Ευκαιρίες που χάθηκαν και χρόνιες παθογένειες του συστήματος συνετέλεσαν σε μία από τις καταστροφικότερες πυρκαγιές.
Εννέα μήνες έχουν περάσει από τη μεγαλύτερη σε έκταση πυρκαγιά που έχει καταγραφεί ποτέ στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με 942.500 στρέμματα καμένης γης να καταγράφονται πέρυσι μόνο στην περιοχή του Έβρου που καιγόταν για 16 συνεχόμενες ημέρες. Στον Έβρο, 20 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, ενώ πέραν της απώλειας σημαντικού ζωικού κεφαλαίου, σπιτιών και υποδομών, κάηκαν υψηλής οικολογικής αξίας περιοχές, όπως το 58% του Εθνικού Πάρκου Δαδιάς, συμπεριλαμβανομένου και του μεγαλύτερου μέρους της αποικίας φωλεοποίησης του μαυρόγυπα.
Στο πλαίσιο αυτό, και με αφορμή τη μακρόχρονη παρουσία της οργάνωσης στην περιοχή, το WWF Ελλάς εκπόνησε δύο ολοκληρωμένες μελέτες, με στόχο να αποτελέσουν μελλοντικά πρότυπο μελετών και διαδικασιών που θα πρέπει να ακολουθούνται μεταπυρικά για οποιασδήποτε πληγείσα περιοχή στη χώρα μας.
Συγκεκριμένα, η πρώτη μελετά τη συμπεριφορά της πυρκαγιάς που σημειώθηκε στον Έβρο πέρυσι το καλοκαίρι, αξιολογώντας τον μηχανισμό δασοπυρόσβεσης και προτείνοντας συγκεκριμένα μέτρα για τη βελτίωσή του. Η δεύτερη προτείνει τις διαχειριστικές κατευθύνσεις για τη συνολική μεταπυρική αποκατάσταση της περιοχής που έπληξε η πυρκαγιά. Αξίζει να σημειωθεί πως και οι δύο μελέτες εκπονήθηκαν αποκλειστικά με πόρους του WWF Ελλάς.
Τι μας διδάσκει ο Έβρος
Η μελέτη και η τεκμηρίωση των δασικών πυρκαγιών βοηθούν στην κατανόηση της συμπεριφοράς της φωτιάς, συνεπώς στην ασφαλή και αποτελεσματική διαχείρισή τους στο μέλλον. Παρόλα αυτά, στην Ελλάδα δεν υπάρχει συστηματική τεκμηρίωση της συμπεριφοράς δασικών πυρκαγιών, ούτε επίσημο σχετικό αρχείο.
Το WWF Ελλάς πραγματοποίησε μία σύνθετη και πολυεπίπεδη αξιολόγηση που διήρκεσε από τον Νοέμβριο 2023 έως και τον Απρίλιο 2024. Σε συνεργασία και με εξωτερικούς συνεργάτες, αναλύθηκαν στοιχεία που ελήφθησαν κατά τη διάρκεια της πυρκαγιάς, πραγματοποιήθηκαν αυτοψίες στις καμένες εκτάσεις και συνεντεύξεις με εμπλεκόμενους φορείς και κοινωνικές ομάδες, αναλύθηκαν επίσημα δεδομένα και εκθέσεις, ενώ αξιολογήθηκαν και θεσπισμένες διαδικασίες.
Η έκθεση δεν επιδιώκει να κρίνει εκ των υστέρων την επιχειρησιακή δράση του Πυροσβεστικού Σώματος και των λοιπών φορέων. Αντίθετα, απώτερος σκοπός της είναι η βελτίωση του μηχανισμού δασοπυροπροστασίας της χώρας, μέσα από την εξαγωγή συμπερασμάτων και την άντληση χρήσιμων διδαγμάτων. Συνοπτικά, τα τεκμηριωμένα από την εφαρμογή επιστημονικών μεθόδων ευρήματα, είναι τα εξής:
1. Δεν αναγνωρίστηκαν σημαντικά παράθυρα ευκαιρίας που θα συνέβαλαν καθοριστικά σε μια πιο αποτελεσματική διαχείριση της πυρκαγιάς. Παράλληλα, παρατηρήθηκε πως κατά περίπτωση δεν πάρθηκαν οι κατάλληλες αποφάσεις για τη διάθεση, τη χωρική διασπορά και την ανάπτυξη των απαραίτητων επίγειων δασοπυροσβεστικών δυνάμεων.
