Οι φωτογραφίες λένε ξυπνούν μνήμες. Ζωντανεύουν συναισθήματα. Αυτό θα έκανα και εγώ. Με τη φωτογραφία ανά χείρας θα προσπαθούσα να ξυπνήσω μνήμες.
της Ουρανίας Πανταζίδου
Αφορμή γι αυτό το άρθρο στάθηκε η παραπάνω ασπρόμαυρη φωτογραφία. Όμορφο παλικάρι, όμως δεν μπορώ να πω με σιγουριά ότι αναγνώρισα ποιος είναι. Γονατιστός δίπλα στη μηχανή του. Πάντα έβγαζε όμορφα παλικάρια το χωριό μας, η Νέα Χηλή Αλεξανδρούπολης.
Ο χωμάτινος δρόμος με το διάσπαρτο άσπρο πετραδάκι είναι η σημερινή οδός Κανάρη. Ο δρόμος που περνά μπροστά από το σχολείο και καταλήγει στο "Καλαμάκι".
Οι φωτογραφίες, λένε, ξυπνούν μνήμες. Ζωντανεύουν συναισθήματα. Αυτό θα έκανα και εγώ. Με τη φωτογραφία ανά χείρας θα προσπαθούσα να ξυπνήσω μνήμες.
– Ωραία μηχανή, του είπα.
– Η "φλορετίτσα μου", μου απάντησε. "Πρέπει να ξεπλύνω το αλάτι και την άμμο από τις ρόδες της".
– Την φροντίζεις βλέπω, θα την αγαπάς πολύ.
Ο νεαρός άνδρας γύρισε και με κοίταξε επίμονα χωρίς να μου μιλήσει. Έστρεψα αμήχανα το βλέμμα στα δεξιά του δρόμου, προς το πέτρινο κεραμοσκέπαστο σχολείο με τον κήπο του.
– Το σχολείο είναι σχετικά καινούριο. Εδώ το κάθε παιδί αναλαμβάνει να ποτίζει και να φροντίζει το δέντρο του. Είναι όμορφος ο κήπος όταν ανθίζουν οι αμυγδαλιές και τα άλλα οπωροφόρα δέντρα.
– Από που έρχεται αυτό το νερό, τον ρώτησα και πάλι, προσπαθώντας να διατηρήσω ανοικτό το δίαυλο επικοινωνίας.
– Από το λαγκάδι που βρίσκεται στο πάρκο. Διασχίζει το σχολείο και βγαίνει σ΄ αυτόν εδώ το σωλήνα και στη συνέχεια τρέχει έως κάτω στη θάλασσα.
Ο νεαρός άνδρας έσκυψε πάλι στη μηχανή του. Βούτηξε το πανί που κρατούσε στην γκιόλα με το τρεχούμενο γλυκό νερό και μ΄ αυτό συνέχισε σιωπηλά να καθαρίζει τις ρόδες. Προς στιγμήν απογοητεύτηκα. Θεώρησα ότι κάπου εκεί είχε τελειώσει η συζήτησή μας και ήμουν έτοιμη να φύγω, όταν ξαφνικά τον ακούω να μου λέει...
– Στο λαγκάδι μπορείς να ξεδιψάσεις. Θα κατέβεις λίγα σκαλοπάτια. Εκεί θα συναντήσεις γυναίκες άλλες να πλένουν τα στρωσίδια τους άλλες τα χόρτα τους. Τα χόρτα τα πηγαίνουν στην πόλη για να τα πουλήσουν. Ακόμη και τα ζωντανά τους στο λαγκάδι θα ξεδιψάσουν. Πάντα συναντάς κόσμο στο λαγκάδι. Παλαιότερα έβγαιναν πολλά νερόφιδα εκεί.
Με τα νερά αυτά ποτίζουν και τους μπαξέδες που απλώνονται πέρα από το σχολείο. Το πρόγραμμα του ποτίσματος το τηρούν με ευλάβεια οι γυναίκες. Ποια ώρα θα κλείσει το ένα κανάλι για να πάρει νερό ο διπλανός μπαξές. Ουαί και αλίμονο όμως εάν κάποια θελήσει να κάνει τα δικά της και πάει να κλέψει τη σειρά. Οι φωνές τους θα ξεσηκώσουν το χωριό. Αν υπάρχουν μαλλιοτραβήγματα, θα σας γελάσω. Όμως οι τσακωμοί γίνονται θέμα στις αυλές. Το κοινωνικό σχόλιο, που λένε...
