Οι πλειστηριασμοί το 2018-2019 θα αναδιαρθρώσουν την ελληνική οικονομία καταστρέφοντας τελειωτικά ένα μεγάλο μέρος του μικρομεσαίου ιστού της και προκαλώντας μεγάλη κοινωνική ζημία. Οι τράπεζες και οι δανειστές θα δράσουν με βάση τα στενά τους συμφέροντα, η οικονομία θα έχει ακόμη πιο αδύναμο μικρομεσαίο τομέα και οι αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας θα χειροτερέψουν κι άλλο.
του Κώστα Λαπαβίτσα
Βαθιά και δομική τραπεζική αδυναμία
Η πίεση που δέχεται η κυβέρνηση από τους δανειστές και τις τράπεζες για να προχωρήσουν οι πλειστηριασμοί είναι τεράστια. Ο χώρος για ελιγμούς είναι ελάχιστος και η κυβέρνηση θα πιει το πικρό ποτήρι μέχρι τέλους. Δυστυχώς τα αποτελέσματα για την οικονομία και την κοινωνία θα είναι βαθιά αρνητικά. Η χώρα βαδίζει και πάλι σε λάθος δρόμο.
Τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας δείχνουν ότι τον Ιούνιο του 2017 οι ελληνικές τράπεζες είχαν συνολικά 45% του ενεργητικού τους σε προβληματική κατάσταση. Είναι τα λεγόμενα Μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα (ΜΕΑ) που είτε δεν εξυπηρετούνται καθόλου, είτε η εξυπηρέτησή τους είναι εξαιρετικά επισφαλής. Πρόκειται για εξωπραγματικό μέγεθος. Δεν υπάρχει τραπεζικό σύστημα παγκοσμίως το οποίο να μπορεί να λειτουργήσει κανονικά με μια τέτοια τρύπα στον ισολογισμό του.
Η κεφαλαιακή επάρκεια των ελληνικών τραπεζών εμφανίζεται ισχυρή, αλλά τα φαινόμενα απατούν. Ο κίνδυνος εσπευσμένης ανακεφαλαιοποίησης λόγω των προβληματικών δανείων ελλοχεύει. Στα προβληματικά δάνεια πρέπει να προστεθεί και η μεγάλη έλλειψη ρευστότητας, δεδομένου ότι οι τράπεζες έχουν χάσει περίπου τις μισές τους καταθέσεις από την αρχή της κρίσης.
Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι σήμερα η πιο απτή απόδειξη της αποτυχίας των μνημονιακών πολιτικών. Έχει πλέον υπερσυγκεντροποιηθεί, με τέσσερις τράπεζες να ελέγχουν περίπου 95% του συστήματος. Απορρόφησε πάνω από 40 δις ευρώ σε επανειλημμένες ανακεφαλαιοποιήσεις, που φορτώθηκε ο ελληνικός λαός. Μεγάλα κομμάτια του έχουν πουληθεί σε ξένους κερδοσκόπους με την εγκληματική ανακεφαλαιοποίηση του Νοεμβρίου 2015. Παραμένει απολύτως δυσλειτουργικό περιορίζοντας συνεχώς τον δανεισμό του προς την οικονομία συνολικά. Στο τέλος του 2016, για παράδειγμα, ο δανεισμός του ήταν 193,3 δις, ενώ τον Οκτώβριο του 2017 είχε μειωθεί στα 184,6 δις.
Δεν υπάρχει απολύτως καμία περίπτωση να μπει η Ελλάδα σε πορεία ταχύρρυθμης ανάπτυξης με τέτοιο τραπεζικό σύστημα. Υπάρχουν φυσικά και πολλοί άλλοι παράγοντες που εμποδίζουν την ανάπτυξη, όπως το χρέος, τα καταστροφικά πλεονάσματα και η φορολογία, η έλλειψη βιομηχανικής πολιτικής. Αλλά η σκέψη και μόνο ότι αυτές οι τράπεζες θα μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν ένα κύμα επενδύσεων στη χώρα είναι φαιδρή.
