Η πανδημία ανέδειξε έναν ισχυρό & αμετανόητο φανατισμό στους κόλπους της Εκκλησίας. Πολλά ανέδειξε, δυστυχώς. Ακόμη και το γεγονός πως η ημιμάθεια...
Δεν είναι ότι η πανδημία έχει ταλαιπωρήσει πολύ την ανθρωπότητα και την έχει φέρει σε αντιπαράθεση με τα όρια της, αναδεικνύοντας την ίδια στιγμή τις υπαρξιακές αντοχές της. Αυτό είναι πράγματι μία θλιβερή πραγματικότητα που μας φέρνει σε διάλογο με τον θάνατο. Το θέμα είναι πως η πανδημία έχει ταλαιπωρήσει και ταλαιπωρεί την Εκκλησία, αναδεικνύοντας την πνευματική ένδεια όσων δίνουν μεταφυσική νότα στο ζήτημα της πανδημίας, της μάσκας κ.ο.κ.
Ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος σωστά επισημαίνει πως βρίσκονται «εκτός πραγματικότητας όσοι δίνουν μεταφυσικές προεκτάσεις». Πράγματι, το ζήτημα της πανδημίας στην βάση του πρέπει να αντιμετωπίζεται με όρους υγειονομικούς. Εφόσον είναι ένα ζήτημα που αφορά την υγεία του ανθρώπου, χρειάζεται η συμβολή της επιστήμης. Έρχεται όμως μία μοναδική και ανεπανάληπτη αντίληψη που σφετερίζεται τα επιστημονικά επιτεύγματα και θέλοντας να μειώσει την σημασία της επιστήμης και τον πρωταγωνιστικό της ρόλο στην πανδημία, δίνει άκρως μεταφυσική αντίληψη στο ζήτημα αυτό.
Όταν ο Μ. Βασίλειος σε Επιστολή του (235) έθετε το ερώτημα «Τί πρότερον, ἡ γνῶσις ἤ ἡ πίστις;», δεν δεχόταν μόνο ότι προηγείται η πίστη της γνώσεως, αλλά και η γνώση της πίστης. Με μία διαφορετική σημασία, δηλαδή την καταληπτική ικανότητα του ανθρώπου πάνω σε ένα γεγονός, θέμα, πρόσωπο, που βεβαιώνει πως υπάρχει, πως υφίσταται. Η γνώση, σε μία τέτοια περίπτωση, βεβαιώνει, και ακολουθεί η πίστη. Στην περίπτωση της πανδημίας προηγείται η γνώση και ακολουθεί η πίστη. Η πίστη συμβάλει στην ελπίδα του ανθρώπου, στην βεβαιωμένη συγκατάβαση της “πάλιν και πολλάκις” αποκαλύψεως του θελήματος του Θεού, το οποίο γνωρίζει με την πίστη ο άνθρωπος. Δεν αρκεί όμως η πίστη για να σώσει, εάν δεν γνωρίσει ο άνθρωπος τις δωρεές του Θεού, την ιατρική, τις μεθόδους, τους τρόπους ίασης κ.ο.κ.. «Τὰ τοῦ Καίσαρος τῷ Καίσαρι καὶ τὰ τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῷ».
