Ο άλλος που, κατά Levinas, είναι απαραίτητος στη σχέση μου με τον Θεό δεν παύει να είναι ο Χριστός, όποιος κι αν είναι αυτός ο άλλος. Ε, λοιπόν, αυτόν τον άλλον δείχνει ο Χριστός στο ευαγγέλιο της Κυριακής. Αυτός ο άλλος γίνεται ξένος.
«Μήπως η φιλοξενία συνίσταται στο να υποβάλλεις ερωτήματα στον ερχόμενο, ρωτώντας πρώτα απ’ όλα το όνομα του ή μήπως η φιλοξενία αρχίζει με την υποδοχή χωρίς ερώτηση;». Είναι καταλυτικής σημασίας η ερώτηση που θέτει ο Jacques Derrida στο περίφημο έργο του «Περί φιλοξενίας», σε τέτοιο βαθμό που μας εισάγει στην θεώρηση του άλλου, του ξένου.
Το ευαγγέλιο της Κυριακής των Απόκρεω (Ματθ. 25, 31-46) έρχεται να συντρίψει κάθε νενομισμένο ηθικισμό και ευσεβισμό. Αποτελώντας ένα πνευματικό μανιφέστο, δίνει γροθιά στον ολοκληρωτισμό της ειδωλικής εικόνας που χρεώνεται η ηθική, η οποία παραφρασμένη, σε μία τέτοια περίπτωση, λειτουργεί την ατομικότητα παρά τη σχεσιακή κατάσταση και την συνοδικότητα της κοινωνικής συνύπαρξης. Το ευαγγέλιο αυτό απαγορεύεται σε όσους θεωρούν πως οι μεταφυσικές ανησυχίες και προοπτικές αυτών των ανησυχιών συνάδουν με μία προσωπική αντιμετώπιση υπό τη θεώρηση της ατομικότητας, όπως την εκπέμπει η θρησκευτικότητα.
Το ευαγγέλιο αυτό βάζει τα πράγματα στη θέση τους. Ξεκαθαρίζει το ομιχλώδες τοπίο της σωτηρίας που δεν αποτελεί υπόθεση ενός ατόμου αλλά υπόθεση προσώπων που κοινωνούν το εκκλησιαστικό πνεύμα εντός της εκφραστικής αποδοχής της ετερότητας στην ομοουσιότητα. Με άλλα λόγια, η σωτηρία περνάει στο επίπεδο της συλλογικότητας, είναι θέμα αντίληψης και συναντίληψης των προσώπων που δεν αποτελούν άτομα αλλά πρόσωπα, αναπτυσσόμενα σε σχέση.
Ο Χριστός ξεκαθαρίζει τα πράγματα. Και τα ξεκαθαρίζει καθιστώντας σαφές με τον πιο ισχυρό λόγο και τρόπο, το δίλλημα της σωτηρίας. Ποιο είναι αυτό; Η σωτηρία του εαυτού μου μέσα από τον εαυτό μου ή η σωτηρία μου μέσα από τον άλλον, τους άλλους; Εδώ κάνει την έκπληξη ο Χριστός. Σου λέει μέσα από το ευαγγέλιο, κοίταξε να δεις, εάν θες να σωθείς και να γευτείς τον παράδεισο, θα περάσεις από τους άλλους, οι οποίοι είναι εικόνα δική μου. Δεν αφήνει περιθώρια για παρερμηνείες ο Χριστός. Θες να σωθείς; Ο άλλος είναι ο δρόμος για τη σωτηρία σου. Δεν περνάνε εδώ οι ατομικιστικές ευσέβειες. Θες να σωθείς; Αγάπησε τον άλλον, δέξου τον άλλον, οικειώσου τον, σαρκώσου στον άλλον, άδειασε τον εαυτό σου.
Αναφερόμενος στην ημέρα της μελλούσης κρίσεως, ο Χριστός γίνεται το πιο απογοητευτικό πρόσωπο και η διδασκαλία του ακόμη πιο απαγορευτική. Απογοητευτικός για όσους πίστευαν πως η δικαίωση αποτελεί προσωπικό καημό και απαγορευτική η διδασκαλία του για όσους εμμένουν στο γράμμα του νόμου, στη λατρεία του τύπου και στην εξορία της ουσίας των πραγμάτων. Θεωρώ πως το ευαγγέλιο αυτό χτυπάει ένα ισχυρό μέρος της εκκλησιαστικής υποκρισίας, όλων εκείνων των προσώπων που επιμένουν στην αυτοδικαίωση τους.
