Στην πόλη του Διδυμοτείχου και στην ιστορική της διαχρονία, δεν θα μπορούσαν να λείψουν σπουδαίες προσωπικότητες που φέρουν το όνομα Ιωάννης.
Κείμενο του Ιωάννη Α. Σαρσάκη (Καστροπολίτη)
Στις 7 Ιανουαρίου η Εκκλησία μας τιμά τη Σύναξη του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, τον οποίο ο ίδιος ο Χριστός μας, τον χαρακτήρισε ως τον μέγιστο άνθρωπο όλου του κόσμου: «αμήν λέγω υμίν, ουκ εγήγερται εν γεννητοίς γυναικών μείζων Ιωάννου του βαπτιστού» (Ματθαίου: 11,11). Επιπροσθέτως να επισημάνουμε, ότι το όνομα Ιωάννης έχει εβραϊκή ρίζα και στα ελληνικά ερμηνεύεται ως δώρο Θεού, δηλαδή Θεόδωρος.
Μετά τον Ιωάννη τον Πρόδρομο στην Ελληνική και παγκόσμια ιστορία (εκκλησιαστική και κοσμική), καταγράφηκαν πολλά και σημαντικά πρόσωπα τα οποία έφεραν το όνομα Ιωάννης.
Στην πόλη του Διδυμοτείχου και στην ιστορική της διαχρονία, δεν θα μπορούσαν να λείψουν σπουδαίες προσωπικότητες που φέρουν το όνομα Ιωάννης. Σύμφωνα με μία προσωπική έρευνα εντόπισα δέκα Γιάννηδες, οι οποίοι, είτε γεννήθηκαν και κατάγονται από το Διδυμότειχο, είτε κατάγονται από άλλα μέρη και έδρασαν στην ιστορική μας Καστροπολιτεία.
1. Όσιος Ιωάννης ο Νέος - τοπικός άγιος (τέλος 10ου - αρχές 11ου αιώνα)
Ο πρώτος Ιωάννης του Διδυμοτείχου που αναφέρεται σε ιστορική πηγή είναι ένας τοπικός άγιος. Πρόκειται για τον Όσιο Ιωάννη τον Νέο, ο οποίος έζησε στα τέλη του 10ου και στις αρχές του 11ου αιώνα. Τον βίο του συνέγραψε ο μεγάλος λόγιος, πολιτικός και πανεπιστήμων του 14ου αιώνα Θεόδωρος Μετοχίτης. Στον βίο αναφέρει, ότι ο Όσιος Ιωάννης καταγόταν από ένα χωριό δίπλα στην πόλη του Διδυμοτείχου (εικάζουμε ότι ήταν το παλαιό Κουφόβουνο) και ότι από μικρός είχε την κλήση προς τον μοναχισμό. Έτσι έγινε μοναχός και άρχισε να ασκητεύει σε κάποια σπήλαια της περιοχής. Κάποια στιγμή ένας άρχοντας του Διδυμοτείχου τον συνάντησε (προφανώς στην περιοχή του Αγίου Βλασίου), και αφού κατάλαβε ότι πρόκειται για έναν φωτισμένο αθλητή του Χριστού, του πρότεινε να δημιουργηθεί ένα μοναστήρι, όπου θα αναλάβει την ηγουμενία και την πνευματική καθοδήγηση της αδελφότητας που θα δημιουργηθεί. Παρά τις αρχικές του αντιρρήσεις, τελικά ο Ιωάννης δέχθηκε και έτσι δημιουργήθηκε ένα μοναστήρι πολύ κοντά στην πόλη του Διδυμοτείχου.
Η μονή αυτή έγινε ξακουστή, καθώς την πλαισίωσαν πολλοί μοναχοί και συνεχώς αυξανόταν η πνευματική τους πρόοδος. Ευχαριστημένος ο άρχοντας του Διδυμοτείχου με αυτή την εξέλιξη, δώρισε ένα μεγάλο ποσό στη μονή, προκειμένου να ανεγερθεί ένας περίλαμπρος ναός. Προς το τέλος της ζωής του ο Όσιος Ιωάννης ο Νέος κατόρθωσε να χτίσει τον ναό και μετά την οσιακή του κοίμηση, το λείψανό του αποτέλεσε έναν θησαυρό και πηγή θαυματουργικών ιάσεων για όλο τον κόσμο. Χαρακτηριστικά ο βιογράφος του αναφέρει, ότι για να εξιστορήσουμε καθένα από τα θαύματα αυτού του ανδρός, θα ήταν έργο καθαρής τρέλας και θα έμοιαζε με το εγχείρημα να μετρήσει κανείς την άμμο στο χείλος της θαλάσσης. Όσον αφορά την τοποθεσία όπου βρισκόταν η Μονή του Οσίου Ιωάννου του Νέου, υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις για την περιοχή του Αγίου Βλασίου, μεταξύ Διδυμοτείχου και Κουφοβούνου, καθώς εκεί βρέθηκαν θεμέλια από έναν βυζαντινό ναό, ο οποίος προφανώς ήταν το καθολικό της Μονής.
2. Ιωάννης Καματηρός - Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (12ος αιώνας - 1206)
Επόμενος Ιωάννης που σχετίστηκε με την ιστορία του Διδυμοτείχου, είναι ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννης Ι΄ Καματηρός, ο οποίος διετέλεσε πατριάρχης από το 1198 έως το 1206. Το 1204 οι Φράγκοι σταυροφόροι κατέλαβαν και λεηλάτησαν την Κωνσταντινούπολη, όπου προέβησαν και σε πολλές καταστροφές, σφαγές και βιασμούς του πληθυσμού. Αποτέλεσμα όλων αυτών των βάρβαρων ενεργειών, ήταν πολλοί κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης να φύγουν με οποιοδήποτε τρόπο και με πολλές δυσκολίες από την Κωνσταντινούπολη προς άλλες περιοχές. Μεταξύ αυτών ήταν και ο πατριάρχης Ιωάννης Καματηρός, ο οποίος είχε μείνει στο πλευρό του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Λάσκαρη, μέχρι τις τελευταίες στιγμές που αντιστεκόταν οι Έλληνες της Πόλης. Μετά την άλωση επέλεξε να καταφύγει στο Διδυμότειχο, αφού πρώτα παρέμεινε για λίγο στη Σηλυβρία. Γεγονός είναι, ότι το Διδυμότειχο την εποχή εκείνη αναδείχθηκε σε ένα επαναστατικό κέντρο κατά των Φράγκων. Η ισχυρή στρατιωτική αριστοκρατία της πόλης, με επικεφαλής τον πατριάρχη Ιωάννη Καματηρό, ζήτησαν τη βοήθεια του τσάρου των Βουλγάρων Ιωαννίτση (Σκυλογιάννης για τους Έλληνες, Καλογιάννης για τους Βουλγάρους, ακόμη ένας Ιωάννης - μη Έλληνας - στην ιστορία του Διδυμοτείχου), και στο τέλος του 1204 ή στις αρχές του 1205 συνήφθη μία συμμαχία. Το 1205 πεθαίνει ο Φράγκος φρούραρχος του Διδυμοτείχου Ούγκο του Σαιν Πωλ, άμεσα οι Διδυμοτειχίτες εκμεταλλεύτηκαν το γεγονός και ξεσηκώθηκαν εξολοθρεύοντας τη φρουρά των Φράγκων.
Οι Φράγκοι αναγκασμένοι να αντιδράσουν πέρασαν στην αντεπίθεση. Μετά την αποτυχημένη προσπάθεια ανακατάληψης της Αδριανούπολης, στράφηκαν προς το Διδυμότειχο. Η γενική έφοδος ορίστηκε να γίνει ανήμερα της πεντηκοστής, όλος ο λαός του Διδυμοτείχου τότε προσευχήθηκε στην εικόνα του Σωτήρος Χριστού, μαζί τους και ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννης Καματηρός. Οι δεήσεις των Διδυμοτειχιτών εισακούστηκαν καθώς ενώ τίποτα δεν προμήνυε κακοκαιρία, ξαφνικά άρχισε μια δυνατή νεροποντή, η οποία είχε ως αποτέλεσμα να φουσκώσουν τα νερά του Ερυθροποτάμου, και να παρασύρουν τις πολιορκητικές μηχανές και μεγάλο μέρος του στρατού των πολιορκητών. Παρεπόμενο της νεροποντής ήταν να λυθεί η πολιορκία και οι εναπομείνασες δυνάμεις των Φράγκων που διασώθηκαν να αποχωρήσουν από την περιοχή. Το γεγονός αυτό γιορτάζουμε μέχρι και σήμερα στο Διδυμότειχο κάθε Πεντηκοστή, πραγματοποιώντας το λεγόμενο Καλέ Πανηγύρι, το οποίο εδώ και αιώνες είναι διανθισμένο με μια πλούσια λαογραφική και πολιτιστική παράδοση.
Η συμμαχία μεταξύ Ελλήνων και Βουλγάρων δεν κράτησε για πολύ, καθώς ο Βούλγαρος τσάρος Ιωαννίτσης στράφηκε κατά των δύο ισχυρών κάστρων της Θράκης, του Διδυμοτείχου και της Αδριανούπολης. Πολιόρκησε το Διδυμότειχο την άνοιξη του 1206, η πολιορκία κράτησε μέχρι τις 26 Ιουνίου του ίδιου έτους, ημέρα κατά την οποία εκοιμήθη ο πατριάρχης Ιωάννης Καματηρός στο Διδυμότειχο. Ο Φίλιππος Γιαννόπουλος στο βιβλίο που συνέγραψε για την πόλη μας, «Διδυμότειχο η ιστορία ενός Βυζαντινού οχυρού» αναφέρει ότι: «ο Πατριάρχης Ιωάννης Ι΄ Καματηρός είχε ασφαλώς αναγνωρίσει τη σημασία του Διδυμοτείχου για το παιχνίδι ισχύος και πολιτικής εξουσίας στο πεδίο του ανταγωνισμού ανάμεσα στους Έλληνες, τους Λατίνους και τους Βουλγάρους, η παραμονή του χαρακτηρίζει το Διδυμότειχο ως κέντρο της αντίστασης του ελληνισμού κατά της Λατινικής Αυτοκρατορίας».
3. Άγιος Ιωάννης Γ΄ Δούκας Βατάτζης - Αυτοκράτορας της Ρωμανίας / Βυζαντίου (1193–1254)
Κατά την ταπεινή μου άποψη, η μεγαλύτερη σε ιστορική αξία προσωπικότητα της πόλης του Διδυμοτείχου, είναι ο Άγιος και Αυτοκράτορας Ιωάννης Γ΄ Δούκας Βατατζής, ο οποίος ήταν όντως ένα δώρο Θεού για τον ελληνισμό του 13ου αιώνα. Ο Ιωάννης γεννήθηκε στο Διδυμότειχο το 1193 και καταγόταν από αρχοντική οικογένεια. Έζησε και αυτός στα δύσκολα χρόνια της Φραγκοκρατίας, βιώνοντας σε ηλικία ένδεκα έως δεκατριών ετών τα γεγονότα της άλωσης και της επανάστασης του Διδυμοτείχου κατά των Φράγκων που περιγράψαμε παραπάνω.
Μετά το 1206 έφυγε από το Διδυμότειχο και κατευθύνθηκε στη Νίκαια της Μικράς Ασίας, όπου ο μετέπειτα πεθερός του Θεόδωρος Α΄ Λάσκαρης κατάφερε να δημιουργήσει μία εστία αντίστασης κατά των Φράγκων. Το 1222 πέθανε ο Θεόδωρος και τον διαδέχθηκε ο Ιωάννης Βατάτζης, υπήρξε ένας ικανότατος ηγέτης σε όλα τα επίπεδα, διαθέτοντας μία συνολική αντίληψη για τη διακυβέρνηση του κράτους του. Κατάφερε να δημιουργήσει ένα κράτος ισχυρό σε στρατιωτικό, οικονομικό και διπλωματικό επίπεδο, με αποτέλεσμα να απελευθερώσει πολλές περιοχές τις πάλαι ποτέ κραταιάς αυτοκρατορίας, τις οποίες κρατούσαν Φράγκοι, Βούλγαροι και Τούρκοι. Η κοινωνική του πολιτική ήταν άκρως φιλολαϊκή και για τον λόγο αυτό τον αποκαλούσαν «Πατέρα των Ελλήνων», και του είχαν προσδώσει το επίθετο «Ελεήμονας». Επίσης βοήθησε στην ανάπτυξη της παιδείας ιδρύοντας σχολές και βιβλιοθήκες. Προς το τέλος της βασιλείας του, το κράτος της Νίκαιας είχε επεκτείνει τα σύνορά του και είχε βάλει τις βάσεις για την απελευθέρωση και της Κωνσταντινούπολης. Εκοιμήθη στις 4 Νοεμβρίου του 1254, χτυπημένος από την ασθένεια της επιληψίας. Κατόπιν επιθυμίας του η ταφή του έγινε στη Μονή Σωσάνδρων κοντά στην πόλη της Μαγνησίας στη Μικρασία.
