Η ατελείωτη φυγή... Από την Αργυρούπολη του Πόντου, στη Γιάλτα της Κριμαίας και στα Πάταρα Αλεξανδρούπολης... Η οικογενειακή προσφυγική ιστορία...
της Ουρανίας Πανταζίδου
“Ουρανίτσα ζάχαρη,
Ουρανίτσα μέλι,
Ουρανίτσα κρύο νερό,
που πίνουν οι αγγέλοι!”
Καλομάνα θυμάσαι, έτσι με χόρευες στα πόδια σου...
Όμως σ΄ εκείνα τα ταχταρίσματα δε μου μίλησες ποτέ για δράκους, για τους δικούς σου δράκους που στοίχειωναν τα όνειρά σου...
Παραμύθια να μου λες δε θυμάμαι, μόνο αυτό, το πασπαλισμένο με περίσσεια ζάχαρη τραγουδάκι! Κι εγώ δεν ήξερα για να ρωτήσω, που γεννήθηκες, πως ήταν τα δικά σου παιδικά χρόνια, ποιους εφιαλτικούς δρόμους διάβηκες, έως ότου οι δρόμοι μας ανταμώσουν.
Αλλά και όταν ανταμώσαμε ένα πέπλο σιωπής σκέπαζε τα ανομολόγητα και όποιες κουβέντες γινόταν ανάμεσα σε εσένα και τις αδελφές σου, ήταν σε γλώσσα ακαταλαβίστικη σε εμένα. Αργότερα κατάλαβα πως ο κώδικας επικοινωνίας με τις αδελφές σου, τη θεία Σοφία και τη θεία Κερέκη, που ο Θεός βοήθησε να ξανασμίξετε, ήταν άλλοτε στα τούρκικα και άλλοτε στα ρώσικα. Μα σ΄ άκουγα να μιλάς και ρωμαίικα στη γειτονιά, ποντιακά ντε. Σ΄ εμάς τα παιδιά όμως απευθυνόσουν στη γλώσσα τη δική μας, επειδή αυτές ήταν οι οδηγίες από το δάσκαλο τότε.
Ήσουν η γιαγιά που μας μεγάλωνε, αφού η μαμά κι ο μπαμπάς απουσίαζαν πολλές ώρες στις δουλειές τους. Μόνο που έφυγες νωρίς για το ταξίδι το χωρίς γυρισμό. Μετά έφυγα κι εγώ, Θεσσαλονίκη - Αθήνα - Σύρο, πολλά χρόνια απουσίας δίχως να κρατήσω δεσμούς με το παρελθόν. Έτσι χαθήκαμε, χωρίς να μάθω κάτι για σένα.
Όταν επέστρεψα, μετά από μακρά απουσία για ν΄ αναζητήσω τις ρίζες μου, έμαθα κάποια πράγματα για σένα από τη θεία Ποινή και το θείο Γιώργο, τ΄ ανίψια σου. Πληροφορίες που σχετίζονταν με την κοινή ζωή σας στα Πάταρα, που εγώ για πρώτη φορά άκουγα.
Και η μητέρα μου, όταν την ρώτησα μου είπε για σένα ότι ήσουν έξυπνη γυναίκα και ότι διάβαζες πολύ. Ρουφούσες στην κυριολεξία το κάθε περιοδικό που έπεφτε στα χέρια σου, περιοδικά της εποχής που είχαν και διηγήματα. Και ύστερα πήγαινες στη γειτονιά για να διηγηθείς τις ιστορίες που είχες διαβάσει. Κάποιες φορές αναρωτιέμαι, όταν φτάσατε από τη Γιάλτα στην Ελλάδα εσύ ήσουν στην εφηβεία, ποια θα ήταν άραγε η ζωή σου εάν αντί του απομακρυσμένου χωριού των Πατάρων μένατε στην πόλη...
Πάντως εκείνο που πάντα έκανε εντύπωση σε εμένα, ήταν οι τάσεις φυγής που είχες. Σαν να μη σε χώραγε το σπίτι. Ίσως σ΄ αυτές τις απουσίες σου να χανόσουν στο δικό σου κόσμο, τον κόσμο των αναμνήσεων.
Και όταν εγώ αποφάσισα να επιστρέψω και ήμουν σε θέση να σε ρωτήσω να μου πεις για τη ζωή σου στον Πόντο, έπειτα στη Γιάλτα, να σε ρωτήσω για τον ερχομό σου στην Ελλάδα, για τη ζωή σου στα Πάταρα, εσύ δεν ήσουν κοντά για να ξεδιπλώσεις το κουβάρι των αναμνήσεών σου. Είμαι σίγουρη ότι θα είχαμε πολλά να πούμε σήμερα. Όμως γιαγιά το χρέος δεν το ξέχασα, ένα χρέος που γεννήθηκε μια μέρα στη Σύρο... Σήμερα θα προσπαθήσω να γίνω εγώ η φωνή σου.
Το χρέος, μέσα από μια φανταστική συνέντευξη με τη γιαγιά μου
Που γεννήθηκες γιαγιά;
Γεννήθηκα στην Γκιουμούσχανε, δηλαδή την Αργυρούπολη του Πόντου το 1908. Ο πατέρας μου ήταν ο Δημήτρης Θεοδωρίδης και η μητέρα μου η Δέσποινα Ζυγερίδου. Είχα άλλες τρεις αδελφές, την Ανάστα που ήταν η μεγαλύτερη, μετά τη Σοφία και τελευταία ήταν η Κερέκη.
Τι θυμάσαι από τη ζωή σου στον Πόντο;
Δε θυμάμαι σχεδόν τίποτα. Ήμουν μικρό παιδάκι όταν φύγαμε από την Αργυρούπολη και πήγαμε στη Γιάλτα. Ότι εικόνες είχα ήταν από τις αφηγήσεις των γονιών μου και όσα μας διηγήθηκαν η Ανάστα και η Σοφία, που θέλησε ο Θεός να ξανασμίξουμε.
Γιατί φύγατε από την Αργυρούπολη και πήγατε στην Γιάλτα;
Ο πατέρας μου ζούσε στη Γιάλτα της Κριμαίας. Μαζί με το θείο Μανώλη, τον αδελφό της μητέρας μας έχτιζαν εκκλησίες στην Κριμαία και στην Αγία Πετρούπολη.
Το 1912 όταν ήμουν περίπου τεσσάρων χρονών η μητέρα μας πήρε εμένα και την Κερέκη και πήγαμε στη Γιάλτα για να δούμε τον πατέρα μας. Την Ανάστα με τη Σοφία που ήταν αρκετά μεγαλύτερες τις αφήσαμε στο σπίτι ενός φίλου μας.
Στη Γιάλτα θα συναντήσουμε και την οικογένεια του θείου Μανώλη, τη γυναίκα με τα παιδιά του και τη γιαγιά. Εκεί η μάνα μας θα μείνει έγκυος και το 1913 θα γεννήσει τον μικρό μας αδελφό τον Κωνσταντίνο.
Πότε επιστρέψατε στην Αργυρούπολη;
Δεν μπορέσαμε να επιστρέψουμε γιατί το 1914 ξέσπασε ο μεγάλος πόλεμος και έκλεισαν τα σύνορα. Έτσι εμείς αποκλειστήκαμε στη Γιάλτα. Εγώ άρχισα να πηγαίνω σε ελληνικό και ρώσικο σχολείο. Ήταν όμορφα στη Γιάλτα, ο πατέρας έβγαζε πολλά χρήματα και ζούσαμε καλά. Κάπως έτσι περνούσε ο καιρός και έτσι σιγά σιγά άρχισε να ξεμακραίνει η εικόνα του σπιτιού μας στην Αργυρούπολη κι έγινε ανάμνηση.
Όταν ξέσπασε η Επανάσταση του 1917 στη Ρωσία εσύ ήσουν εννέα χρονών. Θυμάσαι πως ήταν η ζωή σας τότε;
Ο Μεγάλος Πόλεμος δεν είχε τελειώσει όταν ξέσπασε ο εμφύλιος στη Ρωσία. Πολεμούσαν οι μπολσεβίκοι με τους τσαρικούς. Οι Μπολσεβίκοι θα νικήσουν και ο αυτοκράτορας Νικόλαος Β΄ θα αναγκαστεί σε παραίτηση. Όπως ήταν επόμενο ο εμφύλιος που είχε ξεσπάσει θα επηρεάσει και εμάς τους Έλληνες που ζούσαμε στην Γιάλτα.
Μετά οι Μπολσεβίκοι καθιέρωσαν την υποχρεωτική στράτευση στον Κόκκινο Στρατό. Οποιαδήποτε αντίδραση στο μέτρο αυτό σήμαινε αυτόματα τη σύλληψη και εκτέλεση όσων αρνούνταν να υπηρετήσουν ή την εκτέλεση μελών της οικογενείας τους.