Οι πλειστηριασμοί θα πλήξουν κυρίως τους μικρομεσαίους
Οι πλειστηριασμοί είναι μια μνημονιακή πολιτική που υποτίθεται ότι θα «εξυγιάνει» το τραπεζικό σύστημα δημιουργώντας προοπτικές ανάπτυξης. Στην πράξη θα έχουν το αντίθετο αποτέλεσμα. Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να γίνει η διαχείριση προβληματικών δανείων, όπως η δημιουργία μιας «κακής» τράπεζας που θα τα απορροφήσει. Οι πλειστηριασμοί μέσα σε ασφυκτικά χρονικά πλαίσια είναι ίσως ο χειρότερος. Το αποτέλεσμα θα είναι η πώληση των δανείων σε τιμή εξαιρετικά χαμηλή, με ισχυρότατες επιπτώσεις για την οικονομία συνολικά. Επιπλέον, οι τράπεζες δεν πρόκειται να απαλλαγούν από επαρκές βάρος προβληματικών χρεών σε εύλογο διάστημα.
Στη βάση των στοιχείων της ΤτΕ για τον Ιούνιο του 2017, τα Μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα (ΜΕΑ) ήταν 26 δις στεγαστικών, 13,2 δις καταναλωτικών και 47,8 δις επιχειρηματικών δανείων. Το κύριο πρόβλημα είναι λοιπόν τα επιχειρηματικά δάνεια, πράγμα αναμενόμενο για μια χώρα που το 2018 θα μπει στον δέκατο χρόνο ύφεσης και στασιμότητας. Από τα επιχειρηματικά ΜΕΑ τα 37,4 δις, δηλαδή το 78%, είναι για δάνεια προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ελεύθερους επαγγελματίες, και πολύ μικρές επιχειρήσεις. Αυτή είναι η πραγματικότητα και όχι οι επικοινωνιακές ιστορίες περί πλούσιων κακοπληρωτών που στρατηγικά επιλέγουν να μην πληρώνουν τα χρέη τους.
Το μνημονιακό πλαίσιο προβλέπει ότι οι τράπεζες είναι υποχρεωμένες να μειώσουν τα συνολικά ΜΕΑ κατά 31,5 δις μέσα στη διετία 2018-19. Οι μέθοδοι για το σκοπό αυτό θα είναι, κατά σειρά, οι διαγραφές, οι ρευστοποιήσεις και οι πωλήσεις. Οι πλειστηριασμοί θα είναι λοιπόν ένας βασικός μοχλός και σε συνδυασμό με τις πωλήσεις (που συχνά και πάλι θα οδηγούν σε πλειστηριασμούς) θα φτάσουν το ύψος των 18 δις.
Αβίαστα προκύπτει το συμπέρασμα ότι το μεγαλύτερο μέρος των πλειστηριασμών θα αφορά μικρομεσαίους, ατομικούς επιχειρηματίες και αγρότες. Τα ΜΕΑ των μεγάλων επιχειρήσεων, ναυτιλιακών και άλλων, είναι περίπου 10 δις. Οι χιλιάδες ακινήτων που θα βγουν στο σφυρί την επόμενη διετία δεν θα είναι μόνο οι πολυτελείς κατοικίες των πλουσίων, αλλά αναγκαστικά και οι περιουσίες ενός μεγάλου στρώματος μικρομεσαίων.
Το καυτό πολιτικό ερώτημα είναι τι θα συμβεί με την πρώτη κατοικία. Η απάντηση είναι απλή: Μετά την κατάργηση του Νόμου Κατσέλη το 2018 δεν θα υπάρχει καμία νομική πρόβλεψη για προστασία της πρώτης κατοικίας. Ο κίνδυνος για τις κατοικίες χιλιάδων μικρομεσαίων νοικοκυριών είναι σαφής. Η περίφημη «συμφωνία κυρίων» με τις τράπεζες να μη βγουν στο σφυρί κατοικίες κάτω των 300.000 ευρώ δεν έχει απολύτως καμία βαρύτητα.
Η χώρα και πάλι σε λάθος δρόμο
Οι πλειστηριασμοί το 2018-19 θα αναδιαρθρώσουν την ελληνική οικονομία καταστρέφοντας τελειωτικά ένα μεγάλο μέρος του μικρομεσαίου ιστού της και προκαλώντας μεγάλη κοινωνική ζημία. Είναι αδιανόητο, μετά από οκτώ χρόνια μνημονίων, μια τέτοια βαθιά αναδιάρθρωση να αφήνεται στα χέρια των δανειστών και των τραπεζών. Θα δράσουν με βάση τα στενά τους συμφέροντα, η οικονομία θα έχει ακόμη πιο αδύναμο μικρομεσαίο τομέα και οι αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας θα χειροτερέψουν κι άλλο. Τέλος, ακόμη και αν οι τράπεζες πετύχουν όλους τους μνημονιακούς στόχους, στο τέλος του 2019 θα συνεχίσουν να κατέχουν 66,7δις ΜΕΑ, κατά την ΤτΕ. Το ποσό θα παραμείνει τεράστιο και θα απαιτηθούν και άλλα μέτρα. Δεν θα έχει λυθεί δηλαδή το πρόβλημα των τραπεζών.