Επτά χρόνια μετά έγινε η ανακομιδή του λειψάνου του, όπου βρέθηκε άφθορο και να ευωδιάζει, σημάδι της αγιότητάς του. Η λάρνακα με το λείψανό του μεταφέρθηκε στη Μαγνησία, όπου πλήθος κόσμου το προσκυνούσε και λάμβανε θαυματουργικές ιάσεις. Πλέον ο Ιωάννης Βατάτζης στη συνείδηση του κόσμου δεν ήταν μόνο ένας Ελεήμονας βασιλιάς, αλλά και ένας Ιαματικός άγιος, γεγονός που αναφέρεται και στην βυζαντινή ακολουθία του, η οποία γράφτηκε γύρω στο 1420. Τα επόμενα χρόνια μετά την κοίμησή του, λόγο της κακής πολιτικής των Παλαιολόγων, η Μικρά Ασία, κομμάτι κομμάτι έπεφτε στα χέρια των Τούρκων. Ο Βατάτζης με θαύματα καλούσε τους Μικρασιάτες να αγωνιστούν και έδινε κουράγιο στα δύσκολα χρόνια της σκλαβιάς. Οι Ρωμήοι στις περιοχές της Μαγνησίας και του Νυμφαίου, τον τιμούσαν ως τοπικό άγιο κάθε χρόνο στις 4 Νοεμβρίου. Στη Μαγνησία στο ναό του Αγίου Αθανασίου υπήρχε το άφθαρτο λείψανό του, μετά όμως την καταστροφή του 1922 δεν γνωρίζουμε τι απέγινε το λείψανο, και το πρόσωπο του Βατάτζη έχει ταυτιστεί με θρύλους που τον θέλουν ως τον Μαρμαρωμένο Βασιλιά, που θα εγερθεί την κατάλληλη στιγμή για να σώσει την Ρωμηοσύνη. Στη γενέτειρά του το Διδυμότειχο, από το 2010 υπάρχει ναός αφιερωμένος στη μνήμη του, και κάθε χρόνο στις 4 Νοεμβρίου η τοπική μας Μητρόπολη διοργανώνει τις Θρησκευτικές και πολιτιστικές εκδηλώσεις με την επωνυμία «Βατάτζεια».
4. Ιωάννης Στ΄ Καντακουζηνός - Αυτοκράτορας της Ρωμανίας / Βυζαντίου (1292– 1383)
Ο Ιωάννης Καντακουζηνός γεννήθηκε το 1292, ήταν γιος του Μιχαήλ και της Θεοδώρας Καντακουζηνού. Κατά τον πρώτο εμφύλιο πόλεμο των Παλαιολόγων (1321-1328), μεταξύ του Ανδρονίκου Β΄ (παππού) και του Ανδρονίκου Γ΄ (εγγονού), πήρε το μέρος του δευτέρου, και έχοντας ως έδρα τους το κάστρο του Διδυμοτείχου, κατάφεραν να υπερισχύσουν και να βγουν νικητές. Μετά τον θάνατο του Ανδρονίκου Γ΄ το 1341, ο Ιωάννης Καντακουζηνός ωθούμενος από τους υποστηρικτές του, και προκειμένου να καλύψει το κενό εξουσίας, στέφθηκε αυτοκράτορας στο παλάτι επάνω στο κάστρο του Διδυμοτείχου (στην ουσία στέφθηκε συναυτοκράτορας καθώς σεβάστηκε τα κληρονομικά δικαιώματα του νεαρού γιου του Ανδρονίκου Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγου). Η στέψη αυτή αποτέλεσε την απαρχή του δευτέρου εμφυλίου των Παλαιολόγων (1341-1347), όπου και πάλι το Διδυμότειχο επιλέχθηκε ως έδρα και ορμητήριο του Ιωάννη Καντακουζηνού, αντέχοντας στις πολιορκίες των αντιπάλων του και δίνοντας του ένα συγκριτικό πλεονέκτημα για την τελική του επικράτηση το 1347, όταν και μπήκε θριαμβευτής στην Κωνσταντινούπολη.
Αντίπαλοι του Καντακουζηνού ήταν η χήρα σύζυγος του Ανδρονίκου Γ΄ Άννα της Σαβοΐας, ο πατριάρχης Ιωάννης Καλέκας και ο μέγας Δούκας Αλέξιος Απόκαυκος, οι οποίοι αποτελούσαν την αντιβασιλεία του νεαρού διαδόχου. Με τις ενέργειες αυτές του Καντακουζηνού το Διδυμότειχο αναβαθμίστηκε και λειτούργησε ως πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας, καθώς στην ιστορική Καστροπολιτεία της Θράκης ο Καντακουζηνός συνομιλούσε με πρέσβεις από άλλες περιοχές και διοικούσε τα υπόλοιπα τμήματα του. Επίσης θα πρέπει να αναφέρουμε, ότι το γεγονός της στέψης του Καντακουζηνού στο Διδυμότειχο κατατάσσει την πόλη, στην κατηγορία των ελάχιστων πόλεων όπου στέφθηκαν Αυτοκράτορες της Ρωμανίας/Βυζαντίου. Ως γνωστόν η συντριπτική πλειοψηφία στέφονταν στην Κωνσταντινούπολη. Άλλες πόλεις όπου έλαβε χώρα στέψη αυτοκράτορα ήταν: η Νίκαια της Μικράς Ασίας (όπου εκεί στέφθηκε ο Διδυμοτειχίτης Ιωάννης Βατάτζης και γενικά η Δυναστεία των Λασκαρέων), η Αδριανούπολη (όπου στέφθηκε για δεύτερη φορά ο Καντακουζηνός) και ο Μυστράς όπου στέφθηκε ο Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Παλαιολόγος. Ο Καντακουζηνός δεν άφησε τα ίχνη του μόνο στο Διδυμότειχο αλλά και στο σημερινό χωριό Πύθιο (Εμπύθιο), όπου κατασκεύασε κάστρο με σκοπό να αποτελέσει το προσωπικό του καταφύγιο στις επιχειρήσεις που διεξήγαγε κατά τη διάρκεια των πολεμικών συγκρούσεων, χαρακτηριστική είναι η μάχη του Εμπυθίου το 1352.
Στο τέλος του 1354 εγκατέλειψε τον αυτοκρατορικό θρόνο και έγινε μοναχός με το όνομα Ιωάσαφ, λειτουργώντας για πολλά χρόνια ως σύμβουλος του Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγου. Πέθανε το 1383 στον Μυστρά, όπου ο γιος του Ματθαίος ασκούσε τα καθήκοντα του Δεσπότη (κυβερνήτη) του Μοριά.
5. Ιωάννης ΙΔ΄ Καλέκας - Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (1282–1347)
Σύμφωνα με τον Μανουήλ Γεδεών (Πατριαρχικοί Πίνακες), ο Ιωάννης Καλέκας γεννήθηκε περί το 1283-84 στον Άπρο της Θράκης «όθεν ελέγετο Απρηνός, επωνυμείτο δε Καλέκας». Διετέλεσε πατριάρχης από το 1334 έως το 1347. Κατά τη διάρκεια της πατριαρχίας του εξέδωσε διάφορες συνοδικές πράξεις, μία εξ αυτών αφορούσε και το Διδυμότειχο, καθώς το 1340 μετέτρεψε την Μονή Παναγίας Οδηγήτριας από γυναικεία σε ανδρική. Όπως προαναφέραμε παραπάνω ο Καλέκας υπήρξε εχθρός του Ιωάννη Καντακουζηνού και αποτέλεσε το ένα από τα τρία μέλη της αντιβασιλείας του νεαρού Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγου. Διαδραμάτισε και αυτός με την σειρά του αρνητικό ρόλο με την εμπλοκή του στον δεύτερο και καταστρεπτικότερο εμφύλιο πόλεμο των Παλαιολόγων. Μετά την επικράτηση του Καντακουζηνού το 1347 και την είσοδο του στην Κωνσταντινούπολη, ο Ιωάννης Καλέκας ως επικίνδυνος πολιτικός του αντίπαλος, καθαιρέθηκε και εκτοπίστηκε στο Διδυμότειχο σε αυστηρή απομόνωση. Σύμφωνα με πηγές ο Καλέκας πέθανε στο Διδυμότειχο τον Δεκέμβριο του 1347.
6. Ιωάννης Ε΄ Παλαιολόγος - Αυτοκράτορας της Ρωμανίας/Βυζαντίου (1332–1391)
Ο Ιωάννης Ε΄ Παλαιολόγος ήταν γιος του Ανδρονίκου Γ΄ Παλαιολόγου και της Άννας της Σαβοΐας, γεννήθηκε στο Διδυμότειχο στις 18 Ιουνίου του 1332. Ο ιστορικός Νικηφόρος Γρηγοράς αναφέρει, ότι για να γιορτάσει ο πατέρας του το γεγονός της γέννησής του διοργάνωσε στο Διδυμότειχο αθλητικούς αγώνες κατά μίμηση των Ολυμπιακών, όπως χαρακτηριστικά γράφει. Καθώς προαναφέραμε ο Ανδρόνικος Γ΄ πέθανε το 1341, όταν ο Ιωάννης ήταν μόλις εννέα ετών και φυσικά δεν ήταν σε θέση να τον διαδεχθεί. Για τον λόγο αυτό δημιουργήθηκε η αντιβασιλεία, αποτελούμενη από τη μητέρα του, τον πατριάρχη Ιωάννη Καλέκα και τον μεγάλο Δούκα Αλέξιο Απόκαυκο, οι οποίοι συγκρούστηκαν μέχρι το 1347 με τον Ιωάννη Καντακουζηνό. Μέσα σ’ αυτές τις ενδοδυναστικές έριδες μεγάλωσε και ενηλικιώθηκε ο νεαρός Ιωάννης. Μετά το 1347 ο Καντακουζηνός είναι πλέον ο κυρίαρχος των καταστάσεων, παρόλα αυτά όμως πείθει τους υποστηρικτές του να δώσουν όρκο πίστης και στον Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγο, και ακολούθως τον κάνει γαμπρό του, δίδοντας του για γυναίκα του την κόρη του Ελένη, γεγονός που δυσαρεστεί τον μεγάλο του γιο Ματθαίο, με αποτέλεσμα να υπάρξουν προστριβές μεταξύ αυτού και του Ιωάννη Ε΄. Προσπαθώντας να βρεθεί μία συμβιβαστική λύση ανάμεσα στους δύο νεαρούς, γίνεται μία κατανομή περιοχών, όπου στον Ιωάννη Ε΄ κατέληξε ο γενέθλιος τόπος του, το κάστρο του Διδυμοτείχου, δίχως όμως να σταματήσουν οι μεταξύ τους προστριβές.
Η αναπόφευκτη σύγκρουση Καντακουζηνών και Παλαιολόγων έλαβε χώρα στα τέλη του 1352 στην περιοχή του Εμπυθίου (Πυθίου) και νικητές αναδείχθηκαν ο Ιωάννης Καντακουζηνός και οι Τούρκοι σύμμαχοί του. Μετά από δύο χρόνια το 1354 ο Ιωάννης Καντακουζηνός παραιτείται εκουσίως από τον θρόνο των Ρωμαίων/Βυζαντινών, και πλέον ο Ιωάννης Ε΄ Παλαιολόγος είναι ο αδιαμφισβήτητος αυτοκράτορας. Δυστυχώς οι εμφύλιες διενέξεις του πρώτου μισού του 14ου αιώνα, καθώς και ο οικονομικός μαρασμός της αυτοκρατορίας, είχαν ως αποτέλεσμα να επωφεληθούν οι Οθωμανοί Τούρκοι και να αρχίσουν να καταλαμβάνουν σημαντικές περιοχές και κάστρα της Θράκης. Το Διδυμότειχο κυριεύθηκε οριστικά από τους Τούρκους το 1361. Ο Ιωάννης Ε΄ γενικότερα υπήρξε μία τραγική προσωπικότητα για την Ρωμανία/Βυζάντιο, καθ’ όλη τη διάρκεια της βασιλείας του ήταν μπλεγμένος σε ενδοδυναστικές έριδες, γεγονός που αποδυνάμωνε το κράτος. Προκειμένου να βοηθηθεί από τη Δύση, έφτασε στο σημείο να ασπαστεί τον παπισμό, και μέχρι το 1391 που πέθανε, οι Τούρκοι είχαν καταλάβει πολλές περιοχές, με αποτέλεσμα την συρρίκνωση της αυτοκρατορίας.
7. Ιωάννης Μανδαλίδης - Ιατρός και Ευεργέτης (1887–1942)
Μετά τους Γιάννηδες της Βυζαντινής εποχής, θα αναφερθούμε στους Γιάννηδες της νεότερης ιστορίας του Διδυμοτείχου. Ο πρώτος που εντοπίσαμε είναι ο ευεργέτης Ιωάννης Μανδαλίδης, ο οποίος γεννήθηκε στο Διδυμότειχο τον Ιανουάριο του 1886, γονείς του ήταν ο Πέτρος Ι. Μανδαλίδης, έμπορος γουναρικών και η Σταματία Μανδαλίδου το γένος Σίπκα. Επίσης είχε και δύο αδερφές, την Βάγια και την Κυριακή. Σε μια περίοδο απουσίας των γονιών του, όταν ο Ιωάννης ήταν 5 ή 6 ετών, διέμενε μαζί με τη γιαγιά και τον παππού του, ο οποίος ήταν κτηνοτρόφος προβάτων, το σπίτι βρισκόταν στη δυτική πλευρά του λόφου του κάστρου. Κάποια μέρα λόγω σφοδρής καταιγίδας, ξεκόλλησαν βράχοι από τον λόφο του κάστρου και έπεσαν επάνω στο σπίτι, με αποτέλεσμα να καταστραφεί ολοσχερώς. Ο Ιωάννης και η γιαγιά του (η οποία τραυματίστηκε σοβαρά) σώθηκαν από θαύμα.