Εδώ στο λαγκάδι από παλιά, κάθε Πρωτοχρονιά, πριν τα μεσάνυχτα κατεβαίνουν κοπέλες κρατώντας αναμμένες λάμπες για να πάρουν νερό από την πηγή. Λένε πως το νερό αυτό έχει μαγικές ιδιότητες και πως αν λουστούν μ΄ αυτό θα έχουν λαμπερά και όμορφα μαλλιά. Καλότυχη είναι αυτή που πρώτη θα φθάσει εδώ, λίγα λεπτά πριν την αλλαγή του χρόνου. Η κάθε κοπέλα θα φέρει μαζί της ένα κομμάτι πίτα ή γλυκό. Για τις νεράιδες της πηγής, για τα πουλιά, ποιος ξέρει. Είναι ευλογία το λαγκάδι για το χωριό.
Τα καλοκαίρια στο πάρκο κατασκηνώνουν στρατιώτες. Έχουν και το στρατιωτικό γιατρό τους, ο οποίος φροντίζει και τους κατοίκους του χωριού. Υπάρχει και ένα μικρό εκκλησάκι, αφιερωμένο στην Αγία Μαρίνα.
Με βλέπει που κοιτώ προς τα αριστερά του δρόμου όπου απλώνονται τα χωράφια και η πέτρινη εκκλησία. Αντιλαμβάνομαι πως ο συνομιλητής μου έχει διάθεση για κουβέντα. Έτσι τον ενθαρρύνω. Τον ρωτώ για την εκκλησία και τις διάσπαρτες τζιτζιφιές που βρίσκονται μέσα στα χωράφια.
– Τα χωράφια έχουν διαφορετικά χρώματα, ανάλογα με τις εποχές. Παλαιότερα είχε πιο πολλές τζιτζιφιές. Τώρα έχουν μείνει κάποια δέντρα χαμηλά προς τη θάλασσα. Κάτω από μια τζιτζιφιά δυο κορίτσια έφτιαξαν ένα σπιτάκι για να παίζουν. Μαζεύονται πολλά παιδιά εκεί. Πόσα μυστικά δεν κρύβουν αυτά τα δέντρα. Η τζιτζιφιά πρωτάκουσε τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα. Σε μια τζιτζιφιά κρέμασε ένας πατέρας το γιο του με το φίλο του όταν τους βρήκε κρυφά να καπνίζουν. Τους άρπαξε και τους δυο και τους κρέμασε από το κλαδί, για τιμωρία.
Στις τζιτζιφιές μας πήγαιναν εκδρομές με το σχολείο. Μπροστά τα κορίτσια να τραγουδούν "Ο Μενούσης, ο Μπιρμπίλης, ο Μεμέταγας, σε κρασοπουλειό πηγαίνουν για να φαν να πιουν...". Και πίσω εμείς να τις κοροϊδεύουμε μα ταυτόχρονα να σκιρτάει το φυλλοκάρδι μας.
Ένας ψίθυρος βγαίνει από τα χείλη του νεαρού άνδρα. Κι η μηχανή ακούει... "Τα φυλλοκάρδια σου φτερά, φτερά τα κάνεις και πετάς καρδιά μου, Καρδιά μου αλήτισσα...".
Διαπιστώνω ότι ο συνομιλητής μου είναι πιο άνετος τώρα. Το τραγούδι αγγίζει ψυχές, είναι εξομολόγηση.
– Κάτω στην παραλία, μέσα στη θάλασσα είναι το ξύλινο γεφυράκι. Εκεί μαζεύονται τα παιδιά και σήμερα, για να κάνουν βουτιές και να παίξουν. Αλλά και επισκέπτες έχουμε πολλούς τα καλοκαίρια. Το εξοχικό κέντρο γεμίζει από κόσμο.
