Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΕΩΣ ΑΝΘΙΜΟΣ, προς τους ευλογημένους χριστιανούς της Επαρχίας μας:
Ἀδελφοὶ καὶ ἀδελφές μου,
Θεὸς εἰρήνης, σπλαχνικὸς πατέρας, ἀποστολέας δώρων ἀγάπης καὶ ἐλπίδος, συγχωρὸς ὅλων τῶν ἀνθρώπων»∙ ἔτσι περιγράφεται ὁ Θεὸς κατὰ τὴ συγκεκριμένη Ἑορτή μας, τὴν ὁποία γιορτάζουμε ὄχι έπετειακά, σὰν ἕνα ἱστορικὸ γεγονός, ἀλλὰ τὴν γιορτάζουμε ἐπειδὴ μᾶς ὁδήγησε στὸ φῶς τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ.
Ποιὰ ἄλλη γνώση χρειάζεται ὁ ἄνθρωπος; Ἀφοῦ, ἡ γνώση τοῦ κόσμου, μέσῳ τῆς ἐπιστήμης καὶ τῆς τεχνολογίας, δείχνει μὲ τὸ δάχτυλο Ἐκεῖνον ποὺ δημιούργησε τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν κόσμο. Καὶ ἡ γιορτὴ τῶν Χριστουγέννων ἀνεβάζει τὴν ἀνθρώπινη ἀξία μας σὲ ὕψος ἐξαιρετικό. Ὁ Θεὸς «ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ ν’ ἁρπάξει τὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ τὸν κάνει Θεό»! Νὰ τὸν ἐπαναφέρει στὸν παράδεισο τῆς Βασιλείας Του, ὅπου μᾶς τοποθέτησε, πρὶν ἡ ἀνταρσία τῆς πτώσεως μᾶς ρίξει ναυαγοὺς στὴν ποιότητα καὶ τὴν ποσότητα τῆς βιολογικῆς μας ὑπάρξεως αὐτοῦ τοῦ κόσμου.
Ἔτσι διδάσκει ἡ Ἐκκλησία μας, ἀγαπητοί μου, καὶ «ἡ διδασκαλία αυτὴ δὲν εἶναι θεωρητικὰ λόγια». Εἶναι μιὰ πρόταση ζωῆς, ὄχι ἀπὸ τὶς ἐλάχιστες ποὺ κυκλοφοροῦν, ἀλλὰ ἡ μοναδική! Ἐπειδή, κάθε ἄλλη φιλοσοφικὴ θεωρία συντροφεύει τὸν ἄνθρωπο μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς του. Μόνο ἡ Ἐκκλησία συνοδεύει τὸν ἄνθρωπο καὶ μετὰ τὸν τάφο. Καὶ ὁ Χριστὸς περιμένει τὸν καθένα μας στὸ τέλος τοῦ βίου μας καὶ ἀμέσως μετά, στὴν εἴσοδο τῆς αἰώνιας ζωῆς, «τῆς ὁποίας δὲν ὑπάρχει τέλος».
Αὐτὸ προτείνει ἡ Ἐκκλησία στὸν ἄνθρωπο καὶ στὸν κόσμο. Δὲν τὴν ἐνδιαφέρει νὰ ἀλλάξει τὸν κόσμο, ἀλλὰ νὰ δώσει νόημα, περιεχόμενο, σκοπό, σιγουριά, ὀμορφιὰ καὶ ἐλπίδα στὸν ἄνθρωπο. Τὴν Ἐκκλησία τὴν ἐνδιαφέρει νὰ ἐξηγήσει, νὰ ἑρμηνεύσει, νὰ φωτίσει, νὰ ἐνισχύσει, νὰ παρηγορήσει, νὰ απενοχοποιήσει, να σηκώσει, νὰ ξαναωθήσει τὸν ἄνθρωπο πρὸς τὰ μπροστά, πρὸς τὰ πάνω.