Η πανδημία ανέδειξε την ένδεια μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας. Προσέξετε, όχι την ένδεια της Εκκλησίας, αλλά την ανικανότητα ορισμένων φωνών εντός των τειχών της να συνδράμουν στο εκκλησιαστικό γεγονός. Και ποιο είναι αυτό το γεγονός; Είναι η μεγάλη αρετή της υπακοής, ως ελεύθερης συγκατάνευσης στο συνοδικό σώμα (το σύστημα ακούγεται και εκλαμβάνεται ως ταξικό) και όχι ως υποδούλωσης. Με άλλα λόγια, την στιγμή που η φωνή του σώματος της Ιεραρχίας, που εκφράζεται με συνοδικό και σύνολο τρόπο, διακήρυττε πως η μάσκα σώζει ζωές και πρέπει να φοράνε την μάσκα οι πιστοί μέσα στην Εκκλησία, αυτόκλητοι σωτήρες εγωπαθών φαντασιώσεων διακηρύττουν πως μέσα στην Εκκλησία δεν κολλάει ο πιστός τον ιό. Η ανθρώπινη ανοησία στο μεγαλείο της. Τότε, γιατί ένας συμπολίτης μας στην Καλαμπάκα έφυγε από την ζωή μέσα στον ναό; Για εκείνον δεν προνόησε ο Θεός; Πώς του συνέβη αυτό το κακό (γιατί και ο ιός κακό είναι) μέσα στον ναό του Θεού; Και γιατί έπεσε ο ναός στους σεισμούς στην Κρήτη πάνω σ’ έναν που βρισκόταν μέσα στον ναό εκείνη τη στιγμή; Εδώ, ο Θεός πού είναι; Μήπως “κρύφτηκε” όπως θα ‘λεγε ο Νίτσε;
Η πανδημία ανέδειξε έναν ισχυρό και αμετανόητο φανατισμό στους κόλπους της Εκκλησίας. Πολλά ανέδειξε, δυστυχώς. Ακόμη και το γεγονός πως η ημιμάθεια είναι χειρότερη από την αμάθεια. Ο φανατισμός πάντοτε αποτελούσε καρκίνωμα σε κάθε αποκαλυπτόμενη ενέργεια του Θεού προς τον κόσμο, την κτίση, την ίδια την ιστορία. Φανατικές φωνές που δημιουργούν μία ανέραστη θεολογία της ανυπακοής στον Επίσκοπο, στο σώμα της Συνόδου, στην θεολογική παράδοση της Εκκλησίας. Φωνές αλαζονικές. Όπως σημειώνει ο Olivier Clement: «Ο φανατικός ριζώνει στο άγχος και την αλαζονεία. Διακατέχεται από την ψύχωση της συνωμοσίας και οποιοσδήποτε δεν συμφωνεί μαζί του είναι όργανο των δαιμονικών δυνάμεων. Είναι ένα αβέβαιο ον, αποδιοργανωμένο, ανίκανο να περάσει μέσα στην ετερότητα του άλλου, έτοιμο να σας κολλήσει την ετικέτα του αιρετικού, του αποκλίνοντα, του νεωτεριστή ή του αντιδραστικού».
Όλες αυτές οι φωνές, χαρακτηρίζοντας ως υποκρισία και βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος την χρήση της μάσκας μέσα στον ναό, ενδύονται την βαρβαρότερη μορφή φαρισαϊκής υποκρισίας, αφού ο συνάνθρωπος τους δεν υπάρχει πουθενά. Ακόμη και από αδυναμία του συνανθρώπου τους αδυνατούν να αντιληφθούν και να χωρέσουν υπαρξιακά το γεγονός της αγάπης προς τους άλλους και της κένωσης του Θεού, που εξαιτίας της ανθρώπινης αμαρτωλότητας και αδυναμίας, πρώτος κινήθηκε με αγάπη στο δημιούργημα του, θεραπεύοντας με τον τρόπο αυτό την ανθρώπινη αδυναμία.