2. Απουσία πρακτικά χρήσιμης επιστημονικής υποστήριξης, προκείμενου να γίνεται επεξεργασία όλων των δεδομένων συμπεριφοράς της πυρκαγιάς σε πραγματικό χρόνο και έτσι, να υποστηρίζονται οι επιχειρησιακές αποφάσεις.
3. Σημαντικές ελλείψεις στο πρόγραμμα σπουδών και τη διά βίου εκπαίδευση και κατάρτιση αξιωματικών και πυροσβεστών του Πυροσβεστικού Σώματος (ΠΣ), που σχετίζονται με τη μειωμένη αποτελεσματικότητα κατά την καταστολή δασικών πυρκαγιών.
4. Λανθασμένη αξιολόγηση των διαθέσιμων δεδομένων (π.χ. μετεωρολογικές προβλέψεις), με αποτέλεσμα να καούν επιπλέον 120.000 στρέμματα, συμπεριλαμβανομένου και του μικρού πυρήνα του Εθνικού Πάρκου Δάσος Δαδιάς - Λευκίμης - Σουφλίου.
5. Χρόνιες παθογένειες στο σύστημα δασοπυρόσβεσης (π.χ. απουσία ενός αξιόπιστου συστήματος διαχείρισης πληροφοριών) που συχνά δημιουργούν σοβαρά προβλήματα συντονισμού μεταξύ διαφορετικών φορέων.
Η επόμενη μέρα στον Έβρο
Με πρωτοβουλία του WWF Ελλάς και με τη σύμφωνη απόφαση της Γενικής Διεύθυνση Δασών και Δασικού Περιβάλλοντος του ΥΠΕΝ, η οργάνωση ορίστηκε «Ανάδοχος Αναδάσωσης» και με ίδιους πόρους, εκπόνησε τη “Μελέτη αναδάσωσης και διαχειριστικών κατευθύνσεων για την αποκατάσταση των δασικών οικοσυστημάτων της περιοχής του Έβρου μετά την πυρκαγιά του 2023”.
Η μελέτη αυτή αποτελεί μια πρότυπη προσπάθεια συγκέντρωσης τεκμηριωμένης επιστημονικής πληροφορίας, αλλά και μια πρωτοφανή και άρτια συνεργασία φορέων σε ιδιαίτερα σύντομο χρονικό διάστημα. Εκτός από το WWF, την ομάδα μελέτης συνέθεσαν πάνω από 20 ερευνητές από τέσσερα πανεπιστήμια, ερευνητικά κέντρα, μελετητικά γραφεία, και την ομάδα της Εταιρείας Προστασίας Βιοποικιλότητας Θράκης.
Οι κύριοι διαχειριστικοί άξονες για την αποκατάσταση των δασικών οικοσυστημάτων, λαμβάνοντας υπόψη και τις κοινωνικο-οικονομικές παραμέτρους της περιοχής που επηρεάστηκαν, προβλέπουν τα εξής:
• Ένα σημαντικό μέρος της καμένης έκτασης (πάνω από το 1/3) κάηκε με υψηλή δριμύτητα. Για τον λόγο αυτό, προτάθηκε ένα συγκεκριμένο πλάνο περιορισμένων υλοτομιών για να μη διαταραχθούν περαιτέρω τα οικοσυστήματα που ανακάμπτουν.