Καὶ ὅλα αὐτά, ἀρχίζουν μὲ τὴ σημερινὴ γιορτή. Χρειάζεται νὰ πάρουμε στὰ σοβαρὰ τὰ Χριστούγεννα. Ὁ θεάνθρωπος Χριστὸς «ἔρχεται καὶ ξανάρχεται» κάθε χρόνο, προκειμένου νὰ τὸν ἐμπιστευθοῦμε. Καὶ δὲν θα παύσει νὰ τὸ κάνει, ὅσο ζοῦμε, ἐπειδὴ ἐλπίζει ὅτι κάποτε, σὲ κάποια στιγμὴ τῆς ζωῆς μας, θὰ ἀνταποκριθοῦμε στὴν προσφορά Του. Δὲν εἶναι μόνο τὰ δῶρα τῆς «κατὰ Χριστὸν ζωῆς» ποὺ μᾶς προσφέρει, ἀλλὰ μᾶς προσφέρεται κι ὁ Ἴδιος γιὰ νὰ ἀποκτήσουμε «ζωὴ καὶ περισσότερο ἀπὸ ζωή».
Κι ὅμως, ὁ κόσμος καὶ φέτος πονάει, ὑποφέρει, φοβᾶται. Ἡ ἀδικία βασιλεύει καὶ τὸ αἷμα πνίγει κάθε ἐλπίδα. Ἡ ἀπληστία σκοτώνει τὸ χαμόγελο πρὶν ἀνθίσει, καὶ τὰ μισόκλειστα μάτια συνταιριάζονται ἀπόλυτα μὲ τὶς σφιγμένες γροθιές. Ἡ ἐμπιστοσύνη ἐξορίστηκε ἀπὸ τὶς ἀνθρώπινες σχέσεις καὶ τὰ αἰσθήματα ἔγιναν ὑπολογισμοί, θησαυρισμένοι στὶς Τράπεζες τοῦ ἐγωϊσμοῦ.
Κι ὅμως σήμερα γιορτάζουμε Χριστούγεννα! Ἐπειδή, ὅσο κι ἂν ἀμαυρώσαμε τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, μέσα μας ἔστω κάπου βαθειά, θυμόμαστε ὅτι κάποτε εἴμαστε ἡ κορωνίδα τῆς Δημιουργίας. Θυμόμαστε ὅτι «κάποτε συνομιλούσαμε μὲ τὸ Θεό». Θυμόμαστε ὅτι «συναποφασίζαμε μαζί Του καὶ συνδημιουργούσαμε». Δὲν ξεχνᾶμε ἀκόμα, ὅτι κάποτε μᾶς «ἐπισκέφθηκε ξανά ἀπὸ ψηλά». Μᾶς ἀναζήτησε στὰ χαμένα καὶ μᾶς βρῆκε. Μᾶς ἀγκάλιασε ξανὰ καὶ μᾶς ἔδωσε τὸ χάρτη ποὺ θὰ μᾶς φέρει πίσω, κοντά Του. Μᾶς ἔδωσε τὸ κλειδὶ νὰ ξανανοίξουμε τὴν κλεισμένη πόρτα καὶ νὰ μποῦμε στὸ πατρικό μας σπίτι.
Γιατὶ δὲν τὸ ἀποφασίζουμε; Γιατὶ προτιμᾶμε «τὰ κουρέλια αὐτῆς τῆς μητριᾶς ζωῆς ἀντὶ τὰ ζεστὰ ροῦχα τῆς μάννας μας Ἐκκλησίας»; Γιατὶ τρεφόμαστε μὲ ξυλοκέρατα, ἀντὶ νὰ πάρουμε τὸν ζεστὸ ἄρτο καὶ τὸ παλιὸ κρασί; Γιατὶ σβύνουμε τὸν ὁρίζοντα τῆς ψυχῆς μας καὶ κονταίνουμε τὰ φτερὰ τῆς καρδιᾶς μας; «Ποῦ ἔμεινε τὸ σῶμα μας ἀπλήγωτο; Σὲ ποιὸ σημεῖο δὲν βάλαμε κατάπλασμα»;
Καιρὸς νὰ σηκωθοῦμε, νὰ ἀνεβοῦμε ψηλότερα. Νὰ σκουπίσουμε τὰ δάκρυα, νὰ γιάνουμε τὶς πληγές μας. Ἡ ἀνθρωπότητα δὲν ἔχει χαμηλότερα νὰ πέσει. Πιὸ πολὺ πολὺ νὰ πεθάνουμε δὲν γίνεται. Νὰ ἐμπιστευθοῦμε τὸν Χριστό. Νὰ ἀποδεχτοῦμε τὸ Εὐαγγέλιο στὴ ζωή μας. Νὰ τιμήσουμε τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο.
