Μύθοι που βασανίζουν την ιστορία της Αλεξανδρούπολης από επεμβάσεις άσχετων "ιστορικών". Στον Σιδηρόδρομο οφείλει την ανάπτυξή της η πόλη μας.
του Γεωργίου Αλεπάκου
Η Ιστορία βασίζεται τόσο σε γραπτές πηγές όσο και σε προφορικές μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν από κοντά γεγονότα του παρελθόντος και τα αφηγήθηκαν αργότερα. Η πρώτη πηγή είναι πιο αξιόπιστη από τη δεύτερη γιατί η μαρτυρία ενός ανθρώπου είναι καθαρά υποκειμενική και βασίζεται στις γνώσεις του, τη ψυχοσωματική και συναισθηματική του κατάσταση, την ιδεολογική του τοποθέτηση, αλλά και τη μνήμη του. Όπως είχε γράψει ο Μαρκ Μαζάουερ στο παρελθόν, οι παλιοί μύθοι δεν αντέχουν πλέον.
Έτσι και η ιστορία της Αλεξανδρούπολης έχει καταγραφεί στο συλλογικό υποσυνείδητο μέσα από «προφορικές μαρτυρίες» (!!!) που έχουν αναπαράγει μύθους, o δεύτερος από τους οποίους, μετά αυτόν της ανύψωσης της Ελληνικής σημαίας από τους προσκόπους την παραμονή της έλευσης του Ελληνικού Στρατού στις 13-5-1920 (!!!), είναι ο μύθος «Το Ψαροχώρι Δεδέαγατς».
Η Βικιπαίδεια στο λήμμα Αλεξανδρούπολη αναφέρει ότι «Η Αλεξανδρούπολη κατά τον 19ο αιώνα ήταν ένα μικρό ψαροχώρι με το όνομα Δεδέαγατς».
Έτσι και στις 3 Μαΐου του 2022, που έγινε η επίσημη έναρξη του μεγάλου έργου του FSRU της Αλεξανδρούπολης (LNG), παρουσία υψηλών προσκεκλημένων, στην παρουσίαση που έκανε η εταιρία και έχει άδεια για το έργο του Ανεξάρτητου Συστήματος Φυσικού Αερίου Αλεξανδρούπολης, κάποιοι εντόπιοι ανιστόρητοι ενημέρωσαν εσφαλμένα τους οργανωτές ότι «η πόλη μας κατάφερε να εξελιχθεί από ένα γραφικό ψαροχώρι σε ένα σύγχρονο κέντρο εμπορίου logistics»!!!.
Η επίσημη ιστοσελίδα του Δήμου Αλεξανδρούπολης αναφέρει ότι «Μετά το Ρωσοτουρκικό πόλεμο οι ψαράδες από την Αίνο, την Μάκρη και τη Μαρώνεια σχηματίζουν ένα μικρό οικισμό - τη μετέπειτα Αλεξανδρούπολη - που μεγαλώνει σιγά σιγά και αναπτύσσεται ραγδαία με την ίδρυση του σιδηρόδρομου. Η αρχή του οικισμού είναι στη δεκαετία του 1850, και στις επόμενες δεκαετίες, με την έλευση των Ρώσων διαμορφώνεται ένα σχέδιο πόλης για την παραλιακή περιοχή, από την κεντρική λεωφόρο ως την θάλασσα»!!!