Ενάμισι έτος μετά το τραγικό συμβάν, και αφού είχε θεραπευτεί η γιαγιά του, πήρε τον μικρό Ιωάννη και κατευθύνθηκαν στη Φιλιππούπολη, όπου εκεί διαβιούσε ο άλλος γιος της ο Δημήτριος Μανδαλίδης. Εκεί ο Ιωάννης έμαθε τα πρώτα του γράμματα στο δημοτικό σχολείο, και ακολούθως για τις γυμνασιακές του σπουδές φοίτησε στα περίφημα "Ζαρίφεια Διδασκαλεία". Τελειώνοντας η φοίτησή του στη Φιλιππούπολη, και αφού εντωμεταξύ είχε πεθάνει η γιαγιά του, αποφάσισε να φύγει και να κατευθυνθεί στην Αδριανούπολη για την συνέχιση των σπουδών του, και ακολούθως εισήχθη στην οδοντιατρική σχολή του πανεπιστημίου της Κωνσταντινουπόλεως. Κατάφερε να πάρει το πτυχίο του οδοντιάτρου στις 23 Ιανουαρίου 1909. Είναι σημαντικό να τονίσουμε, ότι καθ’ όλη τη διάρκεια των σπουδών του, είχε ως βασικό του στήριγμα και συνοδοιπόρο την αδερφή του Βάγια, η οποία προσπαθούσε πάντα να τον ενθαρρύνει και να του δίνει κουράγιο για την επίτευξη των στόχων του. Επίσης να επισημάνουμε ότι διδάχθηκε και ομιλούσε τις παρακάτω ξένες γλώσσες : Τουρκική, Βουλγαρική, Γαλλική και Αγγλική, γεγονός που καταδεικνύει τη φιλομάθεια και την οξυδέρκειά του.
Ανήσυχο πνεύμα ο Ιωάννης Μανδαλίδης, αποφάσισε να διευρύνει τις σπουδές του και έτσι προς το τέλος του 1910 ή στις αρχές του 1911, μετέβη μαζί με την αδελφή του Βάγια στην Αμερική και εισήχθη στην Οδοντιατρική Σχολή της Νέας Υόρκης (Dental School of America), ενώ παράλληλα εργαζόταν σ’ ένα οδοντιατρείο. Η ακαταπόνητη εργασία και των δύο, καθώς και οι κερδοφόρες επενδύσεις τους στο χρηματιστήριο, είχαν ως αποτέλεσμα να δημιουργήσουν μια αξιόλογη περιουσία. Έτσι μετά από περίπου επτά χρόνια και ενώ είχε λάβει το πτυχίο του Αμερικανικού πανεπιστημίου στις 15 Φεβρουαρίου 1915, ο Ιωάννης Μανδαλίδης και η αδερφή του αποφάσισαν να επιστρέψουν στην πατρίδα.
Μετά την επιστροφή του από την Αμερική τα δύο αδέρφια εγκαταστάθηκαν οριστικά στη Θεσσαλονίκη. Το 1920 ο Μανδαλίδης επισκέφθηκε και τη γενέτειρά του, το Διδυμότειχο, όπου βλέποντας τις ελλείψεις και τις ανάγκες των συμπολιτών του, αποφάσισε να βοηθήσει τον τόπο του. Έτσι διέθεσε χρήματα από την περιουσία που είχε δημιουργήσει στην Αμερική, για την κατασκευή σύγχρονου αλευρόμυλου, ο οποίος παράλληλα παρήγαγε και ηλεκτρικό ρεύμα. Η λειτουργία του ξεκίνησε το 1924, και το Διδυμότειχο χάριν στις ενέργειες αυτές του Ιωάννη Μανδαλίδη υπήρξε η πρώτη πόλη του Έβρου και από τις πρώτες της Θράκης που ηλεκτροδοτήθηκε. Επιπροσθέτως, ο Διδυμοτειχίτης ευεργέτης διέθεσε χρήματα για την ανασυγκρότηση των σχολείων, την ανοικοδόμηση ναών, τη βοήθεια αναξιοπαθούντων συμπολιτών του και χορήγησε πολλές υποτροφίες σε μαθητές που είχαν δυνατότητες για να σπουδάσουν. Σχετικά με τις ευεργεσίες του Ιωάννη Μανδαλίδη προς το Διδυμότειχο και τους συμπολίτες του, στο βιογραφικό που συνέταξε η αδερφή του, αναφέρονται τα εξής: «Μόνον ο Κύριος "όστις τα πανθ’ ορά" είδεν και γνωρίζει καλώς τον αριθμόν των έργων της ευποιίας του».
Όπως προαναφέραμε τα δύο αδέλφια, εγκαταστάθηκαν οριστικά στη Θεσσαλονίκη, όπου ο Ιωάννης εργάστηκε ως οδοντίατρος. Το 1930 αγόρασε οικόπεδο και έκτισε πολυκατοικία επί της οδού Λεωφόρος Νίκης 39. Στην πολυκατοικία αυτή διέμεναν τα δύο αδέρφια, καθώς εκεί πλέον μεταφέρθηκε και στεγαζόταν και το οδοντιατρείο του Ιωάννη. Οι δυσκολίες της Γερμανικής κατοχής, καθώς και τα προβλήματα υγείας που τον ταλάνιζαν, ήταν η αιτία ώστε ο Διδυμοτειχίτης ευεργέτης Ιωάννης Μανδαλίδης να αφήσει τα εγκόσμια στις 26 Ιουλίου του 1942, σε ηλικία 56 ετών. Το τέλος της ζωής του, τον βρήκε να έχει κοντά του μόνο την αδερφή του Βάγια, καθώς δεν δημιούργησε οικογένεια, ούτε αυτός, αλλά ούτε και η αδερφή του.
Ο Ιωάννης Μανδαλίδης με τη διαθήκη του άφησε τη μισή πολυκατοικία, καθώς και άλλους οικονομικούς πόρους στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης προκειμένου να ιδρυθεί Οδοντιατρική Σχολή (αργότερα άφησε και το άλλο μισό η αδελφή του). Την περιουσία του στο Διδυμότειχο την άφησε στον τοπικό Δήμο, με τον όρο, τα έσοδα να διατίθενται για να σπουδάσουν παιδιά που δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα.
Το 1986 ο Δήμος Διδυμοτείχου για να τιμήσει τα εκατό χρόνια από τη γέννηση του Ιωάννη Μανδαλίδη, τοποθέτησε την προτομή του σ’ ένα πάρκο, το οποίο βρίσκεται απέναντι από το ΕΠΑΛ. Επίσης κατά τη δεκαετία του 1960 ή του 1970, ο δρόμος που αρχίζει κάθετα από την οδό Βενιζέλου και καταλήγει στο πάρκο Μανδαλίδη μέχρι την οδό Λεωνιδίου, με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου ονομάστηκε οδός Ιωάννου Μανδαλίδη.
8. Γιάννης Γιαννόπουλος - Παρασημοφορημένος Στρατιωτικός και Επιστήμονας (1898–1984)
Ο Γιάννης Γιαννόπουλος γεννήθηκε στο Διδυμότειχο στις 15 Οκτωβρίου 1898, πατέρας του ήταν ο Γεώργιος Γιαννόπουλος, αρχοντικής καταγωγής από την Κωνσταντινούπολη και η μητέρα του επίσης αρχοντοπούλα, καταγόταν από το Διδυμότειχο και ανήκε στην οικογένεια Αναγνωστοπούλου. Ο Γιάννης είχε και μία αδελφή, την Άννα, η οποία υπήρξε μια μεγάλη παιδαγωγός με πλούσια εθνική δράση, έχοντας σπουδάσει στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Ο μικρός Γιάννης έμαθε τα πρώτα γράμματα στο Διδυμότειχο, που την εποχή εκείνη βέβαια ανήκε στην Οθωμανική αυτοκρατορία, και ακολούθως μετέβη με την οικογένειά του στην Κωνσταντινούπολη, όπου περάτωσε τις γυμνασιακές του σπουδές το 1916. Τρία χρόνια αργότερα, το 1919, εισήλθε κατόπιν εξετάσεων στην Σχολή Ευελπίδων, απ΄ όπου αποφοίτησε αριστούχος το 1922 με τον βαθμό του Ανθυπολοχαγού. Λόγω της εμπόλεμης κατάστασης την εποχή εκείνη, όλη η τάξη του 22 κατετάγη στο Πεζικό. Ως Ανθλγός Πεζικού, απεστάλη στη Μικρά Ασία, όπου για τις υπηρεσίες που προσέφερε στο μικρασιατικό μέτωπο τιμήθηκε με το Μετάλλιο των Εξαιρέτων Πράξεων. Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή επέστρεψε στην Ελλάδα, και τοποθετήθηκε στην ιδιαίτερη πατρίδα του το Διδυμότειχο. Ο Γιαννόπουλος, όπως πληροφορούμαστε από δημοσιεύματα εφημερίδων της εποχής είχε μια έντονη παρουσία στην πολιτιστική και κοσμική κίνηση της πόλης.
Το 1925 προήχθη στο βαθμό του Υπολοχαγού και μετατάχθηκε στο όπλο της αρχικής του επιλογής που ήταν το Μηχανικό, με βασική ειδικότητα τις τηλεπικοινωνίες. Η εξειδίκευση και η άριστη κατάρτισή του στους τομείς των επικοινωνιών τον κατέστησαν επί σειρά ετών, καθηγητή σε Στρατιωτικές Σχολές.
Το 1935 τάχθηκε με το μέρος των Βενιζελικών αξιωματικών, στο αποτυχημένο κίνημα εναντίον της τότε κυβέρνησης του Παναγή Τσαλδάρη, με αποτέλεσμα να αποταχθεί από τις τάξεις του στρατού. Οι επιστημονικές του γνώσεις επάνω στα θέματα της ραδιοηλεκτρολογίας τον βοήθησαν ώστε το 1936 να προσληφθεί ως μηχανικός ασυρμάτων στην αντιπροσωπεία της Γερμανικής εταιρείας Telefunken. Με την κήρυξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου του 1940, ο Γιάννης Γιαννόπουλος επανέρχεται στις τάξεις του στρατού ως «έφεδρος εκ μονίμων» Λοχαγός του Μηχανικού, αναλαμβάνοντας τη διοίκηση Διαβιβάσεων της XV Μεραρχίας. Για την πολεμική του δράση τιμήθηκε και πάλι, αυτή τη φορά με το «Χρυσούν Αριστείον Ανδρείας».
Μετά το τέλος του Ελληνοϊταλικού πολέμου, ανέλαβε τα καθήκοντα του αρχιμηχανικού της τότε ιδρυθείσης Ανωνύμου Ελληνικής Ραδιοφωνικής Εταιρείας (ΑΕΡΕ) Αθηνών. Ο ιστορικός της Ελληνικής Ραδιοφωνίας και Τηλεόρασης Γιώργος Κάρτερ, αναφέρει ότι: «ο Γιάννης Γιαννόπουλος, ήταν από τους πρωτεργάτες του Ραδιοφώνου και ένας από τους αξιότερους τεχνικούς διευθυντές του, καθώς και ότι υπήρξε η πιο αξιομνημόνευτη προσωπικότητα στον τεχνικό χώρο της ελληνικής ραδιοφωνίας, κι ο πρώτος που έφερε τη δημοτική γλώσσα στα επιστημονικά συγγράμματα».
Μετά το 1945 ίδρυσε σε συνεργασία με την εταιρεία «Ράδιο Καραγιάννη» το Κέντρο Ηλεκτρονικών Σπουδών, το οποίο κατήρτιζε ραδιοτεχνίτες. Ο Γιάννης Γιαννόπουλος υπήρξε στυλοβάτης αυτής της προσπάθειας με τη συγγραφή βιβλίων και την παρουσίαση διαλέξεων, ιδιαιτέρως στην αίθουσα του Συλλόγου «Παρνασσός», αλλά και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας. Εν μέσω του εμφυλίου πολέμου το 1948 επιστρατεύθηκε εκ νέου και υπηρέτησε μέχρι το 1950 στη Σχολή Αξιωματικών Διαβιβάσεων (ΣΑΔ) του Κέντρου Εκπαιδεύσεως Διαβιβάσεων (ΚΕΔ), όπου παρέδωσε μαθήματα ραδιοηλεκτρολογίας. Μετά την αποστρατεία του προσλήφθηκε αμέσως στο Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας ως τεχνικός διευθυντής. Στη θέση αυτή διέμεινε μέχρι το 1958, καθώς στις 3 Ιουνίου του ιδίου έτους υπέβαλε το βιογραφικό του σημείωμα στην Ανωτάτη Βιομηχανική Σχολή Πειραιώς (νυν Πανεπιστήμιο Πειραιώς), όπου προσλήφθηκε ως Ειδικός Καθηγητής Ραδιοηλεκτρολογίας. Η σχολή αυτή υπήρξε και ο τελευταίος επαγγελματικός σταθμός για τον αείμνηστο Διδυμοτειχίτη Γιάννη Γιαννόπουλο, ο οποίος λόγω της μεγάλης του αγάπης για την επιστήμη του, επέλεξε τη θέση αυτή ώστε να μπορέσει να διδάξει και να καταρτίσει νέους επιστήμονες στον κλάδο της ραδιοηλεκτρολογίας και των τηλεπικοινωνιών.