Ο άλλος που, κατά Levinas, είναι απαραίτητος στη σχέση μου με τον Θεό δεν παύει να είναι ο Χριστός, όποιος κι αν είναι αυτός ο άλλος. Ε, λοιπόν, αυτόν τον άλλον δείχνει ο Χριστός στο ευαγγέλιο της Κυριακής. Αυτός ο άλλος γίνεται ξένος. Ο πιο ξένος μου, ο πιο διαφορετικός μου. Διαφορετικός σε όλα, θρησκεία, χρώμα, κοινωνία, πεποιθήσεις. Πέρα, βέβαια, από τον ξένο του Derrida, υπάρχει και ένας άλλος ξένος. Και το διαφορετικό σ’ αυτό είναι πως δεν πρόκειται για έναν ξένο άνθρωπο αλλά για τον ξένο Χριστό. Εκείνον τον ξένο του δοξαστικού της Μ. Παρασκευής, «τὸν ἐκ βρέφους ὡς ξένον ξενωθέντα ἐν κόσμῳ».
Σύμφωνα με το ευαγγέλιο της Κυριακής, ο Χριστός αναφέρεται στον τρόπο που θα κρίνει την ανθρωπότητα. Αναποδογυρίζει τα πράγματα και αναφέρεται σε μία μεταξίωση, σε ένα αναποδογύρισμα ων ηθικών αξιών. Κι εκεί που κάθε ευσεβιστική και ηθικιστική φωνή εντός των τειχών της Εκκλησίας θα περίμενε τη δικαίωση, ο Χριστός δεν αναφέρεται στην εγκράτεια, στην προσευχή, στις μετάνοιες, στη σιωπή, στη νηστεία, χωρίς να μπαίνουν όλα αυτά στο περιθώριο. Δείχνει όμως με τους λόγους τους πως δεν σώζουν αυτά. Ο παράδεισος ξεκινάει από τον άλλον. Ο λόγος του πλέον θυμίζει ενέργεια, ασκητική διάθεση, αγαθή προαίρεση προς τον πλησίον, τον άλλον, τον ξένο. Ο πεινασμένος, ο κουρελιασμένος, ο άρρωστος, ο φυλακισμένος, όλο αυτοί γίνονται τα πρόσωπα που καθιστούν τη σωτηρία ως βρώσιμο και όχι ως απαγορευμένο καρπό.
Τέλος τα ψέμματα. Δεν περνάει η σωτηρία μέσα από το πόσο αγρυπνώ, νηστεύω από λάδι, κάνω μετάνοιες στο δωμάτιο μου, δείχνω σκυθρωπός από τη νηστεία, γίνομαι εγκρατής για τον εαυτό μου, εκκλησιάζομαι. Αυτά είναι ευαίσθητα σημεία της προσωπικής μου έκφρασης και αφορούν εμένα, την πνευματική μου ωρίμανση, πορεία προς τη χαρισματική ολοκλήρωση. Όχι όμως τη σωτηρία μου. Η σωτηρία δεν περνάει μέσα από την ατομικότητα που αποτελεί στοιχείο της θρησκευτικότητας. Περνάει μέσα από τον άλλον. Από τη διάθεση μου απέναντι στον άλλον, την προαίρεση μου, το πώς κινώ την ελευθερία μου προς τον άλλον, το πώς ενεργώ προς τον άλλον. Να λοιπόν που ο τρόπος και πάλι αναδεικνύεται καθοριστικός για την εξέλιξη των πραγμάτων, για τα ίδια τα πράγματα.
