Από τα πάμπολλα θέματα του "Κυπριακού" θα επιχειρήσουμε μια αναφορά στο θέμα "Αγνοούμενοι" που εξαφανίστηκαν κατά την τουρκική εισβολή το 1974.
του Νικολάου Παπανικολόπουλου
Κύπρος 1974
Η Κύπρος, η μεγαλόνησος της Μεσογείου, το χρυσοπράσινο φύλλο ριγμένο στο σταυροδρόμι των μεγάλων θαλάσσιων διαδρομών Ευρώπης, Ασίας και Αφρικής, ελληνική πάνω από τέσσερις χιλιετίες π.Χ. και από εδώ και δυο χιλιετίες ορθόδοξη χριστιανική, πριν από 50 χρόνια, με την ανοχή - συνενοχή μεγάλων δυνάμεων, δέχτηκε μια βάρβαρη εισβολή από την Τουρκία που κατέλαβε το 37% του εδάφους της. Η κατοχή συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Κύπρος, 20 Ιουλίου 1974, 5:30 το πρωί, ο ήχος των σειρήνων διαπεραστικός και έντονος σήμανε την έναρξη της τουρκικής εισβολής από τις ακτές της Κερύνειας. που εκτόπισε βίαια από τις εστίες τους περίπου 220.000 Ελληνοκύπριους και οδήγησε στο θάνατο περισσότερους από 3.000 Έλληνες. Στην προέλασή τους λεηλατούσαν, έκαιγαν, εκτελούσαν αμάχους, βεβήλωναν εκκλησίες. Για 50 χρόνια, την ίδια μέρα και ώρα, οι σειρήνες ηχούν όπως τότε και ξυπνούν μνήμες ξεριζωμού, βίας και πόνου.
20 Ιουλίου 1974 ξεκίνησε η τουρκική εισβολή, με την κωδική ονομασία (ΑΤΤΙΛΑΣ Ι) και 14 Αυγούστου 1974 (ΑΤΤΙΛΑΣ ΙΙ) ολοκληρώθηκε με τη de facto κατοχή και διχοτόμησή της κατά παραβίαση του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών με την ανοχή της Αγγλίας, των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και της Ευρώπης. Αν και υπήρξε πληθώρα Αποφάσεων και Ψηφισμάτων του ΟΗΕ δεν υπήρξε κανένα θετικό αποτέλεσμα. Και πως θα μπορούσε να υπάρξει θετικό αποτέλεσμα όταν τα όργανα του ΟΗΕ δίσταζαν ακόμη και να χαρακτηρίσουν την εισβολή της Τουρκίας ως επιθετική ενέργεια και αναφέρονταν «στην ξένη στρατιωτική παρουσία στο νησί» και «στην κατοχή τμήματος του νησιού από ξένες δυνάμεις»;
Εδώ και μισό αιώνα η Κύπρος είναι θύμα βίας, άπατης, υποκρισίας, ψεύδους και πολιτικού κυνισμού.
Εκτελέσεις, αιχμαλωσίες, εποικισμός, αγνοούμενοι, εγκλωβισμένοι, καταστροφές ορθόδοξων εκκλησιών, καταστροφές μνημείων πολιτιστικής κληρονομιάς, ανακήρυξη ψευδοκράτους, παραβίασης βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών, παράνομες στρατιωτικές δυνάμεις κατοχής, παράνομες έρευνες στην Κυπριακή ΑΟΖ, είναι μερικά από τα θέματα που συνθέτουν αυτό που λέμε «Κυπριακό».
Από τα πάμπολλα αυτά θέματα του «Κυπριακού», θα επιχειρήσουμε μια αναφορά στο θέμα «Αγνοούμενοι».
Αναφερόμενοι στους «αγνοούμενους της Κύπρου» εννοούμε Ελληνοκύπριους και Έλληνες, ένστολους και άμαχους, που ως αποτέλεσμα της τουρκικής εισβολής του 1974, εξαφανίστηκαν, χωρίς να είναι γνωστή έκτοτε η τύχη τους.
Στην περίπτωση των αγνοουμένων δεν έχουμε να κάνουμε απλά με τον περιορισμό των προσωπικών δικαιωμάτων τους και μόνο, αλλά αυτά επεκτείνονται και στα δικαιώματα των οικείων, των συγγενών και των φίλων τους, με αποτέλεσμα να διαιωνίζεται και αυτών η δυστυχία.