Μόνοι μας μαθαίνουμε να κολυμπάμε. Κάποιοι γονείς δεν αφήνουν τα παιδιά τους να κατεβαίνουν στη θάλασσα. Πως να συγκρατήσεις όμως το παιδί από το παιχνίδι. Ακόμη και αν του απαγορεύσεις κάποια πράγματα, αυτό θα βρει τον τρόπο... Μας έλεγε μια φίλη πως κάθε φορά που επέστρεφε στο σπίτι η μητέρα της, τής έγλυφε τα χέρια. Όπως και να το κάνουμε μιαν αλμύρα την είχε επάνω της. Το ξύλο ήταν η τιμωρία της. Και οι γονείς μας βαράνε, δεν αστειεύονται. Έτσι και αυτή ερχόταν πρώτα από εδώ, ξέπλενε τα χέρια της κάτω από το σωλήνα και ύστερα επέστρεφε στο σπίτι.
Στο τέρμα αυτού του δρόμου, αριστερότερα υψώνεται η νεόκτιστη πέτρινη εκκλησία του Αγίου Γεωργίου. Χτίστηκε την ίδια περίοδο με το σχολείο μας, αμέσως μετά τον εμφύλιο πόλεμο. Από την απέναντι πλευρά του δρόμου υπάρχουν οι μαχαλάδες με τα μικρά ασπρισμένα σπιτάκια. Χαμηλά, χωρίς σκαλοπάτια και όλα με κεραμίδια. Τις μέρες του Πάσχα ασπρίζουν τα σπίτια και τις αυλές, για να μοσχοβολούν πάστρα.
Πρόσεξα πως ο ξέγνοιαστος καβαλάρης με τη φλορέτα χάθηκε και πάλι στη σιωπή του. Που να το φανταζόταν ο Γερμανός Alfred Kreidler ότι η μηχανή θρύλος που έφτιαξε το 1951 για τους γερμανικούς δρόμους, θα είχε έναν θαυμαστή, εδώ στη Νέα Χηλή.
Ευχαρίστησα τον αναπάντεχο ξεναγό μου.
Σήμερα η οδός Κανάρη είναι πολυσύχναστη, με καταστήματα εστίασης και αναψυχής καθώς και πολυκατοικίες. Ο δρόμος πλημμυρίζει από τις φωνές των παιδιών του Δημοτικού Σχολείου. Είναι ο ίδιος δρόμος που οδηγεί στην παραλία "Καλαμάκι".
Ουρανία Πανταζίδου
Υποπλοίαρχος Π.Ν. (ε.α)
[post_ads]
Αφορμή γι αυτό το άρθρο στάθηκε η παραπάνω ασπρόμαυρη φωτογραφία. Όμορφο παλικάρι, όμως δεν μπορώ να πω με σιγουριά ότι αναγνώρισα ποιος είναι. Γονατιστός δίπλα στη μηχανή του. Πάντα έβγαζε όμορφα παλικάρια το χωριό μας, η Νέα Χηλή Αλεξανδρούπολης.
Ο χωμάτινος δρόμος με το διάσπαρτο άσπρο πετραδάκι είναι η σημερινή οδός Κανάρη. Ο δρόμος που περνά μπροστά από το σχολείο και καταλήγει στο "Καλαμάκι".
Οι φωτογραφίες, λένε, ξυπνούν μνήμες. Ζωντανεύουν συναισθήματα. Αυτό θα έκανα και εγώ. Με τη φωτογραφία ανά χείρας θα προσπαθούσα να ξυπνήσω μνήμες.
– Ωραία μηχανή, του είπα.
– Η "φλορετίτσα μου", μου απάντησε. "Πρέπει να ξεπλύνω το αλάτι και την άμμο από τις ρόδες της".
– Την φροντίζεις βλέπω, θα την αγαπάς πολύ.
Ο νεαρός άνδρας γύρισε και με κοίταξε επίμονα χωρίς να μου μιλήσει. Έστρεψα αμήχανα το βλέμμα στα δεξιά του δρόμου, προς το πέτρινο κεραμοσκέπαστο σχολείο με τον κήπο του.
– Το σχολείο είναι σχετικά καινούριο. Εδώ το κάθε παιδί αναλαμβάνει να ποτίζει και να φροντίζει το δέντρο του. Είναι όμορφος ο κήπος όταν ανθίζουν οι αμυγδαλιές και τα άλλα οπωροφόρα δέντρα.
– Από που έρχεται αυτό το νερό, τον ρώτησα και πάλι, προσπαθώντας να διατηρήσω ανοικτό το δίαυλο επικοινωνίας.
– Από το λαγκάδι που βρίσκεται στο πάρκο. Διασχίζει το σχολείο και βγαίνει σ΄ αυτόν εδώ το σωλήνα και στη συνέχεια τρέχει έως κάτω στη θάλασσα.