Όλες όμως οι γραπτές πηγές αλλά και οι σχετικοί χάρτες της εποχής αποδεικνύουν το αντίθετο. Έτσι ο αείμνηστος δάσκαλος Άγγελος Ποιμενίδης στο βιβλίο του γύρω από την ιστορία της Θράκης, την έκδοση του οποίου επιμελήθηκε ο φιλίστωρ Αθανάσιος Αποστολίδης γράφει για το θρύλο των ψαράδων στο Δεδέαγατς: «Λένε ότι οι έλληνες ψαράδες έχτισαν τον πρώτο της συνοικισμό. Ανακρίβεια και αυτό. Οι ψαράδες είχαν την καθέδρα τους στην Αίνο με τα ιχθυοτροφεία, τις λιμνοθάλασσες, τα αμέτρητα καΐκια και τούς εμπόρους με τα πρακτορεία στις κυριότερες πόλεις τότε, Πόλη - Σμύρνη - Οδησσός - Μασσαλία. Οι ψαράδες αυτοί ψάρευαν στα παράλια μας, μα οι πρόχειρες καλύβες τους και είχαν πολλές και αλλού για τα εποχιακά τους ψαρέματα, δεν μας δίνουν το επιχείρημα να πιστέψουμε οτι έγιναν αφορμή να κτισθεί η πόλη μας».
Μέχρι την έλευση του σιδηροδρόμου και την κατασκευή του πρώτου λιμανιού η περιοχή του Δεδεαγατς ήταν τόπος έρημος και ακατοίκητος, «γιαμπάν γιέρ», όπως έγραψε στις 29/5/1872 ο εκπαιδευτικός από την Αίνο Νικόλαος Χατζόπουλος, σφόδρα πολέμιος της επιλογής του Δεδεαγατς αντί της Αίνου.
Στο Γαλλικό βιβλίο «ETHNOGRAPHIE de la TURQUIE D’EUROPE» του G. Lejean που εκδόθηκε το 1861, δεν φαίνεται να υπάρχει οικισμός στη περιοχή του Δεδέαγατς
Η απόληξη της σιδηροδρομικής γραμμής στο Αιγαίο δεν έγινε στην Αίνο, όπως είχε αρχικά προβλεφθεί και παρά τις έντονες αντιδράσεις των Αινιτών, που με προεξάρχοντα τον δάσκαλο Νικόλαο Χατζόπουλο καταφέρθηκαν δημοσίως κατά της επιλογής αυτής, του Δεδέαγατς. Για τους λόγους αυτής της επιλογής μας διαφωτίζει ένα βιβλίο που εκδόθηκε στα Γαλλικά το 1875 στην Κωνσταντινούπολη, αγνώστου συγγραφέα με τίτλο: «La question des chemins de fer de la Turquie d'Europe devant l'opinion publique». Σχολιάζεται σε αυτό η έκθεση της κυβερνητικής επιτροπής που εξέτασε το αποπερατωθέν έργο και επέκρινε κατά τον συγγραφέα του βιβλίου την επιλογή του Δεδέαγατς ως σημείου απόληξης στο Αιγαίο της γραμμής των Ρουμελικών σιδηροδρόμων: «Η θάλασσα είναι ανοικτή και ρηχή. Δεν υπάρχει καμία πόλη ούτε κάποιο σημαντικό χωριό. Το κλίμα είναι τόσο ανθυγιεινό, που δεν περνούν είκοσι τέσσερις ώρες χωρίς την υποβολή εκθέσεων για πολύ τρομακτικούς πυρετούς. Θα ήταν πολύ πιο λογικό να επιλέξουν την Αίνο, και είχε γίνει, κατ' αρχήν. Αλλά θα ήταν αναγκαίες να τρέξουν κάποιες εργασίες, και η κυβέρνηση έχει αδιαφορήσει και πάλι σε αυτό το σημείο, όπως σε πολλά άλλα. ... Παρά τους αντίθετους ισχυρισμούς, υπάρχει μόνο μία φωνή στη χώρα για να κατηγορήσει την αυτοκρατορική εταιρία ότι είχε προτιμήσει το Dede-Agatch από την Αίνο, με μοναδικό σκοπό να εκταμιεύσει όσο το δυνατόν λιγότερα από τα ποσά που έλαβε, χωρίς καμία ανησυχία για το δημόσιο συμφέρον».