Χρονολόγιο ενεργειών για τους αγνοούμενους
Αμέσως μετά την Τουρκική εισβολή, πολλοί αγνοούμενοι εντοπίστηκαν από συγγενείς τους μέσα από προσωπικές μαρτυρίες, φωτογραφίες εφημερίδων και περιοδικών ή εικόνες ξένων πρακτορείων και τηλεοπτικών σταθμών αλλά άδικα καρτερούσαν την επιστροφή τους. Όμως, δεν ήσαν ανάμεσα στους αιχμαλώτους που απελευθερώθηκαν από τις φυλακές της κατεχόμενης Κύπρου και της Τουρκίας, την περίοδο Σεπτεμβρίου - Οκτωβρίου του 1974.
Από τον Νοέμβριο του 1974 και μετά ακολούθησε σιωπή από την πλευρά της Τουρκίας. Οι απελευθερώσεις ήταν ελάχιστες και επιτεύχθηκαν μόνο χάρη σε ευτυχείς συγκυρίες και με την βοήθεια του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού και του ΟΗΕ. Πέντε (5) Ψηφίσματα του ΟΗΕ για το θέμα των Αγνοουμένων που έγιναν την περίοδο 1975-1982, ουδέποτε έγιναν σεβαστά από την Τουρκία.
Το Νοέμβριο του 1975, ιδρύθηκε στη Λευκωσία και εξακολουθεί να λειτουργεί η «Παγκύπρια Επιτροπή Γονέων και Συγγενών Αδήλωτων Αιχμαλώτων και Αγνοουμένων». Από τα στοιχεία που συγκέντρωσε η Επιτροπή, έδειξε ότι υπήρχαν 1619 αγνοούμενοι, η πλειοψηφία των οποίων ήταν νέοι, ενώ υπήρχαν και εκατοντάδες μεσήλικες ή ηλικιωμένοι και δεκάδες γυναίκες και παιδιά.
Μετά από επίμονες προσπάθειες της κυπριακής κυβέρνησης και των συγγενών των αγνοουμένων, με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ ιδρύθηκε και λειτούργησε το 1981 η «Διερευνητική Επιτροπή Αγνοουμένων» (ΔΕΑ). H ΔΕΑ είναι τριμελής, ένα μέλος για κάθε πλευρά (Ελληνοκύπριοι - Τουρκοκύπριοι) και το τρίτο διορίζεται από το Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ.
Κατά καιρούς, στα άγια χώματα της πολύπαθης Κύπρου, με τη μέθοδο DNA, ταυτοποιήθηκαν ανευρεθέντα οστά και εντοπίστηκαν ως νεκροί πια άνθρωποι που θεωρούντο αγνοούμενοι. Ο στόχος είναι να δοθεί τέλος στο επί δεκαετίες δράμα των οικείων προσώπων των αγνοουμένων και να επιστραφούν στις οικογένειες τους οι σωροί των Ελλήνων και Κυπρίων που έχασαν τη ζωή τους.
Το Υπουργικό Συμβούλιο της Κύπρου δημοσίευσε στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης στις 10 Ιουλίου 2000 τον κατάλογο 1587 προσώπων τα ονόματα των οποίων περιλαμβάνονται στα αρχεία της κυβερνητικής Υπηρεσίας Αγνοουμένων Προσώπων, ως προσώπων που η τύχη τους αγνοείται.
Το έργο της ΔΕΑ για τις εκταφές, την ταυτοποίηση και την επιστροφή των λειψάνων άρχισε ουσιαστικά από το 2004.
Η Βουλή των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας, στις 22 Απριλίου 2010, ομόφωνα όρισε την 29 Οκτωβρίου κάθε έτους ως «Ημέρα Αγνοουμένων», ώστε να τονιστεί αυτή τη συγκλονιστική πτυχή του κυπριακού δράματος. Η ημερομηνία είναι συμβολική καθώς στις 29 Οκτωβρίου του 1974 αφέθηκαν ελεύθεροι και οι τελευταίοι αιχμάλωτοι από τον τουρκικό στρατό.
Στις 12 Φεβρουαρίου 2015, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υιοθέτησε ψήφισμα που επιβεβαιώνει για ακόμα μια φορά την ανάγκη η Τουρκία να συνεργαστεί με τη Διερευνητική Επιτροπή Αγνοουμένων, παρέχοντας πρόσβαση σε πληροφορίες για αγνοουμένους, αλλά και πληροφορίες για μετακίνηση οστών και για τον τόπο της επαναταφής των μετακινηθέντων οστών, που κατέχει η ίδια και ο στρατός της.