Νὰ ἀντιγράψουμε τοὺς ἁγίους μας. Νὰ ἐπιδιώξουμε τὰ Μυστήρια τῆς πίστεώς μας. Νὰ ἀναπαύσουμε τὴν συνείδησή μας καὶ νὰ τὴν ἐλαφρύνουμε ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες. Νὰ προσκαλέσουμε τὴν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νὰ δροσίσει τὴν ζωή μας καὶ νὰ ἀφήσουμε τὴν ὀμορφιὰ τῆς λατρείας τοῦ Χριστοῦ νὰ στολίσει τὴν καθημερινότητα τοῦ βίου μας.
Αὐτὰ θὰ εἶναι Χριστούγεννα, ἀγαπητοί μου, μόνιμα, ἀτελείωτα καὶ χωρὶς διακοπή. Ἂν ἀποφασίσουμε αὐτὴν τὴν ἐπιστροφὴ στὴν Βηθλεέμ, τότε θὰ ἡμερέψουμε καὶ θὰ ἐγκατασταθεῖ «ἐπὶ γῆς ἡ εἰρήνη». Ὅταν ὁ καθένας μας, ὡς οἰκογένειες καὶ ὡς κοινωνία ἐπιστρέψουμε στὸ Θεό, τότε ὁ κόσμος μας θὰ δεῖ τὸ «ἐλθέτω ἡ Βασιλεία Σου» νὰ γίνεται πραγματικότητα. Δὲν ἔχουμε ἄλλο περιθώριο. Ἂς τὸ ἀποφασίσουμε κι ἂς τὸ τολμήσουμε.
Τότε, ὁ Χριστὸς θὰ γεννιέται διαρκῶς μέσα μας. Θὰ ἔρχεται ἡ χάρη Του ραγδαία στὴ ζωή μας. Θὰ ζοῦμε τὴν ζωή Του. Θὰ χαιρόμαστε τὴν σχέση μας μαζί Του.
Αὐτὸ σᾶς εὔχομαι στὰ ἐφετινὰ Χριστούγεννα καὶ παρακαλῶ νὰ εὔχεσθε καὶ σεῖς γιὰ τὸν Ἐπίσκοπό σας.
Θεὸς εἰρήνης, σπλαχνικὸς πατέρας, ἀποστολέας δώρων ἀγάπης καὶ ἐλπίδος, συγχωρὸς ὅλων τῶν ἀνθρώπων»∙ ἔτσι περιγράφεται ὁ Θεὸς κατὰ τὴ συγκεκριμένη Ἑορτή μας, τὴν ὁποία γιορτάζουμε ὄχι έπετειακά, σὰν ἕνα ἱστορικὸ γεγονός, ἀλλὰ τὴν γιορτάζουμε ἐπειδὴ μᾶς ὁδήγησε στὸ φῶς τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ.
Ποιὰ ἄλλη γνώση χρειάζεται ὁ ἄνθρωπος; Ἀφοῦ, ἡ γνώση τοῦ κόσμου, μέσῳ τῆς ἐπιστήμης καὶ τῆς τεχνολογίας, δείχνει μὲ τὸ δάχτυλο Ἐκεῖνον ποὺ δημιούργησε τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν κόσμο. Καὶ ἡ γιορτὴ τῶν Χριστουγέννων ἀνεβάζει τὴν ἀνθρώπινη ἀξία μας σὲ ὕψος ἐξαιρετικό. Ὁ Θεὸς «ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ ν’ ἁρπάξει τὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ τὸν κάνει Θεό»! Νὰ τὸν ἐπαναφέρει στὸν παράδεισο τῆς Βασιλείας Του, ὅπου μᾶς τοποθέτησε, πρὶν ἡ ἀνταρσία τῆς πτώσεως μᾶς ρίξει ναυαγοὺς στὴν ποιότητα καὶ τὴν ποσότητα τῆς βιολογικῆς μας ὑπάρξεως αὐτοῦ τοῦ κόσμου.