Θύμα υπήρξε και η οικογένεια του θείου Μανώλη. Ο θείος επειδή δεν ήθελε να υπηρετήσει στον Κόκκινο Στρατό, διέφυγε και κρυβόταν. Όταν πήγαν οι μπολσεβίκοι να τον συλλάβουν και αφού δεν μπόρεσαν να μάθουν από τη γυναίκα του που βρισκόταν, τη σκότωσαν μαζί με τα παιδιά του. Μόνο η γιαγιά γλύτωσε που ήταν σε ένα άλλο δωμάτιο. Το επόμενο πρωί της έκανε εντύπωση που στο σπίτι βασίλευε ησυχία. Όταν μπήκε στο δωμάτιό τους και είδε τη νύφη και τα εγγόνια της σφαγμένα ξεψύχησε ανάμεσα στα πτώματα των εγγονών και της νύφης της.
Το χειμώνα του 1919 είχε έρθει στην Κριμαία ο ελληνικός στρατός. Θυμάσαι αν πολεμούσαν εναντίον των μπολσεβίκων;
Πράγματι το χειμώνα του 1919 Γάλλοι κι Έλληνες είχαν εκστρατεύσει εναντίον της Κριμαίας. Όμως οι μπολσεβίκοι τους νικούσαν και από όπου περνούσαν έσφαζαν και λεηλατούσαν. Ήταν πολύ άγριο να βλέπεις κομμένα κεφάλια να βρίσκονται πεταμένα στο δρόμο. Αλλού το σώμα αλλού το κεφάλι. Και το αίμα να ποτίζει τους δρόμους.
Θυμάμαι ένα ελληνικό πολεμικό πλοίο που περιπολούσε κοντά στην παραλία. Έλεγαν πως ήταν για την υποστήριξη του ελληνικού στρατού. Όμως ο στρατός μας υποχωρούσε και μαζί του και ο ελληνικός πληθυσμός. Τα παράλια της Ρωσίας είχαν γεμίσει από πρόσφυγες και προστέθηκαν σ΄ αυτούς που είχαν έρθει νωρίτερα από τον Πόντο. Στον Πόντο, όπως μαθαίναμε γινόταν μεγάλη καταστροφή. Ο Κεμάλ μαζί με τον Τοπάλ Οσμάν ξεκλήριζαν τ΄ εμέτερον τη ράτσα.
Εσείς τι κάνατε μέσα σ΄ εκείνον τον χαλασμό γιαγιά;
Φεύγαμε, φεύγαμε για να γλυτώσουμε. Αφήσαμε πίσω το σπίτι μας. Πήραμε την απόφαση να έρθουμε στην Ελλάδα μαζί με χιλιάδες ακόμη Έλληνες που εγκατέλειψαν τα σπίτια τους στη Ρωσία.
Δυστυχώς στα απολυμαντήρια της Kαλαμαριάς θα χάσουμε τη μητέρα μας. Ο θείος Μανώλης όταν έμαθε το θάνατο της αδελφής του πήρε την απόφαση να έρθει κι αυτός στην Ελλάδα, για να συμπαρασταθεί στον πατέρα μας.
Στη συνέχεια το ελληνικό κράτος θα μας εγκαταστήσει στα Πάταρα της Κοινότητας Αισύμης (Ντογάν Χισάρ) 25 χλμ. περίπου βόρεια της Αλεξανδρούπολης. Παλιά τα Πάταρα τα έλεγαν Μπάτουρεν, είχε και τζαμί. Μας μοίρασαν και χωράφια κι έτσι ριζώσαμε εκεί και προσπαθήσαμε να ξαναφτιάξουμε τις ζωές μας.
Πως ήταν η ζωή στα Πάταρα;
Ήταν πολύ διαφορετική η ζωή μας στα Πάταρα από αυτήν που ζούσαμε στη Γιάλτα, όμως ήμασταν ζωντανοί. Στα Πάταρα παντρεύτηκα τον παππού σου τον Ιορδάνη από τη Σάντα. Εκεί παντρεύτηκε και η αδελφή μου η Κερέκη, εκεί και ο αδελφός μου ο Κωνσταντίνος. Σμίξαμε και με τις δυο άλλες αδελφές μου. Η Σοφία ήρθε στα Πάταρα με τον άντρα της και το δίχρονο γιο της ενώ η Ανάστα ακολούθησε τον άντρα της στη Βέροια.
Όμως η ζωή δε στάθηκε καλή μαζί μου. Έχασα αγαπημένους ανθρώπους. Στην αρχή τη Μαγδαληνή μου, μωράκι ήταν όταν πέθανε από πνευμονία. Ο ερχομός του αγοριού μου στη συνέχεια απάλυνε τον πόνο. Μα δε χαρήκαμε πολύ. Ο Θεός πήρε κοντά του και τον άντρα μου. Στα είκοσί μου χρόνια έμεινα χήρα έχοντας τον πατέρα σου αγκαλιά. Δεν ξαναπαντρεύτηκα. Αγωνίστηκα να μεγαλώσω το αγόρι μου. Και μετά...
Και μετά τι γιαγιά;
Και μετά πόλεμος ξανά. Ξύπνησαν ξανά οι μνήμες από τις σφαγές στη Γιάλτα. Αυτή τη φορά ήρθαν Βούλγαροι στο χωριό μας. Οι Γερμανοί δεν ήρθαν σε εμάς. Περάσαμε δύσκολα κι ο φόβος φώλιασε στις καρδιές μας.
Ευτυχώς όμως αυτό κράτησε μόνο τριάμισι χρόνια. Θυμάμαι ότι όταν κτύπησαν οι καμπάνες της λευτεριάς αυτοί ήταν ακόμη στο χωριό. Ο πατέρας μου πριν πεθάνει πρόλαβε να δει ελεύθερο το χωριό.
Όμως δυστυχώς ο τόπος δεν ησύχασε. Δεν προλάβαμε να χαρούμε τη λευτεριά μας και καινούρια προβλήματα άρχισαν. Τώρα σκοτώνονταν αναμεταξύ τους αδέλφια και συγγενείς. Τότε μας είπαν ότι στα Δίκελλα υπήρχαν άδεια σπίτια, που τα είχαν εγκαταλείψει, εξαιτίας του πολέμου οι μουσουλμάνοι ιδιοκτήτες τους. Έτσι πήραμε την απόφαση και μαζί με την οικογένεια του αδελφού μου του Κωνσταντίνου κατεβήκαμε στα Δίκελλα. Μας έδωσαν σπίτι και χωραφάκια για να τα καλλιεργήσουμε. Στα Δίκελλα κατέβηκαν κι άλλες οικογένειες από τα Πάταρα.
Πόσο μείνατε στα Δίκελλα γιαγιά;
Δεν μείναμε και πολύ γιατί συνέβησαν διάφορα. Πρώτα επέστρεψαν οι μουσουλμάνοι ιδιοκτήτες των σπιτιών. Αρχικά μοιραζόμασταν το ίδιο σπίτι. Ύστερα άρχισαν να κατεβαίνουν οι αντάρτες στο χωριό. Άρπαζαν τρόφιμα και τους άνδρες. Μια μέρα άρπαξαν και τον Κωστή τον αδελφό μου και δεν τον ξαναείδαμε από τότε. Μας είπαν αργότερα ότι πέθανε μέσα στα ορμάνια. Σ΄ εκείνη την έφοδο στο χωριό οι αντάρτες θα είχαν πάρει και τον πατέρα σου, ευτυχώς όμως απουσίαζε από την προηγούμενη ημέρα στην Καλλιθέα. Είχε μείνει στο σπίτι της αδελφής μου της Κερέκης με τα παιδιά της.
Έτσι πήραμε την απόφαση να φύγουμε από τα Δίκελλα. Ήρθαμε στη Νέα Χηλή. Εδώ ήταν παντρεμένη από το 1931 η αδελφή μου η Σοφία. Χήρα ήταν με ένα μικρό παιδί, παντρεύτηκε τον Καράσαββα, που κι αυτός ήταν χήρος και είχε ένα αγόρι. Στον Πόντο είχαν σφάξει οι Τούρκοι τη γυναίκα του. Αρχικά νοικιάσαμε ένα σπίτι κοντά στα "Τρία Πλατάνια". Σ΄ αυτό το σπίτι παντρεύτηκε ο πατέρας σου. Μετά αγοράσαμε ένα οικόπεδο και χτίσαμε το δικό μας σπίτι. Εκεί γεννηθήκατε εσείς, τρία παιδιά, Δόξα τω Θεώ...
Μια ατελείωτη περιπλάνηση η ζωή σου γιαγιά. Ευτυχώς ηρέμησε η ζωή σας στη Νέα Χηλή
Ναι, από τότε που θυμάμαι τη ζωή μου ήταν μια συνεχής περιπλάνηση, ένας αγώνας. Πόλεμοι και θανατικό. Τα μαύρα δε βγήκαν ποτέ από το κορμί μου, ακόμη και στις χαρές, όπως βλέπεις και στις φωτογραφίες.
Στη φωτογραφία, η χαρά της θείας Ποινής (Δέσποινα Θεοδωρίδου) κόρη του αδελφού της γιαγιάς μου στη Νέα Χηλή το 1953. Η γιαγιά τρίτη από αριστερά. Τότε θα ήταν περίπου 45 ετών.
Γιαγιά σ΄ ευχαριστώ που τα είπαμε. Κράτησα το λόγο που σου είχα δώσει τότε στην Ερμούπολη, σαν είδα τη μορφή σου να ξεπροβάλει μέσα από τα σύννεφα!