Σύμφωνα με στοιχεία της ΔΕΑ τον Απρίλιο του 2017 είχε προχωρήσει σε 1133 εκταφές και είχαν ταυτοποιηθεί και παραδοθεί στις οικογένειες τους τα οστά 779 αγνοουμένων (595 Ελληνοκυπρίων και 184 Τουρκοκύπριων).
Στις 30 Μαΐου 2024, παρουσία του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας έγινε στη Λευκωσία, ειδική τελετή απόδοσης τιμών και η νεκρώσιμη ακολουθία δεκαπέντε (15) Ελληνοκυπρίων και Ελλαδικών που θεωρούνταν αγνοούμενοι. Εξ αυτών τα λείψανα εννέα (9) Ελλήνων οπλιτών, επαναπατρίστηκαν στις 31 Μαΐου 2024 σε τελετή που έγινε στην Αεροπορική Βάση Ελευσίνας με την απόδοση τιμών και την τέλεση επιμνημόσυνης δέησης. Η ταφή των λείψανων τους έγινε στους τόπους καταγωγής τους σε συνεργασία με τους οικείους Σχηματισμούς. Τα λείψανα των άλλων ενταφιάσθηκαν στον «Τύμβο Μακεδονίτισσας», το στρατιωτικό νεκροταφείο Ελλαδιτών και Ελληνοκυπρίων πεσόντων της Κύπρου στους αγώνες κατά των Τούρκων του 1964 και 1974. Στο χώρο αυτό μάλιστα, στις 22 Ιουλίου 1974 καταρρίφθηκε από φίλια πυρά το αεροπλάνο τύπου "Noratlas" που μετέφερε την 1η Μοίρα Καταδρομών των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων που έρχονταν στη Κύπρο για την υπεράσπιση της νήσου.
Μαρτυρίες για τους αγνοούμενους
Υπάρχει καταγεγραμμένη ομολογία της θηριωδίας του σφαγιαστή σουλτανίσκου και ανδρείκελου της Άγκυρας στην Κύπρο Ρ. Ντενκτάς (1924-2012), σε συνέντευξη που έγινε το 1975, στα πλαίσια γυρίσματος του ντοκιμαντέρ "Αττίλας 74", από τον διακεκριμένο σκηνοθέτη Μ. Κακογιάννη, ότι όλοι οι 1619 αγνοούμενοι σφαγιάστηκαν από Τουρκοκυπρίους για λόγους εκδίκησης. Την ομολογία του αυτή, την επανέλαβε σε συνέντευξή του (1-3-1996) και στο Κυπριακό κανάλι «Σίγμα».
Τον Οκτώβριο του 2006, η Αμερικανική Εταιρεία Στρατηγικών Αναλύσεων έθεσε υπόψη της Υπηρεσίας Πληροφοριών του Πενταγώνου, έκθεση με φοβερές και ανατριχιαστικές πληροφορίες για τους 1619 που αγνοούντο από την Τουρκική εισβολή στην Κύπρο το’74. Σύμφωνα με τον συντάκτη της έκθεσης Gregory Copley, οι Τούρκοι δεν είχαν πρόθεση να επιστρέψουν αυτούς τους αιχμαλώτους ή να παραδεχτούν ότι έχουν, καθώς τους χρησιμοποίησαν ως πειραματόζωα για την κατασκευή χημικών και βιολογικών όπλων.
Τον Ιούλιο του 2016, ο Sener Levent, θαρραλέος Τουρκοκύπριος εκδότης της εφημερίδας Afrika και επανειλημμένα στόχος των Τουρκικών κατοχικών αρχών, δημοσίευσε μαρτυρίες από την εποχή της Τουρκικής εισβολής για εκτελέσεις αιχμαλώτων στην Τουρκία.
Η τουρκάλα δημοσιογράφος Uzay Bulut σε άρθρο της που έγγραψε στην ιστοσελίδα Israel Hayom με αφορμή τα γεγονότα στη Γάζα το 2016 και τη στάση της Τουρκίας, στηλιτεύει και την τουρκική εισβολή που έκανε η Τουρκία στην Κύπρο το 1974 «προσχεδιασμένες εκτελέσεις, καταστροφή, εθνικό ξεκαθάρισμα, συνεχιζόμενο δημογραφικό και πολιτιστικό βιασμό», «Η τουρκική κυβέρνηση γιορτάζει την εισβολή, όμως καταδικάζει τους Ισραηλινούς…».