• Η περιοχή με τη μεγαλύτερη προτεραιότητα για άμεσες αναδασωτικές εργασίες είναι γύρω από το χωριό Μελία. Έχει βαρύ ιστορικό προηγούμενων πυρκαγιών και χαμηλή δυνατότητα φυσικής αναγέννησης. Παράλληλα, αποτελεί μία σημαντική περιοχή φυσικής τροφοληψίας για τον μαυρόγυπα και τον ασπροπάρη, αλλά και φωλεοποίησης και τροφοληψίας για άλλα σημαντικά είδη αρπακτικών. Γι’ αυτήν την έκταση εκπονήθηκαν 3 μελέτες αναδάσωσης στο πλαίσιο της γενικής μελέτης.
• Θα πρέπει να υπάρξει συστηματική παρακολούθηση βάσει συγκεκριμένων κριτηρίων σε όλες τις προτεινόμενες εκτάσεις. Αν και είναι νωρίς ακόμα, οι πρώτες ενδείξεις σε πολλές θέσεις είναι καλές, με αναγέννηση τόσο των κωνοφόρων, όσο και των πλατύφυλλων ειδών.
• Εκτιμάται ότι η φετινή φυσική αναγέννηση των κωνοφόρων, θα είναι περιορισμένη, λόγω της δριμύτητας καύσης, αλλά και του άνυδρου χειμώνα που ακολούθησε της πυρκαγιάς.
• Η φυσική αναγέννηση του πληθυσμού της μαύρης πεύκης μπορεί να εξασφαλιστεί μακροπρόθεσμα στις περιοχές, όπου έχουν απομείνει άκαυτες συστάδες του είδους και άκαυτες νησίδες, οι οποίες χαρτογραφήθηκαν.
• Η παρουσία άκαυτων νησίδων, η θωράκισή τους ή και η κατά περίπτωση ήπια διαχείρισή τους, αναμένεται να αποτελέσει πυρήνα επαναποίκισης και αποκατάστασης των πληθυσμών της άγριας χλωρίδας και πανίδας συνολικά.
• Δεν θα πρέπει να υπάρξουν πολύχρονες απαγορεύσεις βόσκησης και θα πρέπει να διατηρηθεί η εκτατική και ημι-εκτατική κτηνοτροφία, τόσο στις άκαυτες εκτάσεις, όσο και στις περιοχές που κάηκαν, βάσει όμως συγκεκριμένων κανόνων βόσκησης και με παροχή κινήτρων στους κτηνοτρόφους. Παράλληλα, είναι σημαντική η ενίσχυση των κτηνοτρόφων με μεγάλες ποσότητες ζωοτροφών, με στόχο να περιοριστεί ο κίνδυνος υπερβόσκησης των μη καμένων εκτάσεων και να αποφευχθεί η βόσκηση των καμένων εκτάσεων για όσο καιρό διαρκέσουν οι σχετικές απαγορεύσεις.
• Η παρακολούθηση, προστασία και βελτίωση της μελισσοκομικής χλωρίδας, θα μπορούσαν να βελτιώσουν τις συνθήκες της μελισσοκομίας το αμέσως επόμενο κρίσιμο διάστημα.
«Η τραγωδία του Έβρου κατέδειξε με τον πλέον καταστροφικό τρόπο τις χρόνιες και βαθιά ριζωμένες παθογένειες του συστήματος», επισημαίνει η Παναγιώτα Μαραγκού, επικεφαλής προγραμμάτων προστασίας περιβάλλοντος. «Ως WWF Ελλάς, έχουμε από πέρυσι καταθέσει πέντε προτεινόμενους άξονες μεταρρυθμίσεων για καλύτερη αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών και μία νέα κουλτούρα δασοπυρόσβεσης στη χώρα μας. Τα πρώτα βήματα που έχουν γίνει είναι προς της σωστή κατεύθυνση, αλλά σίγουρα απομένουν να γίνουν πολλά ακόμα. Η ανάλυση του Έβρου δείχνει τον δρόμο που πρέπει να ακολουθηθεί. Είναι θέμα πολιτικής βούλησης και αποφασιστικότητας το κατά πόσο τα διδάγματα αυτά θα συντελέσουν σε μία συνολική αλλαγή για την προστασία, όχι μόνο των δασών μας, αλλά και των συμπολιτών μας και της περιουσίας τους».
