιτέρω ανάπτυξη του συνεταιριστικού τραπεζικού πυλώνα με πελατοκεντρική αντίληψη που θα στηρίζει και θα στηρίζεται από τοπικές παραγωγικές δυνάμεις και την κοινωνική επιχειρηματικότητα. Το μοντέλο των συνεταιριστικών τραπεζών υπηρετεί αξίες και δραστηριότητες που βρίσκονται στον πυρήνα των επιχειρήσεων της κοινωνικής και αλληλέγγυας επιχειρηματικότητας, παρέχοντας κατάλληλα προϊόντα και υπηρεσίες για τις κοινωνικές επιχειρήσεις.
Και έχουν περιθώριο ανάπτυξης οι συνεταιριστικές στη χώρα μας, σε αντίθεση με ό,τι παρατηρείται στην υπόλοιπη Ευρώπη και τούτο διότι το μερίδιο αγοράς των συνεταιριστικών τραπεζών στην Ελλάδα ήταν και παραμένει εξαιρετικά χαμηλό. Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, οι συνεταιριστικές τράπεζες αποτελούν σημαντικό κομμάτι του τραπεζικού τομέα, κατέχοντας κατά μέσο όρο το 1/5 του μεριδίου αγοράς σε δάνεια και καταθέσεις και εξυπηρετώντας 210 εκατομμύρια πελάτες. Μια τέτοια διεύρυνση θα μπορούσε με πολύ λίγη προσπάθεια να υπάρξει αρχικώς για κάποιες περιοχές της χώρας και αργότερα και για άλλες.
Στην Ελλάδα, οι εννέα Συνεταιριστικές Τράπεζες που λειτουργούν σήμερα μέσω ενός δικτύου 87 καταστημάτων, προσφέροντας κυρίως τις βασικές τραπεζικές εργασίες (καταθέσεις - χορηγήσεις), είναι μικρού μεγέθους και κατέχουν μόλις το 1% της αγοράς πιστώσεων, με συνολικές χορηγήσεις προ προβλέψεων 2,8 δισ. ευρώ το Μάρτιο του 2017. Αντιστοίχως μικρά είναι και τα υπόλοιπα βασικά τους μεγέθη. Ενδεικτικά, τον Μάρτιο του 2017 το σύνολο του ενεργητικού τους ανερχόταν σε 2,5 δισ. ευρώ, οι καταθέσεις σε 1,9 δισ. ευρώ και τα εποπτικά ίδια κεφάλαια σε 222 εκατ. ευρώ.
Σε επίπεδο γεωγραφίας η Παγκρήτια Συνεταιριστική Τράπεζα, που αντιπροσωπεύει το ήμισυ του ενεργητικού του συνεταιριστικού τραπεζικού κλάδου, διαθέτει άδεια λειτουργίας σε επίπεδο επικράτειας, τρεις σε επίπεδο όμορων νομών ή διοικητικής περιφέρειας (Χανίων, Ηπείρου, Θεσσαλίας) και πέντε σε επίπεδο νομού (Έβρου, Δράμας, Σερρών, Πιερίας, Καρδίτσας).
Τα παραπάνω δείχνουν να γίνονται αντίληψη και να προσελκύουν σταδιακά το επενδυτικό ενδιαφέρον για τις συνεταιριστικές τράπεζες στο πλαίσιο του εποπτικού διαλόγου που ξεκίνησε η Τράπεζα της Ελλάδος για τα εποπτικά κεφάλαια των εν λόγω τραπεζών, με κατεύθυνση να διατηρηθεί ζωντανός και ακμαίος ο θεσμός. Έτσι μολονότι αρκετές συνεταιριστικές τράπεζες δεν κατάφεραν αν επιβιώσουν άλλες φαίνεται να βλέπουν μπροστά τους το δρόμο της ανάπτυξης.
Μέσω αυτού του εποπτικού διαλόγου, οι συνεταιριστικές τράπεζες ενημερώνονται για τις ετήσιες κεφαλαιακές ανάγκες τους και υποβοηθούνται στην εσωτερική τους διαδικασία αξιολόγησης των λειτουργιών και των επιδόσεών τους.
Η κεφαλαιακή θωράκιση των τραπεζών θα οδηγήσει σε άμεση βελτίωση και της οργανωτικής δομής.
Οι τραπεζικές εργασίες στη χώρα μας έλκουν την καταγωγή τους από πολύ παλιά και μάλιστα με την λογική και την ταυτότητα της συνεταιριστικής ιδέας.