Επίλογος
Πέρασαν 50 χρόνια διαπραγματεύσεων, όμως η Κερύνεια, η Αμμόχωστος και η Μόρφου παραμένουν κάτω από την κατοχή του βάρβαρου κατακτητή. Μέσα στα πενήντα αυτά χρόνια έγιναν πολλές διπλωματικές προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού προβλήματος. Αλλά δυστυχώς τα συμφέροντα των Μεγάλων Δυνάμεων και ειδικά της Αγγλίας δεν άφησαν το Κυπριακό ζήτημα να βρει τη λύση του.
Ως Έλληνες δεν ξεχνάμε την τραγωδία της Κύπρου. Δεν λησμονούμε το σύγκρυο που προκαλεί στην ψυχή μας η ανάσα του βάρβαρου γείτονα με τις ανείπωτες και βάρβαρες πράξεις του. Στην Κύπρο το 1974, στα Ίμια το 1996 και στα σύνορα του Έβρου το 2020. Αυτού που διεκδικεί με θράσος πέρα από κάθε στοιχειώδη νόμο και δίκαιο, τον τόπο μας, την ιστορία μας, τη θάλασσά μας, τον αέρα μας, τη ζωή μας, το βιός μας…
Όλα αυτά όμως, πρέπει να γίνουν μαθήματα Ιστορίας σε όλους μας. Αλλά για να γίνουν μαθήματα, πρέπει κάποιοι να τα διδάξουν στις νέες γενιές. Το μεγαλύτερο μάθημα που έχουμε χρέος όλοι μας να πάρουμε, είναι το ότι δεν πρέπει να δεχόμαστε ποτέ τετελεσμένα στην Ιστορία μας. Φθάνει πια ὁ ενδοτισμός και οι συνεχείς παραχωρήσεις. Είναι ώρα να αγωνιστούμε για τα ιερά και τα όσια, πριν θρηνήσουμε και άλλες χαμένες Πατρίδες…
ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ
Υποναύαρχος Λ.Σ. (ε.α)
[post_ads]
Κύπρος 1974
Η Κύπρος, η μεγαλόνησος της Μεσογείου, το χρυσοπράσινο φύλλο ριγμένο στο σταυροδρόμι των μεγάλων θαλάσσιων διαδρομών Ευρώπης, Ασίας και Αφρικής, ελληνική πάνω από τέσσερις χιλιετίες π.Χ. και από εδώ και δυο χιλιετίες ορθόδοξη χριστιανική, πριν από 50 χρόνια, με την ανοχή - συνενοχή μεγάλων δυνάμεων, δέχτηκε μια βάρβαρη εισβολή από την Τουρκία που κατέλαβε το 37% του εδάφους της. Η κατοχή συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Κύπρος, 20 Ιουλίου 1974, 5:30 το πρωί, ο ήχος των σειρήνων διαπεραστικός και έντονος σήμανε την έναρξη της τουρκικής εισβολής από τις ακτές της Κερύνειας. που εκτόπισε βίαια από τις εστίες τους περίπου 220.000 Ελληνοκύπριους και οδήγησε στο θάνατο περισσότερους από 3.000 Έλληνες. Στην προέλασή τους λεηλατούσαν, έκαιγαν, εκτελούσαν αμάχους, βεβήλωναν εκκλησίες. Για 50 χρόνια, την ίδια μέρα και ώρα, οι σειρήνες ηχούν όπως τότε και ξυπνούν μνήμες ξεριζωμού, βίας και πόνου.
20 Ιουλίου 1974 ξεκίνησε η τουρκική εισβολή, με την κωδική ονομασία (ΑΤΤΙΛΑΣ Ι) και 14 Αυγούστου 1974 (ΑΤΤΙΛΑΣ ΙΙ) ολοκληρώθηκε με τη de facto κατοχή και διχοτόμησή της κατά παραβίαση του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών με την ανοχή της Αγγλίας, των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και της Ευρώπης. Αν και υπήρξε πληθώρα Αποφάσεων και Ψηφισμάτων του ΟΗΕ δεν υπήρξε κανένα θετικό αποτέλεσμα. Και πως θα μπορούσε να υπάρξει θετικό αποτέλεσμα όταν τα όργανα του ΟΗΕ δίσταζαν ακόμη και να χαρακτηρίσουν την εισβολή της Τουρκίας ως επιθετική ενέργεια και αναφέρονταν «στην ξένη στρατιωτική παρουσία στο νησί» και «στην κατοχή τμήματος του νησιού από ξένες δυνάμεις»;
Εδώ και μισό αιώνα η Κύπρος είναι θύμα βίας, άπατης, υποκρισίας, ψεύδους και πολιτικού κυνισμού.