Πιστεύω πως απέχουμε πολύ από την ουσία των πραγμάτων. Στην Εκκλησία, πολλές φορές, βαραίνουμε από αγκυλώσεις και αλλοιώσεις του αληθινού πνεύματος του ευαγγελίου, της ζωής, των μεταφυσικών προοπτικών μας. Κοιτάζουμε να τακτοποιήσουμε τον εαυτό μας, μας ενδιαφέρουν πανηγυρικές πνευματικές φιέστες και ένας άλλος σε εξορία. Ποτέ δεν κοιτάξαμε την ουσία, την ομορφιά της ουσίας. Γιατί να την κοιτάξουμε τώρα; Κάποτε, ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας κ.κ. Αναστάσιος, θέλοντας να δείξει την πνευματική φτώχεια μας, είπε τα εξής: «Πήγα στην Αφρική, με ρώτησαν τι είναι τα υποστατικά ιδιώματα της Αγίας Τριάδας. Πήγα μετά στην Ασία και με ρώτησαν αν μπορούμε να μετέχουμε στις άκτιστες ενέργειες του Θεού. Επέστρεψα στην Ελλάδα και με ρωτούσαν αν κάνει η γυναίκα να φορά παντελόνι». Κι εμείς ασχολούμαστε με τρίχες…
Πρεσβύτερος Ηρακλής Φίλιος
Κληρικός Ι.Μ. Σταγών & Μετεώρων
Βαλκανιολόγος, Θεολόγος
Το ευαγγέλιο της Κυριακής των Απόκρεω (Ματθ. 25, 31-46) έρχεται να συντρίψει κάθε νενομισμένο ηθικισμό και ευσεβισμό. Αποτελώντας ένα πνευματικό μανιφέστο, δίνει γροθιά στον ολοκληρωτισμό της ειδωλικής εικόνας που χρεώνεται η ηθική, η οποία παραφρασμένη, σε μία τέτοια περίπτωση, λειτουργεί την ατομικότητα παρά τη σχεσιακή κατάσταση και την συνοδικότητα της κοινωνικής συνύπαρξης. Το ευαγγέλιο αυτό απαγορεύεται σε όσους θεωρούν πως οι μεταφυσικές ανησυχίες και προοπτικές αυτών των ανησυχιών συνάδουν με μία προσωπική αντιμετώπιση υπό τη θεώρηση της ατομικότητας, όπως την εκπέμπει η θρησκευτικότητα.
Το ευαγγέλιο αυτό βάζει τα πράγματα στη θέση τους. Ξεκαθαρίζει το ομιχλώδες τοπίο της σωτηρίας που δεν αποτελεί υπόθεση ενός ατόμου αλλά υπόθεση προσώπων που κοινωνούν το εκκλησιαστικό πνεύμα εντός της εκφραστικής αποδοχής της ετερότητας στην ομοουσιότητα. Με άλλα λόγια, η σωτηρία περνάει στο επίπεδο της συλλογικότητας, είναι θέμα αντίληψης και συναντίληψης των προσώπων που δεν αποτελούν άτομα αλλά πρόσωπα, αναπτυσσόμενα σε σχέση.
Ο Χριστός ξεκαθαρίζει τα πράγματα. Και τα ξεκαθαρίζει καθιστώντας σαφές με τον πιο ισχυρό λόγο και τρόπο, το δίλλημα της σωτηρίας. Ποιο είναι αυτό; Η σωτηρία του εαυτού μου μέσα από τον εαυτό μου ή η σωτηρία μου μέσα από τον άλλον, τους άλλους; Εδώ κάνει την έκπληξη ο Χριστός. Σου λέει μέσα από το ευαγγέλιο, κοίταξε να δεις, εάν θες να σωθείς και να γευτείς τον παράδεισο, θα περάσεις από τους άλλους, οι οποίοι είναι εικόνα δική μου. Δεν αφήνει περιθώρια για παρερμηνείες ο Χριστός. Θες να σωθείς; Ο άλλος είναι ο δρόμος για τη σωτηρία σου. Δεν περνάνε εδώ οι ατομικιστικές ευσέβειες. Θες να σωθείς; Αγάπησε τον άλλον, δέξου τον άλλον, οικειώσου τον, σαρκώσου στον άλλον, άδειασε τον εαυτό σου.
Αναφερόμενος στην ημέρα της μελλούσης κρίσεως, ο Χριστός γίνεται το πιο απογοητευτικό πρόσωπο και η διδασκαλία του ακόμη πιο απαγορευτική. Απογοητευτικός για όσους πίστευαν πως η δικαίωση αποτελεί προσωπικό καημό και απαγορευτική η διδασκαλία του για όσους εμμένουν στο γράμμα του νόμου, στη λατρεία του τύπου και στην εξορία της ουσίας των πραγμάτων. Θεωρώ πως το ευαγγέλιο αυτό χτυπάει ένα ισχυρό μέρος της εκκλησιαστικής υποκρισίας, όλων εκείνων των προσώπων που επιμένουν στην αυτοδικαίωση τους.
Ο άλλος που, κατά Levinas, είναι απαραίτητος στη σχέση μου με τον Θεό δεν παύει να είναι ο Χριστός, όποιος κι αν είναι αυτός ο άλλος. Ε, λοιπόν, αυτόν τον άλλον δείχνει ο Χριστός στο ευαγγέλιο της Κυριακής. Αυτός ο άλλος γίνεται ξένος. Ο πιο ξένος μου, ο πιο διαφορετικός μου. Διαφορετικός σε όλα, θρησκεία, χρώμα, κοινωνία, πεποιθήσεις. Πέρα, βέβαια, από τον ξένο του Derrida, υπάρχει και ένας άλλος ξένος. Και το διαφορετικό σ’ αυτό είναι πως δεν πρόκειται για έναν ξένο άνθρωπο αλλά για τον ξένο Χριστό. Εκείνον τον ξένο του δοξαστικού της Μ. Παρασκευής, «τὸν ἐκ βρέφους ὡς ξένον ξενωθέντα ἐν κόσμῳ».