Φάγαμε ήττα στην Εκκλησία. Η πανδημία μας την έφερε. Θεωρήσαμε πως η Εκκλησία σώζει με μαγικό τρόπο, πως ο Θεός είναι υποχρεωμένος να σώσει την ανθρώπινη ανοησία, αρνούμενοι την ελεύθερη βούληση, επιλογή της θελήσεως αυτής και συνεπειών ταυτόχρονα. Εκείνοι οι γεροντάδες που μεταμορφώνονται σε προφητολόγους ας αναλογιστούν τις συνέπειες των λόγων τους. Κι εμάς τους ιερείς δεν μας ταιριάζει να δημιουργούμε κλίκες υποστηρικτών κατά της μάσκας μέσα στον ναό. Κι όλα αυτά έως ότου δοκιμαστούμε στα όρια του έρωτα και του θανάτου. Τελικά, υποκρισία τι είναι;
Πρεσβύτερος Ηρακλής Φίλιος
Κληρικός Ι.Μ. Σταγών & Μετεώρων
Βαλκανιολόγος, Θεολόγος
Ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος σωστά επισημαίνει πως βρίσκονται «εκτός πραγματικότητας όσοι δίνουν μεταφυσικές προεκτάσεις». Πράγματι, το ζήτημα της πανδημίας στην βάση του πρέπει να αντιμετωπίζεται με όρους υγειονομικούς. Εφόσον είναι ένα ζήτημα που αφορά την υγεία του ανθρώπου, χρειάζεται η συμβολή της επιστήμης. Έρχεται όμως μία μοναδική και ανεπανάληπτη αντίληψη που σφετερίζεται τα επιστημονικά επιτεύγματα και θέλοντας να μειώσει την σημασία της επιστήμης και τον πρωταγωνιστικό της ρόλο στην πανδημία, δίνει άκρως μεταφυσική αντίληψη στο ζήτημα αυτό.
Όταν ο Μ. Βασίλειος σε Επιστολή του (235) έθετε το ερώτημα «Τί πρότερον, ἡ γνῶσις ἤ ἡ πίστις;», δεν δεχόταν μόνο ότι προηγείται η πίστη της γνώσεως, αλλά και η γνώση της πίστης. Με μία διαφορετική σημασία, δηλαδή την καταληπτική ικανότητα του ανθρώπου πάνω σε ένα γεγονός, θέμα, πρόσωπο, που βεβαιώνει πως υπάρχει, πως υφίσταται. Η γνώση, σε μία τέτοια περίπτωση, βεβαιώνει, και ακολουθεί η πίστη. Στην περίπτωση της πανδημίας προηγείται η γνώση και ακολουθεί η πίστη. Η πίστη συμβάλει στην ελπίδα του ανθρώπου, στην βεβαιωμένη συγκατάβαση της “πάλιν και πολλάκις” αποκαλύψεως του θελήματος του Θεού, το οποίο γνωρίζει με την πίστη ο άνθρωπος. Δεν αρκεί όμως η πίστη για να σώσει, εάν δεν γνωρίσει ο άνθρωπος τις δωρεές του Θεού, την ιατρική, τις μεθόδους, τους τρόπους ίασης κ.ο.κ.. «Τὰ τοῦ Καίσαρος τῷ Καίσαρι καὶ τὰ τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῷ».
Η πανδημία ανέδειξε την ένδεια μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας. Προσέξετε, όχι την ένδεια της Εκκλησίας, αλλά την ανικανότητα ορισμένων φωνών εντός των τειχών της να συνδράμουν στο εκκλησιαστικό γεγονός. Και ποιο είναι αυτό το γεγονός; Είναι η μεγάλη αρετή της υπακοής, ως ελεύθερης συγκατάνευσης στο συνοδικό σώμα (το σύστημα ακούγεται και εκλαμβάνεται ως ταξικό) και όχι ως υποδούλωσης. Με άλλα λόγια, την στιγμή που η φωνή του σώματος της Ιεραρχίας, που εκφράζεται με συνοδικό και σύνολο τρόπο, διακήρυττε πως η μάσκα σώζει ζωές και πρέπει να φοράνε την μάσκα οι πιστοί μέσα