Με λίγα λόγια μπορούμε βάσιμα να ισχυριστούμε ότι για λόγους οικονομικούς επιλέχθηκε η περιοχή του Δεδέαγατς. Το λιμάνι της Αίνου απαιτούσε δυσανάλογες δαπάνες για να παραμείνει λειτουργικό. Επίσης πιθανόν να έπαιξε ρόλο και το γεγονός ότι η περιοχή του Δεδέαγατς ήταν βακούφι του Βαγιαζήτ Βελή Χαν που μπορούσε ανέξοδα να παραχωρηθεί στην κατασκευαστική εταιρία ενώ στην περιοχή της Αίνου θα έπρεπε να απαλλοτριωθούν ιδιοκτησίες.
Στις απαρχές της δημιουργίας της πόλης, την επισκέφτηκε o Adolf Werthner, (18 Ιουλίου 1828 - 26 Ιανουαρίου 1906), δημοσιογράφος και ιδρυτής της αυστριακής εφημερίδας Neue Freie Press, ο οποίος δημοσίευσε σε συνέχειες στην εφημερίδα του, με τον τίτλο «Θρακικοί Σιδηρόδρομοι» το ταξίδι του με το τραίνο στην καινούργια σιδηροδρομική γραμμή επισκεπτόμενος την Φιλιππούπολη, την Αδριανούπολη, το Δεδέαγατς και τέλος την Κωνσταντινούπολη. Στο φύλλο της 1-8-1874 o Werthner γράφει: «Το τρένο μας έφθασε στις μία ώρα στο Dédé-Aghadj. Δεν είναι πόλη, ούτε λιμάνι, ούτε χωριό, παρά μια ρηχή ακτή, στην οποία τα κύματα χτυπούν, και πίσω της μια ευρεία πεδιάδα, που σκιάζεται από ένα μεγάλο δάσος και περιβάλλεται από μέτρια βουνά σε ένα ημικύκλιο. Ο σιδηρόδρομος διασχίζει αυτά τα δάση και συναντά τη θάλασσα τυχαία. Πρόκειται για ένα όμορφο μονοπάτι, μια ευχάριστη είσοδο, αλλά περίμενα κάτι άλλο, τουλάχιστον ένα τζαμί με μερικές αγροικίες. Το σπίτι του σταθμού, φυσικά, είναι εκεί, δίπλα σε μια ξύλινη καλύβα, που είναι το μεγάλο café de DédéAghadj, και λίγο πιο πίσω κατά μήκος της άκρης του δάσους, ένα μονώροφο ξύλινο σπίτι όπου ζουν οι μηχανικοί και ο αυστριακός Lloyd έθεσε προσωρινά το Γραφείο του. Ακόμη στην παραλία, τα προστατευτικά τοιχία για τις φορτηγίδες με χαμηλό βύθισμα έχουν κατασκευαστεί από μεγάλες τετράγωνες πέτρες».
Στο περιοδικό «The Nautical Magazine for 1873», βρίσκουμε υπό τον τίτλο: «ΑΡΧΙΠΕΛΑΓΟΣ - ΑΚΤΗ ΤΗΣ ΡΟΥΜΕΛΗΣ», ένα ενδιαφέρον άρθρο για το DedeAgatch: «Προς το παρόν (το Δεδέαγατς) περιέχει μόνο το σταθμό και τα κτίρια του σιδηροδρόμου καθώς και τα σπίτια και τις καλύβες των αξιωματούχων και των εργατών».
Ο Έλληνας πρόξενος της Αδριανούπολης Κ. Βατικιώτης σε αναφορά του προς το Ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών, στις 28 Ιανουαρίου 1875, γράφει: «…Το Δεδεαγάτσιον έρημος το πριν ως απροσπέραστος παραλία κείμενον επί της κατά την Μεσόγειον Θρακικής παραλίας μεταξύ Πόρτο - Λάγου και Αίνου, κατέστη γνωστόν αφ΄ ης οι μελετήσαντες και αναλαβόντες την κατασκευήν των σιδηροδρόμων της Ευρωπαϊκής Τουρκίας απεφάσισαν να κατασκευάσωσιν εν αυτώ την κεφαλήν των Θρακικών και βουλγαρικών σιδηροδρόμων, ανοίγοντες ούτω νέαν άμεσον και πλησιεστέραν μετά της Ευρώπης συγκοινωνίαν εν τη Μεσογείω, συγκοινωνίαν διευκολύνουσαν την τε εισαγωγήν και προ πάντων την εξαγωγήν των μερών τούτων…».