Ο νεαρός άνδρας έσκυψε πάλι στη μηχανή του. Βούτηξε το πανί που κρατούσε στην γκιόλα με το τρεχούμενο γλυκό νερό και μ΄ αυτό συνέχισε σιωπηλά να καθαρίζει τις ρόδες. Προς στιγμήν απογοητεύτηκα. Θεώρησα ότι κάπου εκεί είχε τελειώσει η συζήτησή μας και ήμουν έτοιμη να φύγω, όταν ξαφνικά τον ακούω να μου λέει...
– Στο λαγκάδι μπορείς να ξεδιψάσεις. Θα κατέβεις λίγα σκαλοπάτια. Εκεί θα συναντήσεις γυναίκες άλλες να πλένουν τα στρωσίδια τους άλλες τα χόρτα τους. Τα χόρτα τα πηγαίνουν στην πόλη για να τα πουλήσουν. Ακόμη και τα ζωντανά τους στο λαγκάδι θα ξεδιψάσουν. Πάντα συναντάς κόσμο στο λαγκάδι. Παλαιότερα έβγαιναν πολλά νερόφιδα εκεί.
Με τα νερά αυτά ποτίζουν και τους μπαξέδες που απλώνονται πέρα από το σχολείο. Το πρόγραμμα του ποτίσματος το τηρούν με ευλάβεια οι γυναίκες. Ποια ώρα θα κλείσει το ένα κανάλι για να πάρει νερό ο διπλανός μπαξές. Ουαί και αλίμονο όμως εάν κάποια θελήσει να κάνει τα δικά της και πάει να κλέψει τη σειρά. Οι φωνές τους θα ξεσηκώσουν το χωριό. Αν υπάρχουν μαλλιοτραβήγματα, θα σας γελάσω. Όμως οι τσακωμοί γίνονται θέμα στις αυλές. Το κοινωνικό σχόλιο, που λένε...
Εδώ στο λαγκάδι από παλιά, κάθε Πρωτοχρονιά, πριν τα μεσάνυχτα κατεβαίνουν κοπέλες κρατώντας αναμμένες λάμπες για να πάρουν νερό από την πηγή. Λένε πως το νερό αυτό έχει μαγικές ιδιότητες και πως αν λουστούν μ΄ αυτό θα έχουν λαμπερά και όμορφα μαλλιά. Καλότυχη είναι αυτή που πρώτη θα φθάσει εδώ, λίγα λεπτά πριν την αλλαγή του χρόνου. Η κάθε κοπέλα θα φέρει μαζί της ένα κομμάτι πίτα ή γλυκό. Για τις νεράιδες της πηγής, για τα πουλιά, ποιος ξέρει. Είναι ευλογία το λαγκάδι για το χωριό.
Τα καλοκαίρια στο πάρκο κατασκηνώνουν στρατιώτες. Έχουν και το στρατιωτικό γιατρό τους, ο οποίος φροντίζει και τους κατοίκους του χωριού. Υπάρχει και ένα μικρό εκκλησάκι, αφιερωμένο στην Αγία Μαρίνα.
Με βλέπει που κοιτώ προς τα αριστερά του δρόμου όπου απλώνονται τα χωράφια και η πέτρινη εκκλησία. Αντιλαμβάνομαι πως ο συνομιλητής μου έχει διάθεση για κουβέντα. Έτσι τον ενθαρρύνω. Τον ρωτώ για την εκκλησία και τις διάσπαρτες τζιτζιφιές που βρίσκονται μέσα στα χωράφια.
– Τα χωράφια έχουν διαφορετικά χρώματα, ανάλογα με τις εποχές. Παλαιότερα είχε πιο πολλές τζιτζιφιές. Τώρα έχουν μείνει κάποια δέντρα χαμηλά προς τη θάλασσα. Κάτω από μια τζιτζιφιά δυο κορίτσια έφτιαξαν ένα σπιτάκι για να παίζουν. Μαζεύονται πολλά παιδιά εκεί. Πόσα μυστικά δεν κρύβουν αυτά τα δέντρα. Η τζιτζιφιά πρωτάκουσε τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα. Σε μια τζιτζιφιά κρέμασε ένας πατέρας το γιο του με το φίλο του όταν τους βρήκε κρυφά να καπνίζουν. Τους άρπαξε και τους δυο και τους κρέμασε από το κλαδί, για τιμωρία.