[post_ads]
Στο πλαίσιο αυτό, και με αφορμή τη μακρόχρονη παρουσία της οργάνωσης στην περιοχή, το WWF Ελλάς εκπόνησε δύο ολοκληρωμένες μελέτες, με στόχο να αποτελέσουν μελλοντικά πρότυπο μελετών και διαδικασιών που θα πρέπει να ακολουθούνται μεταπυρικά για οποιασδήποτε πληγείσα περιοχή στη χώρα μας.
Συγκεκριμένα, η πρώτη μελετά τη συμπεριφορά της πυρκαγιάς που σημειώθηκε στον Έβρο πέρυσι το καλοκαίρι, αξιολογώντας τον μηχανισμό δασοπυρόσβεσης και προτείνοντας συγκεκριμένα μέτρα για τη βελτίωσή του. Η δεύτερη προτείνει τις διαχειριστικές κατευθύνσεις για τη συνολική μεταπυρική αποκατάσταση της περιοχής που έπληξε η πυρκαγιά. Αξίζει να σημειωθεί πως και οι δύο μελέτες εκπονήθηκαν αποκλειστικά με πόρους του WWF Ελλάς.
© Andrea Bonetti / WWF Ἑλλάς |
Τι μας διδάσκει ο Έβρος
Η μελέτη και η τεκμηρίωση των δασικών πυρκαγιών βοηθούν στην κατανόηση της συμπεριφοράς της φωτιάς, συνεπώς στην ασφαλή και αποτελεσματική διαχείρισή τους στο μέλλον. Παρόλα αυτά, στην Ελλάδα δεν υπάρχει συστηματική τεκμηρίωση της συμπεριφοράς δασικών πυρκαγιών, ούτε επίσημο σχετικό αρχείο.
Το WWF Ελλάς πραγματοποίησε μία σύνθετη και πολυεπίπεδη αξιολόγηση που διήρκεσε από τον Νοέμβριο 2023 έως και τον Απρίλιο 2024. Σε συνεργασία και με εξωτερικούς συνεργάτες, αναλύθηκαν στοιχεία που ελήφθησαν κατά τη διάρκεια της πυρκαγιάς, πραγματοποιήθηκαν αυτοψίες στις καμένες εκτάσεις και συνεντεύξεις με εμπλεκόμενους φορείς και κοινωνικές ομάδες, αναλύθηκαν επίσημα δεδομένα και εκθέσεις, ενώ αξιολογήθηκαν και θεσπισμένες διαδικασίες.
© Αντώνης Δούρος / WWF Ἑλλάς |
Η έκθεση δεν επιδιώκει να κρίνει εκ των υστέρων την επιχειρησιακή δράση του Πυροσβεστικού Σώματος και των λοιπών φορέων. Αντίθετα, απώτερος σκοπός της είναι η βελτίωση του μηχανισμού δασοπυροπροστασίας της χώρας, μέσα από την εξαγωγή συμπερασμάτων και την άντληση χρήσιμων διδαγμάτων. Συνοπτικά, τα τεκμηριωμένα από την εφαρμογή επιστημονικών μεθόδων ευρήματα, είναι τα εξής:
1. Δεν αναγνωρίστηκαν σημαντικά παράθυρα ευκαιρίας που θα συνέβαλαν καθοριστικά σε μια πιο αποτελεσματική διαχείριση της πυρκαγιάς. Παράλληλα, παρατηρήθηκε πως κατά περίπτωση δεν πάρθηκαν οι κατάλληλες αποφάσεις για τη διάθεση, τη χωρική διασπορά και την ανάπτυξη των απαραίτητων επίγειων δασοπυροσβεστικών δυνάμεων.