Στα τέλη του 19ου αιώνα ήρθε στην πόλη μας ο Henry Fanshawe Tozer (1829-1916), Άγγλος συγγραφέας, καθηγητής και ταξιδευτής. Στο βιβλίο του που εξέδωσε στα 1890 με τίτλο: «ISLANDS OF THE AEGEAN», βρίσκουμε ένα κεφάλαιο για το DedeAgatch: «Το χωριό του Dede-agatch είναι εξ ολοκλήρου ένα δημιούργημα της σιδηροδρομικής γραμμής, μέχρι να επιλεγεί το σημείο ως τερματικός σταθμός δεν υπήρχε ούτε ένα απλό σπίτι και έχει τον αδιάφορο χαρακτήρα όλων αυτών των τόπων της αιφνίδιας ανάπτυξης».
Ο Αχιλλέας Σαμοθράκης υπό το ψευδώνυμο «ΣΑΡΠΗΔΩΝ» έγραψε στα 1897: «ΜΟΛΙΣ αριθµεί είκοσι και πέντε ετών ηλικίαν, δημιούργημα του χάρτου των ανατολικών σιδηροδρόµων, όστις έθηκεν ενταύθα την εις το Αιγαίον απόληξιν της γραµµής… Πολλάκις ευρεθείς προ παροµοίας εικόνος µετ’ απορίας ηρώτησα εµαυτόν, διατί τάχα να εκλεχθή ο αλίµενος και κακοθάλασσος ούτος τόπος και να συνοικισθή η έρηµος ακτή, όπως καταστραφώσι τελείως ακµάζουσαι τέως Θρακικαί πόλεις… Μ’ όλα ταύτα συνωκίσθη πόλις ένθα ουδ’ αλιέως καλύβη υπήρχε και εδηµιουργήθη τόπος µεγάλης εµπορικής σηµασίας».
Για να έρθουμε στον 20ο αιώνα όπου ο αναπληρωτής Γενικός Διοικητής Θράκης Κ. Γεραγάς στο βιβλίο του «Αναμνήσεις εκ Θράκης 1920-22» αναφέρει για την πόλη μας: «…Την ύπαρξιν της οφείλει εις την κατασκευήν των σιδηροδρόμων Θράκης, των οποίων ως τέρμα πρός την μεσόγειον είχεν ορισθεί η δασώδης ακτή, επί της οποίας εκτείνεται η ωραία πόλις 120 χιλ. νοτιοδυτικώς της Αδριανουπόλεως επι σχεδίου ευρωπαϊκού…».
Μύθοι, θρύλοι, εικόνες, παραστάσεις μερικές φορές με τη βοήθεια της λογοτεχνίας, του κινηματογράφου ή απλά της μεταφοράς λανθασμένης είδησης, συγχέονται και δημιουργούν συχνά σε όλους μας την πεποίθηση πως γνωρίζουμε μετά βεβαιότητας μια ιστορική αλήθεια. Την αλήθεια τη φτιάχνει κανείς ακριβώς όπως φτιάχνει και το ψέμα λέει ο Οδυσσέας Ελύτης.
Μόνο που δεν είναι πάντα έτσι… Η έρευνα της ιστορίας είναι συνεχής και σκοπό έχει να φέρει στο φως γεγονότα που περιβάλλονται από την αχλή του Μύθου, όπως το γραφικό ψαροχώρι που δεν υπήρξε ποτέ.