Λίγες πληροφορίες για τη συμμετοχή του ελληνικού στρατού στην εκστρατεία στην Κριμαία
Πολλά έχουν γραφτεί για την εκστρατεία του ελληνικού στρατού στην Ουκρανία το 1919 στο πλευρό των συμμάχων. Τα όσα διαδραματίστηκαν πριν και μετά την εκστρατεία, παρουσιάζουν πολύ μεγάλο ενδιαφέρον. Επίσης έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να δει κανείς και την επικρατούσα κατάσταση και τις σχέσεις των διαφόρων εθνοτήτων, που κατοικούσαν στην περιοχή.
Εδώ θα προσπαθήσω ν΄ αναφέρω κάποια από τα γεγονότα της περιόδου εκείνης, για να κατανοήσουμε το πως προσφυγοποιήθηκε ο ελληνικός πληθυσμός που κατοικούσε εκεί. Μέρος των προσφύγων εκείνων θα φτάσει στη Μακεδονία και τη Θράκη πριν από τη Μικρασιατική Καταστροφή.
Ο ελληνισμός της Νοτίου Ρωσίας είχε υποφέρει πολύ κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, ιδιαίτερα την τελευταία περίοδο όταν οι Γερμανοί είχαν καταλάβει την Ουκρανία. Η κατάσταση θα επιδεινωθεί όταν άρχισαν να εισρέουν χιλιάδες πρόσφυγες από τον Πόντο την περίοδο 1917-1918.
Το 1918, όταν οι σύμμαχοι είχαν αποφασίσει την εκστρατεία εναντίον των μπολσεβίκων στη Ρωσία, ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος (1914-1918) δεν είχε λήξει ακόμη. Ο κύριος λόγος που προκάλεσε τη συμμαχική απόφαση ήταν η αποκατάσταση του Ανατολικού Μετώπου, με σκοπό την παρεμπόδιση του ανεφοδιασμού των Γερμανών από τη Ρωσία. Η διεξαγωγή της εκστρατείας ανατέθηκε στις γαλλικές ένοπλες δυνάμεις.
Οι επιχειρήσεις διεξήχθησαν στο νοτιοδυτικό τμήμα της Ουκρανίας και στη χερσόνησο της Κριµαίας. Όμως μετά την υπογραφή της ανακωχής που υπέγραψε η Γερμανία με τις συμμαχικές δυνάμεις στις 11 Νοεμβρίου 1918, έπαψε να υφίσταται ο κύριος λόγος της επέμβασης των συμμάχων στη Ρωσία. Η ανακωχή εκείνη σήμαινε και τον τερματισμό του πιο αιματοβαμμένου πολέμου, όπως ονομάστηκε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος.
Παρόλα αυτά επειδή η επικράτηση των Μπολσεβίκων στη Ρωσία έθιγε τα οικονομικά συμφέροντα των συμμάχων, ελήφθη η απόφαση της πραγματοποίησης της εκστρατείας το 1919.
Η συμμετοχή της Ελλάδας στο πλευρό των συμμάχων κρίθηκε επιβεβλημένη λόγω των πλεονεκτημάτων που θα εξασφαλίζονταν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για την προώθηση των εθνικών διεκδικήσεων («Από τη Ρωσία σύρνει / πλατύς δρόμος για τη Σμύρνη», τραγουδούσε ο ελληνικός στρατός).
Ο Βενιζέλος το Νοέμβριο του 1918 άκουγε από τα χείλη του Γάλλου Πρωθυπουργού Κλεμανσώ ότι η Γαλλική Κυβέρνηση ήταν έτοιμη να αναλάβει πρωτοβουλίες για την επέκταση της Ελλάδας στη Θράκη. Ο Βενιζέλος σ΄ εκείνη τη συνάντηση είχε θέσει και το θέμα της Σμύρνης.
Έτσι, αποφασίστηκε να σταλεί στην Ουκρανία το Α' Σώμα Στρατού, κατάλληλα συμπληρωμένο και οργανωμένο. Η αποστολή στρατευμάτων, που έγινε την 1/14 Ιανουαρίου του 1919, αποτέλεσε την πρώτη υπερπόντια εκστρατεία της Ελλάδας.
Ο Νικόλαος Πλαστήρας, που πήρε μέρος στην εκστρατεία ως Διοικητής του 5/42 Συντάγματος Ευζώνων, σε ομιλία του πριν την αναχώρησή τους τόνισε τα πολλαπλά οφέλη που θα προκύψουν από αυτήν: «Από την συμμετοχή μας σ’ αυτή την εκστρατεία θα αποκομίσουμε πολλαπλά οφέλη, δεδομένου ότι θα έχουμε πλέον μεγάλους συμμάχους στις διεκδικήσεις μας στη Θράκη και στη Μικρά Ασία. Ο δρόμος μας προς τη Θράκη και τη Μικρά Ασία περνάει μέσα από τη Ρωσία».
Η επέμβαση του ελληνικού στρατού στην Ουκρανία, όπως ήταν επόμενο είχε προκαλέσει μεγάλο προβληματισμό τόσο στην Ελλάδα όσο και στον εκεί πληθυσμό, για το ενδεχόμενο αντιποίνων από τους μπολσεβίκους.
Δεν έλειπαν όμως και οι φωνές που έλεγαν ναι σε κάποιες θυσίες. Σε μια έκθεση των Ελλήνων της νότιας Ρωσίας προτάθηκαν μέτρα τα οποία θα οδηγούσαν στη μετατροπή της Κριμαίας σε μια καθαρά ελληνική χερσόνησο. Η πρόταση αυτή έγινε για να σωθεί «ο εν Ρωσσία ευρισκόμενος ελληνισμός», ο οποίος «απέναντι της προελάσεως των Μπολσεβίκων διατρέχει τον έσχατον κίνδυνον».
Δυστυχώς όμως η εκστρατεία στην Ουκρανία είχε τραγικές συνέπειες στις ελληνικές κοινότητες της Ρωσίας. Οι Έλληνες έγιναν στόχος των μπολσεβίκων όχι μόνο εξαιτίας της ελληνικής στρατιωτικής επέμβασης, αλλά και γιατί ήταν εξέχοντες παράγοντες στο εμπόριο και στη βιομηχανία. Οι συγκρούσεις εκείνες δημιούργησαν κύματα προσφύγων, τα οποία έφταναν στο Κερτς της Κριμαίας, όπου υπήρχε ελληνικό προξενείο. Στην Κριμαία είχαν επιστρέψει Έλληνες κάτοικοι που είχαν φύγει μετά την πρώτη επίθεση των μπολσεβίκων το Μάρτιο του 1919.
Η προέλαση των μπολσεβίκων στις 24 Μαρτίου 1919 στην Κριμαία προκάλεσε αληθινό πανικό στους προσφυγικούς πληθυσμούς. Μόλις δε αποχώρησαν οι ελληνικές δυνάμεις οι Έλληνες κάτοικοι σφαγιάστηκαν από τους μπολσεβίκους. Οι εύποροι Έλληνες εκδιώχθηκαν από τις περιουσίες τους, οι οποίες κατασχέθηκαν. Τα πλούσια ελληνικά σπίτια παραχωρήθηκαν σε όργανα του κόμματος και σε κοινωνικές οργανώσεις.
Τα δύο χρόνια (1919-1921) η Κριμαία απώλεσε σταδιακά ένα σημαντικό κομμάτι του ελληνικού της στοιχείου, ενώ δεν πρέπει να λησμονούμε ότι κατά τη διάρκεια του εμφυλίου μεταβλήθηκε και η σύνθεση των ελληνικών οικισμών.
Παρόλο που εκπρόσωπος του Κόκκινου Στρατού διαβεβαίωσε τον Ναύαρχο Κακουλίδη, σε συνάντηση που είχε μαζί του στο θωρηκτό «Κιλκίς», ότι οι Έλληνες κάτοικοι θα ήταν ασφαλείς υπό την μπολσεβικική εξουσία, αρκετοί ήταν εκείνοι που αποφάσισαν να φύγουν και οι οποίοι αποχώρησαν μαζί με το εκστρατευτικό σώμα στα τέλη του Απριλίου 1919.
Δυστυχώς η αντιμετώπιση της ελληνικής κυβέρνησης απέναντι αυτών των προσφύγων δεν ήταν η αναμενόμενη. Για την αντιμετώπιση τότε από το ελληνικό κράτος γράφτηκαν πάρα πολλά , που δεν είναι της παρούσης. Ν΄ αναφέρω μόνο ότι επιδιώχθηκε η απομάκρυνση των προσφύγων ώστε να μην έρχονται σε επαφή με τους γηγενείς πληθυσμούς τόσο για υγειονομικούς λόγους όσο και για να μην τους μολύνουν με τις μπολσεβίκικες ιδέες, που ενδεχομένως να είχαν πολλοί από αυτούς. Ενδεικτικό είναι το Βασιλικό Διάταγμα της 20/3/1920 με το οποίο επιβλήθηκε «κάθαρσις» στους πρόσφυγες που έρχονταν από τη Νότια Ρωσία.