Ἔτσι διδάσκει ἡ Ἐκκλησία μας, ἀγαπητοί μου, καὶ «ἡ διδασκαλία αυτὴ δὲν εἶναι θεωρητικὰ λόγια». Εἶναι μιὰ πρόταση ζωῆς, ὄχι ἀπὸ τὶς ἐλάχιστες ποὺ κυκλοφοροῦν, ἀλλὰ ἡ μοναδική! Ἐπειδή, κάθε ἄλλη φιλοσοφικὴ θεωρία συντροφεύει τὸν ἄνθρωπο μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς του. Μόνο ἡ Ἐκκλησία συνοδεύει τὸν ἄνθρωπο καὶ μετὰ τὸν τάφο. Καὶ ὁ Χριστὸς περιμένει τὸν καθένα μας στὸ τέλος τοῦ βίου μας καὶ ἀμέσως μετά, στὴν εἴσοδο τῆς αἰώνιας ζωῆς, «τῆς ὁποίας δὲν ὑπάρχει τέλος».
Αὐτὸ προτείνει ἡ Ἐκκλησία στὸν ἄνθρωπο καὶ στὸν κόσμο. Δὲν τὴν ἐνδιαφέρει νὰ ἀλλάξει τὸν κόσμο, ἀλλὰ νὰ δώσει νόημα, περιεχόμενο, σκοπό, σιγουριά, ὀμορφιὰ καὶ ἐλπίδα στὸν ἄνθρωπο. Τὴν Ἐκκλησία τὴν ἐνδιαφέρει νὰ ἐξηγήσει, νὰ ἑρμηνεύσει, νὰ φωτίσει, νὰ ἐνισχύσει, νὰ παρηγορήσει, νὰ απενοχοποιήσει, να σηκώσει, νὰ ξαναωθήσει τὸν ἄνθρωπο πρὸς τὰ μπροστά, πρὸς τὰ πάνω.
Καὶ ὅλα αὐτά, ἀρχίζουν μὲ τὴ σημερινὴ γιορτή. Χρειάζεται νὰ πάρουμε στὰ σοβαρὰ τὰ Χριστούγεννα. Ὁ θεάνθρωπος Χριστὸς «ἔρχεται καὶ ξανάρχεται» κάθε χρόνο, προκειμένου νὰ τὸν ἐμπιστευθοῦμε. Καὶ δὲν θα παύσει νὰ τὸ κάνει, ὅσο ζοῦμε, ἐπειδὴ ἐλπίζει ὅτι κάποτε, σὲ κάποια στιγμὴ τῆς ζωῆς μας, θὰ ἀνταποκριθοῦμε στὴν προσφορά Του. Δὲν εἶναι μόνο τὰ δῶρα τῆς «κατὰ Χριστὸν ζωῆς» ποὺ μᾶς προσφέρει, ἀλλὰ μᾶς προσφέρεται κι ὁ Ἴδιος γιὰ νὰ ἀποκτήσουμε «ζωὴ καὶ περισσότερο ἀπὸ ζωή».
Κι ὅμως, ὁ κόσμος καὶ φέτος πονάει, ὑποφέρει, φοβᾶται. Ἡ ἀδικία βασιλεύει καὶ τὸ αἷμα πνίγει κάθε ἐλπίδα. Ἡ ἀπληστία σκοτώνει τὸ χαμόγελο πρὶν ἀνθίσει, καὶ τὰ μισόκλειστα μάτια συνταιριάζονται ἀπόλυτα μὲ τὶς σφιγμένες γροθιές. Ἡ ἐμπιστοσύνη ἐξορίστηκε ἀπὸ τὶς ἀνθρώπινες σχέσεις καὶ τὰ αἰσθήματα ἔγιναν ὑπολογισμοί, θησαυρισμένοι στὶς Τράπεζες τοῦ ἐγωϊσμοῦ.
Κι ὅμως σήμερα γιορτάζουμε Χριστούγεννα! Ἐπειδή, ὅσο κι ἂν ἀμαυρώσαμε τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, μέσα μας ἔστω κάπου βαθειά, θυμόμαστε ὅτι κάποτε εἴμαστε ἡ κορωνίδα τῆς Δημιουργίας. Θυμόμαστε ὅτι «κάποτε συνομιλούσαμε μὲ τὸ Θεό». Θυμόμαστε ὅτι «συναποφασίζαμε μαζί Του καὶ συνδημιουργούσαμε». Δὲν ξεχνᾶμε ἀκόμα, ὅτι κάποτε μᾶς «ἐπισκέφθηκε ξανά ἀπὸ ψηλά». Μᾶς ἀναζήτησε στὰ χαμένα καὶ μᾶς βρῆκε. Μᾶς ἀγκάλιασε ξανὰ καὶ μᾶς ἔδωσε τὸ χάρτη ποὺ θὰ μᾶς φέρει πίσω, κοντά Του. Μᾶς ἔδωσε τὸ κλειδὶ νὰ ξανανοίξουμε τὴν κλεισμένη πόρτα καὶ νὰ μποῦμε στὸ πατρικό μας σπίτι.