Γεώργιος - Ελευθέριος Αλεπάκος
Συνταξιούχος Νομικός
[post_ads]
Η Ιστορία βασίζεται τόσο σε γραπτές πηγές όσο και σε προφορικές μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν από κοντά γεγονότα του παρελθόντος και τα αφηγήθηκαν αργότερα. Η πρώτη πηγή είναι πιο αξιόπιστη από τη δεύτερη γιατί η μαρτυρία ενός ανθρώπου είναι καθαρά υποκειμενική και βασίζεται στις γνώσεις του, τη ψυχοσωματική και συναισθηματική του κατάσταση, την ιδεολογική του τοποθέτηση, αλλά και τη μνήμη του. Όπως είχε γράψει ο Μαρκ Μαζάουερ στο παρελθόν, οι παλιοί μύθοι δεν αντέχουν πλέον.
Έτσι και η ιστορία της Αλεξανδρούπολης έχει καταγραφεί στο συλλογικό υποσυνείδητο μέσα από «προφορικές μαρτυρίες» (!!!) που έχουν αναπαράγει μύθους, o δεύτερος από τους οποίους, μετά αυτόν της ανύψωσης της Ελληνικής σημαίας από τους προσκόπους την παραμονή της έλευσης του Ελληνικού Στρατού στις 13-5-1920 (!!!), είναι ο μύθος «Το Ψαροχώρι Δεδέαγατς».
Η Βικιπαίδεια στο λήμμα Αλεξανδρούπολη αναφέρει ότι «Η Αλεξανδρούπολη κατά τον 19ο αιώνα ήταν ένα μικρό ψαροχώρι με το όνομα Δεδέαγατς».
Έτσι και στις 3 Μαΐου του 2022, που έγινε η επίσημη έναρξη του μεγάλου έργου του FSRU της Αλεξανδρούπολης (LNG), παρουσία υψηλών προσκεκλημένων, στην παρουσίαση που έκανε η εταιρία και έχει άδεια για το έργο του Ανεξάρτητου Συστήματος Φυσικού Αερίου Αλεξανδρούπολης, κάποιοι εντόπιοι ανιστόρητοι ενημέρωσαν εσφαλμένα τους οργανωτές ότι «η πόλη μας κατάφερε να εξελιχθεί από ένα γραφικό ψαροχώρι σε ένα σύγχρονο κέντρο εμπορίου logistics»!!!.
Η επίσημη ιστοσελίδα του Δήμου Αλεξανδρούπολης αναφέρει ότι «Μετά το Ρωσοτουρκικό πόλεμο οι ψαράδες από την Αίνο, την Μάκρη και τη Μαρώνεια σχηματίζουν ένα μικρό οικισμό - τη μετέπειτα Αλεξανδρούπολη - που μεγαλώνει σιγά σιγά και αναπτύσσεται ραγδαία με την ίδρυση του σιδηρόδρομου. Η αρχή του οικισμού είναι στη δεκαετία του 1850, και στις επόμενες δεκαετίες, με την έλευση των Ρώσων διαμορφώνεται ένα σχέδιο πόλης για την παραλιακή περιοχή, από την κεντρική λεωφόρο ως την θάλασσα»!!!
Όλες όμως οι γραπτές πηγές αλλά και οι σχετικοί χάρτες της εποχής αποδεικνύουν το αντίθετο. Έτσι ο αείμνηστος δάσκαλος Άγγελος Ποιμενίδης στο βιβλίο του γύρω από την ιστορία της Θράκης, την έκδοση του οποίου επιμελήθηκε ο φιλίστωρ Αθανάσιος Αποστολίδης γράφει για το θρύλο των ψαράδων στο Δεδέαγατς: «Λένε ότι οι έλληνες ψαράδες έχτισαν τον πρώτο της συνοικισμό. Ανακρίβεια και αυτό. Οι ψαράδες είχαν την καθέδρα τους στην Αίνο με τα ιχθυοτροφεία, τις λιμνοθάλασσες, τα αμέτρητα καΐκια και τούς εμπόρους με τα πρακτορεία στις κυριότερες πόλεις τότε, Πόλη - Σμύρνη - Οδησσός - Μασσαλία. Οι ψαράδες αυτοί ψάρευαν στα παράλια μας, μα οι πρόχειρες καλύβες τους και είχαν πολλές και αλλού για τα εποχιακά τους ψαρέματα, δεν μας δίνουν το επιχείρημα να πιστέψουμε οτι έγιναν αφορμή να κτισθεί η πόλη μας».