Ο Νίκος Καζαντζάκης που είχε βρεθεί στην περιοχή της Νότιας Ρωσίας το 1919 θα μεταφέρει στον Βενιζέλο ότι 100.000 άτομα επιθυμούσαν να μεταναστεύσουν στην Ελλάδα από τη Νότια Ρωσία και την Υπερκαυκασία. Πρότεινε να μεταφερθούν στην Ανατολική Μακεδονία απ΄ όπου θα έφευγαν Μικρασιάτες και Ανατολικοθρακιώτες πρόσφυγες, επιστρέφοντας στις ελεύθερες πατρίδες τους.
Όσο για τις τρεις ελληνικές μεραρχίες που πήραν μέρος στην εκστρατεία, μετά την αποτυχία της επέμβασης της Αντάντ, μεταφέρθηκαν για μικρό διάστημα στη Ρουμανία και μετά στο Μικρασιατικό μέτωπο.
Συμμετοχή του Πολεμικού Ναυτικού (Βασιλικού τότε) στην εκστρατεία της Κριμαίας
Οι μονάδες του Πολεμικού Ναυτικού που έδρασαν στην περιοχή της Ουκρανίας - Κριμαίας ήταν τα Θωρηκτά "ΚΙΛΚΙΣ", "ΛΗΜΝΟΣ" και "ΑΒΕΡΩΦ", τα Αντιτορπιλικά "Βέλος", "Αετός", "Ιέραξ", "Κεραυνός", "Λόγχη", "Λέων" και "Πάνθηρ". Τέλος υπήρχε το πλωτό νοσοκομείο "Αμφιτρίτη" και το μεταγωγικό "Κανάρης".
Το πρώτο ελληνικό πολεμικό πλοίο που μπήκε στον Εύξεινο Πόντο ύστερα από 465 χρόνια, ήταν το αντιτορπιλικό «Πάνθηρ» που προσέγγισε στη Σεβαστούπολη της Κριμαίας στις 26 Νοεμβρίου 1918.
Οι μονάδες του Ναυτικού έδρασαν στις ακτές των περιοχών αυτών από τις 12/25 Νοεμβρίου του 1918 μέχρι το Σεπτέμβριο περίπου του 1919.
Ο στόλος βρισκόταν υπό τις διαταγές του Υποναυάρχου Γ. Κακουλίδη (Ποντιακής καταγωγής) που είχε υψώσει το σήμα του στο Θ/Κ "ΚΙΛΚΙΣ".
Υ.Γ.
▪ Τα Πάταρα (Μπάτουρεν) ήταν χωριό που βρισκόταν σε απόσταση 5 χλμ νοτιοανατολικά από την Αισύμη, κοντά στο σημείο στο οποίο σήμερα υπάρχει ο υδροταμιευτήρας του Δήμου Αλεξανδρούπολης. Ανήκε στην Κοινότητα Αισύμης μαζί με τους οικισμούς Αισύμη (Ντογάν Χισάρ), Μαυρόπετρα (Καρακαγιά), Λεπτοκαρυά (Φουντουτζιάκ) και Χοτζιά Κιόι. Τα Πάταρα στην απογραφή του 1920 είχαν 136 κατοίκους, το 1928 είχαν 77 κατοίκους και το 1940 είχαν 104 κατοίκους. Ο οικισμός εγκαταλείφθηκε σταδιακά μετά την Κατοχή και καταργήθηκε επίσημα το 1971.
▪ Κριμαία, η αρχαία Ταυρίδα. Αδιάλειπτη ελληνική παρουσία στην Κριμαία εδώ και 27 αιώνες. Η ελληνική μητρόπολη της περιοχής υπήρξε η χερσόνησος της Κριμαίας. Οι πρώτες ελληνικές εγκαταστάσεις (Παντικάπαιον, Νυμφαίον, Θεοδοσία, Χερσόνησος κ.ά.) δημιουργήθηκαν, κυρίως από Ιωνες, στα τέλη του 7ου - αρχές του 6ου π.Χ. αιώνα.
Οι Έλληνες στην Κριμαία ασχολούνταν με τη γεωργία, αλιεία, οινοποιία, καπνοπαραγωγή, το εμπόριο ενώ κάποιοι ήταν τεχνίτες, χτίστες, βαρκάρηδες και αμαξηλάτες. Τον 18ο αιώνα, όταν η Ρωσία ξεκίνησε τον αγώνα με την Οθωμανική αυτοκρατορία, οι Ρώσοι τσάροι παρουσιάστηκαν ως προστάτες των Ελλήνων, παραχωρώντας τους διάφορα προνόμια. Το μεταναστευτικό ρεύμα των Ελλήνων προς τη Ρωσία είναι συνεχές και καθόλη τη διάρκεια του 18ου - 19ου αιώνα.
▪ Γιάλτα, η λέξη προέρχεται από την ελληνική λέξη γιαλός ή γιαλίτα. Εδώ εγκαταστάθηκε στα τέλη του 18ου αιώνα ο Έλληνας συνταγματάρχης του Ρωσικού Αυτοκρατορικού Ναυτικού Λάμπρος Κατσώνης μετά τα Ορλωφικά, σε κτήμα που του δώρισε η Αικατερίνη η Μεγάλη, και το οποίο βάπτισε με το όνομα της γενέτειράς του, της βοιωτικής πόλης Λιβαδειά. Η ντάτσα του Κατσώνη απαλλοτριώθηκε από τη σοβιετική επανάσταση και μετατράπηκε σε ξενοδοχείο με την ίδια επωνυμία, Λιβαδειά. Σε αυτό το ίδιο μέγαρο «Λιβάντια» συναντήθηκαν τον Φεβρουάριο του 1945 οι τρεις νικητές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου για την περίφημη «Συμφωνία της Γιάλτας»… Το 1900 η Γιάλτα είχε 10.000 Έλληνες.
▪ Στη νότιο Ρωσία, Ουκρανία, Κριμαία και Καύκασο υπήρχαν μέχρι το 1870 περίπου 164.000 Έλληνες. Έως το 1918 ο αριθμός των Ελλήνων που κατέφυγε στη Ρωσία εξαιτίας των διωγμών των Τούρκων αυξήθηκε περίπου στους 515.000 (κάποιες άλλες έρευνες δίνουν μεγαλύτερο αριθμό).
Αξίζει ν΄ αναζητήσει κανείς το τι απέγινε ο ανθηρός εκείνος ελληνικός πληθυσμός. Πόσοι από αυτούς κατέφυγαν στην Κωνσταντινούπολη, πόσοι στην Ελλάδα ή αλλού αλλά και πόσοι έμειναν πίσω και τι υπέστησαν τα επόμενα χρόνια...
▪ Στο ταξίδι αυτό πολύτιμες πληροφορίες μου έδωσε και ο πρώτος ξάδελφος της γιαγιάς μου Θεόδωρος Ζυγερίδης, γιος του Μανώλη Ζυγερίδη, την ύπαρξη του οποίου μόλις πρόσφατα ανακάλυψα. Τον συνάντησα προ ημερών στην Αισύμη όπου κατοικεί. Τον ευχαριστώ για την ξενάγηση στο χωριό Πάταρα, τον τόπο όπου ρίζωσαν οι δικοί μου πρόγονοι και που τους μνημονεύσαμε παραμονή της Ημέρας Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου.
Το παρόν ας είναι ένα μνημόσυνο και για όλους εκείνους που χάθηκαν κατά τη διάρκεια της Γενοκτονίας αλλά και για όλους εκείνους τους ξεριζωμένους, που ήρθαν στην Ελλάδα και ρίζωσαν κι έκαναν σύνθημά τους την ελπίδα και την αισιοδοξία «Η Ρωμανία κι αν πέρασεν, ανθεί και φέρει κι άλλο».
Η οικογενειακή προσφυγική ιστορία του καθενός μας ακόμη καταγράφεται.
Ουρανία Πανταζίδου
Υποπλοίαρχος Π.Ν. (ε.α)
Πηγές:
“Ουρανίτσα ζάχαρη,
Ουρανίτσα μέλι,
Ουρανίτσα κρύο νερό,
που πίνουν οι αγγέλοι!”
Καλομάνα θυμάσαι, έτσι με χόρευες στα πόδια σου...
Όμως σ΄ εκείνα τα ταχταρίσματα δε μου μίλησες ποτέ για δράκους, για τους δικούς σου δράκους που στοίχειωναν τα όνειρά σου...
Παραμύθια να μου λες δε θυμάμαι, μόνο αυτό, το πασπαλισμένο με περίσσεια ζάχαρη τραγουδάκι! Κι εγώ δεν ήξερα για να ρωτήσω, που γεννήθηκες, πως ήταν τα δικά σου παιδικά χρόνια, ποιους εφιαλτικούς δρόμους διάβηκες, έως ότου οι δρόμοι μας ανταμώσουν.
Αλλά και όταν ανταμώσαμε ένα πέπλο σιωπής σκέπαζε τα ανομολόγητα και όποιες κουβέντες γινόταν ανάμεσα σε εσένα και τις αδελφές σου, ήταν σε γλώσσα ακαταλαβίστικη σε εμένα. Αργότερα κατάλαβα πως ο κώδικας επικοινωνίας με τις αδελφές σου, τη θεία Σοφία και τη θεία Κερέκη, που ο Θεός βοήθησε να ξανασμίξετε, ήταν άλλοτε στα τούρκικα και άλλοτε στα ρώσικα. Μα σ΄ άκουγα να μιλάς και ρωμαίικα στη γειτονιά, ποντιακά ντε. Σ΄ εμάς τα παιδιά όμως απευθυνόσουν στη γλώσσα τη δική μας, επειδή αυτές ήταν οι οδηγίες από το δάσκαλο τότε.