στην Εκκλησία, αυτόκλητοι σωτήρες εγωπαθών φαντασιώσεων διακηρύττουν πως μέσα στην Εκκλησία δεν κολλάει ο πιστός τον ιό. Η ανθρώπινη ανοησία στο μεγαλείο της. Τότε, γιατί ένας συμπολίτης μας στην Καλαμπάκα έφυγε από την ζωή μέσα στον ναό; Για εκείνον δεν προνόησε ο Θεός; Πώς του συνέβη αυτό το κακό (γιατί και ο ιός κακό είναι) μέσα στον ναό του Θεού; Και γιατί έπεσε ο ναός στους σεισμούς στην Κρήτη πάνω σ’ έναν που βρισκόταν μέσα στον ναό εκείνη τη στιγμή; Εδώ, ο Θεός πού είναι; Μήπως “κρύφτηκε” όπως θα ‘λεγε ο Νίτσε;
Η πανδημία ανέδειξε έναν ισχυρό και αμετανόητο φανατισμό στους κόλπους της Εκκλησίας. Πολλά ανέδειξε, δυστυχώς. Ακόμη και το γεγονός πως η ημιμάθεια είναι χειρότερη από την αμάθεια. Ο φανατισμός πάντοτε αποτελούσε καρκίνωμα σε κάθε αποκαλυπτόμενη ενέργεια του Θεού προς τον κόσμο, την κτίση, την ίδια την ιστορία. Φανατικές φωνές που δημιουργούν μία ανέραστη θεολογία της ανυπακοής στον Επίσκοπο, στο σώμα της Συνόδου, στην θεολογική παράδοση της Εκκλησίας. Φωνές αλαζονικές. Όπως σημειώνει ο Olivier Clement: «Ο φανατικός ριζώνει στο άγχος και την αλαζονεία. Διακατέχεται από την ψύχωση της συνωμοσίας και οποιοσδήποτε δεν συμφωνεί μαζί του είναι όργανο των δαιμονικών δυνάμεων. Είναι ένα αβέβαιο ον, αποδιοργανωμένο, ανίκανο να περάσει μέσα στην ετερότητα του άλλου, έτοιμο να σας κολλήσει την ετικέτα του αιρετικού, του αποκλίνοντα, του νεωτεριστή ή του αντιδραστικού».
Όλες αυτές οι φωνές, χαρακτηρίζοντας ως υποκρισία και βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος την χρήση της μάσκας μέσα στον ναό, ενδύονται την βαρβαρότερη μορφή φαρισαϊκής υποκρισίας, αφού ο συνάνθρωπος τους δεν υπάρχει πουθενά. Ακόμη και από αδυναμία του συνανθρώπου τους αδυνατούν να αντιληφθούν και να χωρέσουν υπαρξιακά το γεγονός της αγάπης προς τους άλλους και της κένωσης του Θεού, που εξαιτίας της ανθρώπινης αμαρτωλότητας και αδυναμίας, πρώτος κινήθηκε με αγάπη στο δημιούργημα του, θεραπεύοντας με τον τρόπο αυτό την ανθρώπινη αδυναμία.
Φάγαμε ήττα στην Εκκλησία. Η πανδημία μας την έφερε. Θεωρήσαμε πως η Εκκλησία σώζει με μαγικό τρόπο, πως ο Θεός είναι υποχρεωμένος να σώσει την ανθρώπινη ανοησία, αρνούμενοι την ελεύθερη βούληση, επιλογή της θελήσεως αυτής και συνεπειών ταυτόχρονα. Εκείνοι οι γεροντάδες που μεταμορφώνονται σε προφητολόγους ας αναλογιστούν τις συνέπειες των λόγων τους. Κι εμάς τους ιερείς δεν μας ταιριάζει να δημιουργούμε κλίκες υποστηρικτών κατά της μάσκας μέσα στον ναό. Κι όλα αυτά έως ότου δοκιμαστούμε στα όρια του έρωτα και του θανάτου. Τελικά, υποκρισία τι είναι;
Πρεσβύτερος Ηρακλής Φίλιος
Κληρικός Ι.Μ. Σταγών & Μετεώρων
Βαλκανιολόγος, Θεολόγος
ΣΧΟΛΙΑ
Μπορείτε να σχολιάσετε μέσω Facebook ή Blogger (Google) επιλέγοντας την αντίστοιχη καρτέλα από πάνω