Θα πρέπει επίσης να τονίσουμε, ότι ο Γιάννης Γιαννόπουλος υπήρξε ένας πολυγραφότατος επιστήμονας και θεωρητικός, καθώς άφησε ένα πλούσιο συγγραφικό έργο. Γεγονός πάντως είναι, ότι υπήρξε ένας πρωτοποριακός δημοτικιστής επιστήμονας για τα ελληνικά δεδομένα της εποχής του, καθώς με τις γνώσεις του αλλά και την διδασκαλία του, συνέβαλε τα μέγιστα στο να αναπτυχθεί στην πατρίδα μας η επιστήμη της ραδιοηλεκτρολογίας (το ραδιόφωνο και η τηλεόραση). Επίσης σε "ανύποπτους" θα λέγαμε καιρούς (αρχές δεκαετίας του 70) έγραψε για τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές τονίζοντας την μελλοντική ευρεία τους χρήση (επαγγελματική και οικιακή), γεγονός που ζούμε σήμερα. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του λόγω και κάποιων προβλημάτων υγείας στα πόδια του, παρέμεινε στο σπίτι του (στην Αθήνα στο Νέο Ψυχικό), όπου και πέθανε στις 20 Απριλίου 1984.
9. Ιωάννης Τιρρής ή Τυρής - Ιατρός και Χειρουργός (1899–1988)
Ένας άλλος επιστήμονας με το όνομα Ιωάννης είναι ο ιατρός (γυναικολόγος και χειρουργός) Ιωάννης Τιρρής ή Τυρής (το επίθετο το συναντάμε με ένα αλλά και με δύο ρ, καθώς επίσης και με ι αντί υ). Από το κείμενο του Παντελή Αθανασιάδη: «Διδυμότειχο: Η ιστορία της ιατρικής του 19ου αιώνα έως το 1940», αντλούμε τα παρακάτω στοιχεία που αφορούν τον ιατρό Ιωάννη Τιρρή: «Ξεχωριστή περίπτωση με πολυετή άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος στο Διδυμότειχο αποτελεί ο Τιρρής Ιωάννης, χειρουργός – γυναικολόγος, που πολιτεύθηκε και εξελέγη κατ’ επανάληψη βουλευτής. Γεννήθηκε το 1899 στην Αράχοβα και αποφοίτησε από το Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών το 1923. Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας γνώρισε και νυμφεύθηκε την κόρη του Αδριανουπολίτη τραπεζίτη και πρώτου Προέδρου της Διασυμμαχικής Θράκης, Εμμανουήλ Δουλά (την Μαρίκα με την οποία απέκτησε τρία παιδιά). Ίδρυσε Χειρουργική - Γυναικολογική Κλινική στο Διδυμότειχο το 1924. Το 1929 μετεκπαιδεύτηκε για ενάμισι χρόνο στο Παρίσι. Εξελέγη βουλευτής κατ’ επανάληψη, του κόμματος των Φιλελευθέρων, αρχικά από 26-1-1936, και αργότερα το 1946, 1950 & 1951. Επανεκλέχθηκε βουλευτής το 1961 και 1963 (στοιχεία από τον γιο του Εμμανουήλ Τιερρή, συνταξιούχο χειρουργό)». Επίσης στοιχεία και φωτογραφίες για τον Ιωάννη Τιρρή μας απέστειλε και ο καλός φίλος Δρ. Θεόδωρος Κυρκούδης, ο οποίος τον αναφέρει στο νέο του βιβλίο «Η ιατρική στη Θράκη από το 1740 μέχρι το 1940».
Η πρώτη κλινική του Τιρρή στεγαζόταν σε κτίριο επί της οδού Βατάτζη δίπλα στο Πνευματικό Κέντρο του Ναού Κοιμήσεως Θεοτόκου και η δεύτερη στην περιοχή του Σκορδομαχαλά σε οικόπεδο του πεθερού του Εμμανουήλ Δουλά, όπου εκεί κοντά υπήρχε το εργοστάσιό του και μέχρι σήμερα υπάρχει η οικογενειακή του κατοικία.
Στην τοπική εφημερίδα του Διδυμοτείχου «Θράκη», κατά τα έτη 1930-32, υπάρχουν δημοσιεύσεις που αφορούν τη λειτουργία της κλινικής του Τιρρή στο Διδυμότειχο, καθώς και ευχαριστήρια μονόστηλα από ανθρώπους που περιέθαλψε και τους χάρισε την υγεία τους: «Νέα Κλινική Ιωάννου Δ. Τυρή εν Διδυμοτείχω. Οίκημα νεόδμητον, εξοχικόν, ευάερον εν μέσω κήπου, πληρούν πάντας τους όρους της υγιεινής. Θάλαμοι ασθενών Α΄ και Β΄ θέσεως. Χειρουργείον τέλειον ένθα εκτελούνται παντός είδους επεμβάσεις, χειρουργικαί, γυναικολογικαί, μαιευτικαί. Γίνονται δεκταί επίτοκοι κυρίαι διά τοκετόν. Θεραπεία ριζική των αιμορροΐδων άνευ εγχειρήσεως κατά την νεωτάτην μέθοδον του εν Παρισίοις Δρ Bensaude δι’ ενέσεων. Εγκατάστασις υπεριωδών ακτίνων (Ultra Violets) και ηλεκτρικών μηχανημάτων διά πάσαν ηλεκτροθεραπίαν (Ρεύματα Γαλβανικά, Φαραδικά, Ιοντισμός, Ηλεκτροδιαθερμία, Ηλεκτρόλυσις ως και Οζονοθεραπεία). Επισκέψεις εν τη κλινική καθ’ εκάστην 8-11 π.μ. και 2-4 μ.μ. Εν τω Φαρμακείω Ν. Βαφειάδου 11-12 π.μ. και 4-6 μ.μ. Τους απόρους δωρεάν έκαστον Σάββατον μ. μεσημβρίαν». Εντυπωσιάζει το γεγονός, του σύγχρονου για την εποχή εξοπλισμού της κλινικής, καθώς και η μέριμνά του για τους απόρους συμπολίτες του. Σ’ ένα ευχαριστήριο άρθρο της εφημερίδας, αναγράφονται τα εξής: «Καθήκον μου επιβεβλημένο θεωρώ να εκφράσω και δημόσια τας απείρους μου ευχαριστίας προς τον ιατρόν κ. Ι. Τυρήν διά την μεγάλην του ιατρικήν ικανότητα ην επέδειξε σώσας με εκ βεβαίου θανάτου. Ανθρώπους τοιαύτης αξίας είθε να απολαμβάνει πάντοτε η κοινωνία μας. Π.Β. Λαμπουσιάδης».
10. Ιωάννης Φραγκούλης - Εκπαιδευτικός και Νομάρχης Έβρου (1904–1942)
Ο Ιωάννης Φραγκούλης γεννήθηκε το 1904 στη Λευκάδα, όπου και τελείωσε το δημοτικό και το γυμνάσιο, έχοντας άριστες επιδόσεις ως μαθητής και μία ιδιαίτερη κλίση προς την Πίστη του Χριστού. Με το που τελείωσε το Γυμνάσιο, μετέβη στην Αθήνα, όπου εκεί ζούσαν τα αδέλφια του και σπούδασε Θεολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του, εργαζόταν προκειμένου να καλύψει τα έξοδά του. Το 1927 πήρε το πτυχίο του και διορίστηκε καθηγητής στο σχολαρχείο του Αγίου Κηρύκου της Ικαρίας και μετά από ένα χρονικό διάστημα στο Σχολαρχείο Σάμης Κεφαλληνίας. Όντας αριστούχος φοιτητής έλαβε υποτροφία για ανώτερες σπουδές στη Γερμανία. Στο πανεπιστήμιο της Λειψίας και της Ιένας σπούδασε φιλοσοφία, παιδαγωγικά και θεολογία, και μετά από τέσσερα χρόνια επέστρεψε στην Ελλάδα ως Διδάκτορας. Με τον ερχομό του στην Ελλάδα διορίσθηκε διευθυντής στο διδασκαλείο της Μυτιλήνης.
Ο Ιωάννης Φραγκούλης ήταν ένας πολυγραφότατος επιστήμων, αφήνοντας ένα σημαντικότατο έργο, και ως παιδαγωγός εφάρμοζε ένα μεταρρυθμιστικό για την εποχή του πρόγραμμα. Όλα αυτά τα προσόντα και ο ζήλος του για την παιδεία αποτέλεσαν το εχέγγυο για να προαχθεί το 1937 σε γενικό επιθεωρητή της εκπαίδευσης στη Θράκη, θέση που κράτησε μέχρι την κατάληψη της Ελλάδας από του Γερμανούς το 1941. Η Ανατολική Μακεδονία και η Δυτική Θράκη δόθηκαν από τους Γερμανούς στους Βουλγάρους συμμάχους τους, πλην της περιοχής του Νομού Έβρου από την Άνθεια μέχρι το Ορμένιο. Η περιοχή αυτή, την οποία κατείχαν Γερμανικά στρατεύματα, ονομάστηκε «Ουδετέρα Ζώνη» και ανήκε στην κατοχική κυβέρνηση των Αθηνών. Το Διδυμότειχο ορίστηκε έδρα της Νομαρχίας και πρώτος νομάρχης τοποθετήθηκε ο Ιωάννης Φραγκούλης. Τον Ιούλιο του 1941 ο Φραγκούλης ήλθε στο Διδυμότειχο και ανέλαβε τα καθήκοντα του. Ο Στρατής Τσιρταβής (νεαρός απόφοιτος του γυμνασίου Διδυμοτείχου και υπάλληλος της κατοχικής Νομαρχίας), αναφέρει τα εξής: «Ήρθε στα μέσα Ιουλίου 1941 φέροντας μαζί του μια κουστωδία υπαλλήλων (νεαρών ως επί το πλείστον) και καθηγητές στο επάγγελμα. Ενδεικτικά θα αναφέρουμε τον Μανώλη Ανδρόνικο (τον μετέπειτα μεγάλο αρχαιολόγο), τον γυμναστή Οδυσσέα Τσούτσο (προπονητή του Παναθηναϊκού), τον Φίρμπα, τον Σουλίδη, τον Στεφανόπουλο κ.α.».
Συνοπτικά να αναφέρουμε, ότι ο Ιωάννης Φραγκούλης ως Νομάρχης, προσπάθησε άμεσα να ανυψώσει το ηθικό των κατοίκων του Έβρου. Φρόντισε για τη σωστή διανομή των τροφίμων και την γεωργο-κτηνοτροφική παραγωγή, ανασυγκρότησε τις δημόσιες υπηρεσίες, την υγεία και την εκπαίδευση, εναντιώθηκε σφόδρα κατά του λαθρεμπορίου και του μαυραγοριστισμού, και ίσως αυτή ήταν και η αιτία της δολοφονίας του. Είναι γεγονός, πως υπηρεσίες υγείας και δικαιοσύνης που υπάρχουν και σήμερα στο Διδυμότειχο, σε μεγάλο βαθμό οφείλονται στις τότε ενέργειες του Ιωάννη Φραγκούλη.
Οι σχέσεις του με τις Γερμανικές αρχές ήταν τυπικές, αλλά κάποιοι ήθελαν τον θάνατό του. Έτσι τη Μεγάλη Πέμπτη στις 2 Απριλίου του 1942, μετά το τέλος της ακολουθίας των 12 Ευαγγελίων, όπως επέστρεφε από την εκκλησία και πήγε να ανεβεί τα σκαλοπάτια του σπιτιού του (στην σημερινή οδό Ιωάννου Φραγκούλη), τον δολοφόνησαν, ο φερόμενος ως δράστης Πασχάλης Παλαμάρκας, ο οποίος διέφυγε και δεν δικάστηκε και ο καθ’ ομολογίαν δράστης Γεώργιος Δρατζίδης, μέλη του ΕΑΜ. Το Διδυμότειχο για να τιμήσει τον μεγάλο αυτό άνδρα, ανήγειρε την προτομή του, η οποία βρίσκεται απέναντι από το Δημοτικό Στάδιο. Επίσης έδωσε το όνομά του, στο δρόμο που βρίσκεται μπροστά στο σπίτι όπου διέμενε και σε παλαιότερες δεκαετίες διοργανώνονταν οι αθλητικοί αγώνες προς τιμήν του με την ονομασία «Φραγκούλεια».
Αυτοί είναι οι Γιάννηδες στην ιστορική διαχρονία του Διδυμοτείχου που μπορέσαμε και εντοπίσαμε : άγιοι, αυτοκράτορες, πατριάρχες, επιστήμονες, ευεργέτες και πολιτικοί. Θα μπορούσαμε να εντάξουμε στους αγίους με το όνομα Ιωάννης και τον Άγιο Ιάκωβο τον Νέο, του οποίου το κοσμικό όνομα ήταν Ιωάννης. Ο Ιάκωβος αποτέλεσε μία από τις κορυφαίες πνευματικές προσωπικότητες της Ρωμηοσύνης κατά τα μέσα του 15ου αιώνα και στις δύο πρώτες δεκαετίες του 16ου. Το 1519 μαζί με τους μαθητές του μαρτύρησε την Πίστη του Χριστού στο Διδυμότειχο, αφήνοντας μια τεράστια πνευματική παρακαταθήκη για τους επόμενους δύσκολους αιώνες της Οθωμανοκρατίας, την ίδια χρονιά πέθανε μετά από βασανιστήρια στην Αδριανούπολη.
Θα κλείσουμε το παρόν κείμενο με δύο από τις πολλές παροιμίες που σχετίζονται με το όνομα Γιάννης: «Σπίτι χωρίς Γιάννη, προκοπή δεν κάνει» και «Γιάννης κερνάει και Γιάννης πίνει», η οποία προήλθε από έναν άλλο μεγάλο Γιάννη της πατρίδας μας, τον Ιωάννη Καποδίστρια!!!
Χρόνια πολλά σε όλους τους Γιάννηδες και σε όλες τις Γιάννες!!!