Στις τζιτζιφιές μας πήγαιναν εκδρομές με το σχολείο. Μπροστά τα κορίτσια να τραγουδούν "Ο Μενούσης, ο Μπιρμπίλης, ο Μεμέταγας, σε κρασοπουλειό πηγαίνουν για να φαν να πιουν...". Και πίσω εμείς να τις κοροϊδεύουμε μα ταυτόχρονα να σκιρτάει το φυλλοκάρδι μας.
Ένας ψίθυρος βγαίνει από τα χείλη του νεαρού άνδρα. Κι η μηχανή ακούει... "Τα φυλλοκάρδια σου φτερά, φτερά τα κάνεις και πετάς καρδιά μου, Καρδιά μου αλήτισσα...".
Διαπιστώνω ότι ο συνομιλητής μου είναι πιο άνετος τώρα. Το τραγούδι αγγίζει ψυχές, είναι εξομολόγηση.
– Κάτω στην παραλία, μέσα στη θάλασσα είναι το ξύλινο γεφυράκι. Εκεί μαζεύονται τα παιδιά και σήμερα, για να κάνουν βουτιές και να παίξουν. Αλλά και επισκέπτες έχουμε πολλούς τα καλοκαίρια. Το εξοχικό κέντρο γεμίζει από κόσμο.
Το "Καλαμάκι" με το μικρό ξύλινο γεφυράκι (φώτο από Γραφική Παλιά Αλεξανδρούπολη) |
Μόνοι μας μαθαίνουμε να κολυμπάμε. Κάποιοι γονείς δεν αφήνουν τα παιδιά τους να κατεβαίνουν στη θάλασσα. Πως να συγκρατήσεις όμως το παιδί από το παιχνίδι. Ακόμη και αν του απαγορεύσεις κάποια πράγματα, αυτό θα βρει τον τρόπο... Μας έλεγε μια φίλη πως κάθε φορά που επέστρεφε στο σπίτι η μητέρα της, τής έγλυφε τα χέρια. Όπως και να το κάνουμε μιαν αλμύρα την είχε επάνω της. Το ξύλο ήταν η τιμωρία της. Και οι γονείς μας βαράνε, δεν αστειεύονται. Έτσι και αυτή ερχόταν πρώτα από εδώ, ξέπλενε τα χέρια της κάτω από το σωλήνα και ύστερα επέστρεφε στο σπίτι.
Στο τέρμα αυτού του δρόμου, αριστερότερα υψώνεται η νεόκτιστη πέτρινη εκκλησία του Αγίου Γεωργίου. Χτίστηκε την ίδια περίοδο με το σχολείο μας, αμέσως μετά τον εμφύλιο πόλεμο. Από την απέναντι πλευρά του δρόμου υπάρχουν οι μαχαλάδες με τα μικρά ασπρισμένα σπιτάκια. Χαμηλά, χωρίς σκαλοπάτια και όλα με κεραμίδια. Τις μέρες του Πάσχα ασπρίζουν τα σπίτια και τις αυλές, για να μοσχοβολούν πάστρα.
Πρόσεξα πως ο ξέγνοιαστος καβαλάρης με τη φλορέτα χάθηκε και πάλι στη σιωπή του. Που να το φανταζόταν ο Γερμανός Alfred Kreidler ότι η μηχανή θρύλος που έφτιαξε το 1951 για τους γερμανικούς δρόμους, θα είχε έναν θαυμαστή, εδώ στη Νέα Χηλή.
Ευχαρίστησα τον αναπάντεχο ξεναγό μου.
Σήμερα η οδός Κανάρη είναι πολυσύχναστη, με καταστήματα εστίασης και αναψυχής καθώς και πολυκατοικίες. Ο δρόμος πλημμυρίζει από τις φωνές των παιδιών του Δημοτικού Σχολείου. Είναι ο ίδιος δρόμος που οδηγεί στην παραλία "Καλαμάκι".
Ουρανία Πανταζίδου
Υποπλοίαρχος Π.Ν. (ε.α)
[post_ads]
ΣΧΟΛΙΑ
Μπορείτε να σχολιάσετε μέσω Facebook ή Blogger (Google) επιλέγοντας την αντίστοιχη καρτέλα από πάνω