Να σημειωθεί ότι τα πράγματα μπορεί να γίνουν ακόμη χειρότερα αν τελικά ισχύσει η πρόσφατη Προσθετική Οδηγία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η οποία επιτάσσει τα νέα ΜΕΑ των τραπεζών (δηλαδή αυτά που θα εμφανιστούν το 2018-19) να έχουν υψηλότερη κεφαλαιακή κάλυψη. Αν συμβεί αυτό, τότε τα 30,4 δις νέων ΜΕΑ που οι ελληνικές τράπεζες αναμένουν μέχρι το 2019 θα χρειαστούν περισσότερα κεφάλαια. Αυτό σημαίνει ότι ίσως χρειαστεί και νέα ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών το 2018. Μέχρι τώρα η ελληνική κυβέρνηση, πάντα υποχείριο των δανειστών, δεν έχει αντιδράσει στην οδηγία της ΕΚΤ. Η σωτηρία ίσως έρθει από την έντονη ιταλική αντίδραση που έχει ήδη εκδηλωθεί.
Η κυβέρνηση Τσίπρα θα ακολουθήσει πιστά τις επιταγές των δανειστών για να μη θέσει σε κίνδυνο τις εκταμιεύσεις των μνημονιακών ποσών. Φοβάται ότι οποιαδήποτε άλλη αντίδραση θα τινάξει στον αέρα την στρατηγική της να «βγει» στις αγορές το 2018 ώστε να έχει κάποια εκλογικά περιθώρια. Θα διαχειριστεί επικοινωνιακά το θέμα των πλειστηριασμών χρησιμοποιώντας κάθε μέσο και κάθε ψέμα. Για μια ακόμη φορά το τελικό αποτέλεσμα θα είναι τραγικό για τη χώρα και την κοινωνία. Η μόνη προστασία απέναντι στον συνεχιζόμενο παραλογισμό είναι η μαζική αντίδραση με όλα τα μέσα.
[post_ads]
Βαθιά και δομική τραπεζική αδυναμία
Η πίεση που δέχεται η κυβέρνηση από τους δανειστές και τις τράπεζες για να προχωρήσουν οι πλειστηριασμοί είναι τεράστια. Ο χώρος για ελιγμούς είναι ελάχιστος και η κυβέρνηση θα πιει το πικρό ποτήρι μέχρι τέλους. Δυστυχώς τα αποτελέσματα για την οικονομία και την κοινωνία θα είναι βαθιά αρνητικά. Η χώρα βαδίζει και πάλι σε λάθος δρόμο.
Τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας δείχνουν ότι τον Ιούνιο του 2017 οι ελληνικές τράπεζες είχαν συνολικά 45% του ενεργητικού τους σε προβληματική κατάσταση. Είναι τα λεγόμενα Μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα (ΜΕΑ) που είτε δεν εξυπηρετούνται καθόλου, είτε η εξυπηρέτησή τους είναι εξαιρετικά επισφαλής. Πρόκειται για εξωπραγματικό μέγεθος. Δεν υπάρχει τραπεζικό σύστημα παγκοσμίως το οποίο να μπορεί να λειτουργήσει κανονικά με μια τέτοια τρύπα στον ισολογισμό του.
Η κεφαλαιακή επάρκεια των ελληνικών τραπεζών εμφανίζεται ισχυρή, αλλά τα φαινόμενα απατούν. Ο κίνδυνος εσπευσμένης ανακεφαλαιοποίησης λόγω των προβληματικών δανείων ελλοχεύει. Στα προβληματικά δάνεια πρέπει να προστεθεί και η μεγάλη έλλειψη ρευστότητας, δεδομένου ότι οι τράπεζες έχουν χάσει περίπου τις μισές τους καταθέσεις από την αρχή της κρίσης.
Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι σήμερα η πιο απτή απόδειξη της αποτυχίας των μνημονιακών πολιτικών. Έχει πλέον υπερσυγκεντροποιηθεί, με τέσσερις τράπεζες να ελέγχουν περίπου 95% του συστήματος. Απορρόφησε πάνω από 40 δις ευρώ σε επανειλημμένες ανακεφαλαιοποιήσεις, που φορτώθηκε ο ελληνικός λαός. Μεγάλα κομμάτια του έχουν πουληθεί σε ξένους κερδοσκόπους με την εγκληματική ανακεφαλαιοποίηση του Νοεμβρίου 2015. Παραμένει απολύτως δυσλειτουργικό περιορίζοντας συνεχώς τον δανεισμό του προς την οικονομία συνολικά. Στο τέλος του 2016, για παράδειγμα, ο δανεισμός του ήταν 193,3 δις, ενώ τον Οκτώβριο του 2017 είχε μειωθεί στα 184,6 δις.
Δεν υπάρχει απολύτως καμία περίπτωση να μπει η Ελλάδα σε πορεία ταχύρρυθμης ανάπτυξης με τέτοιο τραπεζικό σύστημα. Υπάρχουν φυσικά και πολλοί άλλοι παράγοντες που εμποδίζουν την ανάπτυξη, όπως το χρέος, τα καταστροφικά πλεονάσματα και η φορολογία, η έλλειψη βιομηχανικής πολιτικής. Αλλά η σκέψη και μόνο ότι αυτές οι τράπεζες θα μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν ένα κύμα επενδύσεων στη χώρα είναι φαιδρή.
Οι πλειστηριασμοί θα πλήξουν κυρίως τους μικρομεσαίους
Οι πλειστηριασμοί είναι μια μνημονιακή πολιτική που υποτίθεται ότι θα «εξυγιάνει» το τραπεζικό σύστημα δημιουργώντας προοπτικές ανάπτυξης. Στην πράξη θα έχουν το αντίθετο αποτέλεσμα. Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να γίνει η διαχείριση προβληματικών δανείων, όπως η δημιουργία μιας «κακής» τράπεζας που θα τα απορροφήσει. Οι πλειστηριασμοί μέσα σε ασφυκτικά χρονικά πλαίσια είναι ίσως ο χειρότερος. Το αποτέλεσμα θα είναι η πώληση των δανείων σε τιμή εξαιρετικά χαμηλή, με ισχυρότατες επιπτώσεις για την οικονομία συνολικά. Επιπλέον, οι τράπεζες δεν πρόκειται να απαλλαγούν από επαρκές βάρος προβληματικών χρεών σε εύλογο διάστημα.
Στη βάση των στοιχείων της ΤτΕ για τον Ιούνιο του 2017, τα Μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα (ΜΕΑ) ήταν 26 δις στεγαστικών, 13,2 δις καταναλωτικών και 47,8 δις επιχειρηματικών δανείων. Το κύριο πρόβλημα είναι λοιπόν τα επιχειρηματικά δάνεια, πράγμα αναμενόμενο για μια χώρα που το 2018 θα μπει στον δέκατο χρόνο ύφεσης και στασιμότητας. Από τα επιχειρηματικά ΜΕΑ τα 37,4 δις, δηλαδή το 78%, είναι για δάνεια προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ελεύθερους επαγγελματίες, και πολύ μικρές επιχειρήσεις. Αυτή είναι η πραγματικότητα και όχι οι επικοινωνιακές ιστορίες περί πλούσιων κακοπληρωτών που στρατηγικά επιλέγουν να μην πληρώνουν τα χρέη τους.
Το μνημονιακό πλαίσιο προβλέπει ότι οι τράπεζες είναι υποχρεωμένες να μειώσουν τα συνολικά ΜΕΑ κατά 31,5 δις μέσα στη διετία 2018-19. Οι μέθοδοι για το σκοπό αυτό θα είναι, κατά σειρά, οι διαγραφές, οι ρευστοποιήσεις και οι πωλήσεις. Οι πλειστηριασμοί θα είναι λοιπόν ένας βασικός μοχλός και σε συνδυασμό με τις πωλήσεις (που συχνά και πάλι θα οδηγούν σε πλειστηριασμούς) θα φτάσουν το ύψος των 18 δις.