Στην Ελλάδα ο πρώτος πιστωτικός συνεταιρισμός ιδρύθηκε με Βασιλικό Διάταγμα το 1900 στη Λαμία, σε μια εποχή που οι συνεταιριστικές δραστηριότητες δεν ήταν νομικά θεσμοθετημένες στη χώρα μας. Το 1900 ιδρύθηκε στη Λαμία Σωματείο με την επωνυμία «Σύλλογος των Τεχνοεργατών εν Λαμία» από 582 μέλη, το οποίο λειτούργησε ως συνεταιριστική οργάνωση, σύμφωνα με τους κανόνες που τέθηκαν στο καταστατικό του (συμβατική συνεταιριστική διαμόρφωση του σωματίου).
Ο θεσμός των Συνεταιριστικών Τραπεζών, ο οποίος εισάγεται στην Ελλάδα το 1994 με βάση το νομοθετικό πλαίσιο που δημιουργήθηκε το 1992 και στηρίχθηκε στο Νόμο περί Αστικών Συνεταιρισμών, έχει πλέον τη δική του θέση στην ελληνική τραπεζική αγορά, και κατ’ επέκταση στα γενικότερα οικονομικά δρώμενα της χώρας.
Τα πιστωτικά αυτά ιδρύματα ειδικού τύπου βασίστηκαν στις σύγχρονες αρχές του συνεργατισμού και έχουν ένα πολύ βασικό χαρακτηριστικό γνώρισμα: απευθύνονται κυρίως σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις και φυσικά πρόσωπα με προϊόντα προσαρμοσμένα στις εκάστοτε τοπικές συνθήκες και ανάγκες.
Στην παρούσα φάση το θεσμικό αυτό πλαίσιο εκσυγχρονίζεται και ο νομοθέτης επιθυμεί να αντιμετωπίσει ένα νέο περιβάλλον. Ένα περιβάλλον που γεννήθηκε μέσα από μια βαθιά και χρονικά εκτεταμένη οικονομική κρίση που αρχίζει να αναδεικνύει και πάλι τα θετικά στοιχεία των πιστωτικών συνεταιρισμών.
Πηγή: reporter.gr
[post_ads]
Όσο κι αν ακούγεται περίεργο οι παλαιότερες οικονομικές κρίσεις τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς έχουν καταγράψει πως οι συνεταιριστικές επιχειρήσεις διαθέτουν τη δυνατότητα να ευημερούν και να ενισχύουν τον κύκλο εργασιών τους, επιφέροντας πολλαπλά οφέλη, κοινωνικά και επιχειρηματικά, σύμφωνα µε τον ρόλο που διαδραματίζουν.
Το συνεταιριστικό κίνημα έχει ανάγκη από την εφαρμογή κατάλληλων πολιτικών, τη διαμόρφωση σύγχρονου θεσμικού πλαισίου που να το συντρέχει και ασφαλώς από πρακτικές εκπαίδευσης προσαρμοσμένες στην καινούρια πραγματικότητα.
Η πολιτεία αλλά και ο ελεγκτής της τραπεζικής οικονομίας, η Τράπεζα της Ελλάδος δηλαδή, δείχνουν πως επιθυμούν να αγκαλιάσουν θερμά το συνεταιριστικό κίνημα δημιουργώντας μία φλέβα που θα μπορούσε να αιμοδοτεί τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις της περιφέρειας με όρους και κριτήρια που αντιλαμβάνονται τις ιδιαιτερότητες αλλά και τα πλεονεκτήματα μιας τοπικής παραγωγικής διαδικασίας.
Άλλωστε τα χαρακτηριστικά των τοπικών οικονομιών σε πολλές περιπτώσεις διαφέρουν αισθητά από εκείνα της γενικότερης οικονομίας και πάντως υπάρχουν στοιχεία σε τοπικές οικονομίες που μπορούν να δώσουν δυναμική τεράστια ενισχύοντας στο τέλος της ημέρας και τη μεγάλη εικόνα, εκείνη δηλαδή της εθνικής οικονομίας.
Είναι η ίδια η Τράπεζα της Ελλάδος που υποστηρίζει πως:
- Οι Συνεταιριστικές Τράπεζες θα πρέπει, να «χτίσουν» πάνω στις αδυναμίες που ανέδειξε η κρίση, ενισχύοντας τα κεφάλαιά τους και την οργανωτική τους δομή, με έμφαση στη διαχείριση του κινδύνου και τη στήριξη της υγιούς επιχειρηματικότητας.