[post_ads]
Στις 7 Ιανουαρίου η Εκκλησία μας τιμά τη Σύναξη του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, τον οποίο ο ίδιος ο Χριστός μας, τον χαρακτήρισε ως τον μέγιστο άνθρωπο όλου του κόσμου: «αμήν λέγω υμίν, ουκ εγήγερται εν γεννητοίς γυναικών μείζων Ιωάννου του βαπτιστού» (Ματθαίου: 11,11). Επιπροσθέτως να επισημάνουμε, ότι το όνομα Ιωάννης έχει εβραϊκή ρίζα και στα ελληνικά ερμηνεύεται ως δώρο Θεού, δηλαδή Θεόδωρος.
Μετά τον Ιωάννη τον Πρόδρομο στην Ελληνική και παγκόσμια ιστορία (εκκλησιαστική και κοσμική), καταγράφηκαν πολλά και σημαντικά πρόσωπα τα οποία έφεραν το όνομα Ιωάννης.
Στην πόλη του Διδυμοτείχου και στην ιστορική της διαχρονία, δεν θα μπορούσαν να λείψουν σπουδαίες προσωπικότητες που φέρουν το όνομα Ιωάννης. Σύμφωνα με μία προσωπική έρευνα εντόπισα δέκα Γιάννηδες, οι οποίοι, είτε γεννήθηκαν και κατάγονται από το Διδυμότειχο, είτε κατάγονται από άλλα μέρη και έδρασαν στην ιστορική μας Καστροπολιτεία.
1. Όσιος Ιωάννης ο Νέος - τοπικός άγιος (τέλος 10ου - αρχές 11ου αιώνα)
Ο πρώτος Ιωάννης του Διδυμοτείχου που αναφέρεται σε ιστορική πηγή είναι ένας τοπικός άγιος. Πρόκειται για τον Όσιο Ιωάννη τον Νέο, ο οποίος έζησε στα τέλη του 10ου και στις αρχές του 11ου αιώνα. Τον βίο του συνέγραψε ο μεγάλος λόγιος, πολιτικός και πανεπιστήμων του 14ου αιώνα Θεόδωρος Μετοχίτης. Στον βίο αναφέρει, ότι ο Όσιος Ιωάννης καταγόταν από ένα χωριό δίπλα στην πόλη του Διδυμοτείχου (εικάζουμε ότι ήταν το παλαιό Κουφόβουνο) και ότι από μικρός είχε την κλήση προς τον μοναχισμό. Έτσι έγινε μοναχός και άρχισε να ασκητεύει σε κάποια σπήλαια της περιοχής. Κάποια στιγμή ένας άρχοντας του Διδυμοτείχου τον συνάντησε (προφανώς στην περιοχή του Αγίου Βλασίου), και αφού κατάλαβε ότι πρόκειται για έναν φωτισμένο αθλητή του Χριστού, του πρότεινε να δημιουργηθεί ένα μοναστήρι, όπου θα αναλάβει την ηγουμενία και την πνευματική καθοδήγηση της αδελφότητας που θα δημιουργηθεί. Παρά τις αρχικές του αντιρρήσεις, τελικά ο Ιωάννης δέχθηκε και έτσι δημιουργήθηκε ένα μοναστήρι πολύ κοντά στην πόλη του Διδυμοτείχου.
Η μονή αυτή έγινε ξακουστή, καθώς την πλαισίωσαν πολλοί μοναχοί και συνεχώς αυξανόταν η πνευματική τους πρόοδος. Ευχαριστημένος ο άρχοντας του Διδυμοτείχου με αυτή την εξέλιξη, δώρισε ένα μεγάλο ποσό στη μονή, προκειμένου να ανεγερθεί ένας περίλαμπρος ναός. Προς το τέλος της ζωής του ο Όσιος Ιωάννης ο Νέος κατόρθωσε να χτίσει τον ναό και μετά την οσιακή του κοίμηση, το λείψανό του αποτέλεσε έναν θησαυρό και πηγή θαυματουργικών ιάσεων για όλο τον κόσμο. Χαρακτηριστικά ο βιογράφος του αναφέρει, ότι για να εξιστορήσουμε καθένα από τα θαύματα αυτού του ανδρός, θα ήταν έργο καθαρής τρέλας και θα έμοιαζε με το εγχείρημα να μετρήσει κανείς την άμμο στο χείλος της θαλάσσης. Όσον αφορά την τοποθεσία όπου βρισκόταν η Μονή του Οσίου Ιωάννου του Νέου, υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις για την περιοχή του Αγίου Βλασίου, μεταξύ Διδυμοτείχου και Κουφοβούνου, καθώς εκεί βρέθηκαν θεμέλια από έναν βυζαντινό ναό, ο οποίος προφανώς ήταν το καθολικό της Μονής.
2. Ιωάννης Καματηρός - Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (12ος αιώνας - 1206)
Επόμενος Ιωάννης που σχετίστηκε με την ιστορία του Διδυμοτείχου, είναι ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννης Ι΄ Καματηρός, ο οποίος διετέλεσε πατριάρχης από το 1198 έως το 1206. Το 1204 οι Φράγκοι σταυροφόροι κατέλαβαν και λεηλάτησαν την Κωνσταντινούπολη, όπου προέβησαν και σε πολλές καταστροφές, σφαγές και βιασμούς του πληθυσμού. Αποτέλεσμα όλων αυτών των βάρβαρων ενεργειών, ήταν πολλοί κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης να φύγουν με οποιοδήποτε τρόπο και με πολλές δυσκολίες από την Κωνσταντινούπολη προς άλλες περιοχές. Μεταξύ αυτών ήταν και ο πατριάρχης Ιωάννης Καματηρός, ο οποίος είχε μείνει στο πλευρό του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Λάσκαρη, μέχρι τις τελευταίες στιγμές που αντιστεκόταν οι Έλληνες της Πόλης. Μετά την άλωση επέλεξε να καταφύγει στο Διδυμότειχο, αφού πρώτα παρέμεινε για λίγο στη Σηλυβρία. Γεγονός είναι, ότι το Διδυμότειχο την εποχή εκείνη αναδείχθηκε σε ένα επαναστατικό κέντρο κατά των Φράγκων. Η ισχυρή στρατιωτική αριστοκρατία της πόλης, με επικεφαλής τον πατριάρχη Ιωάννη Καματηρό, ζήτησαν τη βοήθεια του τσάρου των Βουλγάρων Ιωαννίτση (Σκυλογιάννης για τους Έλληνες, Καλογιάννης για τους Βουλγάρους, ακόμη ένας Ιωάννης - μη Έλληνας - στην ιστορία του Διδυμοτείχου), και στο τέλος του 1204 ή στις αρχές του 1205 συνήφθη μία συμμαχία. Το 1205 πεθαίνει ο Φράγκος φρούραρχος του Διδυμοτείχου Ούγκο του Σαιν Πωλ, άμεσα οι Διδυμοτειχίτες εκμεταλλεύτηκαν το γεγονός και ξεσηκώθηκαν εξολοθρεύοντας τη φρουρά των Φράγκων.
Οι Φράγκοι αναγκασμένοι να αντιδράσουν πέρασαν στην αντεπίθεση. Μετά την αποτυχημένη προσπάθεια ανακατάληψης της Αδριανούπολης, στράφηκαν προς το Διδυμότειχο. Η γενική έφοδος ορίστηκε να γίνει ανήμερα της πεντηκοστής, όλος ο λαός του Διδυμοτείχου τότε προσευχήθηκε στην εικόνα του Σωτήρος Χριστού, μαζί τους και ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννης Καματηρός. Οι δεήσεις των Διδυμοτειχιτών εισακούστηκαν καθώς ενώ τίποτα δεν προμήνυε κακοκαιρία, ξαφνικά άρχισε μια δυνατή νεροποντή, η οποία είχε ως αποτέλεσμα να φουσκώσουν τα νερά του Ερυθροποτάμου, και να παρασύρουν τις πολιορκητικές μηχανές και μεγάλο μέρος του στρατού των πολιορκητών. Παρεπόμενο της νεροποντής ήταν να λυθεί η πολιορκία και οι εναπομείνασες δυνάμεις των Φράγκων που διασώθηκαν να αποχωρήσουν από την περιοχή. Το γεγονός αυτό γιορτάζουμε μέχρι και σήμερα στο Διδυμότειχο κάθε Πεντηκοστή, πραγματοποιώντας το λεγόμενο Καλέ Πανηγύρι, το οποίο εδώ και αιώνες είναι διανθισμένο με μια πλούσια λαογραφική και πολιτιστική παράδοση.
Η συμμαχία μεταξύ Ελλήνων και Βουλγάρων δεν κράτησε για πολύ, καθώς ο Βούλγαρος τσάρος Ιωαννίτσης στράφηκε κατά των δύο ισχυρών κάστρων της Θράκης, του Διδυμοτείχου και της Αδριανούπολης. Πολιόρκησε το Διδυμότειχο την άνοιξη του 1206, η πολιορκία κράτησε μέχρι τις 26 Ιουνίου του ίδιου έτους, ημέρα κατά την οποία εκοιμήθη ο πατριάρχης Ιωάννης Καματηρός στο Διδυμότειχο. Ο Φίλιππος Γιαννόπουλος στο βιβλίο που συνέγραψε για την πόλη μας, «Διδυμότειχο η ιστορία ενός Βυζαντινού οχυρού» αναφέρει ότι: «ο Πατριάρχης Ιωάννης Ι΄ Καματηρός είχε ασφαλώς αναγνωρίσει τη σημασία του Διδυμοτείχου για το παιχνίδι ισχύος και πολιτικής εξουσίας στο πεδίο του ανταγωνισμού ανάμεσα στους Έλληνες, τους Λατίνους και τους Βουλγάρους, η παραμονή του χαρακτηρίζει το Διδυμότειχο ως κέντρο της αντίστασης του ελληνισμού κατά της Λατινικής Αυτοκρατορίας».
3. Άγιος Ιωάννης Γ΄ Δούκας Βατάτζης - Αυτοκράτορας της Ρωμανίας / Βυζαντίου (1193–1254)
Κατά την ταπεινή μου άποψη, η μεγαλύτερη σε ιστορική αξία προσωπικότητα της πόλης του Διδυμοτείχου, είναι ο Άγιος και Αυτοκράτορας Ιωάννης Γ΄ Δούκας Βατατζής, ο οποίος ήταν όντως ένα δώρο Θεού για τον ελληνισμό του 13ου αιώνα. Ο Ιωάννης γεννήθηκε στο Διδυμότειχο το 1193 και καταγόταν από αρχοντική οικογένεια. Έζησε και αυτός στα δύσκολα χρόνια της Φραγκοκρατίας, βιώνοντας σε ηλικία ένδεκα έως δεκατριών ετών τα γεγονότα της άλωσης και της επανάστασης του Διδυμοτείχου κατά των Φράγκων που περιγράψαμε παραπάνω.
Μετά το 1206 έφυγε από το Διδυμότειχο και κατευθύνθηκε στη Νίκαια της Μικράς Ασίας, όπου ο μετέπειτα πεθερός του Θεόδωρος Α΄ Λάσκαρης κατάφερε να δημιουργήσει μία εστία αντίστασης κατά των Φράγκων. Το 1222 πέθανε ο Θεόδωρος και τον διαδέχθηκε ο Ιωάννης Βατάτζης, υπήρξε ένας ικανότατος ηγέτης σε όλα τα επίπεδα, διαθέτοντας μία συνολική αντίληψη για τη διακυβέρνηση του κράτους του. Κατάφερε να δημιουργήσει ένα κράτος ισχυρό σε στρατιωτικό, οικονομικό και διπλωματικό επίπεδο, με αποτέλεσμα να απελευθερώσει πολλές περιοχές τις πάλαι ποτέ κραταιάς αυτοκρατορίας, τις οποίες κρατούσαν Φράγκοι, Βούλγαροι και Τούρκοι. Η κοινωνική του πολιτική ήταν άκρως φιλολαϊκή και για τον λόγο αυτό τον αποκαλούσαν «Πατέρα των Ελλήνων», και του είχαν προσδώσει το επίθετο «Ελεήμονας». Επίσης βοήθησε στην ανάπτυξη της παιδείας ιδρύοντας σχολές και βιβλιοθήκες. Προς το τέλος της βασιλείας του, το κράτος της Νίκαιας είχε επεκτείνει τα σύνορά του και είχε βάλει τις βάσεις για την απελευθέρωση και της Κωνσταντινούπολης. Εκοιμήθη στις 4 Νοεμβρίου του 1254, χτυπημένος από την ασθένεια της επιληψίας. Κατόπιν επιθυμίας του η ταφή του έγινε στη Μονή Σωσάνδρων κοντά στην πόλη της Μαγνησίας στη Μικρασία.