Ήσουν η γιαγιά που μας μεγάλωνε, αφού η μαμά κι ο μπαμπάς απουσίαζαν πολλές ώρες στις δουλειές τους. Μόνο που έφυγες νωρίς για το ταξίδι το χωρίς γυρισμό. Μετά έφυγα κι εγώ, Θεσσαλονίκη - Αθήνα - Σύρο, πολλά χρόνια απουσίας δίχως να κρατήσω δεσμούς με το παρελθόν. Έτσι χαθήκαμε, χωρίς να μάθω κάτι για σένα.
Όταν επέστρεψα, μετά από μακρά απουσία για ν΄ αναζητήσω τις ρίζες μου, έμαθα κάποια πράγματα για σένα από τη θεία Ποινή και το θείο Γιώργο, τ΄ ανίψια σου. Πληροφορίες που σχετίζονταν με την κοινή ζωή σας στα Πάταρα, που εγώ για πρώτη φορά άκουγα.
Και η μητέρα μου, όταν την ρώτησα μου είπε για σένα ότι ήσουν έξυπνη γυναίκα και ότι διάβαζες πολύ. Ρουφούσες στην κυριολεξία το κάθε περιοδικό που έπεφτε στα χέρια σου, περιοδικά της εποχής που είχαν και διηγήματα. Και ύστερα πήγαινες στη γειτονιά για να διηγηθείς τις ιστορίες που είχες διαβάσει. Κάποιες φορές αναρωτιέμαι, όταν φτάσατε από τη Γιάλτα στην Ελλάδα εσύ ήσουν στην εφηβεία, ποια θα ήταν άραγε η ζωή σου εάν αντί του απομακρυσμένου χωριού των Πατάρων μένατε στην πόλη...
Πάντως εκείνο που πάντα έκανε εντύπωση σε εμένα, ήταν οι τάσεις φυγής που είχες. Σαν να μη σε χώραγε το σπίτι. Ίσως σ΄ αυτές τις απουσίες σου να χανόσουν στο δικό σου κόσμο, τον κόσμο των αναμνήσεων.
Και όταν εγώ αποφάσισα να επιστρέψω και ήμουν σε θέση να σε ρωτήσω να μου πεις για τη ζωή σου στον Πόντο, έπειτα στη Γιάλτα, να σε ρωτήσω για τον ερχομό σου στην Ελλάδα, για τη ζωή σου στα Πάταρα, εσύ δεν ήσουν κοντά για να ξεδιπλώσεις το κουβάρι των αναμνήσεών σου. Είμαι σίγουρη ότι θα είχαμε πολλά να πούμε σήμερα. Όμως γιαγιά το χρέος δεν το ξέχασα, ένα χρέος που γεννήθηκε μια μέρα στη Σύρο... Σήμερα θα προσπαθήσω να γίνω εγώ η φωνή σου.
Το χρέος, μέσα από μια φανταστική συνέντευξη με τη γιαγιά μου
Που γεννήθηκες γιαγιά;
Γεννήθηκα στην Γκιουμούσχανε, δηλαδή την Αργυρούπολη του Πόντου το 1908. Ο πατέρας μου ήταν ο Δημήτρης Θεοδωρίδης και η μητέρα μου η Δέσποινα Ζυγερίδου. Είχα άλλες τρεις αδελφές, την Ανάστα που ήταν η μεγαλύτερη, μετά τη Σοφία και τελευταία ήταν η Κερέκη.
Τι θυμάσαι από τη ζωή σου στον Πόντο;
Δε θυμάμαι σχεδόν τίποτα. Ήμουν μικρό παιδάκι όταν φύγαμε από την Αργυρούπολη και πήγαμε στη Γιάλτα. Ότι εικόνες είχα ήταν από τις αφηγήσεις των γονιών μου και όσα μας διηγήθηκαν η Ανάστα και η Σοφία, που θέλησε ο Θεός να ξανασμίξουμε.
Γιατί φύγατε από την Αργυρούπολη και πήγατε στην Γιάλτα;
Ο πατέρας μου ζούσε στη Γιάλτα της Κριμαίας. Μαζί με το θείο Μανώλη, τον αδελφό της μητέρας μας έχτιζαν εκκλησίες στην Κριμαία και στην Αγία Πετρούπολη.
Το 1912 όταν ήμουν περίπου τεσσάρων χρονών η μητέρα μας πήρε εμένα και την Κερέκη και πήγαμε στη Γιάλτα για να δούμε τον πατέρα μας. Την Ανάστα με τη Σοφία που ήταν αρκετά μεγαλύτερες τις αφήσαμε στο σπίτι ενός φίλου μας.
Στη Γιάλτα θα συναντήσουμε και την οικογένεια του θείου Μανώλη, τη γυναίκα με τα παιδιά του και τη γιαγιά. Εκεί η μάνα μας θα μείνει έγκυος και το 1913 θα γεννήσει τον μικρό μας αδελφό τον Κωνσταντίνο.
Το λιμάνι της Γιάλτας https://gazetacrimea.ru |
Πότε επιστρέψατε στην Αργυρούπολη;
Δεν μπορέσαμε να επιστρέψουμε γιατί το 1914 ξέσπασε ο μεγάλος πόλεμος και έκλεισαν τα σύνορα. Έτσι εμείς αποκλειστήκαμε στη Γιάλτα. Εγώ άρχισα να πηγαίνω σε ελληνικό και ρώσικο σχολείο. Ήταν όμορφα στη Γιάλτα, ο πατέρας έβγαζε πολλά χρήματα και ζούσαμε καλά. Κάπως έτσι περνούσε ο καιρός και έτσι σιγά σιγά άρχισε να ξεμακραίνει η εικόνα του σπιτιού μας στην Αργυρούπολη κι έγινε ανάμνηση.
Όταν ξέσπασε η Επανάσταση του 1917 στη Ρωσία εσύ ήσουν εννέα χρονών. Θυμάσαι πως ήταν η ζωή σας τότε;
Ο Μεγάλος Πόλεμος δεν είχε τελειώσει όταν ξέσπασε ο εμφύλιος στη Ρωσία. Πολεμούσαν οι μπολσεβίκοι με τους τσαρικούς. Οι Μπολσεβίκοι θα νικήσουν και ο αυτοκράτορας Νικόλαος Β΄ θα αναγκαστεί σε παραίτηση. Όπως ήταν επόμενο ο εμφύλιος που είχε ξεσπάσει θα επηρεάσει και εμάς τους Έλληνες που ζούσαμε στην Γιάλτα.
Μετά οι Μπολσεβίκοι καθιέρωσαν την υποχρεωτική στράτευση στον Κόκκινο Στρατό. Οποιαδήποτε αντίδραση στο μέτρο αυτό σήμαινε αυτόματα τη σύλληψη και εκτέλεση όσων αρνούνταν να υπηρετήσουν ή την εκτέλεση μελών της οικογενείας τους.
Θύμα υπήρξε και η οικογένεια του θείου Μανώλη. Ο θείος επειδή δεν ήθελε να υπηρετήσει στον Κόκκινο Στρατό, διέφυγε και κρυβόταν. Όταν πήγαν οι μπολσεβίκοι να τον συλλάβουν και αφού δεν μπόρεσαν να μάθουν από τη γυναίκα του που βρισκόταν, τη σκότωσαν μαζί με τα παιδιά του. Μόνο η γιαγιά γλύτωσε που ήταν σε ένα άλλο δωμάτιο. Το επόμενο πρωί της έκανε εντύπωση που στο σπίτι βασίλευε ησυχία. Όταν μπήκε στο δωμάτιό τους και είδε τη νύφη και τα εγγόνια της σφαγμένα ξεψύχησε ανάμεσα στα πτώματα των εγγονών και της νύφης της.
Ο θείος της γιαγιάς μου Μανώλης Ζυγερίδης. Στα Πάταρα θα κάνει νέα οικογένεια. |
Το χειμώνα του 1919 είχε έρθει στην Κριμαία ο ελληνικός στρατός. Θυμάσαι αν πολεμούσαν εναντίον των μπολσεβίκων;
Πράγματι το χειμώνα του 1919 Γάλλοι κι Έλληνες είχαν εκστρατεύσει εναντίον της Κριμαίας. Όμως οι μπολσεβίκοι τους νικούσαν και από όπου περνούσαν έσφαζαν και λεηλατούσαν. Ήταν πολύ άγριο να βλέπεις κομμένα κεφάλια να βρίσκονται πεταμένα στο δρόμο. Αλλού το σώμα αλλού το κεφάλι. Και το αίμα να ποτίζει τους δρόμους.
Θύματα των Μπολσεβίκων στην Κριμαία το 1918 |
Θυμάμαι ένα ελληνικό πολεμικό πλοίο που περιπολούσε κοντά στην παραλία. Έλεγαν πως ήταν για την υποστήριξη του ελληνικού στρατού. Όμως ο στρατός μας υποχωρούσε και μαζί του και ο ελληνικός πληθυσμός. Τα παράλια της Ρωσίας είχαν γεμίσει από πρόσφυγες και προστέθηκαν σ΄ αυτούς που είχαν έρθει νωρίτερα από τον Πόντο. Στον Πόντο, όπως μαθαίναμε γινόταν μεγάλη καταστροφή. Ο Κεμάλ μαζί με τον Τοπάλ Οσμάν ξεκλήριζαν τ΄ εμέτερον τη ράτσα.