- Οι τοπικές κοινωνίες και η τοπική αυτοδιοίκηση με τη σειρά τους πρέπει να σταθούν αρωγοί στην προσπάθεια των Συνεταιριστικών Τραπεζών, καθώς η στήριξη επενδυτικών σχεδίων σε τοπικές κοινωνίες που έχουν πληγεί ιδιαίτερα από την κρίση είναι η μόνη διέξοδος για την οριστική επαναφορά της χώρας στον δρόμο της κανονικότητας και της βιώσιμης ανάπτυξης.
Ο πολύ υψηλός βαθμός συγκέντρωσης του τραπεζικού συστήματος στη χώρα μας είναι ίσως μία παράμετρος που δυσκολεύει τα πιστωτικά ιδρύματα να αποκεντρώσουν ουσιαστικά τις δραστηριότητές τους. Τα αιτήματα απομακρυσμένων από την πρωτεύουσα περιοχών έστω και αν πρόκειται για μία γεωγραφία εύρωστων οικονομιών χάνονται τελικώς στη γραφειοκρατία του κέντρου. Και μολονότι υπάρχουν κονδύλια και μάλιστα κοινοτικά που θα μπορούσαν να στηρίξουν τις οικονομίες της επαρχίας ώστε τελικώς να ενισχυθεί ο ενάρετος κύκλος της ανάπτυξης κάτι τέτοιο εκ του αποτελέσματος, συμβαίνει μόνον μερικώς.
Μέσω της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επενδύσεων, που παρέχουν προγράμματα ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας, της ανάπτυξης και της απασχόλησης στις περιφέρειες της Ευρώπης, δίνεται σημαντική ευκαιρία στις συνεταιριστικές τράπεζες να υποστηρίξουν μικρές ελληνικές επιχειρήσεις με τη συμμετοχή τους σε ειδικά προγράμματα χρηματοδοτήσεων, και ενδεχομένως μικροχρηματοδοτήσεων (microfinance) όταν διαμορφωθεί το σχετικό θεσμικό πλαίσιο.
Όπως λοιπόν εξηγεί η Τράπεζα της Ελλάδος δια στόματος του Υποδιοικητή της κ. Μητράκου, χρειάζεται η περαιτέρω ανάπτυξη του συνεταιριστικού τραπεζικού πυλώνα με πελατοκεντρική αντίληψη που θα στηρίζει και θα στηρίζεται από τοπικές παραγωγικές δυνάμεις και την κοινωνική επιχειρηματικότητα. Το μοντέλο των συνεταιριστικών τραπεζών υπηρετεί αξίες και δραστηριότητες που βρίσκονται στον πυρήνα των επιχειρήσεων της κοινωνικής και αλληλέγγυας επιχειρηματικότητας, παρέχοντας κατάλληλα προϊόντα και υπηρεσίες για τις κοινωνικές επιχειρήσεις.
Και έχουν περιθώριο ανάπτυξης οι συνεταιριστικές στη χώρα μας, σε αντίθεση με ό,τι παρατηρείται στην υπόλοιπη Ευρώπη και τούτο διότι το μερίδιο αγοράς των συνεταιριστικών τραπεζών στην Ελλάδα ήταν και παραμένει εξαιρετικά χαμηλό. Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, οι συνεταιριστικές τράπεζες αποτελούν σημαντικό κομμάτι του τραπεζικού τομέα, κατέχοντας κατά μέσο όρο το 1/5 του μεριδίου αγοράς σε δάνεια και καταθέσεις και εξυπηρετώντας 210 εκατομμύρια πελάτες. Μια τέτοια διεύρυνση θα μπορούσε με πολύ λίγη προσπάθεια να υπάρξει αρχικώς για κάποιες περιοχές της χώρας και αργότερα και για άλλες.
Στην Ελλάδα, οι εννέα Συνεταιριστικές Τράπεζες που λειτουργούν σήμερα μέσω ενός δικτύου 87 καταστημάτων, προσφέροντας κυρίως τις βασικές τραπεζικές εργασίες (καταθέσεις - χορηγήσεις), είναι μικρού μεγέθους και κατέχουν μόλις το 1% της αγοράς πιστώσεων, με συνολικές χορηγήσεις προ προβλέψεων 2,8 δισ. ευρώ το Μάρτιο του 2017. Αντιστοίχως μικρά είναι και τα υπόλοιπα βασικά τους μεγέθη. Ενδεικτικά, τον Μάρτιο του 2017 το σύνολο του ενεργητικού τους ανερχόταν σε 2,5 δισ. ευρώ, οι καταθέσεις σε 1,9 δισ. ευρώ και τα εποπτικά ίδια κεφάλαια σε 222 εκατ. ευρώ.