Επτά χρόνια μετά έγινε η ανακομιδή του λειψάνου του, όπου βρέθηκε άφθορο και να ευωδιάζει, σημάδι της αγιότητάς του. Η λάρνακα με το λείψανό του μεταφέρθηκε στη Μαγνησία, όπου πλήθος κόσμου το προσκυνούσε και λάμβανε θαυματουργικές ιάσεις. Πλέον ο Ιωάννης Βατάτζης στη συνείδηση του κόσμου δεν ήταν μόνο ένας Ελεήμονας βασιλιάς, αλλά και ένας Ιαματικός άγιος, γεγονός που αναφέρεται και στην βυζαντινή ακολουθία του, η οποία γράφτηκε γύρω στο 1420. Τα επόμενα χρόνια μετά την κοίμησή του, λόγο της κακής πολιτικής των Παλαιολόγων, η Μικρά Ασία, κομμάτι κομμάτι έπεφτε στα χέρια των Τούρκων. Ο Βατάτζης με θαύματα καλούσε τους Μικρασιάτες να αγωνιστούν και έδινε κουράγιο στα δύσκολα χρόνια της σκλαβιάς. Οι Ρωμήοι στις περιοχές της Μαγνησίας και του Νυμφαίου, τον τιμούσαν ως τοπικό άγιο κάθε χρόνο στις 4 Νοεμβρίου. Στη Μαγνησία στο ναό του Αγίου Αθανασίου υπήρχε το άφθαρτο λείψανό του, μετά όμως την καταστροφή του 1922 δεν γνωρίζουμε τι απέγινε το λείψανο, και το πρόσωπο του Βατάτζη έχει ταυτιστεί με θρύλους που τον θέλουν ως τον Μαρμαρωμένο Βασιλιά, που θα εγερθεί την κατάλληλη στιγμή για να σώσει την Ρωμηοσύνη. Στη γενέτειρά του το Διδυμότειχο, από το 2010 υπάρχει ναός αφιερωμένος στη μνήμη του, και κάθε χρόνο στις 4 Νοεμβρίου η τοπική μας Μητρόπολη διοργανώνει τις Θρησκευτικές και πολιτιστικές εκδηλώσεις με την επωνυμία «Βατάτζεια».
4. Ιωάννης Στ΄ Καντακουζηνός - Αυτοκράτορας της Ρωμανίας / Βυζαντίου (1292– 1383)
Ο Ιωάννης Καντακουζηνός γεννήθηκε το 1292, ήταν γιος του Μιχαήλ και της Θεοδώρας Καντακουζηνού. Κατά τον πρώτο εμφύλιο πόλεμο των Παλαιολόγων (1321-1328), μεταξύ του Ανδρονίκου Β΄ (παππού) και του Ανδρονίκου Γ΄ (εγγονού), πήρε το μέρος του δευτέρου, και έχοντας ως έδρα τους το κάστρο του Διδυμοτείχου, κατάφεραν να υπερισχύσουν και να βγουν νικητές. Μετά τον θάνατο του Ανδρονίκου Γ΄ το 1341, ο Ιωάννης Καντακουζηνός ωθούμενος από τους υποστηρικτές του, και προκειμένου να καλύψει το κενό εξουσίας, στέφθηκε αυτοκράτορας στο παλάτι επάνω στο κάστρο του Διδυμοτείχου (στην ουσία στέφθηκε συναυτοκράτορας καθώς σεβάστηκε τα κληρονομικά δικαιώματα του νεαρού γιου του Ανδρονίκου Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγου). Η στέψη αυτή αποτέλεσε την απαρχή του δευτέρου εμφυλίου των Παλαιολόγων (1341-1347), όπου και πάλι το Διδυμότειχο επιλέχθηκε ως έδρα και ορμητήριο του Ιωάννη Καντακουζηνού, αντέχοντας στις πολιορκίες των αντιπάλων του και δίνοντας του ένα συγκριτικό πλεονέκτημα για την τελική του επικράτηση το 1347, όταν και μπήκε θριαμβευτής στην Κωνσταντινούπολη.
Αντίπαλοι του Καντακουζηνού ήταν η χήρα σύζυγος του Ανδρονίκου Γ΄ Άννα της Σαβοΐας, ο πατριάρχης Ιωάννης Καλέκας και ο μέγας Δούκας Αλέξιος Απόκαυκος, οι οποίοι αποτελούσαν την αντιβασιλεία του νεαρού διαδόχου. Με τις ενέργειες αυτές του Καντακουζηνού το Διδυμότειχο αναβαθμίστηκε και λειτούργησε ως πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας, καθώς στην ιστορική Καστροπολιτεία της Θράκης ο Καντακουζηνός συνομιλούσε με πρέσβεις από άλλες περιοχές και διοικούσε τα υπόλοιπα τμήματα του. Επίσης θα πρέπει να αναφέρουμε, ότι το γεγονός της στέψης του Καντακουζηνού στο Διδυμότειχο κατατάσσει την πόλη, στην κατηγορία των ελάχιστων πόλεων όπου στέφθηκαν Αυτοκράτορες της Ρωμανίας/Βυζαντίου. Ως γνωστόν η συντριπτική πλειοψηφία στέφονταν στην Κωνσταντινούπολη. Άλλες πόλεις όπου έλαβε χώρα στέψη αυτοκράτορα ήταν: η Νίκαια της Μικράς Ασίας (όπου εκεί στέφθηκε ο Διδυμοτειχίτης Ιωάννης Βατάτζης και γενικά η Δυναστεία των Λασκαρέων), η Αδριανούπολη (όπου στέφθηκε για δεύτερη φορά ο Καντακουζηνός) και ο Μυστράς όπου στέφθηκε ο Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Παλαιολόγος. Ο Καντακουζηνός δεν άφησε τα ίχνη του μόνο στο Διδυμότειχο αλλά και στο σημερινό χωριό Πύθιο (Εμπύθιο), όπου κατασκεύασε κάστρο με σκοπό να αποτελέσει το προσωπικό του καταφύγιο στις επιχειρήσεις που διεξήγαγε κατά τη διάρκεια των πολεμικών συγκρούσεων, χαρακτηριστική είναι η μάχη του Εμπυθίου το 1352.
Στο τέλος του 1354 εγκατέλειψε τον αυτοκρατορικό θρόνο και έγινε μοναχός με το όνομα Ιωάσαφ, λειτουργώντας για πολλά χρόνια ως σύμβουλος του Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγου. Πέθανε το 1383 στον Μυστρά, όπου ο γιος του Ματθαίος ασκούσε τα καθήκοντα του Δεσπότη (κυβερνήτη) του Μοριά.
5. Ιωάννης ΙΔ΄ Καλέκας - Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (1282–1347)
Σύμφωνα με τον Μανουήλ Γεδεών (Πατριαρχικοί Πίνακες), ο Ιωάννης Καλέκας γεννήθηκε περί το 1283-84 στον Άπρο της Θράκης «όθεν ελέγετο Απρηνός, επωνυμείτο δε Καλέκας». Διετέλεσε πατριάρχης από το 1334 έως το 1347. Κατά τη διάρκεια της πατριαρχίας του εξέδωσε διάφορες συνοδικές πράξεις, μία εξ αυτών αφορούσε και το Διδυμότειχο, καθώς το 1340 μετέτρεψε την Μονή Παναγίας Οδηγήτριας από γυναικεία σε ανδρική. Όπως προαναφέραμε παραπάνω ο Καλέκας υπήρξε εχθρός του Ιωάννη Καντακουζηνού και αποτέλεσε το ένα από τα τρία μέλη της αντιβασιλείας του νεαρού Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγου. Διαδραμάτισε και αυτός με την σειρά του αρνητικό ρόλο με την εμπλοκή του στον δεύτερο και καταστρεπτικότερο εμφύλιο πόλεμο των Παλαιολόγων. Μετά την επικράτηση του Καντακουζηνού το 1347 και την είσοδο του στην Κωνσταντινούπολη, ο Ιωάννης Καλέκας ως επικίνδυνος πολιτικός του αντίπαλος, καθαιρέθηκε και εκτοπίστηκε στο Διδυμότειχο σε αυστηρή απομόνωση. Σύμφωνα με πηγές ο Καλέκας πέθανε στο Διδυμότειχο τον Δεκέμβριο του 1347.
6. Ιωάννης Ε΄ Παλαιολόγος - Αυτοκράτορας της Ρωμανίας/Βυζαντίου (1332–1391)
Ο Ιωάννης Ε΄ Παλαιολόγος ήταν γιος του Ανδρονίκου Γ΄ Παλαιολόγου και της Άννας της Σαβοΐας, γεννήθηκε στο Διδυμότειχο στις 18 Ιουνίου του 1332. Ο ιστορικός Νικηφόρος Γρηγοράς αναφέρει, ότι για να γιορτάσει ο πατέρας του το γεγονός της γέννησής του διοργάνωσε στο Διδυμότειχο αθλητικούς αγώνες κατά μίμηση των Ολυμπιακών, όπως χαρακτηριστικά γράφει. Καθώς προαναφέραμε ο Ανδρόνικος Γ΄ πέθανε το 1341, όταν ο Ιωάννης ήταν μόλις εννέα ετών και φυσικά δεν ήταν σε θέση να τον διαδεχθεί. Για τον λόγο αυτό δημιουργήθηκε η αντιβασιλεία, αποτελούμενη από τη μητέρα του, τον πατριάρχη Ιωάννη Καλέκα και τον μεγάλο Δούκα Αλέξιο Απόκαυκο, οι οποίοι συγκρούστηκαν μέχρι το 1347 με τον Ιωάννη Καντακουζηνό. Μέσα σ’ αυτές τις ενδοδυναστικές έριδες μεγάλωσε και ενηλικιώθηκε ο νεαρός Ιωάννης. Μετά το 1347 ο Καντακουζηνός είναι πλέον ο κυρίαρχος των καταστάσεων, παρόλα αυτά όμως πείθει τους υποστηρικτές του να δώσουν όρκο πίστης και στον Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγο, και ακολούθως τον κάνει γαμπρό του, δίδοντας του για γυναίκα του την κόρη του Ελένη, γεγονός που δυσαρεστεί τον μεγάλο του γιο Ματθαίο, με αποτέλεσμα να υπάρξουν προστριβές μεταξύ αυτού και του Ιωάννη Ε΄. Προσπαθώντας να βρεθεί μία συμβιβαστική λύση ανάμεσα στους δύο νεαρούς, γίνεται μία κατανομή περιοχών, όπου στον Ιωάννη Ε΄ κατέληξε ο γενέθλιος τόπος του, το κάστρο του Διδυμοτείχου, δίχως όμως να σταματήσουν οι μεταξύ τους προστριβές.
Η αναπόφευκτη σύγκρουση Καντακουζηνών και Παλαιολόγων έλαβε χώρα στα τέλη του 1352 στην περιοχή του Εμπυθίου (Πυθίου) και νικητές αναδείχθηκαν ο Ιωάννης Καντακουζηνός και οι Τούρκοι σύμμαχοί του. Μετά από δύο χρόνια το 1354 ο Ιωάννης Καντακουζηνός παραιτείται εκουσίως από τον θρόνο των Ρωμαίων/Βυζαντινών, και πλέον ο Ιωάννης Ε΄ Παλαιολόγος είναι ο αδιαμφισβήτητος αυτοκράτορας. Δυστυχώς οι εμφύλιες διενέξεις του πρώτου μισού του 14ου αιώνα, καθώς και ο οικονομικός μαρασμός της αυτοκρατορίας, είχαν ως αποτέλεσμα να επωφεληθούν οι Οθωμανοί Τούρκοι και να αρχίσουν να καταλαμβάνουν σημαντικές περιοχές και κάστρα της Θράκης. Το Διδυμότειχο κυριεύθηκε οριστικά από τους Τούρκους το 1361. Ο Ιωάννης Ε΄ γενικότερα υπήρξε μία τραγική προσωπικότητα για την Ρωμανία/Βυζάντιο, καθ’ όλη τη διάρκεια της βασιλείας του ήταν μπλεγμένος σε ενδοδυναστικές έριδες, γεγονός που αποδυνάμωνε το κράτος. Προκειμένου να βοηθηθεί από τη Δύση, έφτασε στο σημείο να ασπαστεί τον παπισμό, και μέχρι το 1391 που πέθανε, οι Τούρκοι είχαν καταλάβει πολλές περιοχές, με αποτέλεσμα την συρρίκνωση της αυτοκρατορίας.
7. Ιωάννης Μανδαλίδης - Ιατρός και Ευεργέτης (1887–1942)
Μετά τους Γιάννηδες της Βυζαντινής εποχής, θα αναφερθούμε στους Γιάννηδες της νεότερης ιστορίας του Διδυμοτείχου. Ο πρώτος που εντοπίσαμε είναι ο ευεργέτης Ιωάννης Μανδαλίδης, ο οποίος γεννήθηκε στο Διδυμότειχο τον Ιανουάριο του 1886, γονείς του ήταν ο Πέτρος Ι. Μανδαλίδης, έμπορος γουναρικών και η Σταματία Μανδαλίδου το γένος Σίπκα. Επίσης είχε και δύο αδερφές, την Βάγια και την Κυριακή. Σε μια περίοδο απουσίας των γονιών του, όταν ο Ιωάννης ήταν 5 ή 6 ετών, διέμενε μαζί με τη γιαγιά και τον παππού του, ο οποίος ήταν κτηνοτρόφος προβάτων, το σπίτι βρισκόταν στη δυτική πλευρά του λόφου του κάστρου. Κάποια μέρα λόγω σφοδρής καταιγίδας, ξεκόλλησαν βράχοι από τον λόφο του κάστρου και έπεσαν επάνω στο σπίτι, με αποτέλεσμα να καταστραφεί ολοσχερώς. Ο Ιωάννης και η γιαγιά του (η οποία τραυματίστηκε σοβαρά) σώθηκαν από θαύμα.