Σύμφωνα με το ευαγγέλιο της Κυριακής, ο Χριστός αναφέρεται στον τρόπο που θα κρίνει την ανθρωπότητα. Αναποδογυρίζει τα πράγματα και αναφέρεται σε μία μεταξίωση, σε ένα αναποδογύρισμα ων ηθικών αξιών. Κι εκεί που κάθε ευσεβιστική και ηθικιστική φωνή εντός των τειχών της Εκκλησίας θα περίμενε τη δικαίωση, ο Χριστός δεν αναφέρεται στην εγκράτεια, στην προσευχή, στις μετάνοιες, στη σιωπή, στη νηστεία, χωρίς να μπαίνουν όλα αυτά στο περιθώριο. Δείχνει όμως με τους λόγους τους πως δεν σώζουν αυτά. Ο παράδεισος ξεκινάει από τον άλλον. Ο λόγος του πλέον θυμίζει ενέργεια, ασκητική διάθεση, αγαθή προαίρεση προς τον πλησίον, τον άλλον, τον ξένο. Ο πεινασμένος, ο κουρελιασμένος, ο άρρωστος, ο φυλακισμένος, όλο αυτοί γίνονται τα πρόσωπα που καθιστούν τη σωτηρία ως βρώσιμο και όχι ως απαγορευμένο καρπό.
Τέλος τα ψέμματα. Δεν περνάει η σωτηρία μέσα από το πόσο αγρυπνώ, νηστεύω από λάδι, κάνω μετάνοιες στο δωμάτιο μου, δείχνω σκυθρωπός από τη νηστεία, γίνομαι εγκρατής για τον εαυτό μου, εκκλησιάζομαι. Αυτά είναι ευαίσθητα σημεία της προσωπικής μου έκφρασης και αφορούν εμένα, την πνευματική μου ωρίμανση, πορεία προς τη χαρισματική ολοκλήρωση. Όχι όμως τη σωτηρία μου. Η σωτηρία δεν περνάει μέσα από την ατομικότητα που αποτελεί στοιχείο της θρησκευτικότητας. Περνάει μέσα από τον άλλον. Από τη διάθεση μου απέναντι στον άλλον, την προαίρεση μου, το πώς κινώ την ελευθερία μου προς τον άλλον, το πώς ενεργώ προς τον άλλον. Να λοιπόν που ο τρόπος και πάλι αναδεικνύεται καθοριστικός για την εξέλιξη των πραγμάτων, για τα ίδια τα πράγματα.
Πιστεύω πως απέχουμε πολύ από την ουσία των πραγμάτων. Στην Εκκλησία, πολλές φορές, βαραίνουμε από αγκυλώσεις και αλλοιώσεις του αληθινού πνεύματος του ευαγγελίου, της ζωής, των μεταφυσικών προοπτικών μας. Κοιτάζουμε να τακτοποιήσουμε τον εαυτό μας, μας ενδιαφέρουν πανηγυρικές πνευματικές φιέστες και ένας άλλος σε εξορία. Ποτέ δεν κοιτάξαμε την ουσία, την ομορφιά της ουσίας. Γιατί να την κοιτάξουμε τώρα; Κάποτε, ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας κ.κ. Αναστάσιος, θέλοντας να δείξει την πνευματική φτώχεια μας, είπε τα εξής: «Πήγα στην Αφρική, με ρώτησαν τι είναι τα υποστατικά ιδιώματα της Αγίας Τριάδας. Πήγα μετά στην Ασία και με ρώτησαν αν μπορούμε να μετέχουμε στις άκτιστες ενέργειες του Θεού. Επέστρεψα στην Ελλάδα και με ρωτούσαν αν κάνει η γυναίκα να φορά παντελόνι». Κι εμείς ασχολούμαστε με τρίχες…
Πρεσβύτερος Ηρακλής Φίλιος
Κληρικός Ι.Μ. Σταγών & Μετεώρων
Βαλκανιολόγος, Θεολόγος
ΣΧΟΛΙΑ
Μπορείτε να σχολιάσετε μέσω Facebook ή Blogger (Google) επιλέγοντας την αντίστοιχη καρτέλα από πάνω