Εσείς τι κάνατε μέσα σ΄ εκείνον τον χαλασμό γιαγιά;
Φεύγαμε, φεύγαμε για να γλυτώσουμε. Αφήσαμε πίσω το σπίτι μας. Πήραμε την απόφαση να έρθουμε στην Ελλάδα μαζί με χιλιάδες ακόμη Έλληνες που εγκατέλειψαν τα σπίτια τους στη Ρωσία.
Δυστυχώς στα απολυμαντήρια της Kαλαμαριάς θα χάσουμε τη μητέρα μας. Ο θείος Μανώλης όταν έμαθε το θάνατο της αδελφής του πήρε την απόφαση να έρθει κι αυτός στην Ελλάδα, για να συμπαρασταθεί στον πατέρα μας.
Στη συνέχεια το ελληνικό κράτος θα μας εγκαταστήσει στα Πάταρα της Κοινότητας Αισύμης (Ντογάν Χισάρ) 25 χλμ. περίπου βόρεια της Αλεξανδρούπολης. Παλιά τα Πάταρα τα έλεγαν Μπάτουρεν, είχε και τζαμί. Μας μοίρασαν και χωράφια κι έτσι ριζώσαμε εκεί και προσπαθήσαμε να ξαναφτιάξουμε τις ζωές μας.
Πως ήταν η ζωή στα Πάταρα;
Ήταν πολύ διαφορετική η ζωή μας στα Πάταρα από αυτήν που ζούσαμε στη Γιάλτα, όμως ήμασταν ζωντανοί. Στα Πάταρα παντρεύτηκα τον παππού σου τον Ιορδάνη από τη Σάντα. Εκεί παντρεύτηκε και η αδελφή μου η Κερέκη, εκεί και ο αδελφός μου ο Κωνσταντίνος. Σμίξαμε και με τις δυο άλλες αδελφές μου. Η Σοφία ήρθε στα Πάταρα με τον άντρα της και το δίχρονο γιο της ενώ η Ανάστα ακολούθησε τον άντρα της στη Βέροια.
Όμως η ζωή δε στάθηκε καλή μαζί μου. Έχασα αγαπημένους ανθρώπους. Στην αρχή τη Μαγδαληνή μου, μωράκι ήταν όταν πέθανε από πνευμονία. Ο ερχομός του αγοριού μου στη συνέχεια απάλυνε τον πόνο. Μα δε χαρήκαμε πολύ. Ο Θεός πήρε κοντά του και τον άντρα μου. Στα είκοσί μου χρόνια έμεινα χήρα έχοντας τον πατέρα σου αγκαλιά. Δεν ξαναπαντρεύτηκα. Αγωνίστηκα να μεγαλώσω το αγόρι μου. Και μετά...
Και μετά τι γιαγιά;
Και μετά πόλεμος ξανά. Ξύπνησαν ξανά οι μνήμες από τις σφαγές στη Γιάλτα. Αυτή τη φορά ήρθαν Βούλγαροι στο χωριό μας. Οι Γερμανοί δεν ήρθαν σε εμάς. Περάσαμε δύσκολα κι ο φόβος φώλιασε στις καρδιές μας.
Ευτυχώς όμως αυτό κράτησε μόνο τριάμισι χρόνια. Θυμάμαι ότι όταν κτύπησαν οι καμπάνες της λευτεριάς αυτοί ήταν ακόμη στο χωριό. Ο πατέρας μου πριν πεθάνει πρόλαβε να δει ελεύθερο το χωριό.
Όμως δυστυχώς ο τόπος δεν ησύχασε. Δεν προλάβαμε να χαρούμε τη λευτεριά μας και καινούρια προβλήματα άρχισαν. Τώρα σκοτώνονταν αναμεταξύ τους αδέλφια και συγγενείς. Τότε μας είπαν ότι στα Δίκελλα υπήρχαν άδεια σπίτια, που τα είχαν εγκαταλείψει, εξαιτίας του πολέμου οι μουσουλμάνοι ιδιοκτήτες τους. Έτσι πήραμε την απόφαση και μαζί με την οικογένεια του αδελφού μου του Κωνσταντίνου κατεβήκαμε στα Δίκελλα. Μας έδωσαν σπίτι και χωραφάκια για να τα καλλιεργήσουμε. Στα Δίκελλα κατέβηκαν κι άλλες οικογένειες από τα Πάταρα.
Πόσο μείνατε στα Δίκελλα γιαγιά;
Δεν μείναμε και πολύ γιατί συνέβησαν διάφορα. Πρώτα επέστρεψαν οι μουσουλμάνοι ιδιοκτήτες των σπιτιών. Αρχικά μοιραζόμασταν το ίδιο σπίτι. Ύστερα άρχισαν να κατεβαίνουν οι αντάρτες στο χωριό. Άρπαζαν τρόφιμα και τους άνδρες. Μια μέρα άρπαξαν και τον Κωστή τον αδελφό μου και δεν τον ξαναείδαμε από τότε. Μας είπαν αργότερα ότι πέθανε μέσα στα ορμάνια. Σ΄ εκείνη την έφοδο στο χωριό οι αντάρτες θα είχαν πάρει και τον πατέρα σου, ευτυχώς όμως απουσίαζε από την προηγούμενη ημέρα στην Καλλιθέα. Είχε μείνει στο σπίτι της αδελφής μου της Κερέκης με τα παιδιά της.
Έτσι πήραμε την απόφαση να φύγουμε από τα Δίκελλα. Ήρθαμε στη Νέα Χηλή. Εδώ ήταν παντρεμένη από το 1931 η αδελφή μου η Σοφία. Χήρα ήταν με ένα μικρό παιδί, παντρεύτηκε τον Καράσαββα, που κι αυτός ήταν χήρος και είχε ένα αγόρι. Στον Πόντο είχαν σφάξει οι Τούρκοι τη γυναίκα του. Αρχικά νοικιάσαμε ένα σπίτι κοντά στα "Τρία Πλατάνια". Σ΄ αυτό το σπίτι παντρεύτηκε ο πατέρας σου. Μετά αγοράσαμε ένα οικόπεδο και χτίσαμε το δικό μας σπίτι. Εκεί γεννηθήκατε εσείς, τρία παιδιά, Δόξα τω Θεώ...
Μια ατελείωτη περιπλάνηση η ζωή σου γιαγιά. Ευτυχώς ηρέμησε η ζωή σας στη Νέα Χηλή
Ναι, από τότε που θυμάμαι τη ζωή μου ήταν μια συνεχής περιπλάνηση, ένας αγώνας. Πόλεμοι και θανατικό. Τα μαύρα δε βγήκαν ποτέ από το κορμί μου, ακόμη και στις χαρές, όπως βλέπεις και στις φωτογραφίες.
Στη φωτογραφία, η χαρά της θείας Ποινής (Δέσποινα Θεοδωρίδου) κόρη του αδελφού της γιαγιάς μου στη Νέα Χηλή το 1953. Η γιαγιά τρίτη από αριστερά. Τότε θα ήταν περίπου 45 ετών.
Γιαγιά σ΄ ευχαριστώ που τα είπαμε. Κράτησα το λόγο που σου είχα δώσει τότε στην Ερμούπολη, σαν είδα τη μορφή σου να ξεπροβάλει μέσα από τα σύννεφα!
Λίγες πληροφορίες για τη συμμετοχή του ελληνικού στρατού στην εκστρατεία στην Κριμαία
Πολλά έχουν γραφτεί για την εκστρατεία του ελληνικού στρατού στην Ουκρανία το 1919 στο πλευρό των συμμάχων. Τα όσα διαδραματίστηκαν πριν και μετά την εκστρατεία, παρουσιάζουν πολύ μεγάλο ενδιαφέρον. Επίσης έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να δει κανείς και την επικρατούσα κατάσταση και τις σχέσεις των διαφόρων εθνοτήτων, που κατοικούσαν στην περιοχή.
Εδώ θα προσπαθήσω ν΄ αναφέρω κάποια από τα γεγονότα της περιόδου εκείνης, για να κατανοήσουμε το πως προσφυγοποιήθηκε ο ελληνικός πληθυσμός που κατοικούσε εκεί. Μέρος των προσφύγων εκείνων θα φτάσει στη Μακεδονία και τη Θράκη πριν από τη Μικρασιατική Καταστροφή.
Ο ελληνισμός της Νοτίου Ρωσίας είχε υποφέρει πολύ κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, ιδιαίτερα την τελευταία περίοδο όταν οι Γερμανοί είχαν καταλάβει την Ουκρανία. Η κατάσταση θα επιδεινωθεί όταν άρχισαν να εισρέουν χιλιάδες πρόσφυγες από τον Πόντο την περίοδο 1917-1918.