2. Απουσία πρακτικά χρήσιμης επιστημονικής υποστήριξης, προκείμενου να γίνεται επεξεργασία όλων των δεδομένων συμπεριφοράς της πυρκαγιάς σε πραγματικό χρόνο και έτσι, να υποστηρίζονται οι επιχειρησιακές αποφάσεις.
3. Σημαντικές ελλείψεις στο πρόγραμμα σπουδών και τη διά βίου εκπαίδευση και κατάρτιση αξιωματικών και πυροσβεστών του Πυροσβεστικού Σώματος (ΠΣ), που σχετίζονται με τη μειωμένη αποτελεσματικότητα κατά την καταστολή δασικών πυρκαγιών.
4. Λανθασμένη αξιολόγηση των διαθέσιμων δεδομένων (π.χ. μετεωρολογικές προβλέψεις), με αποτέλεσμα να καούν επιπλέον 120.000 στρέμματα, συμπεριλαμβανομένου και του μικρού πυρήνα του Εθνικού Πάρκου Δάσος Δαδιάς - Λευκίμης - Σουφλίου.
5. Χρόνιες παθογένειες στο σύστημα δασοπυρόσβεσης (π.χ. απουσία ενός αξιόπιστου συστήματος διαχείρισης πληροφοριών) που συχνά δημιουργούν σοβαρά προβλήματα συντονισμού μεταξύ διαφορετικών φορέων.
© Αντώνης Δούρος / WWF Ἑλλάς |
Η επόμενη μέρα στον Έβρο
Με πρωτοβουλία του WWF Ελλάς και με τη σύμφωνη απόφαση της Γενικής Διεύθυνση Δασών και Δασικού Περιβάλλοντος του ΥΠΕΝ, η οργάνωση ορίστηκε «Ανάδοχος Αναδάσωσης» και με ίδιους πόρους, εκπόνησε τη “Μελέτη αναδάσωσης και διαχειριστικών κατευθύνσεων για την αποκατάσταση των δασικών οικοσυστημάτων της περιοχής του Έβρου μετά την πυρκαγιά του 2023”.
Η μελέτη αυτή αποτελεί μια πρότυπη προσπάθεια συγκέντρωσης τεκμηριωμένης επιστημονικής πληροφορίας, αλλά και μια πρωτοφανή και άρτια συνεργασία φορέων σε ιδιαίτερα σύντομο χρονικό διάστημα. Εκτός από το WWF, την ομάδα μελέτης συνέθεσαν πάνω από 20 ερευνητές από τέσσερα πανεπιστήμια, ερευνητικά κέντρα, μελετητικά γραφεία, και την ομάδα της Εταιρείας Προστασίας Βιοποικιλότητας Θράκης.
Οι κύριοι διαχειριστικοί άξονες για την αποκατάσταση των δασικών οικοσυστημάτων, λαμβάνοντας υπόψη και τις κοινωνικο-οικονομικές παραμέτρους της περιοχής που επηρεάστηκαν, προβλέπουν τα εξής:
• Ένα σημαντικό μέρος της καμένης έκτασης (πάνω από το 1/3) κάηκε με υψηλή δριμύτητα. Για τον λόγο αυτό, προτάθηκε ένα συγκεκριμένο πλάνο περιορισμένων υλοτομιών για να μη διαταραχθούν περαιτέρω τα οικοσυστήματα που ανακάμπτουν.
• Η περιοχή με τη μεγαλύτερη προτεραιότητα για άμεσες αναδασωτικές εργασίες είναι γύρω από το χωριό Μελία. Έχει βαρύ ιστορικό προηγούμενων πυρκαγιών και χαμηλή δυνατότητα φυσικής αναγέννησης. Παράλληλα, αποτελεί μία σημαντική περιοχή φυσικής τροφοληψίας για τον μαυρόγυπα και τον ασπροπάρη, αλλά και φωλεοποίησης και τροφοληψίας για άλλα σημαντικά είδη αρπακτικών. Γι’ αυτήν την έκταση εκπονήθηκαν 3 μελέτες αναδάσωσης στο πλαίσιο της γενικής μελέτης.