Μέχρι την έλευση του σιδηροδρόμου και την κατασκευή του πρώτου λιμανιού η περιοχή του Δεδεαγατς ήταν τόπος έρημος και ακατοίκητος, «γιαμπάν γιέρ», όπως έγραψε στις 29/5/1872 ο εκπαιδευτικός από την Αίνο Νικόλαος Χατζόπουλος, σφόδρα πολέμιος της επιλογής του Δεδεαγατς αντί της Αίνου.
Στο Γαλλικό βιβλίο «ETHNOGRAPHIE de la TURQUIE D’EUROPE» του G. Lejean που εκδόθηκε το 1861, δεν φαίνεται να υπάρχει οικισμός στη περιοχή του Δεδέαγατς
Η απόληξη της σιδηροδρομικής γραμμής στο Αιγαίο δεν έγινε στην Αίνο, όπως είχε αρχικά προβλεφθεί και παρά τις έντονες αντιδράσεις των Αινιτών, που με προεξάρχοντα τον δάσκαλο Νικόλαο Χατζόπουλο καταφέρθηκαν δημοσίως κατά της επιλογής αυτής, του Δεδέαγατς. Για τους λόγους αυτής της επιλογής μας διαφωτίζει ένα βιβλίο που εκδόθηκε στα Γαλλικά το 1875 στην Κωνσταντινούπολη, αγνώστου συγγραφέα με τίτλο: «La question des chemins de fer de la Turquie d'Europe devant l'opinion publique». Σχολιάζεται σε αυτό η έκθεση της κυβερνητικής επιτροπής που εξέτασε το αποπερατωθέν έργο και επέκρινε κατά τον συγγραφέα του βιβλίου την επιλογή του Δεδέαγατς ως σημείου απόληξης στο Αιγαίο της γραμμής των Ρουμελικών σιδηροδρόμων: «Η θάλασσα είναι ανοικτή και ρηχή. Δεν υπάρχει καμία πόλη ούτε κάποιο σημαντικό χωριό. Το κλίμα είναι τόσο ανθυγιεινό, που δεν περνούν είκοσι τέσσερις ώρες χωρίς την υποβολή εκθέσεων για πολύ τρομακτικούς πυρετούς. Θα ήταν πολύ πιο λογικό να επιλέξουν την Αίνο, και είχε γίνει, κατ' αρχήν. Αλλά θα ήταν αναγκαίες να τρέξουν κάποιες εργασίες, και η κυβέρνηση έχει αδιαφορήσει και πάλι σε αυτό το σημείο, όπως σε πολλά άλλα. ... Παρά τους αντίθετους ισχυρισμούς, υπάρχει μόνο μία φωνή στη χώρα για να κατηγορήσει την αυτοκρατορική εταιρία ότι είχε προτιμήσει το Dede-Agatch από την Αίνο, με μοναδικό σκοπό να εκταμιεύσει όσο το δυνατόν λιγότερα από τα ποσά που έλαβε, χωρίς καμία ανησυχία για το δημόσιο συμφέρον».
Με λίγα λόγια μπορούμε βάσιμα να ισχυριστούμε ότι για λόγους οικονομικούς επιλέχθηκε η περιοχή του Δεδέαγατς. Το λιμάνι της Αίνου απαιτούσε δυσανάλογες δαπάνες για να παραμείνει λειτουργικό. Επίσης πιθανόν να έπαιξε ρόλο και το γεγονός ότι η περιοχή του Δεδέαγατς ήταν βακούφι του Βαγιαζήτ Βελή Χαν που μπορούσε ανέξοδα να παραχωρηθεί στην κατασκευαστική εταιρία ενώ στην περιοχή της Αίνου θα έπρεπε να απαλλοτριωθούν ιδιοκτησίες.