Εκτελέσεις, αιχμαλωσίες, εποικισμός, αγνοούμενοι, εγκλωβισμένοι, καταστροφές ορθόδοξων εκκλησιών, καταστροφές μνημείων πολιτιστικής κληρονομιάς, ανακήρυξη ψευδοκράτους, παραβίασης βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών, παράνομες στρατιωτικές δυνάμεις κατοχής, παράνομες έρευνες στην Κυπριακή ΑΟΖ, είναι μερικά από τα θέματα που συνθέτουν αυτό που λέμε «Κυπριακό».
Από τα πάμπολλα αυτά θέματα του «Κυπριακού», θα επιχειρήσουμε μια αναφορά στο θέμα «Αγνοούμενοι».
Αναφερόμενοι στους «αγνοούμενους της Κύπρου» εννοούμε Ελληνοκύπριους και Έλληνες, ένστολους και άμαχους, που ως αποτέλεσμα της τουρκικής εισβολής του 1974, εξαφανίστηκαν, χωρίς να είναι γνωστή έκτοτε η τύχη τους.
Στην περίπτωση των αγνοουμένων δεν έχουμε να κάνουμε απλά με τον περιορισμό των προσωπικών δικαιωμάτων τους και μόνο, αλλά αυτά επεκτείνονται και στα δικαιώματα των οικείων, των συγγενών και των φίλων τους, με αποτέλεσμα να διαιωνίζεται και αυτών η δυστυχία.
Χρονολόγιο ενεργειών για τους αγνοούμενους
Αμέσως μετά την Τουρκική εισβολή, πολλοί αγνοούμενοι εντοπίστηκαν από συγγενείς τους μέσα από προσωπικές μαρτυρίες, φωτογραφίες εφημερίδων και περιοδικών ή εικόνες ξένων πρακτορείων και τηλεοπτικών σταθμών αλλά άδικα καρτερούσαν την επιστροφή τους. Όμως, δεν ήσαν ανάμεσα στους αιχμαλώτους που απελευθερώθηκαν από τις φυλακές της κατεχόμενης Κύπρου και της Τουρκίας, την περίοδο Σεπτεμβρίου - Οκτωβρίου του 1974.
Από τον Νοέμβριο του 1974 και μετά ακολούθησε σιωπή από την πλευρά της Τουρκίας. Οι απελευθερώσεις ήταν ελάχιστες και επιτεύχθηκαν μόνο χάρη σε ευτυχείς συγκυρίες και με την βοήθεια του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού και του ΟΗΕ. Πέντε (5) Ψηφίσματα του ΟΗΕ για το θέμα των Αγνοουμένων που έγιναν την περίοδο 1975-1982, ουδέποτε έγιναν σεβαστά από την Τουρκία.
Το Νοέμβριο του 1975, ιδρύθηκε στη Λευκωσία και εξακολουθεί να λειτουργεί η «Παγκύπρια Επιτροπή Γονέων και Συγγενών Αδήλωτων Αιχμαλώτων και Αγνοουμένων». Από τα στοιχεία που συγκέντρωσε η Επιτροπή, έδειξε ότι υπήρχαν 1619 αγνοούμενοι, η πλειοψηφία των οποίων ήταν νέοι, ενώ υπήρχαν και εκατοντάδες μεσήλικες ή ηλικιωμένοι και δεκάδες γυναίκες και παιδιά.
Μετά από επίμονες προσπάθειες της κυπριακής κυβέρνησης και των συγγενών των αγνοουμένων, με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ ιδρύθηκε και λειτούργησε το 1981 η «Διερευνητική Επιτροπή Αγνοουμένων» (ΔΕΑ). H ΔΕΑ είναι τριμελής, ένα μέλος για κάθε πλευρά (Ελληνοκύπριοι - Τουρκοκύπριοι) και το τρίτο διορίζεται από το Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ.