Αβίαστα προκύπτει το συμπέρασμα ότι το μεγαλύτερο μέρος των πλειστηριασμών θα αφορά μικρομεσαίους, ατομικούς επιχειρηματίες και αγρότες. Τα ΜΕΑ των μεγάλων επιχειρήσεων, ναυτιλιακών και άλλων, είναι περίπου 10 δις. Οι χιλιάδες ακινήτων που θα βγουν στο σφυρί την επόμενη διετία δεν θα είναι μόνο οι πολυτελείς κατοικίες των πλουσίων, αλλά αναγκαστικά και οι περιουσίες ενός μεγάλου στρώματος μικρομεσαίων.
Το καυτό πολιτικό ερώτημα είναι τι θα συμβεί με την πρώτη κατοικία. Η απάντηση είναι απλή: Μετά την κατάργηση του Νόμου Κατσέλη το 2018 δεν θα υπάρχει καμία νομική πρόβλεψη για προστασία της πρώτης κατοικίας. Ο κίνδυνος για τις κατοικίες χιλιάδων μικρομεσαίων νοικοκυριών είναι σαφής. Η περίφημη «συμφωνία κυρίων» με τις τράπεζες να μη βγουν στο σφυρί κατοικίες κάτω των 300.000 ευρώ δεν έχει απολύτως καμία βαρύτητα.
Η χώρα και πάλι σε λάθος δρόμο
Οι πλειστηριασμοί το 2018-19 θα αναδιαρθρώσουν την ελληνική οικονομία καταστρέφοντας τελειωτικά ένα μεγάλο μέρος του μικρομεσαίου ιστού της και προκαλώντας μεγάλη κοινωνική ζημία. Είναι αδιανόητο, μετά από οκτώ χρόνια μνημονίων, μια τέτοια βαθιά αναδιάρθρωση να αφήνεται στα χέρια των δανειστών και των τραπεζών. Θα δράσουν με βάση τα στενά τους συμφέροντα, η οικονομία θα έχει ακόμη πιο αδύναμο μικρομεσαίο τομέα και οι αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας θα χειροτερέψουν κι άλλο. Τέλος, ακόμη και αν οι τράπεζες πετύχουν όλους τους μνημονιακούς στόχους, στο τέλος του 2019 θα συνεχίσουν να κατέχουν 66,7δις ΜΕΑ, κατά την ΤτΕ. Το ποσό θα παραμείνει τεράστιο και θα απαιτηθούν και άλλα μέτρα. Δεν θα έχει λυθεί δηλαδή το πρόβλημα των τραπεζών.
Να σημειωθεί ότι τα πράγματα μπορεί να γίνουν ακόμη χειρότερα αν τελικά ισχύσει η πρόσφατη Προσθετική Οδηγία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η οποία επιτάσσει τα νέα ΜΕΑ των τραπεζών (δηλαδή αυτά που θα εμφανιστούν το 2018-19) να έχουν υψηλότερη κεφαλαιακή κάλυψη. Αν συμβεί αυτό, τότε τα 30,4 δις νέων ΜΕΑ που οι ελληνικές τράπεζες αναμένουν μέχρι το 2019 θα χρειαστούν περισσότερα κεφάλαια. Αυτό σημαίνει ότι ίσως χρειαστεί και νέα ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών το 2018. Μέχρι τώρα η ελληνική κυβέρνηση, πάντα υποχείριο των δανειστών, δεν έχει αντιδράσει στην οδηγία της ΕΚΤ. Η σωτηρία ίσως έρθει από την έντονη ιταλική αντίδραση που έχει ήδη εκδηλωθεί.
Η κυβέρνηση Τσίπρα θα ακολουθήσει πιστά τις επιταγές των δανειστών για να μη θέσει σε κίνδυνο τις εκταμιεύσεις των μνημονιακών ποσών. Φοβάται ότι οποιαδήποτε άλλη αντίδραση θα τινάξει στον αέρα την στρατηγική της να «βγει» στις αγορές το 2018 ώστε να έχει κάποια εκλογικά περιθώρια. Θα διαχειριστεί επικοινωνιακά το θέμα των πλειστηριασμών χρησιμοποιώντας κάθε μέσο και κάθε ψέμα. Για μια ακόμη φορά το τελικό αποτέλεσμα θα είναι τραγικό για τη χώρα και την κοινωνία. Η μόνη προστασία απέναντι στον συνεχιζόμενο παραλογισμό είναι η μαζική αντίδραση με όλα τα μέσα.
[post_ads]
ΣΧΟΛΙΑ
Μπορείτε να σχολιάσετε μέσω Facebook ή Blogger (Google) επιλέγοντας την αντίστοιχη καρτέλα από πάνω