Τι να κάνω; Πώς να πορευτώ; Δικαίωμά μου να διαμαρτυρηθώ. Πόσες αποφάσεις δικαστηρίων δεν πραγματοποιήθηκαν άσχετα αν ήταν υπέρ των συνταξιούχων;
της Ευγενίας Ηλιοπούλου
Εργάστηκα πάνω από τριάντα χρόνια στην Υγεία. Δύσκολα χρόνια. Ωρίμασα. Απελπίστηκα από τα χτυπήματα της ζωής. Προβλήματα υγείας, που με γονάτισαν, ανακόψαν πολλά όνειρα και ελπίδες για ωραία ταξίδια και συναρπαστικές εμπειρίες. Επιβίωσα! Προσπάθησα συνεχώς, επίμονα και μεθοδικά να ζήσω όπως εγώ ήθελα. Δεν ρώτησα τον «ξενοδόχο». Κάποιος «σκηνοθέτης», εκεί ψηλά, διάβασε το σενάριο μου και δεν του άρεσε. Πολλά τα έξοδα και αβέβαιη η απόσβεση για μία μη εμπορικά πετυχημένη ταινία. Έβγαλε την απόφαση. Την λογόκρινε. Την έκοψε. Και βγήκε η απόφαση... Της απόρριψης των ονείρων. Της επιστροφής στη ρουτίνα με μπανάλ, άχρωμη, άοσμη και άχαρη πορεία.
Έκατσα και το ανέλυσα. Πλήρωσα κάποιους καθυστερημένους λογαριασμούς από τα ανέμελα και επικίνδυνα νιάτα μου. Υποχώρησα. Συμβιβάστηκα. Άλλωστε όλα σε αυτή την ζωή έχουν μία αρχή κι ένα τέλος. Φτάνοντας στο ταμείο πληρώνεις. Υπερχρεωμένα, από άλλους, ποσά. Σου επιβάλουν άδικες και αμφισβητήσιμες περικοπές. Λογικεύτηκα επειδή τίποτα δεν είναι τυχαίο σε αυτή την ζωή. Λανθασμένα πίστευα ότι μετά από πολυετή εργασία σε ένα δύσκολο αντικείμενο, σε κάποια ηλικία το μόνο που θα με απασχολούσε θα ήταν να εισπράξω επιτυχίες και η ζωή μου θα γεμίσει μόνο με όμορφες αναμνήσεις. Έκανα λάθος!
Τι να κάνω; Πώς να πορευτώ; Δικαίωμα μου δεν είναι να διαμαρτυρηθώ; Πόσες αποφάσεις δικαστηρίων δεν πραγματοποιήθηκαν, άσχετα αν ήταν υπέρ των συνταξιούχων; Πως να ανατρέψω τις εδραιωμένες πεποιθήσεις του εκάστοτε "άρχοντα" της χώρας μου; Η ιδέα να «κλάψω τη μοίρα μου» είναι επιλογή, για πολλές γυναίκες. Είναι μια φυσική απάντηση σε ορισμένα συναισθήματα, συνήθως θλίψη και πόνο. Αλλά οι άνθρωποι κλαίνε και όταν αδικούνται. Δεν με ενθουσίασε ιδιαίτερα και δεν το έκανα. Αγρίεψα και έριξα μία ματιά δίπλα μου. Πώς ζούνε οι άλλοι; Οι συνομήλικοι μου που δεν προκάλεσαν αυτοί την αδικία. Κατάλαβα πως μόνο κάποιοι κάνουν "σωστά" την δουλειά στην υπερχρεωμένη Ελλάδα. Το κράτος εξαντλεί την αυστηρότητά του μόνο σε μία πολύ συγκεκριμένη κατηγορία, των πρώην εργαζομένων.
Οι συνταξιούχοι επιδιώκουν τον διάλογο όμως δεν έχουν καμία ελπίδα να δικαιωθούν όχι μόνο επειδή ο πρωθυπουργός, που ηλικιακά είναι μακριά από την συνταξιοδότηση, δεν έχει ούτε το χρόνο αλλά ούτε και την όρεξη να τους συναντήσει για να ακούσει τα δίκαια αιτήματα τους. Η τρίτη γενιά, με την ύπαρξη της, μετράει πολύ σαν κατηγορία ψηφοφόρων αλλά δεν καταλαμβάνει σημαντική θέση στα πλάνα και τους στόχους της οικονομικής ανάπτυξης. Τα υπουργεία δεν υποχρεούνται να σκύψουν πάνω στα προβλήματα των συνταξιούχων. Η χώρα δεν θα προκόψει όταν οι συνταξιούχοι απαιτήσουν και πάρουν πίσω τα λεφτά τους. Στην περίπτωση της δικαίωσης στα δικαστήρια πολύ εύκολα η εκάστοτε κυβέρνηση δεν και δεν... με το πρόσχημα ότι «δεν είναι η κατάλληλη στιγμή» και πρόθυμα θα επιλέξει να διοχετεύσει τα νομικά κερδισμένα κονδύλια αλλού!