Στις απαρχές της δημιουργίας της πόλης, την επισκέφτηκε o Adolf Werthner, (18 Ιουλίου 1828 - 26 Ιανουαρίου 1906), δημοσιογράφος και ιδρυτής της αυστριακής εφημερίδας Neue Freie Press, ο οποίος δημοσίευσε σε συνέχειες στην εφημερίδα του, με τον τίτλο «Θρακικοί Σιδηρόδρομοι» το ταξίδι του με το τραίνο στην καινούργια σιδηροδρομική γραμμή επισκεπτόμενος την Φιλιππούπολη, την Αδριανούπολη, το Δεδέαγατς και τέλος την Κωνσταντινούπολη. Στο φύλλο της 1-8-1874 o Werthner γράφει: «Το τρένο μας έφθασε στις μία ώρα στο Dédé-Aghadj. Δεν είναι πόλη, ούτε λιμάνι, ούτε χωριό, παρά μια ρηχή ακτή, στην οποία τα κύματα χτυπούν, και πίσω της μια ευρεία πεδιάδα, που σκιάζεται από ένα μεγάλο δάσος και περιβάλλεται από μέτρια βουνά σε ένα ημικύκλιο. Ο σιδηρόδρομος διασχίζει αυτά τα δάση και συναντά τη θάλασσα τυχαία. Πρόκειται για ένα όμορφο μονοπάτι, μια ευχάριστη είσοδο, αλλά περίμενα κάτι άλλο, τουλάχιστον ένα τζαμί με μερικές αγροικίες. Το σπίτι του σταθμού, φυσικά, είναι εκεί, δίπλα σε μια ξύλινη καλύβα, που είναι το μεγάλο café de DédéAghadj, και λίγο πιο πίσω κατά μήκος της άκρης του δάσους, ένα μονώροφο ξύλινο σπίτι όπου ζουν οι μηχανικοί και ο αυστριακός Lloyd έθεσε προσωρινά το Γραφείο του. Ακόμη στην παραλία, τα προστατευτικά τοιχία για τις φορτηγίδες με χαμηλό βύθισμα έχουν κατασκευαστεί από μεγάλες τετράγωνες πέτρες».
Στο περιοδικό «The Nautical Magazine for 1873», βρίσκουμε υπό τον τίτλο: «ΑΡΧΙΠΕΛΑΓΟΣ - ΑΚΤΗ ΤΗΣ ΡΟΥΜΕΛΗΣ», ένα ενδιαφέρον άρθρο για το DedeAgatch: «Προς το παρόν (το Δεδέαγατς) περιέχει μόνο το σταθμό και τα κτίρια του σιδηροδρόμου καθώς και τα σπίτια και τις καλύβες των αξιωματούχων και των εργατών».
Ο Έλληνας πρόξενος της Αδριανούπολης Κ. Βατικιώτης σε αναφορά του προς το Ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών, στις 28 Ιανουαρίου 1875, γράφει: «…Το Δεδεαγάτσιον έρημος το πριν ως απροσπέραστος παραλία κείμενον επί της κατά την Μεσόγειον Θρακικής παραλίας μεταξύ Πόρτο - Λάγου και Αίνου, κατέστη γνωστόν αφ΄ ης οι μελετήσαντες και αναλαβόντες την κατασκευήν των σιδηροδρόμων της Ευρωπαϊκής Τουρκίας απεφάσισαν να κατασκευάσωσιν εν αυτώ την κεφαλήν των Θρακικών και βουλγαρικών σιδηροδρόμων, ανοίγοντες ούτω νέαν άμεσον και πλησιεστέραν μετά της Ευρώπης συγκοινωνίαν εν τη Μεσογείω, συγκοινωνίαν διευκολύνουσαν την τε εισαγωγήν και προ πάντων την εξαγωγήν των μερών τούτων…».