Γιατὶ δὲν τὸ ἀποφασίζουμε; Γιατὶ προτιμᾶμε «τὰ κουρέλια αὐτῆς τῆς μητριᾶς ζωῆς ἀντὶ τὰ ζεστὰ ροῦχα τῆς μάννας μας Ἐκκλησίας»; Γιατὶ τρεφόμαστε μὲ ξυλοκέρατα, ἀντὶ νὰ πάρουμε τὸν ζεστὸ ἄρτο καὶ τὸ παλιὸ κρασί; Γιατὶ σβύνουμε τὸν ὁρίζοντα τῆς ψυχῆς μας καὶ κονταίνουμε τὰ φτερὰ τῆς καρδιᾶς μας; «Ποῦ ἔμεινε τὸ σῶμα μας ἀπλήγωτο; Σὲ ποιὸ σημεῖο δὲν βάλαμε κατάπλασμα»;
Καιρὸς νὰ σηκωθοῦμε, νὰ ἀνεβοῦμε ψηλότερα. Νὰ σκουπίσουμε τὰ δάκρυα, νὰ γιάνουμε τὶς πληγές μας. Ἡ ἀνθρωπότητα δὲν ἔχει χαμηλότερα νὰ πέσει. Πιὸ πολὺ πολὺ νὰ πεθάνουμε δὲν γίνεται. Νὰ ἐμπιστευθοῦμε τὸν Χριστό. Νὰ ἀποδεχτοῦμε τὸ Εὐαγγέλιο στὴ ζωή μας. Νὰ τιμήσουμε τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο.
Νὰ ἀντιγράψουμε τοὺς ἁγίους μας. Νὰ ἐπιδιώξουμε τὰ Μυστήρια τῆς πίστεώς μας. Νὰ ἀναπαύσουμε τὴν συνείδησή μας καὶ νὰ τὴν ἐλαφρύνουμε ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες. Νὰ προσκαλέσουμε τὴν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νὰ δροσίσει τὴν ζωή μας καὶ νὰ ἀφήσουμε τὴν ὀμορφιὰ τῆς λατρείας τοῦ Χριστοῦ νὰ στολίσει τὴν καθημερινότητα τοῦ βίου μας.
Αὐτὰ θὰ εἶναι Χριστούγεννα, ἀγαπητοί μου, μόνιμα, ἀτελείωτα καὶ χωρὶς διακοπή. Ἂν ἀποφασίσουμε αὐτὴν τὴν ἐπιστροφὴ στὴν Βηθλεέμ, τότε θὰ ἡμερέψουμε καὶ θὰ ἐγκατασταθεῖ «ἐπὶ γῆς ἡ εἰρήνη». Ὅταν ὁ καθένας μας, ὡς οἰκογένειες καὶ ὡς κοινωνία ἐπιστρέψουμε στὸ Θεό, τότε ὁ κόσμος μας θὰ δεῖ τὸ «ἐλθέτω ἡ Βασιλεία Σου» νὰ γίνεται πραγματικότητα. Δὲν ἔχουμε ἄλλο περιθώριο. Ἂς τὸ ἀποφασίσουμε κι ἂς τὸ τολμήσουμε.
Τότε, ὁ Χριστὸς θὰ γεννιέται διαρκῶς μέσα μας. Θὰ ἔρχεται ἡ χάρη Του ραγδαία στὴ ζωή μας. Θὰ ζοῦμε τὴν ζωή Του. Θὰ χαιρόμαστε τὴν σχέση μας μαζί Του.
Αὐτὸ σᾶς εὔχομαι στὰ ἐφετινὰ Χριστούγεννα καὶ παρακαλῶ νὰ εὔχεσθε καὶ σεῖς γιὰ τὸν Ἐπίσκοπό σας.
Εὐχέτης μὲ ἀγάπη καὶ τιμή,
Ὁ Μητροπολίτης σας
† Ὁ Ἀλεξανδρουπόλεως Ἄνθιμος
ΣΧΟΛΙΑ
Μπορείτε να σχολιάσετε μέσω Facebook ή Blogger (Google) επιλέγοντας την αντίστοιχη καρτέλα από πάνω