• Θα πρέπει να υπάρξει συστηματική παρακολούθηση βάσει συγκεκριμένων κριτηρίων σε όλες τις προτεινόμενες εκτάσεις. Αν και είναι νωρίς ακόμα, οι πρώτες ενδείξεις σε πολλές θέσεις είναι καλές, με αναγέννηση τόσο των κωνοφόρων, όσο και των πλατύφυλλων ειδών.
• Εκτιμάται ότι η φετινή φυσική αναγέννηση των κωνοφόρων, θα είναι περιορισμένη, λόγω της δριμύτητας καύσης, αλλά και του άνυδρου χειμώνα που ακολούθησε της πυρκαγιάς.
• Η φυσική αναγέννηση του πληθυσμού της μαύρης πεύκης μπορεί να εξασφαλιστεί μακροπρόθεσμα στις περιοχές, όπου έχουν απομείνει άκαυτες συστάδες του είδους και άκαυτες νησίδες, οι οποίες χαρτογραφήθηκαν.
• Η παρουσία άκαυτων νησίδων, η θωράκισή τους ή και η κατά περίπτωση ήπια διαχείρισή τους, αναμένεται να αποτελέσει πυρήνα επαναποίκισης και αποκατάστασης των πληθυσμών της άγριας χλωρίδας και πανίδας συνολικά.
• Δεν θα πρέπει να υπάρξουν πολύχρονες απαγορεύσεις βόσκησης και θα πρέπει να διατηρηθεί η εκτατική και ημι-εκτατική κτηνοτροφία, τόσο στις άκαυτες εκτάσεις, όσο και στις περιοχές που κάηκαν, βάσει όμως συγκεκριμένων κανόνων βόσκησης και με παροχή κινήτρων στους κτηνοτρόφους. Παράλληλα, είναι σημαντική η ενίσχυση των κτηνοτρόφων με μεγάλες ποσότητες ζωοτροφών, με στόχο να περιοριστεί ο κίνδυνος υπερβόσκησης των μη καμένων εκτάσεων και να αποφευχθεί η βόσκηση των καμένων εκτάσεων για όσο καιρό διαρκέσουν οι σχετικές απαγορεύσεις.
• Η παρακολούθηση, προστασία και βελτίωση της μελισσοκομικής χλωρίδας, θα μπορούσαν να βελτιώσουν τις συνθήκες της μελισσοκομίας το αμέσως επόμενο κρίσιμο διάστημα.
«Η τραγωδία του Έβρου κατέδειξε με τον πλέον καταστροφικό τρόπο τις χρόνιες και βαθιά ριζωμένες παθογένειες του συστήματος», επισημαίνει η Παναγιώτα Μαραγκού, επικεφαλής προγραμμάτων προστασίας περιβάλλοντος. «Ως WWF Ελλάς, έχουμε από πέρυσι καταθέσει πέντε προτεινόμενους άξονες μεταρρυθμίσεων για καλύτερη αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών και μία νέα κουλτούρα δασοπυρόσβεσης στη χώρα μας. Τα πρώτα βήματα που έχουν γίνει είναι προς της σωστή κατεύθυνση, αλλά σίγουρα απομένουν να γίνουν πολλά ακόμα. Η ανάλυση του Έβρου δείχνει τον δρόμο που πρέπει να ακολουθηθεί. Είναι θέμα πολιτικής βούλησης και αποφασιστικότητας το κατά πόσο τα διδάγματα αυτά θα συντελέσουν σε μία συνολική αλλαγή για την προστασία, όχι μόνο των δασών μας, αλλά και των συμπολιτών μας και της περιουσίας τους».
[post_ads]
ΣΧΟΛΙΑ
Μπορείτε να σχολιάσετε μέσω Facebook ή Blogger (Google) επιλέγοντας την αντίστοιχη καρτέλα από πάνω