Κατά καιρούς, στα άγια χώματα της πολύπαθης Κύπρου, με τη μέθοδο DNA, ταυτοποιήθηκαν ανευρεθέντα οστά και εντοπίστηκαν ως νεκροί πια άνθρωποι που θεωρούντο αγνοούμενοι. Ο στόχος είναι να δοθεί τέλος στο επί δεκαετίες δράμα των οικείων προσώπων των αγνοουμένων και να επιστραφούν στις οικογένειες τους οι σωροί των Ελλήνων και Κυπρίων που έχασαν τη ζωή τους.
Το Υπουργικό Συμβούλιο της Κύπρου δημοσίευσε στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης στις 10 Ιουλίου 2000 τον κατάλογο 1587 προσώπων τα ονόματα των οποίων περιλαμβάνονται στα αρχεία της κυβερνητικής Υπηρεσίας Αγνοουμένων Προσώπων, ως προσώπων που η τύχη τους αγνοείται.
Το έργο της ΔΕΑ για τις εκταφές, την ταυτοποίηση και την επιστροφή των λειψάνων άρχισε ουσιαστικά από το 2004.
Η Βουλή των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας, στις 22 Απριλίου 2010, ομόφωνα όρισε την 29 Οκτωβρίου κάθε έτους ως «Ημέρα Αγνοουμένων», ώστε να τονιστεί αυτή τη συγκλονιστική πτυχή του κυπριακού δράματος. Η ημερομηνία είναι συμβολική καθώς στις 29 Οκτωβρίου του 1974 αφέθηκαν ελεύθεροι και οι τελευταίοι αιχμάλωτοι από τον τουρκικό στρατό.
Στις 12 Φεβρουαρίου 2015, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υιοθέτησε ψήφισμα που επιβεβαιώνει για ακόμα μια φορά την ανάγκη η Τουρκία να συνεργαστεί με τη Διερευνητική Επιτροπή Αγνοουμένων, παρέχοντας πρόσβαση σε πληροφορίες για αγνοουμένους, αλλά και πληροφορίες για μετακίνηση οστών και για τον τόπο της επαναταφής των μετακινηθέντων οστών, που κατέχει η ίδια και ο στρατός της.
Σύμφωνα με στοιχεία της ΔΕΑ τον Απρίλιο του 2017 είχε προχωρήσει σε 1133 εκταφές και είχαν ταυτοποιηθεί και παραδοθεί στις οικογένειες τους τα οστά 779 αγνοουμένων (595 Ελληνοκυπρίων και 184 Τουρκοκύπριων).
Στις 30 Μαΐου 2024, παρουσία του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας έγινε στη Λευκωσία, ειδική τελετή απόδοσης τιμών και η νεκρώσιμη ακολουθία δεκαπέντε (15) Ελληνοκυπρίων και Ελλαδικών που θεωρούνταν αγνοούμενοι. Εξ αυτών τα λείψανα εννέα (9) Ελλήνων οπλιτών, επαναπατρίστηκαν στις 31 Μαΐου 2024 σε τελετή που έγινε στην Αεροπορική Βάση Ελευσίνας με την απόδοση τιμών και την τέλεση επιμνημόσυνης δέησης. Η ταφή των λείψανων τους έγινε στους τόπους καταγωγής τους σε συνεργασία με τους οικείους Σχηματισμούς. Τα λείψανα των άλλων ενταφιάσθηκαν στον «Τύμβο Μακεδονίτισσας», το στρατιωτικό νεκροταφείο Ελλαδιτών και Ελληνοκυπρίων πεσόντων της Κύπρου στους αγώνες κατά των Τούρκων του 1964 και 1974. Στο χώρο αυτό μάλιστα, στις 22 Ιουλίου 1974 καταρρίφθηκε από φίλια πυρά το αεροπλάνο τύπου "Noratlas" που μετέφερε την 1η Μοίρα Καταδρομών των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων που έρχονταν στη Κύπρο για την υπεράσπιση της νήσου.
Μαρτυρίες για τους αγνοούμενους
Υπάρχει καταγεγραμμένη ομολογία της θηριωδίας του σφαγιαστή σουλτανίσκου και ανδρείκελου της Άγκυρας στην Κύπρο Ρ. Ντενκτάς (1924-2012), σε συνέντευξη που έγινε το 1975, στα πλαίσια γυρίσματος του ντοκιμαντέρ "Αττίλας 74", από τον διακεκριμένο σκηνοθέτη Μ. Κακογιάννη, ότι όλοι οι 1619 αγνοούμενοι σφαγιάστηκαν από Τουρκοκυπρίους για λόγους εκδίκησης. Την ομολογία του αυτή, την επανέλαβε σε συνέντευξή του (1-3-1996) και στο Κυπριακό κανάλι «Σίγμα».