Ενάμισι έτος μετά το τραγικό συμβάν, και αφού είχε θεραπευτεί η γιαγιά του, πήρε τον μικρό Ιωάννη και κατευθύνθηκαν στη Φιλιππούπολη, όπου εκεί διαβιούσε ο άλλος γιος της ο Δημήτριος Μανδαλίδης. Εκεί ο Ιωάννης έμαθε τα πρώτα του γράμματα στο δημοτικό σχολείο, και ακολούθως για τις γυμνασιακές του σπουδές φοίτησε στα περίφημα "Ζαρίφεια Διδασκαλεία". Τελειώνοντας η φοίτησή του στη Φιλιππούπολη, και αφού εντωμεταξύ είχε πεθάνει η γιαγιά του, αποφάσισε να φύγει και να κατευθυνθεί στην Αδριανούπολη για την συνέχιση των σπουδών του, και ακολούθως εισήχθη στην οδοντιατρική σχολή του πανεπιστημίου της Κωνσταντινουπόλεως. Κατάφερε να πάρει το πτυχίο του οδοντιάτρου στις 23 Ιανουαρίου 1909. Είναι σημαντικό να τονίσουμε, ότι καθ’ όλη τη διάρκεια των σπουδών του, είχε ως βασικό του στήριγμα και συνοδοιπόρο την αδερφή του Βάγια, η οποία προσπαθούσε πάντα να τον ενθαρρύνει και να του δίνει κουράγιο για την επίτευξη των στόχων του. Επίσης να επισημάνουμε ότι διδάχθηκε και ομιλούσε τις παρακάτω ξένες γλώσσες : Τουρκική, Βουλγαρική, Γαλλική και Αγγλική, γεγονός που καταδεικνύει τη φιλομάθεια και την οξυδέρκειά του.
Ανήσυχο πνεύμα ο Ιωάννης Μανδαλίδης, αποφάσισε να διευρύνει τις σπουδές του και έτσι προς το τέλος του 1910 ή στις αρχές του 1911, μετέβη μαζί με την αδελφή του Βάγια στην Αμερική και εισήχθη στην Οδοντιατρική Σχολή της Νέας Υόρκης (Dental School of America), ενώ παράλληλα εργαζόταν σ’ ένα οδοντιατρείο. Η ακαταπόνητη εργασία και των δύο, καθώς και οι κερδοφόρες επενδύσεις τους στο χρηματιστήριο, είχαν ως αποτέλεσμα να δημιουργήσουν μια αξιόλογη περιουσία. Έτσι μετά από περίπου επτά χρόνια και ενώ είχε λάβει το πτυχίο του Αμερικανικού πανεπιστημίου στις 15 Φεβρουαρίου 1915, ο Ιωάννης Μανδαλίδης και η αδερφή του αποφάσισαν να επιστρέψουν στην πατρίδα.
Μετά την επιστροφή του από την Αμερική τα δύο αδέρφια εγκαταστάθηκαν οριστικά στη Θεσσαλονίκη. Το 1920 ο Μανδαλίδης επισκέφθηκε και τη γενέτειρά του, το Διδυμότειχο, όπου βλέποντας τις ελλείψεις και τις ανάγκες των συμπολιτών του, αποφάσισε να βοηθήσει τον τόπο του. Έτσι διέθεσε χρήματα από την περιουσία που είχε δημιουργήσει στην Αμερική, για την κατασκευή σύγχρονου αλευρόμυλου, ο οποίος παράλληλα παρήγαγε και ηλεκτρικό ρεύμα. Η λειτουργία του ξεκίνησε το 1924, και το Διδυμότειχο χάριν στις ενέργειες αυτές του Ιωάννη Μανδαλίδη υπήρξε η πρώτη πόλη του Έβρου και από τις πρώτες της Θράκης που ηλεκτροδοτήθηκε. Επιπροσθέτως, ο Διδυμοτειχίτης ευεργέτης διέθεσε χρήματα για την ανασυγκρότηση των σχολείων, την ανοικοδόμηση ναών, τη βοήθεια αναξιοπαθούντων συμπολιτών του και χορήγησε πολλές υποτροφίες σε μαθητές που είχαν δυνατότητες για να σπουδάσουν. Σχετικά με τις ευεργεσίες του Ιωάννη Μανδαλίδη προς το Διδυμότειχο και τους συμπολίτες του, στο βιογραφικό που συνέταξε η αδερφή του, αναφέρονται τα εξής: «Μόνον ο Κύριος "όστις τα πανθ’ ορά" είδεν και γνωρίζει καλώς τον αριθμόν των έργων της ευποιίας του».
Όπως προαναφέραμε τα δύο αδέλφια, εγκαταστάθηκαν οριστικά στη Θεσσαλονίκη, όπου ο Ιωάννης εργάστηκε ως οδοντίατρος. Το 1930 αγόρασε οικόπεδο και έκτισε πολυκατοικία επί της οδού Λεωφόρος Νίκης 39. Στην πολυκατοικία αυτή διέμεναν τα δύο αδέρφια, καθώς εκεί πλέον μεταφέρθηκε και στεγαζόταν και το οδοντιατρείο του Ιωάννη. Οι δυσκολίες της Γερμανικής κατοχής, καθώς και τα προβλήματα υγείας που τον ταλάνιζαν, ήταν η αιτία ώστε ο Διδυμοτειχίτης ευεργέτης Ιωάννης Μανδαλίδης να αφήσει τα εγκόσμια στις 26 Ιουλίου του 1942, σε ηλικία 56 ετών. Το τέλος της ζωής του, τον βρήκε να έχει κοντά του μόνο την αδερφή του Βάγια, καθώς δεν δημιούργησε οικογένεια, ούτε αυτός, αλλά ούτε και η αδερφή του.
Ο Ιωάννης Μανδαλίδης με τη διαθήκη του άφησε τη μισή πολυκατοικία, καθώς και άλλους οικονομικούς πόρους στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης προκειμένου να ιδρυθεί Οδοντιατρική Σχολή (αργότερα άφησε και το άλλο μισό η αδελφή του). Την περιουσία του στο Διδυμότειχο την άφησε στον τοπικό Δήμο, με τον όρο, τα έσοδα να διατίθενται για να σπουδάσουν παιδιά που δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα.
Το 1986 ο Δήμος Διδυμοτείχου για να τιμήσει τα εκατό χρόνια από τη γέννηση του Ιωάννη Μανδαλίδη, τοποθέτησε την προτομή του σ’ ένα πάρκο, το οποίο βρίσκεται απέναντι από το ΕΠΑΛ. Επίσης κατά τη δεκαετία του 1960 ή του 1970, ο δρόμος που αρχίζει κάθετα από την οδό Βενιζέλου και καταλήγει στο πάρκο Μανδαλίδη μέχρι την οδό Λεωνιδίου, με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου ονομάστηκε οδός Ιωάννου Μανδαλίδη.
8. Γιάννης Γιαννόπουλος - Παρασημοφορημένος Στρατιωτικός και Επιστήμονας (1898–1984)
Ο Γιάννης Γιαννόπουλος γεννήθηκε στο Διδυμότειχο στις 15 Οκτωβρίου 1898, πατέρας του ήταν ο Γεώργιος Γιαννόπουλος, αρχοντικής καταγωγής από την Κωνσταντινούπολη και η μητέρα του επίσης αρχοντοπούλα, καταγόταν από το Διδυμότειχο και ανήκε στην οικογένεια Αναγνωστοπούλου. Ο Γιάννης είχε και μία αδελφή, την Άννα, η οποία υπήρξε μια μεγάλη παιδαγωγός με πλούσια εθνική δράση, έχοντας σπουδάσει στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Ο μικρός Γιάννης έμαθε τα πρώτα γράμματα στο Διδυμότειχο, που την εποχή εκείνη βέβαια ανήκε στην Οθωμανική αυτοκρατορία, και ακολούθως μετέβη με την οικογένειά του στην Κωνσταντινούπολη, όπου περάτωσε τις γυμνασιακές του σπουδές το 1916. Τρία χρόνια αργότερα, το 1919, εισήλθε κατόπιν εξετάσεων στην Σχολή Ευελπίδων, απ΄ όπου αποφοίτησε αριστούχος το 1922 με τον βαθμό του Ανθυπολοχαγού. Λόγω της εμπόλεμης κατάστασης την εποχή εκείνη, όλη η τάξη του 22 κατετάγη στο Πεζικό. Ως Ανθλγός Πεζικού, απεστάλη στη Μικρά Ασία, όπου για τις υπηρεσίες που προσέφερε στο μικρασιατικό μέτωπο τιμήθηκε με το Μετάλλιο των Εξαιρέτων Πράξεων. Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή επέστρεψε στην Ελλάδα, και τοποθετήθηκε στην ιδιαίτερη πατρίδα του το Διδυμότειχο. Ο Γιαννόπουλος, όπως πληροφορούμαστε από δημοσιεύματα εφημερίδων της εποχής είχε μια έντονη παρουσία στην πολιτιστική και κοσμική κίνηση της πόλης.
Το 1925 προήχθη στο βαθμό του Υπολοχαγού και μετατάχθηκε στο όπλο της αρχικής του επιλογής που ήταν το Μηχανικό, με βασική ειδικότητα τις τηλεπικοινωνίες. Η εξειδίκευση και η άριστη κατάρτισή του στους τομείς των επικοινωνιών τον κατέστησαν επί σειρά ετών, καθηγητή σε Στρατιωτικές Σχολές.
Το 1935 τάχθηκε με το μέρος των Βενιζελικών αξιωματικών, στο αποτυχημένο κίνημα εναντίον της τότε κυβέρνησης του Παναγή Τσαλδάρη, με αποτέλεσμα να αποταχθεί από τις τάξεις του στρατού. Οι επιστημονικές του γνώσεις επάνω στα θέματα της ραδιοηλεκτρολογίας τον βοήθησαν ώστε το 1936 να προσληφθεί ως μηχανικός ασυρμάτων στην αντιπροσωπεία της Γερμανικής εταιρείας Telefunken. Με την κήρυξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου του 1940, ο Γιάννης Γιαννόπουλος επανέρχεται στις τάξεις του στρατού ως «έφεδρος εκ μονίμων» Λοχαγός του Μηχανικού, αναλαμβάνοντας τη διοίκηση Διαβιβάσεων της XV Μεραρχίας. Για την πολεμική του δράση τιμήθηκε και πάλι, αυτή τη φορά με το «Χρυσούν Αριστείον Ανδρείας».
Μετά το τέλος του Ελληνοϊταλικού πολέμου, ανέλαβε τα καθήκοντα του αρχιμηχανικού της τότε ιδρυθείσης Ανωνύμου Ελληνικής Ραδιοφωνικής Εταιρείας (ΑΕΡΕ) Αθηνών. Ο ιστορικός της Ελληνικής Ραδιοφωνίας και Τηλεόρασης Γιώργος Κάρτερ, αναφέρει ότι: «ο Γιάννης Γιαννόπουλος, ήταν από τους πρωτεργάτες του Ραδιοφώνου και ένας από τους αξιότερους τεχνικούς διευθυντές του, καθώς και ότι υπήρξε η πιο αξιομνημόνευτη προσωπικότητα στον τεχνικό χώρο της ελληνικής ραδιοφωνίας, κι ο πρώτος που έφερε τη δημοτική γλώσσα στα επιστημονικά συγγράμματα».
Μετά το 1945 ίδρυσε σε συνεργασία με την εταιρεία «Ράδιο Καραγιάννη» το Κέντρο Ηλεκτρονικών Σπουδών, το οποίο κατήρτιζε ραδιοτεχνίτες. Ο Γιάννης Γιαννόπουλος υπήρξε στυλοβάτης αυτής της προσπάθειας με τη συγγραφή βιβλίων και την παρουσίαση διαλέξεων, ιδιαιτέρως στην αίθουσα του Συλλόγου «Παρνασσός», αλλά και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας. Εν μέσω του εμφυλίου πολέμου το 1948 επιστρατεύθηκε εκ νέου και υπηρέτησε μέχρι το 1950 στη Σχολή Αξιωματικών Διαβιβάσεων (ΣΑΔ) του Κέντρου Εκπαιδεύσεως Διαβιβάσεων (ΚΕΔ), όπου παρέδωσε μαθήματα ραδιοηλεκτρολογίας. Μετά την αποστρατεία του προσλήφθηκε αμέσως στο Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας ως τεχνικός διευθυντής. Στη θέση αυτή διέμεινε μέχρι το 1958, καθώς στις 3 Ιουνίου του ιδίου έτους υπέβαλε το βιογραφικό του σημείωμα στην Ανωτάτη Βιομηχανική Σχολή Πειραιώς (νυν Πανεπιστήμιο Πειραιώς), όπου προσλήφθηκε ως Ειδικός Καθηγητής Ραδιοηλεκτρολογίας. Η σχολή αυτή υπήρξε και ο τελευταίος επαγγελματικός σταθμός για τον αείμνηστο Διδυμοτειχίτη Γιάννη Γιαννόπουλο, ο οποίος λόγω της μεγάλης του αγάπης για την επιστήμη του, επέλεξε τη θέση αυτή ώστε να μπορέσει να διδάξει και να καταρτίσει νέους επιστήμονες στον κλάδο της ραδιοηλεκτρολογίας και των τηλεπικοινωνιών.
Θα πρέπει επίσης να τονίσουμε, ότι ο Γιάννης Γιαννόπουλος υπήρξε ένας πολυγραφότατος επιστήμονας και θεωρητικός, καθώς άφησε ένα πλούσιο συγγραφικό έργο. Γεγονός πάντως είναι, ότι υπήρξε ένας πρωτοποριακός δημοτικιστής επιστήμονας για τα ελληνικά δεδομένα της εποχής του, καθώς με τις γνώσεις του αλλά και την διδασκαλία του, συνέβαλε τα μέγιστα στο να αναπτυχθεί στην πατρίδα μας η επιστήμη της ραδιοηλεκτρολογίας (το ραδιόφωνο και η τηλεόραση). Επίσης σε "ανύποπτους" θα λέγαμε καιρούς (αρχές δεκαετίας του 70) έγραψε για τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές τονίζοντας την μελλοντική ευρεία τους χρήση (επαγγελματική και οικιακή), γεγονός που ζούμε σήμερα. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του λόγω και κάποιων προβλημάτων υγείας στα πόδια του, παρέμεινε στο σπίτι του (στην Αθήνα στο Νέο Ψυχικό), όπου και πέθανε στις 20 Απριλίου 1984.