Στα τέλη του 19ου αιώνα ήρθε στην πόλη μας ο Henry Fanshawe Tozer (1829-1916), Άγγλος συγγραφέας, καθηγητής και ταξιδευτής. Στο βιβλίο του που εξέδωσε στα 1890 με τίτλο: «ISLANDS OF THE AEGEAN», βρίσκουμε ένα κεφάλαιο για το DedeAgatch: «Το χωριό του Dede-agatch είναι εξ ολοκλήρου ένα δημιούργημα της σιδηροδρομικής γραμμής, μέχρι να επιλεγεί το σημείο ως τερματικός σταθμός δεν υπήρχε ούτε ένα απλό σπίτι και έχει τον αδιάφορο χαρακτήρα όλων αυτών των τόπων της αιφνίδιας ανάπτυξης».
Ο Αχιλλέας Σαμοθράκης υπό το ψευδώνυμο «ΣΑΡΠΗΔΩΝ» έγραψε στα 1897: «ΜΟΛΙΣ αριθµεί είκοσι και πέντε ετών ηλικίαν, δημιούργημα του χάρτου των ανατολικών σιδηροδρόµων, όστις έθηκεν ενταύθα την εις το Αιγαίον απόληξιν της γραµµής… Πολλάκις ευρεθείς προ παροµοίας εικόνος µετ’ απορίας ηρώτησα εµαυτόν, διατί τάχα να εκλεχθή ο αλίµενος και κακοθάλασσος ούτος τόπος και να συνοικισθή η έρηµος ακτή, όπως καταστραφώσι τελείως ακµάζουσαι τέως Θρακικαί πόλεις… Μ’ όλα ταύτα συνωκίσθη πόλις ένθα ουδ’ αλιέως καλύβη υπήρχε και εδηµιουργήθη τόπος µεγάλης εµπορικής σηµασίας».
Για να έρθουμε στον 20ο αιώνα όπου ο αναπληρωτής Γενικός Διοικητής Θράκης Κ. Γεραγάς στο βιβλίο του «Αναμνήσεις εκ Θράκης 1920-22» αναφέρει για την πόλη μας: «…Την ύπαρξιν της οφείλει εις την κατασκευήν των σιδηροδρόμων Θράκης, των οποίων ως τέρμα πρός την μεσόγειον είχεν ορισθεί η δασώδης ακτή, επί της οποίας εκτείνεται η ωραία πόλις 120 χιλ. νοτιοδυτικώς της Αδριανουπόλεως επι σχεδίου ευρωπαϊκού…».
Μύθοι, θρύλοι, εικόνες, παραστάσεις μερικές φορές με τη βοήθεια της λογοτεχνίας, του κινηματογράφου ή απλά της μεταφοράς λανθασμένης είδησης, συγχέονται και δημιουργούν συχνά σε όλους μας την πεποίθηση πως γνωρίζουμε μετά βεβαιότητας μια ιστορική αλήθεια. Την αλήθεια τη φτιάχνει κανείς ακριβώς όπως φτιάχνει και το ψέμα λέει ο Οδυσσέας Ελύτης.
Μόνο που δεν είναι πάντα έτσι… Η έρευνα της ιστορίας είναι συνεχής και σκοπό έχει να φέρει στο φως γεγονότα που περιβάλλονται από την αχλή του Μύθου, όπως το γραφικό ψαροχώρι που δεν υπήρξε ποτέ.
Γεώργιος - Ελευθέριος Αλεπάκος
Συνταξιούχος Νομικός
[post_ads]
ΣΧΟΛΙΑ
Μπορείτε να σχολιάσετε μέσω Facebook ή Blogger (Google) επιλέγοντας την αντίστοιχη καρτέλα από πάνω