Εργάστηκα πάνω από τριάντα χρόνια στην Υγεία. Δύσκολα χρόνια. Ωρίμασα. Απελπίστηκα από τα χτυπήματα της ζωής. Προβλήματα υγείας, που με γονάτισαν, ανακόψαν πολλά όνειρα και ελπίδες για ωραία ταξίδια και συναρπαστικές εμπειρίες. Επιβίωσα! Προσπάθησα συνεχώς, επίμονα και μεθοδικά να ζήσω όπως εγώ ήθελα. Δεν ρώτησα τον «ξενοδόχο». Κάποιος «σκηνοθέτης», εκεί ψηλά, διάβασε το σενάριο μου και δεν του άρεσε. Πολλά τα έξοδα και αβέβαιη η απόσβεση για μία μη εμπορικά πετυχημένη ταινία. Έβγαλε την απόφαση. Την λογόκρινε. Την έκοψε. Και βγήκε η απόφαση... Της απόρριψης των ονείρων. Της επιστροφής στη ρουτίνα με μπανάλ, άχρωμη, άοσμη και άχαρη πορεία.
Έκατσα και το ανέλυσα. Πλήρωσα κάποιους καθυστερημένους λογαριασμούς από τα ανέμελα και επικίνδυνα νιάτα μου. Υποχώρησα. Συμβιβάστηκα. Άλλωστε όλα σε αυτή την ζωή έχουν μία αρχή κι ένα τέλος. Φτάνοντας στο ταμείο πληρώνεις. Υπερχρεωμένα, από άλλους, ποσά. Σου επιβάλουν άδικες και αμφισβητήσιμες περικοπές. Λογικεύτηκα επειδή τίποτα δεν είναι τυχαίο σε αυτή την ζωή. Λανθασμένα πίστευα ότι μετά από πολυετή εργασία σε ένα δύσκολο αντικείμενο, σε κάποια ηλικία το μόνο που θα με απασχολούσε θα ήταν να εισπράξω επιτυχίες και η ζωή μου θα γεμίσει μόνο με όμορφες αναμνήσεις. Έκανα λάθος!
Τι να κάνω; Πώς να πορευτώ; Δικαίωμα μου δεν είναι να διαμαρτυρηθώ; Πόσες αποφάσεις δικαστηρίων δεν πραγματοποιήθηκαν, άσχετα αν ήταν υπέρ των συνταξιούχων; Πως να ανατρέψω τις εδραιωμένες πεποιθήσεις του εκάστοτε "άρχοντα" της χώρας μου; Η ιδέα να «κλάψω τη μοίρα μου» είναι επιλογή, για πολλές γυναίκες. Είναι μια φυσική απάντηση σε ορισμένα συναισθήματα, συνήθως θλίψη και πόνο. Αλλά οι άνθρωποι κλαίνε και όταν αδικούνται. Δεν με ενθουσίασε ιδιαίτερα και δεν το έκανα. Αγρίεψα και έριξα μία ματιά δίπλα μου. Πώς ζούνε οι άλλοι; Οι συνομήλικοι μου που δεν προκάλεσαν αυτοί την αδικία. Κατάλαβα πως μόνο κάποιοι κάνουν "σωστά" την δουλειά στην υπερχρεωμένη Ελλάδα. Το κράτος εξαντλεί την αυστηρότητά του μόνο σε μία πολύ συγκεκριμένη κατηγορία, των πρώην εργαζομένων.
Οι συνταξιούχοι επιδιώκουν τον διάλογο όμως δεν έχουν καμία ελπίδα να δικαιωθούν όχι μόνο επειδή ο πρωθυπουργός, που ηλικιακά είναι μακριά από την συνταξιοδότηση, δεν έχει ούτε το χρόνο αλλά ούτε και την όρεξη να τους συναντήσει για να ακούσει τα δίκαια αιτήματα τους. Η τρίτη γενιά, με την ύπαρξη της, μετράει πολύ σαν κατηγορία ψηφοφόρων αλλά δεν καταλαμβάνει σημαντική θέση στα πλάνα και τους στόχους της οικονομικής ανάπτυξης. Τα υπουργεία δεν υποχρεούνται να σκύψουν πάνω στα προβλήματα των συνταξιούχων. Η χώρα δεν θα προκόψει όταν οι συνταξιούχοι απαιτήσουν και πάρουν πίσω τα λεφτά τους. Στην περίπτωση της δικαίωσης στα δικαστήρια πολύ εύκολα η εκάστοτε κυβέρνηση δεν και δεν... με το πρόσχημα ότι «δεν είναι η κατάλληλη στιγμή» και πρόθυμα θα επιλέξει να διοχετεύσει τα νομικά κερδισμένα κονδύλια αλλού!
ΣΧΟΛΙΑ
Μπορείτε να σχολιάσετε μέσω Facebook ή Blogger (Google) επιλέγοντας την αντίστοιχη καρτέλα από πάνω