9. Ιωάννης Τιρρής ή Τυρής - Ιατρός και Χειρουργός (1899–1988)
Ένας άλλος επιστήμονας με το όνομα Ιωάννης είναι ο ιατρός (γυναικολόγος και χειρουργός) Ιωάννης Τιρρής ή Τυρής (το επίθετο το συναντάμε με ένα αλλά και με δύο ρ, καθώς επίσης και με ι αντί υ). Από το κείμενο του Παντελή Αθανασιάδη: «Διδυμότειχο: Η ιστορία της ιατρικής του 19ου αιώνα έως το 1940», αντλούμε τα παρακάτω στοιχεία που αφορούν τον ιατρό Ιωάννη Τιρρή: «Ξεχωριστή περίπτωση με πολυετή άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος στο Διδυμότειχο αποτελεί ο Τιρρής Ιωάννης, χειρουργός – γυναικολόγος, που πολιτεύθηκε και εξελέγη κατ’ επανάληψη βουλευτής. Γεννήθηκε το 1899 στην Αράχοβα και αποφοίτησε από το Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών το 1923. Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας γνώρισε και νυμφεύθηκε την κόρη του Αδριανουπολίτη τραπεζίτη και πρώτου Προέδρου της Διασυμμαχικής Θράκης, Εμμανουήλ Δουλά (την Μαρίκα με την οποία απέκτησε τρία παιδιά). Ίδρυσε Χειρουργική - Γυναικολογική Κλινική στο Διδυμότειχο το 1924. Το 1929 μετεκπαιδεύτηκε για ενάμισι χρόνο στο Παρίσι. Εξελέγη βουλευτής κατ’ επανάληψη, του κόμματος των Φιλελευθέρων, αρχικά από 26-1-1936, και αργότερα το 1946, 1950 & 1951. Επανεκλέχθηκε βουλευτής το 1961 και 1963 (στοιχεία από τον γιο του Εμμανουήλ Τιερρή, συνταξιούχο χειρουργό)». Επίσης στοιχεία και φωτογραφίες για τον Ιωάννη Τιρρή μας απέστειλε και ο καλός φίλος Δρ. Θεόδωρος Κυρκούδης, ο οποίος τον αναφέρει στο νέο του βιβλίο «Η ιατρική στη Θράκη από το 1740 μέχρι το 1940».
Η πρώτη κλινική του Τιρρή στεγαζόταν σε κτίριο επί της οδού Βατάτζη δίπλα στο Πνευματικό Κέντρο του Ναού Κοιμήσεως Θεοτόκου και η δεύτερη στην περιοχή του Σκορδομαχαλά σε οικόπεδο του πεθερού του Εμμανουήλ Δουλά, όπου εκεί κοντά υπήρχε το εργοστάσιό του και μέχρι σήμερα υπάρχει η οικογενειακή του κατοικία.
Στην τοπική εφημερίδα του Διδυμοτείχου «Θράκη», κατά τα έτη 1930-32, υπάρχουν δημοσιεύσεις που αφορούν τη λειτουργία της κλινικής του Τιρρή στο Διδυμότειχο, καθώς και ευχαριστήρια μονόστηλα από ανθρώπους που περιέθαλψε και τους χάρισε την υγεία τους: «Νέα Κλινική Ιωάννου Δ. Τυρή εν Διδυμοτείχω. Οίκημα νεόδμητον, εξοχικόν, ευάερον εν μέσω κήπου, πληρούν πάντας τους όρους της υγιεινής. Θάλαμοι ασθενών Α΄ και Β΄ θέσεως. Χειρουργείον τέλειον ένθα εκτελούνται παντός είδους επεμβάσεις, χειρουργικαί, γυναικολογικαί, μαιευτικαί. Γίνονται δεκταί επίτοκοι κυρίαι διά τοκετόν. Θεραπεία ριζική των αιμορροΐδων άνευ εγχειρήσεως κατά την νεωτάτην μέθοδον του εν Παρισίοις Δρ Bensaude δι’ ενέσεων. Εγκατάστασις υπεριωδών ακτίνων (Ultra Violets) και ηλεκτρικών μηχανημάτων διά πάσαν ηλεκτροθεραπίαν (Ρεύματα Γαλβανικά, Φαραδικά, Ιοντισμός, Ηλεκτροδιαθερμία, Ηλεκτρόλυσις ως και Οζονοθεραπεία). Επισκέψεις εν τη κλινική καθ’ εκάστην 8-11 π.μ. και 2-4 μ.μ. Εν τω Φαρμακείω Ν. Βαφειάδου 11-12 π.μ. και 4-6 μ.μ. Τους απόρους δωρεάν έκαστον Σάββατον μ. μεσημβρίαν». Εντυπωσιάζει το γεγονός, του σύγχρονου για την εποχή εξοπλισμού της κλινικής, καθώς και η μέριμνά του για τους απόρους συμπολίτες του. Σ’ ένα ευχαριστήριο άρθρο της εφημερίδας, αναγράφονται τα εξής: «Καθήκον μου επιβεβλημένο θεωρώ να εκφράσω και δημόσια τας απείρους μου ευχαριστίας προς τον ιατρόν κ. Ι. Τυρήν διά την μεγάλην του ιατρικήν ικανότητα ην επέδειξε σώσας με εκ βεβαίου θανάτου. Ανθρώπους τοιαύτης αξίας είθε να απολαμβάνει πάντοτε η κοινωνία μας. Π.Β. Λαμπουσιάδης».
10. Ιωάννης Φραγκούλης - Εκπαιδευτικός και Νομάρχης Έβρου (1904–1942)
Ο Ιωάννης Φραγκούλης γεννήθηκε το 1904 στη Λευκάδα, όπου και τελείωσε το δημοτικό και το γυμνάσιο, έχοντας άριστες επιδόσεις ως μαθητής και μία ιδιαίτερη κλίση προς την Πίστη του Χριστού. Με το που τελείωσε το Γυμνάσιο, μετέβη στην Αθήνα, όπου εκεί ζούσαν τα αδέλφια του και σπούδασε Θεολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του, εργαζόταν προκειμένου να καλύψει τα έξοδά του. Το 1927 πήρε το πτυχίο του και διορίστηκε καθηγητής στο σχολαρχείο του Αγίου Κηρύκου της Ικαρίας και μετά από ένα χρονικό διάστημα στο Σχολαρχείο Σάμης Κεφαλληνίας. Όντας αριστούχος φοιτητής έλαβε υποτροφία για ανώτερες σπουδές στη Γερμανία. Στο πανεπιστήμιο της Λειψίας και της Ιένας σπούδασε φιλοσοφία, παιδαγωγικά και θεολογία, και μετά από τέσσερα χρόνια επέστρεψε στην Ελλάδα ως Διδάκτορας. Με τον ερχομό του στην Ελλάδα διορίσθηκε διευθυντής στο διδασκαλείο της Μυτιλήνης.
Ο Ιωάννης Φραγκούλης ήταν ένας πολυγραφότατος επιστήμων, αφήνοντας ένα σημαντικότατο έργο, και ως παιδαγωγός εφάρμοζε ένα μεταρρυθμιστικό για την εποχή του πρόγραμμα. Όλα αυτά τα προσόντα και ο ζήλος του για την παιδεία αποτέλεσαν το εχέγγυο για να προαχθεί το 1937 σε γενικό επιθεωρητή της εκπαίδευσης στη Θράκη, θέση που κράτησε μέχρι την κατάληψη της Ελλάδας από του Γερμανούς το 1941. Η Ανατολική Μακεδονία και η Δυτική Θράκη δόθηκαν από τους Γερμανούς στους Βουλγάρους συμμάχους τους, πλην της περιοχής του Νομού Έβρου από την Άνθεια μέχρι το Ορμένιο. Η περιοχή αυτή, την οποία κατείχαν Γερμανικά στρατεύματα, ονομάστηκε «Ουδετέρα Ζώνη» και ανήκε στην κατοχική κυβέρνηση των Αθηνών. Το Διδυμότειχο ορίστηκε έδρα της Νομαρχίας και πρώτος νομάρχης τοποθετήθηκε ο Ιωάννης Φραγκούλης. Τον Ιούλιο του 1941 ο Φραγκούλης ήλθε στο Διδυμότειχο και ανέλαβε τα καθήκοντα του. Ο Στρατής Τσιρταβής (νεαρός απόφοιτος του γυμνασίου Διδυμοτείχου και υπάλληλος της κατοχικής Νομαρχίας), αναφέρει τα εξής: «Ήρθε στα μέσα Ιουλίου 1941 φέροντας μαζί του μια κουστωδία υπαλλήλων (νεαρών ως επί το πλείστον) και καθηγητές στο επάγγελμα. Ενδεικτικά θα αναφέρουμε τον Μανώλη Ανδρόνικο (τον μετέπειτα μεγάλο αρχαιολόγο), τον γυμναστή Οδυσσέα Τσούτσο (προπονητή του Παναθηναϊκού), τον Φίρμπα, τον Σουλίδη, τον Στεφανόπουλο κ.α.».
Συνοπτικά να αναφέρουμε, ότι ο Ιωάννης Φραγκούλης ως Νομάρχης, προσπάθησε άμεσα να ανυψώσει το ηθικό των κατοίκων του Έβρου. Φρόντισε για τη σωστή διανομή των τροφίμων και την γεωργο-κτηνοτροφική παραγωγή, ανασυγκρότησε τις δημόσιες υπηρεσίες, την υγεία και την εκπαίδευση, εναντιώθηκε σφόδρα κατά του λαθρεμπορίου και του μαυραγοριστισμού, και ίσως αυτή ήταν και η αιτία της δολοφονίας του. Είναι γεγονός, πως υπηρεσίες υγείας και δικαιοσύνης που υπάρχουν και σήμερα στο Διδυμότειχο, σε μεγάλο βαθμό οφείλονται στις τότε ενέργειες του Ιωάννη Φραγκούλη.
Οι σχέσεις του με τις Γερμανικές αρχές ήταν τυπικές, αλλά κάποιοι ήθελαν τον θάνατό του. Έτσι τη Μεγάλη Πέμπτη στις 2 Απριλίου του 1942, μετά το τέλος της ακολουθίας των 12 Ευαγγελίων, όπως επέστρεφε από την εκκλησία και πήγε να ανεβεί τα σκαλοπάτια του σπιτιού του (στην σημερινή οδό Ιωάννου Φραγκούλη), τον δολοφόνησαν, ο φερόμενος ως δράστης Πασχάλης Παλαμάρκας, ο οποίος διέφυγε και δεν δικάστηκε και ο καθ’ ομολογίαν δράστης Γεώργιος Δρατζίδης, μέλη του ΕΑΜ. Το Διδυμότειχο για να τιμήσει τον μεγάλο αυτό άνδρα, ανήγειρε την προτομή του, η οποία βρίσκεται απέναντι από το Δημοτικό Στάδιο. Επίσης έδωσε το όνομά του, στο δρόμο που βρίσκεται μπροστά στο σπίτι όπου διέμενε και σε παλαιότερες δεκαετίες διοργανώνονταν οι αθλητικοί αγώνες προς τιμήν του με την ονομασία «Φραγκούλεια».
Αυτοί είναι οι Γιάννηδες στην ιστορική διαχρονία του Διδυμοτείχου που μπορέσαμε και εντοπίσαμε : άγιοι, αυτοκράτορες, πατριάρχες, επιστήμονες, ευεργέτες και πολιτικοί. Θα μπορούσαμε να εντάξουμε στους αγίους με το όνομα Ιωάννης και τον Άγιο Ιάκωβο τον Νέο, του οποίου το κοσμικό όνομα ήταν Ιωάννης. Ο Ιάκωβος αποτέλεσε μία από τις κορυφαίες πνευματικές προσωπικότητες της Ρωμηοσύνης κατά τα μέσα του 15ου αιώνα και στις δύο πρώτες δεκαετίες του 16ου. Το 1519 μαζί με τους μαθητές του μαρτύρησε την Πίστη του Χριστού στο Διδυμότειχο, αφήνοντας μια τεράστια πνευματική παρακαταθήκη για τους επόμενους δύσκολους αιώνες της Οθωμανοκρατίας, την ίδια χρονιά πέθανε μετά από βασανιστήρια στην Αδριανούπολη.
Θα κλείσουμε το παρόν κείμενο με δύο από τις πολλές παροιμίες που σχετίζονται με το όνομα Γιάννης: «Σπίτι χωρίς Γιάννη, προκοπή δεν κάνει» και «Γιάννης κερνάει και Γιάννης πίνει», η οποία προήλθε από έναν άλλο μεγάλο Γιάννη της πατρίδας μας, τον Ιωάννη Καποδίστρια!!!
Χρόνια πολλά σε όλους τους Γιάννηδες και σε όλες τις Γιάννες!!!
[post_ads]
ΣΧΟΛΙΑ
Μπορείτε να σχολιάσετε μέσω Facebook ή Blogger (Google) επιλέγοντας την αντίστοιχη καρτέλα από πάνω