Σε επίπεδο γεωγραφίας η Παγκρήτια Συνεταιριστική Τράπεζα, που αντιπροσωπεύει το ήμισυ του ενεργητικού του συνεταιριστικού τραπεζικού κλάδου, διαθέτει άδεια λειτουργίας σε επίπεδο επικράτειας, τρεις σε επίπεδο όμορων νομών ή διοικητικής περιφέρειας (Χανίων, Ηπείρου, Θεσσαλίας) και πέντε σε επίπεδο νομού (Έβρου, Δράμας, Σερρών, Πιερίας, Καρδίτσας).
Τα παραπάνω δείχνουν να γίνονται αντίληψη και να προσελκύουν σταδιακά το επενδυτικό ενδιαφέρον για τις συνεταιριστικές τράπεζες στο πλαίσιο του εποπτικού διαλόγου που ξεκίνησε η Τράπεζα της Ελλάδος για τα εποπτικά κεφάλαια των εν λόγω τραπεζών, με κατεύθυνση να διατηρηθεί ζωντανός και ακμαίος ο θεσμός. Έτσι μολονότι αρκετές συνεταιριστικές τράπεζες δεν κατάφεραν αν επιβιώσουν άλλες φαίνεται να βλέπουν μπροστά τους το δρόμο της ανάπτυξης.
Μέσω αυτού του εποπτικού διαλόγου, οι συνεταιριστικές τράπεζες ενημερώνονται για τις ετήσιες κεφαλαιακές ανάγκες τους και υποβοηθούνται στην εσωτερική τους διαδικασία αξιολόγησης των λειτουργιών και των επιδόσεών τους.
Η κεφαλαιακή θωράκιση των τραπεζών θα οδηγήσει σε άμεση βελτίωση και της οργανωτικής δομής.
Οι τραπεζικές εργασίες στη χώρα μας έλκουν την καταγωγή τους από πολύ παλιά και μάλιστα με την λογική και την ταυτότητα της συνεταιριστικής ιδέας.
Στην Ελλάδα ο πρώτος πιστωτικός συνεταιρισμός ιδρύθηκε με Βασιλικό Διάταγμα το 1900 στη Λαμία, σε μια εποχή που οι συνεταιριστικές δραστηριότητες δεν ήταν νομικά θεσμοθετημένες στη χώρα μας. Το 1900 ιδρύθηκε στη Λαμία Σωματείο με την επωνυμία «Σύλλογος των Τεχνοεργατών εν Λαμία» από 582 μέλη, το οποίο λειτούργησε ως συνεταιριστική οργάνωση, σύμφωνα με τους κανόνες που τέθηκαν στο καταστατικό του (συμβατική συνεταιριστική διαμόρφωση του σωματίου).
Ο θεσμός των Συνεταιριστικών Τραπεζών, ο οποίος εισάγεται στην Ελλάδα το 1994 με βάση το νομοθετικό πλαίσιο που δημιουργήθηκε το 1992 και στηρίχθηκε στο Νόμο περί Αστικών Συνεταιρισμών, έχει πλέον τη δική του θέση στην ελληνική τραπεζική αγορά, και κατ’ επέκταση στα γενικότερα οικονομικά δρώμενα της χώρας.
Τα πιστωτικά αυτά ιδρύματα ειδικού τύπου βασίστηκαν στις σύγχρονες αρχές του συνεργατισμού και έχουν ένα πολύ βασικό χαρακτηριστικό γνώρισμα: απευθύνονται κυρίως σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις και φυσικά πρόσωπα με προϊόντα προσαρμοσμένα στις εκάστοτε τοπικές συνθήκες και ανάγκες.
Στην παρούσα φάση το θεσμικό αυτό πλαίσιο εκσυγχρονίζεται και ο νομοθέτης επιθυμεί να αντιμετωπίσει ένα νέο περιβάλλον. Ένα περιβάλλον που γεννήθηκε μέσα από μια βαθιά και χρονικά εκτεταμένη οικονομική κρίση που αρχίζει να αναδεικνύει και πάλι τα θετικά στοιχεία των πιστωτικών συνεταιρισμών.
Πηγή: reporter.gr
[post_ads]
ΣΧΟΛΙΑ
Μπορείτε να σχολιάσετε μέσω Facebook ή Blogger (Google) επιλέγοντας την αντίστοιχη καρτέλα από πάνω