Τον Οκτώβριο του 2006, η Αμερικανική Εταιρεία Στρατηγικών Αναλύσεων έθεσε υπόψη της Υπηρεσίας Πληροφοριών του Πενταγώνου, έκθεση με φοβερές και ανατριχιαστικές πληροφορίες για τους 1619 που αγνοούντο από την Τουρκική εισβολή στην Κύπρο το’74. Σύμφωνα με τον συντάκτη της έκθεσης Gregory Copley, οι Τούρκοι δεν είχαν πρόθεση να επιστρέψουν αυτούς τους αιχμαλώτους ή να παραδεχτούν ότι έχουν, καθώς τους χρησιμοποίησαν ως πειραματόζωα για την κατασκευή χημικών και βιολογικών όπλων.
Τον Ιούλιο του 2016, ο Sener Levent, θαρραλέος Τουρκοκύπριος εκδότης της εφημερίδας Afrika και επανειλημμένα στόχος των Τουρκικών κατοχικών αρχών, δημοσίευσε μαρτυρίες από την εποχή της Τουρκικής εισβολής για εκτελέσεις αιχμαλώτων στην Τουρκία.
Η τουρκάλα δημοσιογράφος Uzay Bulut σε άρθρο της που έγγραψε στην ιστοσελίδα Israel Hayom με αφορμή τα γεγονότα στη Γάζα το 2016 και τη στάση της Τουρκίας, στηλιτεύει και την τουρκική εισβολή που έκανε η Τουρκία στην Κύπρο το 1974 «προσχεδιασμένες εκτελέσεις, καταστροφή, εθνικό ξεκαθάρισμα, συνεχιζόμενο δημογραφικό και πολιτιστικό βιασμό», «Η τουρκική κυβέρνηση γιορτάζει την εισβολή, όμως καταδικάζει τους Ισραηλινούς…».
Επίλογος
Πέρασαν 50 χρόνια διαπραγματεύσεων, όμως η Κερύνεια, η Αμμόχωστος και η Μόρφου παραμένουν κάτω από την κατοχή του βάρβαρου κατακτητή. Μέσα στα πενήντα αυτά χρόνια έγιναν πολλές διπλωματικές προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού προβλήματος. Αλλά δυστυχώς τα συμφέροντα των Μεγάλων Δυνάμεων και ειδικά της Αγγλίας δεν άφησαν το Κυπριακό ζήτημα να βρει τη λύση του.
Ως Έλληνες δεν ξεχνάμε την τραγωδία της Κύπρου. Δεν λησμονούμε το σύγκρυο που προκαλεί στην ψυχή μας η ανάσα του βάρβαρου γείτονα με τις ανείπωτες και βάρβαρες πράξεις του. Στην Κύπρο το 1974, στα Ίμια το 1996 και στα σύνορα του Έβρου το 2020. Αυτού που διεκδικεί με θράσος πέρα από κάθε στοιχειώδη νόμο και δίκαιο, τον τόπο μας, την ιστορία μας, τη θάλασσά μας, τον αέρα μας, τη ζωή μας, το βιός μας…
Όλα αυτά όμως, πρέπει να γίνουν μαθήματα Ιστορίας σε όλους μας. Αλλά για να γίνουν μαθήματα, πρέπει κάποιοι να τα διδάξουν στις νέες γενιές. Το μεγαλύτερο μάθημα που έχουμε χρέος όλοι μας να πάρουμε, είναι το ότι δεν πρέπει να δεχόμαστε ποτέ τετελεσμένα στην Ιστορία μας. Φθάνει πια ὁ ενδοτισμός και οι συνεχείς παραχωρήσεις. Είναι ώρα να αγωνιστούμε για τα ιερά και τα όσια, πριν θρηνήσουμε και άλλες χαμένες Πατρίδες…
ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ
Υποναύαρχος Λ.Σ. (ε.α)
[post_ads]
ΣΧΟΛΙΑ
Μπορείτε να σχολιάσετε μέσω Facebook ή Blogger (Google) επιλέγοντας την αντίστοιχη καρτέλα από πάνω