Το 1918, όταν οι σύμμαχοι είχαν αποφασίσει την εκστρατεία εναντίον των μπολσεβίκων στη Ρωσία, ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος (1914-1918) δεν είχε λήξει ακόμη. Ο κύριος λόγος που προκάλεσε τη συμμαχική απόφαση ήταν η αποκατάσταση του Ανατολικού Μετώπου, με σκοπό την παρεμπόδιση του ανεφοδιασμού των Γερμανών από τη Ρωσία. Η διεξαγωγή της εκστρατείας ανατέθηκε στις γαλλικές ένοπλες δυνάμεις.
Οι επιχειρήσεις διεξήχθησαν στο νοτιοδυτικό τμήμα της Ουκρανίας και στη χερσόνησο της Κριµαίας. Όμως μετά την υπογραφή της ανακωχής που υπέγραψε η Γερμανία με τις συμμαχικές δυνάμεις στις 11 Νοεμβρίου 1918, έπαψε να υφίσταται ο κύριος λόγος της επέμβασης των συμμάχων στη Ρωσία. Η ανακωχή εκείνη σήμαινε και τον τερματισμό του πιο αιματοβαμμένου πολέμου, όπως ονομάστηκε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος.
Παρόλα αυτά επειδή η επικράτηση των Μπολσεβίκων στη Ρωσία έθιγε τα οικονομικά συμφέροντα των συμμάχων, ελήφθη η απόφαση της πραγματοποίησης της εκστρατείας το 1919.
Η συμμετοχή της Ελλάδας στο πλευρό των συμμάχων κρίθηκε επιβεβλημένη λόγω των πλεονεκτημάτων που θα εξασφαλίζονταν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για την προώθηση των εθνικών διεκδικήσεων («Από τη Ρωσία σύρνει / πλατύς δρόμος για τη Σμύρνη», τραγουδούσε ο ελληνικός στρατός).
Ο Βενιζέλος το Νοέμβριο του 1918 άκουγε από τα χείλη του Γάλλου Πρωθυπουργού Κλεμανσώ ότι η Γαλλική Κυβέρνηση ήταν έτοιμη να αναλάβει πρωτοβουλίες για την επέκταση της Ελλάδας στη Θράκη. Ο Βενιζέλος σ΄ εκείνη τη συνάντηση είχε θέσει και το θέμα της Σμύρνης.
Έτσι, αποφασίστηκε να σταλεί στην Ουκρανία το Α' Σώμα Στρατού, κατάλληλα συμπληρωμένο και οργανωμένο. Η αποστολή στρατευμάτων, που έγινε την 1/14 Ιανουαρίου του 1919, αποτέλεσε την πρώτη υπερπόντια εκστρατεία της Ελλάδας.
Επιθεώρηση του ελληνικού εκστρατευτικού σώματος από τον Ελ. Βενιζέλο |
Ο Νικόλαος Πλαστήρας, που πήρε μέρος στην εκστρατεία ως Διοικητής του 5/42 Συντάγματος Ευζώνων, σε ομιλία του πριν την αναχώρησή τους τόνισε τα πολλαπλά οφέλη που θα προκύψουν από αυτήν: «Από την συμμετοχή μας σ’ αυτή την εκστρατεία θα αποκομίσουμε πολλαπλά οφέλη, δεδομένου ότι θα έχουμε πλέον μεγάλους συμμάχους στις διεκδικήσεις μας στη Θράκη και στη Μικρά Ασία. Ο δρόμος μας προς τη Θράκη και τη Μικρά Ασία περνάει μέσα από τη Ρωσία».
Διλοχία του 5/42 Συντάγματος Ευζώνων στην Οδησσό το 1919 |
Η επέμβαση του ελληνικού στρατού στην Ουκρανία, όπως ήταν επόμενο είχε προκαλέσει μεγάλο προβληματισμό τόσο στην Ελλάδα όσο και στον εκεί πληθυσμό, για το ενδεχόμενο αντιποίνων από τους μπολσεβίκους.
Δεν έλειπαν όμως και οι φωνές που έλεγαν ναι σε κάποιες θυσίες. Σε μια έκθεση των Ελλήνων της νότιας Ρωσίας προτάθηκαν μέτρα τα οποία θα οδηγούσαν στη μετατροπή της Κριμαίας σε μια καθαρά ελληνική χερσόνησο. Η πρόταση αυτή έγινε για να σωθεί «ο εν Ρωσσία ευρισκόμενος ελληνισμός», ο οποίος «απέναντι της προελάσεως των Μπολσεβίκων διατρέχει τον έσχατον κίνδυνον».
Ο Ελληνικός Στρατός στην Κριμαία |
Δυστυχώς όμως η εκστρατεία στην Ουκρανία είχε τραγικές συνέπειες στις ελληνικές κοινότητες της Ρωσίας. Οι Έλληνες έγιναν στόχος των μπολσεβίκων όχι μόνο εξαιτίας της ελληνικής στρατιωτικής επέμβασης, αλλά και γιατί ήταν εξέχοντες παράγοντες στο εμπόριο και στη βιομηχανία. Οι συγκρούσεις εκείνες δημιούργησαν κύματα προσφύγων, τα οποία έφταναν στο Κερτς της Κριμαίας, όπου υπήρχε ελληνικό προξενείο. Στην Κριμαία είχαν επιστρέψει Έλληνες κάτοικοι που είχαν φύγει μετά την πρώτη επίθεση των μπολσεβίκων το Μάρτιο του 1919.
Η προέλαση των μπολσεβίκων στις 24 Μαρτίου 1919 στην Κριμαία προκάλεσε αληθινό πανικό στους προσφυγικούς πληθυσμούς. Μόλις δε αποχώρησαν οι ελληνικές δυνάμεις οι Έλληνες κάτοικοι σφαγιάστηκαν από τους μπολσεβίκους. Οι εύποροι Έλληνες εκδιώχθηκαν από τις περιουσίες τους, οι οποίες κατασχέθηκαν. Τα πλούσια ελληνικά σπίτια παραχωρήθηκαν σε όργανα του κόμματος και σε κοινωνικές οργανώσεις.
Τα δύο χρόνια (1919-1921) η Κριμαία απώλεσε σταδιακά ένα σημαντικό κομμάτι του ελληνικού της στοιχείου, ενώ δεν πρέπει να λησμονούμε ότι κατά τη διάρκεια του εμφυλίου μεταβλήθηκε και η σύνθεση των ελληνικών οικισμών.
Παρόλο που εκπρόσωπος του Κόκκινου Στρατού διαβεβαίωσε τον Ναύαρχο Κακουλίδη, σε συνάντηση που είχε μαζί του στο θωρηκτό «Κιλκίς», ότι οι Έλληνες κάτοικοι θα ήταν ασφαλείς υπό την μπολσεβικική εξουσία, αρκετοί ήταν εκείνοι που αποφάσισαν να φύγουν και οι οποίοι αποχώρησαν μαζί με το εκστρατευτικό σώμα στα τέλη του Απριλίου 1919.
Έλληνες πρόσφυγες από την Ουκρανία φτάνουν στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης |
Δυστυχώς η αντιμετώπιση της ελληνικής κυβέρνησης απέναντι αυτών των προσφύγων δεν ήταν η αναμενόμενη. Για την αντιμετώπιση τότε από το ελληνικό κράτος γράφτηκαν πάρα πολλά , που δεν είναι της παρούσης. Ν΄ αναφέρω μόνο ότι επιδιώχθηκε η απομάκρυνση των προσφύγων ώστε να μην έρχονται σε επαφή με τους γηγενείς πληθυσμούς τόσο για υγειονομικούς λόγους όσο και για να μην τους μολύνουν με τις μπολσεβίκικες ιδέες, που ενδεχομένως να είχαν πολλοί από αυτούς. Ενδεικτικό είναι το Βασιλικό Διάταγμα της 20/3/1920 με το οποίο επιβλήθηκε «κάθαρσις» στους πρόσφυγες που έρχονταν από τη Νότια Ρωσία.
Ο Νίκος Καζαντζάκης που είχε βρεθεί στην περιοχή της Νότιας Ρωσίας το 1919 θα μεταφέρει στον Βενιζέλο ότι 100.000 άτομα επιθυμούσαν να μεταναστεύσουν στην Ελλάδα από τη Νότια Ρωσία και την Υπερκαυκασία. Πρότεινε να μεταφερθούν στην Ανατολική Μακεδονία απ΄ όπου θα έφευγαν Μικρασιάτες και Ανατολικοθρακιώτες πρόσφυγες, επιστρέφοντας στις ελεύθερες πατρίδες τους.
Όσο για τις τρεις ελληνικές μεραρχίες που πήραν μέρος στην εκστρατεία, μετά την αποτυχία της επέμβασης της Αντάντ, μεταφέρθηκαν για μικρό διάστημα στη Ρουμανία και μετά στο Μικρασιατικό μέτωπο.
Συμμετοχή του Πολεμικού Ναυτικού (Βασιλικού τότε) στην εκστρατεία της Κριμαίας
Οι μονάδες του Πολεμικού Ναυτικού που έδρασαν στην περιοχή της Ουκρανίας - Κριμαίας ήταν τα Θωρηκτά "ΚΙΛΚΙΣ", "ΛΗΜΝΟΣ" και "ΑΒΕΡΩΦ", τα Αντιτορπιλικά "Βέλος", "Αετός", "Ιέραξ", "Κεραυνός", "Λόγχη", "Λέων" και "Πάνθηρ". Τέλος υπήρχε το πλωτό νοσοκομείο "Αμφιτρίτη" και το μεταγωγικό "Κανάρης".
Το πρώτο ελληνικό πολεμικό πλοίο που μπήκε στον Εύξεινο Πόντο ύστερα από 465 χρόνια, ήταν το αντιτορπιλικό «Πάνθηρ» που προσέγγισε στη Σεβαστούπολη της Κριμαίας στις 26 Νοεμβρίου 1918.
Οι μονάδες του Ναυτικού έδρασαν στις ακτές των περιοχών αυτών από τις 12/25 Νοεμβρίου του 1918 μέχρι το Σεπτέμβριο περίπου του 1919.
Ο στόλος βρισκόταν υπό τις διαταγές του Υποναυάρχου Γ. Κακουλίδη (Ποντιακής καταγωγής) που είχε υψώσει το σήμα του στο Θ/Κ "ΚΙΛΚΙΣ".
Το θωρηκτό "ΚΙΛΚΙΣ" στην Σεβαστούπολη (Υπηρεσία Ιστορίας Ναυτικού) |
Υ.Γ.
▪ Τα Πάταρα (Μπάτουρεν) ήταν χωριό που βρισκόταν σε απόσταση 5 χλμ νοτιοανατολικά από την Αισύμη, κοντά στο σημείο στο οποίο σήμερα υπάρχει ο υδροταμιευτήρας του Δήμου Αλεξανδρούπολης. Ανήκε στην Κοινότητα Αισύμης μαζί με τους οικισμούς Αισύμη (Ντογάν Χισάρ), Μαυρόπετρα (Καρακαγιά), Λεπτοκαρυά (Φουντουτζιάκ) και Χοτζιά Κιόι. Τα Πάταρα στην απογραφή του 1920 είχαν 136 κατοίκους, το 1928 είχαν 77 κατοίκους και το 1940 είχαν 104 κατοίκους. Ο οικισμός εγκαταλείφθηκε σταδιακά μετά την Κατοχή και καταργήθηκε επίσημα το 1971.
▪ Κριμαία, η αρχαία Ταυρίδα. Αδιάλειπτη ελληνική παρουσία στην Κριμαία εδώ και 27 αιώνες. Η ελληνική μητρόπολη της περιοχής υπήρξε η χερσόνησος της Κριμαίας. Οι πρώτες ελληνικές εγκαταστάσεις (Παντικάπαιον, Νυμφαίον, Θεοδοσία, Χερσόνησος κ.ά.) δημιουργήθηκαν, κυρίως από Ιωνες, στα τέλη του 7ου - αρχές του 6ου π.Χ. αιώνα.
Οι Έλληνες στην Κριμαία ασχολούνταν με τη γεωργία, αλιεία, οινοποιία, καπνοπαραγωγή, το εμπόριο ενώ κάποιοι ήταν τεχνίτες, χτίστες, βαρκάρηδες και αμαξηλάτες. Τον 18ο αιώνα, όταν η Ρωσία ξεκίνησε τον αγώνα με την Οθωμανική αυτοκρατορία, οι Ρώσοι τσάροι παρουσιάστηκαν ως προστάτες των Ελλήνων, παραχωρώντας τους διάφορα προνόμια. Το μεταναστευτικό ρεύμα των Ελλήνων προς τη Ρωσία είναι συνεχές και καθόλη τη διάρκεια του 18ου - 19ου αιώνα.
▪ Γιάλτα, η λέξη προέρχεται από την ελληνική λέξη γιαλός ή γιαλίτα. Εδώ εγκαταστάθηκε στα τέλη του 18ου αιώνα ο Έλληνας συνταγματάρχης του Ρωσικού Αυτοκρατορικού Ναυτικού Λάμπρος Κατσώνης μετά τα Ορλωφικά, σε κτήμα που του δώρισε η Αικατερίνη η Μεγάλη, και το οποίο βάπτισε με το όνομα της γενέτειράς του, της βοιωτικής πόλης Λιβαδειά. Η ντάτσα του Κατσώνη απαλλοτριώθηκε από τη σοβιετική επανάσταση και μετατράπηκε σε ξενοδοχείο με την ίδια επωνυμία, Λιβαδειά. Σε αυτό το ίδιο μέγαρο «Λιβάντια» συναντήθηκαν τον Φεβρουάριο του 1945 οι τρεις νικητές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου για την περίφημη «Συμφωνία της Γιάλτας»… Το 1900 η Γιάλτα είχε 10.000 Έλληνες.
Η Γιάλτα το 1880 https://gazetacrimea.ru |
▪ Στη νότιο Ρωσία, Ουκρανία, Κριμαία και Καύκασο υπήρχαν μέχρι το 1870 περίπου 164.000 Έλληνες. Έως το 1918 ο αριθμός των Ελλήνων που κατέφυγε στη Ρωσία εξαιτίας των διωγμών των Τούρκων αυξήθηκε περίπου στους 515.000 (κάποιες άλλες έρευνες δίνουν μεγαλύτερο αριθμό).
Αξίζει ν΄ αναζητήσει κανείς το τι απέγινε ο ανθηρός εκείνος ελληνικός πληθυσμός. Πόσοι από αυτούς κατέφυγαν στην Κωνσταντινούπολη, πόσοι στην Ελλάδα ή αλλού αλλά και πόσοι έμειναν πίσω και τι υπέστησαν τα επόμενα χρόνια...
▪ Στο ταξίδι αυτό πολύτιμες πληροφορίες μου έδωσε και ο πρώτος ξάδελφος της γιαγιάς μου Θεόδωρος Ζυγερίδης, γιος του Μανώλη Ζυγερίδη, την ύπαρξη του οποίου μόλις πρόσφατα ανακάλυψα. Τον συνάντησα προ ημερών στην Αισύμη όπου κατοικεί. Τον ευχαριστώ για την ξενάγηση στο χωριό Πάταρα, τον τόπο όπου ρίζωσαν οι δικοί μου πρόγονοι και που τους μνημονεύσαμε παραμονή της Ημέρας Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου.
Ο Θεόδωρος Ζυγερίδης στην Αισύμη |
Το παρόν ας είναι ένα μνημόσυνο και για όλους εκείνους που χάθηκαν κατά τη διάρκεια της Γενοκτονίας αλλά και για όλους εκείνους τους ξεριζωμένους, που ήρθαν στην Ελλάδα και ρίζωσαν κι έκαναν σύνθημά τους την ελπίδα και την αισιοδοξία «Η Ρωμανία κι αν πέρασεν, ανθεί και φέρει κι άλλο».
Η οικογενειακή προσφυγική ιστορία του καθενός μας ακόμη καταγράφεται.
Ουρανία Πανταζίδου
Υποπλοίαρχος Π.Ν. (ε.α)
Πηγές:
- Αντισυνταγματάρχης (ΠΒ) Ιωάννης Γεµενετζής "Η εκστρατεία στη Μεσημβρινή Ρωσία, 1919" (https://dis.army.gr).
- Ελληνική και Παγκόσμια Ιστορία "Η Ελληνική εκστρατεία του 1919 στη Μεσημβρινή Ρωσία - Κριμαία" (https://historicaltrails.wordpress.com).
- Κωνσταντίνος Διώγος "Περί ανοήτου ταύτης εκστρατείας - Ελευθέριος Βενιζέλος και συμμετοχή της Ελλάδας στην εκστρατεία της Ουκρανίας (Νοέμβριος 1918 - Απρίλιος 1919)" (https://ojs.lib.uom.gr).
- Ομοσπονδία Ποντιακών Σωματείων Νοτίου Ελλάδας "Η ελληνική επέμβαση στην Οδησσό και η επέκταση της μπολσεβικικής εξέγερσης στον Καύκασο" (www.opsne.gr).
- Βλάσσης Αγτζίδης (https://kars1918.wordpress.com).
- Παναγιώτης Γέροντας "Η συμμαχική εκστρατεία στη Μεσημβρινή Ρωσία και η συμμετοχή του Πολεμικού Ναυτικού" (https://geopolitics.iisca.eu).
- Κριμαία, η Ταυρίδα των Ελλήνων (https://hellenica.blogspot.com).
- Γ. Αθανασίου "Η δράση του Θ/Κ ΛΗΜΝΟΣ στην Κριμαία" (www.porosnews.gr).
- Σ.Ι. Χαράτσης "Η εκστρατεία στην Ουκρανία" (www.kaliterilamia.gr).
- Ορέστης Αγγελίδης "Ο Ελληνισμός στη Ρωσική αυτοκρατορία (18ος - 19ος αιών)", εκδόσεις περιοδικού ΕΝΔΟΧΩΡΑ, Αλεξανδρούπολη 2004.
- Καταϊφτσής Δημήτρης "Έλληνες στην Κριμαία του ρωσικού εμφυλίου πολέμου (1918-1921)" (www.slavologos.com).
- Βασιλικό Διάταγμα περί επιβολής καθάρσεως στους πρόσφυγες Ρωσίας, 1920 (https://refugeesingreece.gr).
ΣΧΟΛΙΑ
Μπορείτε να σχολιάσετε μέσω Facebook ή Blogger (Google) επιλέγοντας την αντίστοιχη καρτέλα από πάνω